Ήταν δύο ετών όταν οι γονείς της αντιλήφθηκαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με την όρασή της και επισκέφτηκαν τον οφθαλμίατρο. Περίμεναν να ακούσουν μια συνηθισμένη διάγνωση, αντ’ αυτού ο γιατρός τούς είπε ότι θα έμενε τυφλή, «χωρίς εξηγήσεις και χωρίς ενσυναίσθηση ή συμπόνοια» όπως αφηγείται η Χριστίνα Σαρρή σήμερα.
Η πάθησή της ονομάζεται μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια και εξελίσσεται διαρκώς. «Αυτή τη στιγμή μπορώ να ξεχωρίσω μόνο το φως και το σκοτάδι, σε κάποιες περιπτώσεις αντιλαμβάνομαι και μεγάλες σκιές ή όγκους κοντά μου. Δεν ήταν πάντα έτσι. Σήμερα βλέπω πολύ πιο θολά και σκοτεινά από ό,τι πριν από μόλις τρία-τέσσερα χρόνια. Επίσης βλέπω ασπρόμαυρα. Στην ουσία, η όρασή μου δεν ξεπερνά το 3% μιας φυσιολογικής όρασης».
Η αναπηρία της, ωστόσο, δεν την έχει εμποδίσει να κάνει τα όνειρά της πραγματικότητα. Σπουδάζει Ψυχολογία, κάνει πρακτική στο Κέντρο Ημέρας Ίασις, είναι συγγραφέας (έχει κυκλοφορήσει ήδη ένα βιβλίο της, «Τελικά κέρδισα το στοίχημα;», εκδ. Εντύποις) και χρησιμοποιεί καθημερινά τα social media, όπου αγωνίζεται ενάντια στα στερεότυπα. Ένα πράγμα τής λείπει, τα χρώματα, που θυμάται αρκετά καθαρά από την παιδική ηλικία της. «Δεν θυμάμαι όμως αποχρώσεις, ίσως γιατί δεν πρόλαβα να τις γνωρίσω καλά: Δεν ξέρω τη διαφορά του κεραμιδί από το βισσινί και το μπορντό, ή του τιρκουάζ από το βεραμάν και το πετρόλ, παρά μόνο από περιγραφές άλλων».
«Και τι δεν έχουν κάνει οι γονείς μου για μένα»
Στις προκλήσεις που αντιμετώπισε όταν ήταν παιδί προστέθηκαν και οι συχνές μετακινήσεις ανά την Ελλάδα, με την οικογένεια και τον στρατιωτικό πατέρα της, συνταξιούχο πλέον. «Πολλές φορές χρειάστηκε να αλλάξω σχολεία, παρέες, συμμαθητές, δασκάλους. Το ίδιο, φυσικά, κι οι αδερφές μου. Εγώ όμως έπρεπε κάθε φορά να εξηγώ από την αρχή το “πρόβλημα” όρασής μου και να πετάω από πάνω του τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις που ενδεχομένως είχαν τα άλλα παιδιά γι’ αυτό.
»Βρέθηκα αρκετές φορές στη θέση του να εκπαιδεύσω ακόμη και τους δασκάλους μου επάνω στο πώς έπρεπε, ή δεν έπρεπε, να μου συμπεριφέρονται. Λένε πως τα παιδιά είναι σκληρά, αλλά αν εκπαιδεύονται από δασκάλους που μόνο μορφώνουν, χωρίς να εκπαιδεύουν, δεν μου φαίνεται παράλογο. Δεν ήταν, βεβαίως, όλοι οι δάσκαλοί μου έτσι. Έχω περάσει κι από εξαιρετικούς εκπαιδευτικούς».
Στα σχολικά χρόνια της η Χριστίνα αντιμετώπισε και άλλα προβλήματα, πρακτικής φύσης: «Θυμάμαι χρονιές που δεν είχα μεγεθυμένα / προσβάσιμα βιβλία (ναι, μέχρι κάποια ηλικία μπορούσα να διαβάζω από έντυπα βιβλία). Ιδίως στα αγγλικά, πρώτη φορά είδα τυπωμένο κείμενο στο λατινικό αλφάβητο σε ηλικία δώδεκα ετών. Ώς τότε η μητέρα μου μού έγραφε με χοντρούς μαρκαδόρους σε λευκά χαρτιά όσα ήταν γραμμένα στο αγγλικό βιβλίο για να τα διαβάζω. Και τι δεν έχουν κάνει οι γονείς μου για μένα, για χρόνια ολόκληρα, το λέω και δακρύζω! Πράγματα που έπρεπε να κάνει το κράτος το οποίο, μπροστά στις ανάγκες των ανάπηρων παιδιών, ακόμη και σήμερα σφυρά κλέφτικα.
«Περισσότερο από το 70% των ανάπηρων παιδιών στην Ελλάδα δεν πηγαίνει σχολείο. Πάνω από επτά στα δέκα δεν μορφώνονται. Το συνειδητοποιούμε αυτό; Ακούει κανένας;»
»Αυτή τη στιγμή μού διαφεύγει το ακριβές ποσοστό, πάντως περισσότερο από το 70% των ανάπηρων παιδιών στην Ελλάδα δεν πηγαίνει σχολείο. Πάνω από επτά στα δέκα δεν μορφώνονται. Το συνειδητοποιούμε αυτό; Ακούει κανένας; Κι εγώ δεν ξέρω πού θα βρισκόμουν τώρα και πώς θα ήταν η ζωή μου αν δεν είχα τους γονείς μου να τρέχουν, να κόβουν το λαιμό τους να βρουν λύσεις, να παρακαλούν, να απειλούν, και στο τέλος να βάζουν οι ίδιοι πλάτες για να τελειώσω το σχολείο και να είμαι σε θέση σήμερα να σπουδάζω αυτό που αγαπώ.
»Όλες αυτές οι εμπειρίες νιώθω πως με ωρίμασαν πριν από την ώρα μου, ίσως κάποιες απ’ αυτές με σκλήρυναν κιόλας. Πλέον δεν έχω όση υπομονή και κατανόηση έδειχνα κάποτε. Δεν είναι πάντα καλό, αλλά χωρίς αυτό το χαρακτηριστικό δεν ξέρω πώς θα επιβίωνα σε μια, κακά τα ψέματα, τόσο εχθρική χώρα προς τα ανάπηρα άτομα. Είχα αρκετούς πολύ καλούς δασκάλους στη ζωή μου, αλλά καλύτεροι απ’ όλους υπήρξαν οι γονείς μου. Αυτοί μού έμαθαν να παλεύω και να διεκδικώ τα αυτονόητα».
«Τα μάτια της ψυχής είναι το ανοιχτό μυαλό»
Ως νέα, τυφλή γυναίκα έχει έρθει αντιμέτωπη με πολλά στερεότυπα. «Το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό είναι πως υποτίθεται ότι “βλέπουμε με τα μάτια της ψυχής“. Ο κόσμος έχει κάνει αυτήν τη φράση καραμέλα. Δεν βλέπουμε με τα μάτια της ψυχής περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο. Αν υπάρχουν αυτά τα μάτια, για μένα είναι το ανοιχτό μυαλό. Έχω γνωρίσει αμέτρητα τυφλά άτομα με μυαλά μπουκωμένα από στερεότυπα, όπως κι αμέτρητα ανοιχτόμυαλα βλέποντα άτομα.
»Κάτι άλλο που ακούμε συχνά τα ανάπηρα άτομα γενικώς είναι ότι είμαστε καλοί άνθρωποι. Πού ακριβώς στηρίζεται αυτό; Φυσικά και δεν ισχύει. Συχνά λένε, κυρίως για τα αυτιστικά άτομα, αλλά όχι μόνο, πως μένουν πάντα παιδιά, πως είναι αγνά κι αθώα… Τι πράγμα;
»Ωραίες δικαιολογίες για να συνεχίσουμε τις καφρίλες (συγγνώμη για το λεξιλόγιο) ως λαός απέναντι στα ανάπηρα άτομα, ελπίζοντας πως εκείνα, από καλοσύνη κι αθωότητα, θα το ανέχονται, δεν θα διαμαρτύρονται και δεν θα μας “πρήζουν” να γίνουμε πολιτισμένοι άνθρωποι!
»Επίσης, ωραία δικαιολογία για να αφαιρούμε ελαφρά τη καρδία από τα ανάπηρα άτομα το δικαίωμα έκφρασης και απόλαυσης της σεξουαλικότητάς τους. Ένα “αγνό παιδί”, που “δεν μεγαλώνει ποτέ”, δεν έχει τέτοιες ανάγκες, σωστά; Το πολύ πολύ να θέλει να το περάσουμε στο απέναντι πεζοδρόμιο! Άλλο ένα στερεότυπο, το οποίο συχνά δεν εκφράζεται ευθέως, αλλά εννοείται με πολλαπλούς τρόπους. Σκεφτείτε απλώς τις τουαλέτες: Είναι ανδρών, γυναικών και ΑμεΑ. Τα ανάπηρα άτομα μάλλον είμαστε άφυλα κι ασεξουαλικά. Κανένα πρόβλημα μ’ αυτό, φυσικά, όταν είναι η ταυτότητα με την οποία αυτοπροσδιορίζεσαι. Αλλά ότα είναι η καταδίκη που σου επιβάλλει η κοινωνία, εκεί, ναι, είναι πρόβλημα.
«Σκεφτείτε απλώς τις τουαλέτες: Είναι ανδρών, γυναικών και ΑμεΑ. Τα ανάπηρα άτομα μάλλον είμαστε άφυλα κι ασεξουαλικά».
»Τελευταίο στερεότυπο -ειλικρινά δυσκολεύομαι πολύ να επιλέξω ποια να αναφέρω και ποια να αφήσω- είναι η φράση “ειδικές ανάγκες“, ή οι συναφείς “ειδικές ικανότητες“, “ειδικές δεξιότητες”, μέχρι και “ειδικά χαρίσματα” έχω ακούσει. Όχι, ούτε απ’ αυτά έχουμε. Έχουμε τις ίδιες ανάγκες με όλους τους ανθρώπους. Αντίστοιχα και οι ικανότητες. Τι ειδικές ικανότητες έχω; Πετάω μήπως, γίνομαι αόρατη, προβλέπω το μέλλον; Κάθε άνθρωπος στη γη έχει κάποιες ξεχωριστές ικανότητες, ταλέντα, κλίσεις… Όχι μόνο τα ανάπηρα άτομα. Αν ήταν έτσι, τότε όλοι οι επιτυχημένοι άνθρωποι σε όλους τους τομείς θα έπρεπε να είναι ανάπηροι».
Πώς διαχειρίζεσαι όλα αυτά τα στερεότυπα;
«Όταν ήμουν μικρή, δεν απαντούσα. Ντρεπόμουν να υπερασπιστώ την αλήθεια μου. Μεγαλώνοντας άρχισα να απαντάω και να σπαταλάω το χρόνο μου. Οι περισσότεροι δεν θέλουν να καταλάβουν τι τους λες. Πλέον απαντάω συνοπτικά, αρνούμενη ευγενικά την υποτιθέμενη φιλοφρόνηση. Αν δω ότι αυτό που είπα έπιασε τόπο, συνεχίζω κι εξηγώ. Αν ο άνθρωπος που έχω απέναντί μου, όμως, επιμένει να λέει τα δικά του, τότε απαντώ “ναι” σε όλα: “Ναι, έχω τα μάτια της ψυχής! Πώς δεν τα έχω;”».
Ποιες άλλες, πρακτικές δυσκολίες αντιμετωπίζεις;
«Έχω συνηθίσει τόσο πολύ να ζω και να κινούμαι σε μη προσβάσιμα περιβάλλοντα, που, ειλικρινά, η προσβασιμότητα με ξαφνιάζει συνήθως, όχι η έλλειψή της. Μετά από σκέψη, θα σου πω κάποιες πολύ συνηθισμένες δυσκολίες. Μια είναι το να μην υπάρχουν προσβάσιμα πλήκτρα στους ανελκυστήρες. Θα πρέπει ή να πάω από τη σκάλα ή να ζητήσω βοήθεια από κάποιον να μου πατήσει εκείνος το σωστό πλήκτρο ή να μαντέψω τι να πατήσω. Επίσης οι ανελκυστήρες συχνά είναι στενοί, πράγμα που σημαίνει πως δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν από άτομα με κινητικά προβλήματα, αφού δεν χωρούν με τα αμαξίδιά τους. Ή, τις περισσότερες φορές, για να τους φτάσεις πρέπει να ανέβεις σκαλοπάτια, άρα οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν αμαξίδια δεν φτάνουν καν μέχρι εκεί.
»Κάτι άλλο, που προσωπικά με ταλαιπωρεί αρκετά, είναι το να μην υπάρχει ηχητική αναγγελία των στάσεων στα ΜΜΜ. Είναι κουραστικό να πρέπει να μετράω στάσεις, στροφές, σκαμπανεβάσματα του δρόμου για να ξέρω πού θα κατέβω. Εναλλακτικά, πρέπει να φωνάξω στον οδηγό τη στάση όπου θέλω να κατέβω, ώστε να με ενημερώσει, πράγμα που μου στερεί το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα και μπορεί να είναι επικίνδυνο. Είμαι η τυφλή επιβάτιδα του λεωφορείου και τώρα όλοι ξέρουν πού πηγαίνω.
»Άλλη δυσκολία: τα μη προσβάσιμα ATM. Πριν από λίγα χρόνια, μια τράπεζα αρνήθηκε να μου βγάλει χρεωστική κάρτα στο όνομά μου. Φοβόταν μήπως πάω να βγάλω χρήματα από το ATM και πέσω θύμα ληστείας. Αναρωτιέμαι, δεν μπορούσαν να βρουν καλύτερη δικαιολογία; Πώς θα μπορούσα να βγάλω χρήματα, ως τυφλή, από ATM φτιαγμένα μόνο για βλέποντες; Σήμερα βγάζω χρήματα μόνο αν μπορεί να με συνοδεύσει κάποιος δικός μου άνθρωπος και να με βοηθήσει ή μόνο το πρωί με τη βοήθεια κάποιου υπαλλήλου.
«”Ανάπηρη”, σύμφωνα με το κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας, σημαίνει “εμποδιζόμενη”. Εγώ έχω μια οπτική βλάβη. Αν, όμως, η κοινωνία κι η πολιτεία δεν μου έβαζαν ένα σωρό εμπόδια, δεν θα ήμουν ανάπηρη».
»Είναι κι άλλα, πολλά. Οι ετικέτες, τα συστατικά και οι ημερομηνίες λήξης των προϊόντων στα σούπερ μάρκετ που δεν είναι προσβάσιμα, οι κατάλογοι στα καταστήματα εστίασης, τα φανάρια που, όχι, δεν είναι ηχητικά από μόνα τους: Χρειάζονται ενεργοποίηση από ειδικό τηλεχειριστήριο, αν υπάρχει κι αν έχει μπαταρία. Είναι και το υλικό του πανεπιστημίου, που δεν είναι προσβάσιμο. Αν και διδάσκονται εδώ και χρόνια τα ίδια συγγράμματα, αν δεν τα ζητήσω από τη βιβλιοθήκη κανείς δεν θα τα ψηφιοποιήσει εκ των προτέρων.
»Και μια που είπα τη λέξη “εμπόδια”… Ίσως πρόσεξες πως προηγουμένως μίλησα για βλάβη στην όραση, όχι για αναπηρία. Ξέρεις γιατί; “Ανάπηρη”, σύμφωνα με το κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας, σημαίνει “εμποδιζόμενη“. Εγώ έχω μια οπτική βλάβη. Αν, όμως, η κοινωνία κι η πολιτεία δεν μου έβαζαν ένα σωρό εμπόδια, δεν θα ήμουν ανάπηρη».
«Ο σκύλος οδηγός μου είναι η ζωή μου»
Τα τελευταία χρόνια, ανεκτίμητη βοήθεια -και συντροφιά- της έχει προσφέρει ο σκύλος οδηγός της, η Luna, που απέκτησε το 2019. Από τότε, έχει ξεχάσει τι θα πει μοναξιά – και πεντακάθαρο πάτωμα, όπως προσθέτει, αστειευόμενη. «Η Luna είναι κάτι παραπάνω από οδηγός και πολύ περισσότερα από κατοικίδιο. Είναι σύντροφος και συνοδοιπόρος. Έχουμε ταιριάξει πάρα πολύ ως προσωπικότητες, πράγμα που σημαίνει πως το Κέντρο “Σκύλοι Oδηγοί Ελλάδας”, από το οποίο εκπαιδεύτηκε και στο οποίο χρωστώ απέραντη ευγνωμοσύνη, έκανε πολύ καλά τη δουλειά του. Δεν ξέρω πώς συμβαίνει αυτό, αλλά πιάνω συχνά και τις δυο μας να έχουμε την ίδια διάθεση! Ενθουσιαζόμαστε μαζί, χαιρόμαστε μαζί, βαριόμαστε ταυτόχρονα… Αυτό δεν μου έχει τύχει ξανά, με κανέναν, δίποδο ή τετράποδο.
»Επικοινωνούμε με τον τρόπο μας. Τρέχει και μου δείχνει το μπολ της όταν είναι ώρα να φάει, έρχεται και με κοιτάει επίμονα όταν της έχει τελειώσει το νερό, ακουμπάει τη μουσούδα της πάνω μου όταν θέλει βόλτα, καταλαβαίνει πότε θα βγούμε και μ’ ακολουθεί στενά. Έχουμε αναπτύξει έναν υπέροχο τρόπο να επικοινωνούμε.
«Ενθουσιαζόμαστε μαζί, χαιρόμαστε μαζί, βαριόμαστε ταυτόχρονα… Αυτό δεν μου έχει τύχει ξανά, με κανέναν, δίποδο ή τετράποδο».
»Φυσικά έχουν υπάρξει και φορές που έχει χρειαστεί να τσακωθώ για χάρη της. Δεν πειράζει, είναι κι αυτό στο πρόγραμμα. Θα έκανα τα πάντα γι’ αυτήν, όπως κάνει κι εκείνη για μένα. Εκείνη έχει μπει μπροστά μου για να με προστατεύσει από εμπόδια που δεν έμαθα ποτέ τι ήταν. Εγώ ξεπέρασα τη φοβία μου για τις αυτόματες πόρτες του μετρό όταν παραλίγο να πιαστεί το κεφαλάκι της ενώ περνούσαμε ανάμεσα και χρειάστηκε να την προστατεύσω. Δεν περιγράφεται με λόγια η σχέση μου μαζί της. Είναι ο θησαυρός μου, η ζωή μου!».
Ανάμεσα στις δραστηριότητές της είναι και η ανανέωση του περιεχομένου στο κανάλι της στο YouTube, καθώς αποτελεί την πρώτη τυφλή Ελληνίδα book YouTuber: «Το “Christina’s Book Voice” είναι ένας συνδυασμός της ανάγκης να μοιραστώ την αγάπη μου για το βιβλίο, της επιθυμίας μου να γνωστοποιήσω τη συγγραφική ιδιότητα και το έργο μου και, τέλος, της απόλαυσης του να ανακαλύπτεις κάποιο νέο χόμπι. Μέσα από το κανάλι μοιράζομαι συχνά σκέψεις μου γύρω από κοινωνικά ζητήματα και χαίρομαι που έχει γίνει αφορμή να γνωρίσω κόσμο με κοινές απόψεις.
«Έχω στο μυαλό μου δύο περιπτώσεις ανθρώπων που με συγκίνησαν πολύ. Η πρώτη φορά ήταν πριν από λίγους μήνες, που μια συνδρομήτρια μού έστειλε μήνυμα κατενθουσιασμένη για να με ευχαριστήσει γιατί, όπως είπε η ίδια, “την έκανα καλύτερο άνθρωπο“. Είχε λάβει την πρώτη της κλήση από την “Be My Eyes“, μια εφαρμογή με την οποία βλέποντες μπορούν να βοηθήσουν τυφλούς στην καθημερινότητά τους και που είχε μάθει μέσω του καναλιού μου. Ένιωσα τόσο συγκινημένη από την ευγνωμοσύνη της και τόσο περήφανη για τη βοήθειά της σε κάποιον άλλο άνθρωπο!
«Απολαμβάνω τα social media κυρίως για το γεγονός πως με έχουν φέρει κοντά με ανθρώπους με τους οποίους έχω κοινά πιστεύω ή τους οποίους θαυμάζω».
«Η δεύτερη φορά ήταν πολύ πρόσφατα. Ανέβασα ένα βίντεο μέσα από το οποίο ζητούσα απ’ τους ακόλουθούς μου να δείξουν υπομονή και κατανόηση επειδή στο εξής, λόγω υποχρεώσεων, δεν θα μπορούσα να ανεβάζω βίντεο με την ίδια συχνότητα. Οι αντιδράσεις με εξέπληξαν ευχάριστα. Άνθρωποι που δεν με γνωρίζουν καν μού έλεγαν πως μ’ αγαπούν, πως θα με περιμένουν, με παρότρυναν να πάρω το χρόνο μου και με παρακαλούσαν να μη σταματήσω τα βίντεο, γιατί τους αρέσει το περιεχόμενό μου. Τους ευχαριστώ όλους και όλες από την καρδιά μου!
«Απολαμβάνω τα social media κυρίως για το γεγονός πως με έχουν φέρει κοντά με ανθρώπους με τους οποίους έχω κοινά πιστεύω ή τους οποίους θαυμάζω. Έχω πάρα πολλά άτομα στις επαφές μου που επίσης έχουν οπτική ή άλλη βλάβη όμως, καλώς ή κακώς, με κάποια απ’ αυτά δεν μας συνδέει τίποτα παραπάνω. Κι αυτό είναι πολύ φυσιολογικό, νομίζω. Από κάποια απ’ αυτά, ωστόσο, είχα τη χαρά να έρθω σε επαφή με ακτιβιστικές ομάδες, με ανθρώπους που έγιναν πρότυπα για μένα και, κυρίως, με όψεις της αναπηρίας που δεν γνώριζα».
Θα μπορούσες να μας πεις κάποια πράγματα για το βιβλίο που ετοιμάζεις;
«Θα έχει τίτλο “Το ημερολόγιο μιας τυφλής γυναίκας, ιστορίες καθημερινού σεξισμού και μισαναπηρισμού στην Ελλάδα” και ευελπιστώ ότι θα κυκλοφορήσει, πρώτα ο Θεός, το φθινόπωρο του 2021.
»Η πρώτη φορά που μπήκε στο μυαλό μου η ιδέα να το γράψω ήταν την περίοδο που συνεκπαιδευόμουν με τη Luna. Ήμουν μαζί της και με την εκπαιδεύτριά μας στο λεωφορείο και συζητούσαμε για διάφορα περιστατικά που μας έχουν συμβεί, εμού ως τυφλής κι εκείνης ως εκπαιδεύτριας σκύλων οδηγών. Γελούσαμε και λέγαμε πως είναι τόσο πολλά, που άνετα γράφεις βιβλίο.
»Έπειτα από ενάμιση χρόνο, το Φεβρουάριο του 2021, δεν θυμάμαι με ποια αφορμή, σκέφτηκα πως πολλά από αυτά που μου έχουν συμβεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια, που ζω και κινούμαι μόνη στους δρόμους, ίσως να μην τα είχα βιώσει αν ήμουν βλέπουσα ή αν ήμουν άντρας, έστω και τυφλός. Άρχισα να μετράω τα περιστατικά, ώσπου διαπίστωσα πως “ρε ‘συ, σαν πολλά δεν είναι;”. Κι έτσι σκέφτηκα πως θα ήταν ενδιαφέρον να υπήρχε ένα βιβλίο μέσα από το οποίο θα μπορούσε κάποιος να μπει στη θέση μου.
»Ωστόσο έγραψα την πρώτη ιστορία και το παράτησα. Μετά από μήνες, το Μάιο, είπα πως καλό θα ήταν να έγραφα έστω και μία ιστορία το μήνα, αν ήθελα να ολοκληρωθεί ποτέ. Ξεκίνησα λοιπόν να γράψω και τη δεύτερη ιστορία. Τα χέρια μου στο πληκτρολόγιο δεν μπορούσαν να προλάβουν τις σκέψεις μου και μέχρι το απόγευμα είχα γράψει πέντε. Την επόμενη μέρα άλλες πέντε. Από εκεί και πέρα δεν είχα σταματημό. Όσο έγραφα, τόσο θυμόμουν και μια νέα ιστορία, με αποτέλεσμα η λίστα με τις σημειώσεις μου να μεγαλώνει συνεχώς. Αυτή τη στιγμή μού μένουν πέντε ιστορίες για να ολοκληρώσω αυτόν τον τόμο κι έχω ακόμη τριάντα πέντε για το ενδεχόμενο ενός δεύτερου στο μέλλον.
«Ξέρω πως το βιβλίο μου δεν θα φτάσει ποτέ σε ανθρώπους σαν κι αυτούς που περιγράφω στις (απόλυτα αληθινές) ιστορίες μου. Τέτοιοι άνθρωποι συνήθως δεν θέλουν να μάθουν απ’ τα λάθη τους, δεν θέλουν καν να παραδεχτούν ότι αυτό που κάνουν είναι λάθος».
»Ξέρω πως το βιβλίο μου δεν θα φτάσει ποτέ σε ανθρώπους σαν κι αυτούς που περιγράφω στις (απόλυτα αληθινές) ιστορίες μου. Τέτοιοι άνθρωποι συνήθως δεν θέλουν να μάθουν απ’ τα λάθη τους, δεν θέλουν καν να παραδεχτούν ότι αυτό που κάνουν είναι λάθος. Αυτό το βιβλίο γράφεται γι’ αυτούς που έχουν κοινωνικές ευαισθησίες, γι’ αυτούς που θέλουν να μάθουν πώς να γίνουν λίγο καλύτεροι, αν έχω το δικαίωμα να πω κάτι τέτοιο. Γράφεται γι’ αυτούς που έχουν τη διάθεση να καταλάβουν πόσο επικίνδυνες, ενοχλητικές, τρομακτικές ή προσβλητικές μπορούν να γίνουν κάποιες συμπεριφορές απέναντι σε ένα ανάπηρο άτομο από ένα μη ανάπηρο, ακόμη κι αν γίνονται με τις καλύτερες προθέσεις».
«Αν είσαι τυφλή γυναίκα στην Ελλάδα, σου έχω άσχημα νέα!»
Πρόσφατα μια ανάρτησή της, απόσπασμα από το καινούριο βιβλίο της, η οποία ξεκινούσε με τη φράση «Αν είσαι τυφλή γυναίκα στην Ελλάδα, σου έχω άσχημα νέα!», έγινε viral στο Facebook: «Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα μέσα Ιουνίου αλλά, λόγω σχολίων κι αντιδράσεων, άρχισε πάλι να κυκλοφορεί στα μέσα του Ιουλίου. Αυτήν τη φορά δεν είχε τόσο θετική απήχηση. Οργισμένοι αναγνώστες, κατά κύριο λόγο άντρες με ελάχιστες εξαιρέσεις, άρχισαν να μου επιτίθενται διαδικτυακά με διάφορους τρόπους, θιγμένοι που “έθιξα” πρώτα “την πατρίδα τους” κι έπειτα το φύλο τους. Δεν άφησαν ασχολίαστο ούτε καν το γεγονός πως μιλάω για τη ζωή μιας τυφλής γυναίκας. Επέμεναν πως ίδιες εμπειρίες έχουν άντρες και γυναίκες, με ή χωρίς οποιαδήποτε αναπηρία, σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου. Με λίγη, πρόχειρη έρευνα στο διαδίκτυο μπορεί κάποιος να διαπιστώσει πως αυτό δεν ισχύει στο ελάχιστο. Ωστόσο, ακόμη κι αν ίσχυε, εγώ είμαι μια τυφλή γυναίκα στην Ελλάδα. Αυτό το βίωμα έχω, γι’ αυτό μπορώ να γράψω. Αν γνωρίζουμε κάποιον κωφό άντρα στη Ζιμπάμπουε, ας του προτείνουμε να γράψει κι εκείνος ένα βιβλίο με τα δικά του βιώματα. Μέχρι τότε, το μόνο που έχω διαθέσιμο είναι το δικό μου.
«Αυτοί που αντέδρασαν αρνητικά ήταν πολλοί, αλλά είναι στην πραγματικότητα τόσο λίγοι σε σχέση με όσους το καλοδέχτηκαν, που είναι σχεδόν αστείο να κάνεις τη σύγκριση».
»Την τελευταία φορά δέχτηκα, πραγματικά, χυδαίους χαρακτηρισμούς και πολύ άσχημα σχόλια, όχι μόνο στη συγκεκριμένη ανάρτηση, αλλά και σε άλλες δημοσιεύσεις του προφίλ μου, καθώς και σε αναδημοσιεύσεις του κειμένου μου σε ομάδες. Δε στενοχωριέμαι, όμως. Είπαμε, το βιβλίο δεν απευθύνεται σε όλους. Αυτοί που αντέδρασαν αρνητικά ήταν πολλοί, αλλά είναι στην πραγματικότητα τόσο λίγοι σε σχέση με όσους το καλοδέχτηκαν, που είναι σχεδόν αστείο να κάνεις τη σύγκριση».
«Έχουν υπάρξει μέρες που μου έρχεται να τα βροντήξω όλα»
Η ιστορία της Χριστίνας είναι παράδειγμα δύναμης και αποφασιστικότητας, αλλά όπως παραδέχεται η ίδια, «έχουν υπάρξει μέρες ή εβδομάδες που μου έρχεται να τα βροντήξω όλα, να κλειδωθώ στο σπίτι και να επιβιώνω με το επίδομα αναπηρίας. Ευτυχώς, πάντα περνούν και τότε αναρωτιέμαι “μα τι στο καλό σκεφτόμουν δυο μέρες πριν;”. Κάπου κάπου έρχονται κι όμορφες μέρες, γεμάτες αυτοπεποίθηση, που δεν ξέρω από πού πηγάζει. Δεν ντρέπομαι να πω πως έχω θέματα με την αυτοπεποίθησή μου. Ή θα έχω πολλή ή δεν θα έχω καθόλου. Δουλεύω, όμως, με τον εαυτό μου, μόνη ή και με καθοδήγηση.
»Αν, λοιπόν, υπάρχει κάτι που με κρατάει δυνατή, που δεν μ’ αφήνει να τα παρατήσω, είναι ίσως η σκέψη πως δεν θα ήθελα ποτέ να φτάσω στο σημείο να λυπάμαι τον εαυτό μου. Δε θέλω αργότερα να θυμάμαι τα χρόνια που θα έχουν περάσει και να μετανιώνω για πράγματα που δεν έκανα. Δεν θέλω να διαπιστώσω πως δεν έζησα τη ζωή που ήθελα, που ονειρευόμουν και που άξιζα, μόνο και μόνο επειδή φοβόμουν ή επειδή κάποιος ή κάτι (άνθρωπος, η κοινωνία, τα στερεότυπα και τα κουτάκια) δεν μου το επέτρεψε».
Ποια συμβουλή θα έδινες σε άλλους με μερική ή ολική απώλεια όρασης;
«Αν μπορώ να δίνω συμβουλές: να μη φτάσει κανένας σε σημείο να λυπάται τον εαυτό του ή να μετανιώνει για πράγματα που δεν έκανε, βλέπων ή μη. Μια αγαπημένη μου μέντορας λέει πως για να ζήσεις τη ζωή που ονειρεύεσαι δεν χρειάζεται να πάρεις την άδεια κανενός. Συμφωνώ απόλυτα».
Αγωνίζεσαι και για την υπεράσπιση των ατόμων με αναπηρία και για τον φεμινισμό. Αυτοί οι δύο αγώνες έχουν κοινά αιτήματα;
«Σίγουρα οι περισσότερες καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες μοιράζονται κοινές διεκδικήσεις. Κάποιες από αυτές είναι να αποκτήσουμε το βήμα που μάς αξίζει στη δημόσια σφαίρα, να ακούγεται η φωνή μας και να έχουμε εμείς τον πρώτο λόγο στα θέματα που μας αφορούν.
»Δεν είναι, όμως, παράδοξο να αγωνιζόμαστε για τα ίδια πράγματα τόσο χωριστά; Αυτό είναι κι ένα ζήτημα που απασχολεί τις ανάπηρες γυναίκες: το ότι συχνά απομονώνονται τόσο από το φεμινιστικό όσο κι από το αναπηρικό κίνημα. Στο πρώτο επειδή είναι ανάπηρες, στο δεύτερο επειδή είναι γυναίκες. Θα ήθελα να δω περισσότερη συμπερίληψη, περισσότερη αποδοχή και περισσότερες από κοινού διεκδικήσεις και από τους δύο χώρους. Ευτυχώς γίνονται κάποια βήματα σιγά σιγά κι αυτό με χαροποιεί πολύ».
Δες τη viral ανάρτηση της Χριστίνας Σαρρή: