Οταν η Α.Κ. έγινε μητέρα στη διάρκεια της πανδημίας, έζησε δύο δυνατές συνειδητοποιήσεις που έφεραν τα πάνω κάτω: Πρώτον, ζωή δεν είναι μόνο η καριέρα σου, ακόμα και σε περιόδους εσωστρέφειας λόγω των υγειονομικών περιορισμών. Δεύτερον, όταν έχεις μωρό και καμία οικονομική λύση φύλαξης, η δουλειά αποτελεί πανάκριβο σπορ. Ετσι, η σκέψη της παραίτησης εξελίχθηκε για εκείνη στη μοναδική βιώσιμη λύση. Και η Α.Κ. προστέθηκε στις νέες στατιστικές που ωθούν τους ειδικούς να μιλούν για το φαινόμενο της «Μεγάλης Παραίτησης», σύμφωνα με τον όρο που εισήγαγε ο Άντονι Κλοτζ, καθηγητής Διοίκησης Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Τέξας A&M.
Οι αριθμοί μοιάζουν εντυπωσιακοί: 4 εκατομμύρια Αμερικανοί δήλωσαν παραίτηση τον Απρίλιο του 2021, σημειώνοντας ένα ιστορικό υψηλό 20 χρόνων, ενώ, σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη της Microsoft, το 41% των εργαζομένων παγκοσμίως σκοπεύει να παραιτηθεί σύντομα. Κάποιοι επιθυμούν να δημιουργήσουν τη δική τους επιχείρηση ή αναζητούν διαφορετικά μοντέλα συνεργασίας. Για τις γυναίκες, που συνεχίζουν τα ζογκλερικά ανάμεσα σε πολλαπλούς ρόλους, η προοπτική της μεγαλύτερης επαγγελματικής ευελιξίας μοιάζει ακόμα πιο γοητευτική. Το «Forbes» μιλάει για επανάσταση στην αγορά εργασίας.
Τι συμβαίνει στη χώρα μας;
«Η αίσθησή μου είναι ότι και εδώ στην Ελλάδα υπάρχει μια αντίστοιχη τάση στον τρόπο σκέψης μας», απαντά η Στέλλα Κάσδαγλη, συνιδρύτρια του οργανισμού Women On Top, ομιλήτρια και συγγραφέας – μεταξύ άλλων, του βιβλίου «30 γυναίκες που άλλαξαν τον κόσμο και πώς μπορείς να τον αλλάξεις κι εσύ» (εκδ. Πατάκη). «Ωστόσο, στην πράξη δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι να ψηφίσουμε σαρωτικά υπέρ της ευελιξίας – είμαστε μια πιο μικρή και πιο “ταλαιπωρημένη”, αν θέλεις, κοινωνία, και πολλές φορές μάς είναι δύσκολο να αγκαλιάσουμε τέτοιες τολμηρές κινήσεις», προσθέτει.
Πάντως, αυτές οι κινήσεις μάς δελεάζουν. Σε διαδικτυακή έρευνα που διεξήγαγε πρόσφατα το Women On Top σε 510 γυναίκες άνω των 18 ετών ρώτησε: «Έχετε σκεφτεί να παραιτηθείτε από μια εργασία που δεν σας ικανοποιεί για να ξεκινήσετε κάτι δικό σας/μια δική σας επιχείρηση;». Το 85% απάντησε θετικά. «Οι γυναίκες νιώθουμε μικρότερη πίεση να είμαστε οι κουβαλήτριες του σπιτιού ή αισθανόμαστε ότι μας επιτρέπεται περισσότερο να ακολουθούμε το ένστικτο και το συναίσθημά μας», σχολιάζει η κυρία Κάσδαγλη.
«Οι γυναίκες νιώθουμε μικρότερη πίεση να είμαστε οι κουβαλήτριες του σπιτιού ή αισθανόμαστε ότι μας επιτρέπεται περισσότερο να ακολουθούμε το ένστικτο και το συναίσθημά μας», σχολιάζει η Στέλλα Κάσδαγλη
Η ίδια γνωρίζει πολλά παραδείγματα γυναικών που τολμούν να κάνουν στροφή 180 μοιρών κατευθυνόμενες από το GPS των συναισθημάτων τους. «Είτε γιατί νιώθουν ότι οι σκληρές απαιτήσεις του εταιρικού περιβάλλοντος δεν εναρμονίζονται πλέον με το όραμα και το ρόλο που θέλουν να παίξουν στη ζωή και τις κοινότητές τους, είτε επειδή θέλουν να έχουν περισσότερο χρόνο για να αφιερώσουν στην οικογένεια και τον εαυτό τους, είτε ακόμα διότι οι ικανότητές τους δεν αναγνωρίζονται πάντα ισότιμα μέσα σε πιο οργανωμένα και συνήθως ανδροκρατούμενα περιβάλλοντα», πιστεύει.
Αληθινές ιστορίες επιτυχίας
Ανάμεσα στις νέες, γενναίες επιχειρηματίες είναι η Μαριλένα Ξυθάλη. Πριν από 12 χρόνια εγκατέλειψε τη δημοσιογραφία και δημιούργησε το δικό της ινστιτούτο περιποίησης άκρων «Φλοράλ» στο Γκάζι. «Συνειδητοποίησα ότι ένας κύκλος είχε κλείσει και είχε έρθει η στιγμή να ανοίξει ένας νέος», θυμάται. Μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν δημιούργησε μία ακόμα επιχείρηση, τη Signora Athens, ένα κινητό dessert shop, αυτή τη φορά με δύο φίλες, τις Λυδία Βασιλοπούλου και Δήμητρα Ζαγούρα, οι οποίες όμως δεν εγκατέλειψαν την πρωινή εργασία τους. «Όσο πιο σταθερή είναι η δουλειά σου τόσο πιο δύσκολα την αφήνεις, ειδικά στην Ελλάδα», εξηγεί η Ζαγούρα, με τη Βασιλοπούλου να προσθέτει: «Αλλά ποτέ μη λες ποτέ! Tο Signora Athens προχωράει με σταθερά βήματα και ποιος ξέρει τι επιφυλάσσει το μέλλον».
«Η ηθική ικανοποίηση που παίρνεις όταν βλέπεις την επιχείρησή σου να πετυχαίνει δεν συγκρίνεται με κανένα μπόνους» πιστεύει η Μαριλένα Ξυθάλη
Η Ξυθάλη αναγνωρίζει ότι το επιχειρείν δεν είναι αστεία υπόθεση -για παράδειγμα, δεν έχει ωράριο ούτε σταθερό μισθό. Τουλάχιστον, όμως για εκείνη, τα οφέλη υπερισχύουν: «Δουλεύω σε ένα περιβάλλον που έχω δημιουργήσει όπως θέλω, συνεργάζομαι με ανθρώπους που έχω επιλέξει και δεν έχω dress code. Επίσης, η ηθική ικανοποίηση που παίρνεις όταν βλέπεις την επιχείρησή σου να πετυχαίνει δεν συγκρίνεται με κανένα μπόνους».
«Ανέκαθεν είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου πως ήθελα να κάνω κάτι δικό μου», μας λέει μια άλλη γυναίκα που αποφάσισε να εγκαταλείψει τη δημοσιογραφία για το επιχειρείν, η Χριστίνα Κατσαούνη, που από το 2017 έχει δημιουργήσει το brand με κορμάκια The C Edition. «Όταν τον Ιανουάριο του 2017 μου ήρθε η ιδέα, καθώς φορούσα αποκλειστικά κορμάκια άρχισα να ερευνώ το πώς θα της έδινα ζωή». Η ανταπόκριση που είχε η πρώτη της συλλογή εξέπληξε ακόμα και την ίδια: «Βλέποντας άλλες γυναίκες να φορούν κάτι που έφτιαξες εσύ, βιώνεις μια στιγμή απόλυτης ευτυχίας», περιγράφει και μας διαβεβαιώνει πως «οι επίκτητοι φόβοι είναι πολλές φορές οι μοναδικοί λόγοι που δεν ζούμε τη ζωή των ονείρων μας».
Millennials vs Generation X
Παρ’ όλα αυτά, παραμένει το ερώτημα: Γιατί το κύμα φυγής μοιάζει να γιγαντώνεται; Μάλλον έχει να κάνει και με τη φιλοσοφία των Millennials να μη μυθοποιούν επαγγέλματα ή με την τάση να μη δένονται με την κουλτούρα μιας εταιρείας σε βαθμό που να τη νιώθουν σπίτι τους, κάτι που υιοθετούσαν πολύ οι προηγούμενες γενιές. «Όταν πιάναμε δουλειά σε μια εταιρεία, ονειρευόμασταν να παραμείνουμε εκεί και να ανελιχθούμε στην ιεραρχία. Η υπομονή και η αφοσίωση μετρούσαν επίσης», αναφέρει μια φίλη, διευθυντικό στέλεχος του Τύπου και εκπρόσωπος της Γενιάς X, σε σχετική μας συζήτηση. «Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος που ξέραμε: ξεκινάς κάπου με στόχο μια σειρά από προαγωγές μέσα σε ένα corporate περιβάλλον». Εγώ, μάλλον περισσότερο Millennial, μετράω από μέσα μου πόσες φορές χρειάστηκε σε μια συνέντευξη για δουλειά να απαντήσω στην ερώτηση «Γιατί έφυγες από το τάδε περιοδικό;», νιώθοντας ότι έπρεπε να απολογηθώ για το, ας το πούμε, ποικιλόμορφο βιογραφικό μου.
«Όταν πιάναμε δουλειά σε μια εταιρεία, ονειρευόμασταν να παραμείνουμε εκεί και να ανελιχθούμε στην ιεραρχία. Η υπομονή και η αφοσίωση μετρούσαν επίσης», αναφέρει μια φίλη, διευθυντικό στέλεχος του Τύπου και εκπρόσωπος της Γενιάς X.
Οι Millennials έχουν χαρακτηριστεί, σε σχέση με προηγούμενες γενιές, πιο δημιουργικοί και πιο εξοικειωμένοι με την τεχνολογία. Λιγότερο αφοσιωμένοι σε μία εταιρεία και περισσότερο στην απόκτηση νέων επαγγελματικών εμπειριών και δεξιοτήτων. Η Telegraph τούς αποκαλεί «Γενιά της Παραίτησης». Οι Millennials φαίνεται, επίσης, να αναζητούν μεγαλύτερη ισορροπία ανάμεσα στην επαγγελματική και την προσωπική ζωή τους. «Όταν πριν από περίπου δέκα χρόνια η μεγάλη μου κόρη μού έλεγε ότι θα ήθελε οι εργοδότες της να σέβονται τον προσωπικό χρόνο της, είχα σοκαριστεί. Στη δική μου γενιά, ηλικίας 50+, αυτό ήταν αδιανόητο: πάνω απ’ όλα, ήταν η δουλειά, ήμασταν πολύ πιστοί σε αυτή, μανιώδεις θα έλεγα», εξηγεί η Μαρίκα Λάμπρου, σύμβουλος επιχειρήσεων και συγγραφέας του βιβλίου «Μυστικά επιτυχίας για οικογενειακές επιχειρήσεις στη νέα εποχή» (εκδ. Πατάκη). Η ίδια προσθέτει: «Σήμερα θαυμάζω την κόρη μου και σέβομαι τους Millennials που κρατούν μια πιο ουσιαστική ισορροπία ζωής».
Η Α.Κ. γνώριζε ότι ως νέα μαμά θα ήταν αδύνατον να βρει αυτή την ισορροπία, έτσι επέλεξε την παραίτηση: «Αποφάσισα τους πρώτους μήνες της ζωής του μωρού μου να είμαι κοντά του. Μου λείπει η επαφή με τον έξω κόσμο, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν θα προλάβαινα να συνδυάζω το οκτάωρο στο γραφείο με τη φροντίδα του. Εξάλλου στο σπίτι δεν προλαβαίνω να βαρεθώ: όταν το μωρό κοιμάται, ασχολούμαι με τις δουλειές του σπιτιού ή με δικά μου ενδιαφέροντα».
Η Δανάη Βαρθολομάτου, μια από τις νεότερες εκπροσώπους των Millennials, κάνει πρακτική στις σπουδές της στη Νομική, παράλληλα όμως έχει δημιουργήσει μια online πλατφόρμα γυμναστικής, διατροφής και ψυχολογικής υποστήριξης (danailu.com). «Αγαπούσα από μικρή τον αθλητισμό. Αφού ταλαιπωρήθηκα από μια διατροφική διαταραχή, θέλησα να βοηθήσω όσο περισσότερους ανθρώπους μπορώ να φροντίζουν το σώμα τους». Δεν αποκλείει μάλιστα το ενδεχόμενο να αφοσιωθεί μελλοντικά στο fitness και την ευεξία γιατί «η γενιά μας ξέρει ότι δεν υπάρχουν επαγγέλματα “καλύτερα” ή “χειρότερα”! Οταν δεν θα χωρούν δύο σε ένα 24ωρο, θα ακολουθήσω αυτή που με γεμίζει περισσότερο».
Οικονομική κρίση & πανδημία
Η οικονομική κρίση βύθισε πολλούς σε μια διαδικασία αναθεώρησης της επαγγελματικής ζωής. Και προτού προλάβουμε καλά-καλά να σηκώσουμε κεφάλι, ήρθε η πανδημία. Κάποιοι βγήκαμε σε άδεια ειδικού σκοπού και ενδώσαμε στις μικρές χαρές του slow living, άλλοι ανακαλύψαμε την τηλεργασία και, ακόμα κι αν στην αρχή δυσανασχετήσαμε που θα χάναμε την επαφή με συναδέλφους και μια αφορμή για να ντυθούμε κομψά, στην πορεία βολευτήκαμε μέσα στις πιτζάμες μας και σε μια καθημερινότητα χωρίς πολύωρες, πολυδάπανες μετακινήσεις. Για του λόγου το αληθές, σε πρόσφατη έρευνα του αμερικανικού Marie Claire και του LinkedIn σε 1.132 γυναίκες, το 41% απάντησε πως θα ήθελε να συνεχίσει την τηλεργασία full time, ενώ το 26% θα προτιμούσε να καθιερώσει ένα υβριδικό μοντέλο μοιρασμένης μεταξύ σπιτιού και γραφείου εργασίας.
Οπως συνοψίζει η Κάσδαγλη το ζήτημα: «Η οικονομική κρίση και η πανδημία άφησαν σε πολλούς την αίσθηση ότι δεν υπάρχει ασφάλεια στην εργασία και ότι οι καλές αμοιβές σπανίζουν. Αρα, αν κάνουμε μια διαφορετική επιλογή, τα πράγματα που χάνουμε δεν είναι και τόσο σημαντικά. Το συμπέρασμα αυτό, σε συνδυασμό με τις προοπτικές που άνοιξε η τηλεργασία στην πανδημία, αλλά και με το γεγονός ότι αναμετρηθήκαμε με το εύθραυστο της υγείας μας, μας έκανε να σκεφτούμε διαφορετικά τη σχέση με τη δουλειά μας. Για να το πω αλλιώς, πήραμε μια γεύση από το πώς είναι να ζούμε διαφορετικά και να κάνουμε πράγματα που είναι πιο ουσιαστικά για εμάς, και είμαστε πιο έτοιμοι να εξερευνήσουμε αυτή την προοπτική σε μεγαλύτερο βάθος».
Σε πρόσφατη έρευνα του αμερικανικού Marie Claire και του LinkedIn σε 1.132 γυναίκες, το 41% απάντησε πως θα ήθελε να συνεχίσει την τηλεργασία full time, ενώ το 26% θα προτιμούσε να καθιερώσει ένα υβριδικό μοντέλο μοιρασμένης μεταξύ σπιτιού και γραφείου εργασίας.
Την παραπάνω άποψη υποστηρίζει και επαυξάνει ο Πολ Κρούγκμαν, σε νέο άρθρο του στους New York Times: «Οι εργαζόμενοι παραιτούνται σε ποσοστά-ρεκόρ, μια ένδειξη ότι αισθάνονται σίγουροι ότι θα βρουν νέα δουλειά […]. Γιατί;». Μια από τις εξηγήσεις που προτείνει ο διακεκριμένος οικονομολόγος είναι ότι στην πανδημία αυξήθηκαν οι αποταμιεύσεις πολλών νοικοκυριών, δίνοντας στα μέλη τους το περιθώριο να είναι πιο επιλεκτικοί με την εργασία τους. Ο Κρούγκμαν πρότεινε και μια ακόμη εξήγηση: «Η εμπειρία της πανδημίας να οδήγησε πολλούς στην εξερεύνηση ευκαιριών που δεν είχαν εξετάσει στο παρελθόν. […] Πιστεύω ότι υπάρχουν πολλοί εργαζόμενοι που θα είχαν εγκαταλείψει μια κακή δουλειά από το 2019 αλλά δεν το έκαναν γιατί δεν είχαν σκεφτεί πραγματικά τις εναλλακτικές. Ενδεχομένως λοιπόν η πανδημία να οδήγησε σε μια μεγάλη αναθεώρηση. Αν αυτό ισχύει, είναι μια αχτίδα αισιοδοξίας μέσα στη φρίκη της COVID-19».
Μεγάλη φυγή ή ανακατανομή;
Κάποιοι ειδικοί προτιμούν να χρησιμοποιούν πιο θετικούς όρους για να περιγράψουν το φαινόμενο των άδειων γραφείων. Ο Ράιαν Ροσλάνσκι, υψηλόβαθμο στέλεχος στο LinkedIn, δεν μιλάει για τη «Μεγάλη Παραίτηση», αλλά για μια «Μεγάλη Ανακατανομή». Οπως σχολίασε σε πρόσφατη συνέντευξη στο περιοδικό «Time»: «Οταν αρχίσαμε να καταγράφουμε στο LinkedIn τα ποσοστά των χρηστών που αλλάζουν εργασία στο προφίλ τους, διαπιστώσαμε ότι αυξάνονται ετησίως κατά 54%. Συμβαίνει, επομένως, μια άνευ προηγουμένου ανακατανομή ταλέντων.
Αυτή τη στιγμή όλες οι εταιρείες αναθεωρούν τις πολιτικές, την κουλτούρα, τις αξίες τους και το τι σημαίνει για κάποιον να δουλεύει σε αυτές. Από την άλλη, οι εργαζόμενοι αναθεωρούν όχι μόνο τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν, αλλά και το γιατί δουλεύουν και το τι θα ήθελαν να κάνουν με τη ζωή τους. Η ανακατανομή θα συνεχιστεί πιθανότατα για τα επόμενα ένα-δύο χρόνια και πιστεύω ότι τελικά θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα για τις επιχειρήσεις και μεγαλύτερη ικανοποίηση για τους εργαζομένους». Αμήν!
Φωτογραφίες: william faithful, Ιωάννα Χατζηανδρέου, Αλέξανδρος Μακρής