Στις αρχές του εικοστού αιώνα έζησε μια γυναίκα που με την τόλμη της να πάει κόντρα στις συμβάσεις άλλαξε, κατά κάποιον τρόπο, τον κόσμο. Η Juliette Gordon Low ήταν κωφή και μέσης ηλικίας όταν πήρε διαζύγιο αλλά αντί να αποσυρθεί στο οικογενειακό κτήμα της, στην Πολιτεία της Τζόρτζια των ΗΠΑ, διοχέτευσε την ενέργειά της στη δημιουργία ενός οργανισμού που θα γέμιζε τη ζωή των μικρών κοριτσιών με έμπνευση και σκοπό: του γυναικείου τμήματος των προσκόπων.
Η «Τρελή Μαργαρίτα», όπως την αποκαλούσαν κάποιοι, δεν απέκτησε δικά της παιδιά, αλλά «υιοθέτησε» αμέτρητα κορίτσια, πολλά από τα οποία, μέσα στις επόμενες δεκαετίες, από προσκοπίνες κατέληξαν να γίνουν δημοσιογράφοι, δικαστές, γερουσιαστές, ακόμα και αστροναύτες. Είχαν άλλωστε το πιο ισχυρό πρότυπο ότι αν επιθυμείς κάτι πολύ, τα κοινωνικά στερεότυπα δεν χρειάζεται να σου σταθούν εμπόδιο.
Η Juliette Gordon γεννήθηκε σε μια εύπορη οικογένεια. Ήταν η νέα γενιά μιας μακράς αλυσίδας γυναικών που είχαν αμφισβητήσει τις συμβάσεις της εποχής τους και είχαν χαράξει το δικό τους μονοπάτι.
Όταν ήταν 20 ετών αυτή η γυναίκα, που είχε το παρατσούκλι «Μαργαρίτα», έχασε την αδερφή της και κλήθηκε να αναλάβει εκείνη τα καθήκοντα του νοικοκυριού από την πενθούσα μητέρα της. Τότε γνώρισε και τον άντρα που έμελλε να γίνει ο σύζυγός της, τον William Mackay Low, ο οποίος μόλις είχε επιστρέψει στις ΗΠΑ μετά από σπουδές στην Οξφόρδη.
Η Μαργαρίτα από πολύ μικρή υπέφερε από ωτίτιδες, που είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθεί σημαντικά η ακοή της στο ένα αυτί. Τα πράγματα επρόκειτο να γίνουν χειρότερα μετά το γάμο της, όταν ένα σπυρί από το ρύζι που πέταξαν οι καλεσμένοι κατέληξε στο εσωτερικό του άλλου αυτιού της, προκαλώντας της κι εκεί σοβαρή λοίμωξη. Οι διαθέσιμες θεραπείες τότε ήταν μάλλον καταστροφικές παρά αποτελεσματικές, έτσι κατέληξε να χάσει την ακοή της και στο άλλο αυτί, εφ’ όρου ζωής.
Η Μαργαρίτα από πολύ μικρή υπέφερε από ωτίτιδες, που είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθεί σημαντικά η ακοή της στο ένα αυτί. Τα πράγματα επρόκειτο να γίνουν χειρότερα μετά το γάμο της, όταν ένα σπυρί από το ρύζι που πέταξαν οι καλεσμένοι κατέληξε στο εσωτερικό του άλλου αυτιού
Άρχισε να αποφεύγει τις κοινωνικές επαφές, καθώς η προσπάθεια να συμμετάσχει σε μια συζήτηση την εξουθένωνε. Ο σύζυγός της, που ούτως ή άλλως λάτρευε τις ιπποδρομίες, τον τζόγο και τη ζωή στην υψηλή κοινωνία, απομακρύνθηκε από τη νέα γυναίκα του. Παρόλο που είχαν νοικιάσει μαζί ένα σπίτι στο Λονδίνο και ένα κτήμα στη Σκωτία, σπάνια μοιράζονταν την ίδια στέγη, καθώς ο William προτιμούσε την παρέα άλλων γυναικών. Όχι αναπάντεχα, δεν απέκτησαν ποτέ παιδιά.
Η Μαργαρίτα αγωνίστηκε ενάντια στην κατάθλιψη διοχετεύοντας τη δημιουργικότητά της στη ζωγραφική, στις κατασκευές με ξύλο αλλά και με μέταλλο, ενάντια στα στερεότυπα του φύλου της. Κατασκεύασε ακόμα και μεταλλικές πύλες για την είσοδο του σπιτιού της. Ασχολήθηκε, επιπλέον, με τη φιλανθρωπία, υποστηρίζοντας ένα νοσηλευτικό ίδρυμα και δωρίζοντας τροφή και ρουχισμό σε οικογένειες που υπέφεραν από την ανέχεια.
Η διαδικασία του διαζυγίου, στις αρχές του 1900, ήταν εξαιρετικά επώδυνη και έγινε ακόμα πιο δύσκολη, όταν ο William έπαθε εγκεφαλικό και πέθανε, αφήνοντας την περιουσία του στην ερωμένη του. Η πρώην σύζυγός του με υποστήριξη από τις αδερφές της αμφισβήτησε νομικά τη διαθήκη του και τελικά κέρδισε τη δίκη. Δεν παντρεύτηκε ποτέ ξανά.
Η διαδικασία του διαζυγίου, στις αρχές του 1900, ήταν εξαιρετικά επώδυνη και έγινε ακόμα πιο δύσκολη, όταν ο William έπαθε εγκεφαλικό και πέθανε, αφήνοντας την περιουσία του στην ερωμένη του.
Η ζωή της, ωστόσο, πήρε μια αναπάντεχη τροπή όταν γνώρισε, το 1911, τον Σερ Robert Baden-Powell, που μόλις είχε δημιουργήσει ένα πρόγραμμα με υπαίθριες δραστηριότητες για αγόρια. Η αδερφή του Robert, Agnes, είχε ξεκινήσει ένα αντίστοιχο πρότζεκτ για κορίτσια, που αποκαλούσε «Κορίτσια Οδηγοί», και η Μαργαρίτα, στα 51 χρόνια της, ακολούθησε το παράδειγμά της στη Σκωτία.
Χρησιμοποιώντας τις διασυνδέσεις και τους οικονομικούς πόρους της οικογένειάς της, η Μαργαρίτα φρόντισε να κάνει γνωστή και δημοφιλή την οργάνωσή της, που μετονομάστηκε σε Κορίτσια Πρόσκοποι. Και παρά το προνομιούχο περιβάλλον στο οποίο είχε μεγαλώσει η ίδια, από την αρχή έκανε δεκτά παιδιά από όλες τις κοινωνικές τάξεις (και, αργότερα, από όλες τις φυλές). Σε μια εποχή που, παραδοσιακά, η κουζίνα εθεωρείτο η φυσική θέση της γυναίκας, οι προσκοπίνες της μάθαιναν να παίζουν τένις, μπάσκετ, να ξεχωρίζουν τα βρώσιμα μανιτάρια από τα δηλητηριώδη και να ανάβουν φωτιά με τα ξύλα του δάσους.
Τα μέλη της οργάνωσής της εκπαιδεύονταν σε δεξιότητες που εκείνη την εποχή αποκαλούντο «γυναικείες», όπως η μαγειρική και το ράψιμο, αλλά και σε επαγγελματικές δεξιότητες – γραμματειακές, αγροτικές κ.λπ.
Μέχρι σήμερα πάνω από 50 εκατομμύρια κορίτσια έχουν γίνει προσκοπίνες, κάποια φτάνοντας, στην ενήλικη ζωή τους, σε κορυφαίες ηγετικές θέσεις σε διαφορετικούς τομείς. Κι όλα αυτά χάρη σε μια γυναίκα που μετά το διαζύγιο, αντί να παραδοθεί σε πικρόχολα συναισθήματα, αναζήτησε ό,τι πιο θετικό μέσα της. Ή όπως σχολίασε η βιογράφος της, Stacy Cordery: «Το μεγαλύτερο λάθος της ζωής της ήταν ο γάμος της…. Μετά από αυτόν θα μπορούσε να είναι θυμωμένη και να απομονωθεί, αλλά δεν το έκανε. Αναδύθηκε ως μια αποφασιστική, παθιασμένη, αφοσιωμένη γυναίκα που βούτηξε στον προσκοπισμό. Άνοιξε σε άλλα κορίτσια πόρτες που εκείνη είχε βρει κλειστές. Η ιστορία της μάς μιλάει για τη δύναμη και την αισιοδοξία».
Με στοιχεία από thevintagenews.com