Η ανάγνωση του βιβλίου «Έμφυλη Βία: Από τη ρητορική στη βίαιη πράξη» (εκδ. Παπαζήση) δεν έχει αρχή και τέλος – είναι, ουσιαστικά, ένας πρακτικός οδηγός που αξίζει να κρατήσουμε σε προσβάσιμη θέση στη βιβλιοθήκη μας, ώστε να ανατρέχουμε σε αυτόν ξανά και ξανά, όποτε, για παράδειγμα, αναζητούμε μια πληροφορία για το νομικό πλαίσιο ή τα στατιστικά στοιχεία της έμφυλης βίας, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και τον κόσμο. Επιπλέον, εμβαθύνει σε φαινόμενα που μπορεί να μη γνωρίζουμε καλά αλλά να εκτυλίσσονται στο διπλανό μας σπίτι, ιδιαίτερα σε κοινότητες μεταναστών και προσφύγων, όπως οι καταναγκαστικοί γάμοι και ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων. Μιλήσαμε λοιπόν με τη συγγραφέα του, τη διδάκτορα Κοινωνικής Πολιτικής Βασιλική Π. Μελέτη, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας (08/03).
Γιατί αποφασίσατε να γράψετε το βιβλίο «Έμφυλη Βία»; Σε ποιο αναγνωστικό κοινό απευθύνεστε πρωτίστως;
«Τα τελευταία χρόνια παρακολουθούμε συγκλονισμένοι να έρχονται στο φως αναρίθμητα περιστατικά έμφυλης σεξουαλικής, σωματικής και ψυχολογικής βίας, ενώ o ρυθμός με τον οποίο μαθαίνουμε για μια ακόμα γυναικοκτονία είναι επίπονα τακτικός. Το γεγονός πυροδότησε μέσα μου την ανάγκη να το συγγράψω προκειμένου καταρχάς να εμπνεύσω στους αναγνώστες τα απαραίτητα συναισθήματα αλληλεγγύης και ενσυναίσθησης.
»Σκοπός μου, να συμβάλω στη διεκδίκηση της νομικής αναγνώρισης της γυναικοκτονίας ως ξεχωριστού ποινικού αδικήματος με έμφυλο πρόσημο και κατ’ επέκταση να ευαισθητοποιήσω το κοινό για τα ζητήματα της έμφυλης βίας και τις μορφές της: ενδοοικογενειακής, ψυχολογικής, συναισθηματικής, σωματικής και σεξουαλικής. Το βιβλίο φιλοδοξεί να ξεσκεπάσει τους μηχανισμούς της έμφυλης βίας, τον ψευτοσυντηρητισμό και την τοξική αρρενωπότητα. Ταυτόχρονα, αποδομεί τα ψευδοεπιχειρήματα περί “αγάπης”, που συχνά καμουφλάρουν φρικτά εγκλήματα κατά της γενετήσιας αξιοπρέπειας. Γι’ αυτό απευθύνομαι αδιακρίτως σε άνδρες και γυναίκες, στον μέσο έμφρονα άνθρωπο, που οφείλει να μην προσπερνά την έμφυλη βία κάθε φορά που τη συναντά δίπλα του. Μας αφορά άλλωστε όλους».
«Σκοπός μου, να συμβάλω στη διεκδίκηση της νομικής αναγνώρισης της γυναικοκτονίας ως ξεχωριστού ποινικού αδικήματος με έμφυλο πρόσημο και κατ’ επέκταση να ευαισθητοποιήσω το κοινό για τα ζητήματα της έμφυλης βίας και τις μορφές της: ενδοοικογενειακής, ψυχολογικής, συναισθηματικής, σωματικής και σεξουαλικής».
Γιατί επιλέξατε να αφιερώσετε το βιβλίο σας στην Ελένη Τοπαλούδη; Τι σας έκανε να ξεχωρίσετε ιδιαίτερα την ιστορία της ανάμεσα στις τόσες γυναικοκτονίες;
«Η Ελένη Τοπαλούδη έμεινε στη συλλογική συνείδηση ως η γυναίκα που δεν ήθελε, αντιστάθηκε, αρνήθηκε, πάλεψε. Η Ελένη ήταν αθώα αλλά με δύναμη ψυχής. Το σώμα που βασανίστηκε, το όνομα και όλη η βιαιότητα που το κορίτσι αυτό έζησε τις τελευταίες στιγμές δημιούργησαν το παζλ μιας από τις πιο βάναυσες υποθέσεις που αντιμετώπισε ποτέ η χώρα μας. Δολοφονήθηκε λόγω του φύλου της και αποτέλεσε την πρώτη φορά που φεμινιστικές συλλογικότητες, φεμινίστριες και μέσα μαζικής ενημέρωσης είπαν αυτή την ανθρωποκτονία με το όνομά της: “γυναικοκτονία”.
»Ο ομαδικός βιασμός και η δολοφονία της ξύπνησαν απότομα μια κοινωνία βολεμένη στη safe πλευρά των γυναικείων δικαιωμάτων, με όρους όπως “γυναικοκτονία” και “συναίνεση”, με την ωμή παραδοχή πως το “όχι” σημαίνει “όχι” σε όποια φάση μιας κατάστασης και αν ειπωθεί. Πως το victim blaming είναι μια δεύτερη δολοφονία. Η Ελένη δολοφονήθηκε λοιπόν γιατί είπε “όχι”, γιατί έφερε αντίρρηση στην πατριαρχική αντίληψη του γυναικείου “ναι”, που μένει αναλλοίωτο από την αρχή ως το τέλος. Στη μνήμη της ηρωίδας αυτής θέλησα να αφιερώσω το βιβλίο μου».
Από την περίοδο που αρχίσατε να γράφετε το βιβλίο μέχρι σήμερα έχετε δει θετικές αλλαγές στο νομικό πλαίσιο της έμφυλης βίας; Και ποια θεωρείτε τη σπουδαιότερη διεκδίκησή μας σήμερα σε αυτόν το χώρο;
«Η έμφυλη βία, προϊόν των διαιωνιζόμενων, έκδηλων ή συγκαλυμμένων, πατριαρχικών εξουσιαστικών σχέσεων, παίρνει στις μέρες μας όλο και πιο εκτεταμένες διαστάσεις, με τις γυναικοκτονίες, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, να έχουν πολλαπλασιαστεί δραματικά τα τελευταία χρόνια. Μόνο το πρώτο εξάμηνο του 2023, τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που έχουν καταγγελθεί αγγίζουν τις 6.000.
»Στη μακρά εξελικτική αυτή πορεία της βίας, η Διεθνής Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, στην οποία προσχώρησε σύσσωμη η Ευρωπαϊκή Ένωση, συνεπώς και η χώρα μας, αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη διεκδίκηση στον νομικό μας κόσμο: αποσκοπεί στη δημιουργία ενός σφιχτού πλαισίου για την προστασία των γυναικών από κάθε μορφή βίας και παρέχει νομικά μέτρα για την ποινικοποίηση διαφόρων μορφών βίας σε βάρος των γυναικών, για την παροχή υπηρεσιών υποστήριξης, καθώς και για την προστασία των μεταναστριών και προσφυγισσών από την έμφυλη βία. Έτσι, οι μηχανισμοί πρόληψης και προστασίας της Πολιτείας, παρά τις όποιες σταδιακές νομοθετικές αλλαγές, φαίνεται ότι δεν επαρκούν ή δεν δείχνουν την κατάλληλη ετοιμότητα στον τομέα της προστασίας των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, παραβιάζοντας έτσι βασικές αρχές της Σύμβασης.
«Η έμφυλη βία, προϊόν των διαιωνιζόμενων, έκδηλων ή συγκαλυμμένων, πατριαρχικών εξουσιαστικών σχέσεων, παίρνει στις μέρες μας όλο και πιο εκτεταμένες διαστάσεις, με τις γυναικοκτονίες, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, να έχουν πολλαπλασιαστεί δραματικά τα τελευταία χρόνια».
»Στην Ελλάδα δυστυχώς η έμφυλη βία, η κακοποίηση και οι δολοφονίες γυναικών επειδή είναι γυναίκες δεν αντιμετωπίζονται πάντοτε αποτελεσματικά. Γιατί κράτος και αστυνομία δεν μπορούν να την αποτρέψουν; Το χέρι του κακοποιητή κινείται πιο γρήγορα απ’ το περιπολικό. Επιπλέον, οι κρατικοί μηχανισμοί δεν επαρκούν να προστατεύσουν τα θύματα, ενώ συχνά η κακοποίηση αναπαράγεται ή ανατροφοδοτείται από τους ίδιους τους θεσμούς, που επαναθυματοποιούν το θύμα.
»Ως προς την απονομή δικαιοσύνης, στην εκδίκαση υποθέσεων πλημμεληματικού χαρακτήρα επιβάλλονται ποινές-χάδι για τον δράστη, με πιθανή αναστολή, που οδηγούν στην ουσιαστική απαλλαγή του και στη δυνατότητα να φτάσει μέχρι τη γυναικοκτονία».
«Στην Ελλάδα δυστυχώς η έμφυλη βία, η κακοποίηση και οι δολοφονίες γυναικών επειδή είναι γυναίκες δεν αντιμετωπίζονται πάντοτε αποτελεσματικά. Γιατί κράτος και αστυνομία δεν μπορούν να την αποτρέψουν; Το χέρι του κακοποιητή κινείται πιο γρήγορα απ’ το περιπολικό».
Πώς θα σχολιάζατε τις πρόσφατες τροποποιήσεις του Nόμου 3500/2006 για την ενδοοικογενειακή βία; Γιατί, κατά τη γνώμη σας, δεν έχει αναγνωριστεί η γυναικοκτονία ως έγκλημα; Σε περίπτωση που συμβεί αυτό στο μέλλον, ποιες είναι οι σημαντικότερες αλλαγές που πιστεύετε ότι θα φέρει, όχι μόνο στη νομοθεσία αλλά ενδεχομένως και στη νοοτροπία;
«Οι παρεμβάσεις στο Νόμο 3500/2006 ήρθαν σε μια στιγμή που η Πολιτεία αποτυγχάνει σε σημαντικό βαθμό να αποκριθεί ικανοποιητικά, όπως προαναφέρθηκε, στον τομέα της πρόληψης και της προστασίας των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας. Πόσο μάλλον που ορισμένα βήματα γίνονται με μοναδική στόχευση τον εντυπωσιασμό μέσω της αυστηροποίησης των ποινών: στην πραγματικότητα, οι εν λόγω αλλαγές απευθύνονται σε ένα ακροατήριο το οποίο ζητά ολοένα και περισσότερη τιμωρία, μακροχρόνιες καθείρξεις και περιστολή δικαιωμάτων που απομακρύνουν τη νομοθεσία από τους σκοπούς της επανένταξης. Δεν αφορούν συνεπώς ούτε την προστασία του θύματος ούτε την πρόληψη και τον σωφρονισμό του θύτη. Αντιθέτως, στο μεγαλύτερο τμήμα τους περιορίζονται στην αυστηροποίηση των ποινών.
«Στην πραγματικότητα, οι εν λόγω αλλαγές απευθύνονται σε ένα ακροατήριο το οποίο ζητά ολοένα και περισσότερη τιμωρία, μακροχρόνιες καθείρξεις και περιστολή δικαιωμάτων που απομακρύνουν τη νομοθεσία από τους σκοπούς της επανένταξης».
»Είναι επίσης σαφές ότι οι πρόσφατες τροποποιήσεις στον Ποινικό Κώδικα και στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μέσω του νομοσχεδίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο “Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης – Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας” όχι μόνο δεν ανταποκρίνονται στις επιτακτικές ανάγκες για την προστασία των θυμάτων αλλά πλήττουν σοβαρά το κράτος δικαίου και το νομικό πολιτισμό μας.
»Ειδικά ως προς τη γυναικοκτονία, την πιο ακραία έκφανση της έμφυλης βίας, υπάρχει το αίτημα κοινωνικών φορέων για την καθιέρωσή της ως αυτοτελούς, διακριτού δηλαδή εγκλήματος στον ποινικό μας κώδικα. Στο αδίκημα της γυναικοκτονίας ενυπάρχουν δύο εγκληματικές συμπεριφορές: η μία είναι η αφαίρεση της ζωής και η άλλη η θανατογόνος μορφή βίας, που είναι η έμφυλη ή η σεξιστική. Θεωρώ λοιπόν ότι θα μπορούσε αυτή η διττή εγκληματική μορφή να αποτυπωθεί στον ποινικό μας κώδικα είτε ως επιβαρυντική περίπτωση στο άρθρο 299, ώστε να μη χωρά η εφαρμογή της ανθρωποκτονίας εν βρασμώ ψυχικής ορμής, είτε -κάτι που βρίσκει περισσότερο γόνιμο έδαφος στην ποινική θεωρία- στο άρθρο 106 του Ποινικού Κώδικα στους λόγους που συνεκτιμά ο δικαστής στη μη χορήγηση απόλυσης υπό όρους.
»Συνεπώς, η νομική αναγνώριση των γυναικοκτονιών ως ξεχωριστού αδικήματος του Ποινικού Κώδικα θα βοηθούσε στην ορατότητα και στην κοινωνική ευαισθητοποίηση για την ακραία έμφυλη ενδοοικογενειακή βία και θα συνέβαλε στη σταδιακή αλλαγή συνειδήσεων, αντιλήψεων και συμπεριφορών από όλους: κρατικές αρχές, αστυνομικούς και πολίτες στις γειτονιές και στο οικογενειακό τους περιβάλλον, ώστε να περιοριστεί όσο γίνεται το φαινόμενο».
«Η νομική αναγνώριση των γυναικοκτονιών ως ξεχωριστού αδικήματος του Ποινικού Κώδικα θα βοηθούσε στην ορατότητα και στην κοινωνική ευαισθητοποίηση για την ακραία έμφυλη ενδοοικογενειακή βία και θα συνέβαλε στη σταδιακή αλλαγή συνειδήσεων, αντιλήψεων και συμπεριφορών από όλους».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποτελούν και τα κεφάλαια του βιβλίου σας που αναφέρονται σε μορφές έμφυλης βίας που απειλούν, ειδικά, πρόσφυγες, μετανάστριες και εθνικές μειονότητες στη χώρα μας, όπως ο καταναγκαστικός γάμος και ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων. Στην πράξη, πόσες από αυτές τις γυναίκες λαμβάνουν τη βοήθεια που χρειάζονται; Ή στην πραγματικότητα οι κοινότητές τους είναι σαν απομονωμένα νησιά μέσα στον δικό μας κόσμο;
«Πραγματικά, η έξαρση βίας δεν γνωρίζει όρια στις χώρες, στις κουλτούρες ή στις εθνικότητες. Οι γυναίκες πρόσφυγες-θύματα έμφυλης βίας συχνά είναι θύματα επαναλαμβανόμενης αλλά και πολλαπλής θυματοποίησης. Για παράδειγμα, ο καταναγκαστικός γάμος δεν είναι ανεξάρτητος από άλλες μορφές βίας. Έχει αποδειχθεί ότι συνδέεται με εγκλήματα για λόγους τιμής, σεξουαλική βία, κακοποίηση και εμπορία ανθρώπων.
»Ακόμη, συχνά εντοπίζονται όψεις βίας και κακοποίησης κατά των γυναικών προσφύγων που μετακινούνται προς την Ελλάδα. Άλλωστε, αφετηρία της φυγής από τη χώρα τους είναι η βία του πολέμου. Αλλά και το ταξίδι τους προς τη χώρα μας, καθώς και η εδώ παραμονή τους, συνοδεύονται από άλλες μορφές βίας ασκούμενης σε βάρος τους, κατά συρροή, με αποτέλεσμα η ήδη τραυματική προσφυγική τους εμπειρία να στιγματίζεται ακόμη περισσότερο.
«Οι γυναίκες πρόσφυγες-θύματα έμφυλης βίας συχνά είναι θύματα επαναλαμβανόμενης αλλά και πολλαπλής θυματοποίησης. Για παράδειγμα, ο καταναγκαστικός γάμος δεν είναι ανεξάρτητος από άλλες μορφές βίας. Έχει αποδειχθεί ότι συνδέεται με εγκλήματα για λόγους τιμής, σεξουαλική βία, κακοποίηση και εμπορία ανθρώπων».
»Επιπλέον, για να απαντήσω στο ερώτημά σας, ειδικά για τις προσφύγισσες και μετανάστριες στη χώρα μας ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες πρόσβασης σε υπηρεσίες υποστήριξης όπως νοσοκομεία και ξενώνες φιλοξενίας, καθώς δεν υπάρχουν επαρκείς θέσεις, ιδίως σε ξενώνες της Αθήνας. Άρα, στην πράξη, πολύ λιγότερες γυναίκες λαμβάνουν τη βοήθεια που χρειάζονται. Ως αποτέλεσμα, πολλές παραπέμπονται σε ξενώνες επαρχιακών πόλεων, όπου συχνά υπάρχει δυσκολία επικοινωνίας, λόγω έλλειψης διερμηνείας στις εν λόγω δομές. Στο πλαίσιο αυτό επισημάνθηκε η ανάγκη ύπαρξης πολιτισμικών διαμεσολαβητών σε όλους τους οργανισμούς που ασχολούνται με μετανάστριες και πρόσφυγες-θύματα έμφυλης βίας, προκειμένου να μπορούν να προσφέρουν στήριξη σε όλες τις γυναίκες, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Αλλιώς, οι γυναίκες πρόσφυγες φτάνουν να εξομοιώνονται με απομονωμένες ζωντανές απώλειες βεβαιοτήτων, ονείρων και ελπίδων».
Στο σχετικά νέο πεδίο της διαδικτυακής βίας, ποια είναι τα μεγαλύτερα κενά στο νομοθετικό πλαίσιο για την επαρκή προστασία και υποστήριξη των (υποψήφιων) θυμάτων;
«Μέχρι σήμερα η διαδικτυακή βία που ασκείται σε βάρος γυναικών και κοριτσιών δεν είναι πλήρως κατανοητή και δεν καλύπτεται από σαφές νομικό πλαίσιο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι πράξεις που χρειάζεται να καλυφθούν νομοθετικά από την Ε.Ε. αφορούν την παρενόχληση στον κυβερνοχώρο, τη διαδικτυακή παρακολούθηση, την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής, την καταγραφή και ανταλλαγή εικόνων σεξουαλικής επίθεσης, τον εξ αποστάσεως έλεγχο ή την παρακολούθηση, τις απειλές και κλήσεις για άσκηση βίας και τη σεξιστική ρητορική μίσους. Στην Ελλάδα, η ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων έμμονης καταδίωξης (stalking) οδήγησε στην τροποποίηση του άρθρου 333 του Ποινικού Κώδικα περί απειλής, καθιστώντας την έμμονη καταδίωξη και με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων ποινικό αδίκημα, με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος.
«Στην Ελλάδα, η ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων έμμονης καταδίωξης (stalking) οδήγησε στην τροποποίηση του άρθρου 333 του Ποινικού Κώδικα περί απειλής, καθιστώντας την έμμονη καταδίωξη και με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων ποινικό αδίκημα, με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος».
»Στη συνέχεια, με το Νόμο 4624/2019, με τίτλο “Αρχή προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κ.λπ.”, ο νομοθέτης έβαλε τις βάσεις για να τιμωρήσει περιπτώσεις παράνομης συλλογής, επεξεργασίας και διάδοσης προσωπικών δεδομένων.
»Η ύπαρξη νομοθετικού κενού και η ανάγκη αντιμετώπισης του φαινομένου του revenge porn οδήγησαν στην ψήφιση του Νόμου 4947/2022, με τον οποίο προστέθηκε στον Ποινικό Κώδικα το άρθρο 346 περί εκδικητικής πορνογραφίας ως αυτοτελές ποινικό αδίκημα, προβλέποντας ακόμη και ποινές κακουργηματικού χαρακτήρα σε ειδικές περιπτώσεις. Χρήζει επισήμανσης πως, σε περίπτωση που τέτοιες ενέργειες οδηγήσουν στην αυτοκτονία του θύματος, επαπειλείται ποινή καθείρξεως τουλάχιστον δέκα ετών».
Με αφορμή την εξειδίκευσή σας στις έμφυλες διακρίσεις στον τραπεζικό κλάδο και το θέμα του προηγούμενου βιβλίου σας, για την ισότητα στην επαγγελματική και πολιτική ζωή («Έμφυλα Πρόσωπα σε Κρίση: η ισότητα στη επαγγελματική και την πολιτική ζωή», εκδ. Παπαζήση): Ποια είναι τα σημαντικότερα εμπόδια που αντιμετωπίζει μέχρι σήμερα μια γυναίκα επαγγελματίας σε οποιονδήποτε κλάδο; Προσωπικά έχετε αντιμετωπίσει έμφυλες διακρίσεις στην εξέλιξή σας;
«Αν και η χώρα μας διαθέτει ένα ισχυρό νοµοθετικό πλαίσιο στα θέµατα ισότητας, εντούτοις θέλουµε πολύ χρόνο και πολλά βήµατα να διανύσουµε για να κατοχυρωθεί η ισότητα των φύλων στην πράξη. Οι βαθιά εµπεδωµένες κοινωνικές προκαταλήψεις και τα στερεότυπα, οι εξουσιαστικές σχέσεις ανάµεσα στα φύλα και οι πολυποίκιλες έµφυλες διακρίσεις που διέπουν όλες τις εκφάνσεις της δηµόσιας και ιδιωτικής σφαίρας συνεχίζουν ακόµη και σήµερα να αντιµετωπίζουν τη γυναίκα σαν το “δεύτερο φύλο”. Τόσο στον εργασιακό όσο και στον πολιτικό τοµέα βρισκόµαστε αρκετά µακριά από την πλήρη ισότητα µεταξύ ανδρών και γυναικών, παρά τα όποια θετικά βήµατα. Σήµερα η αγορά εργασίας σε όλους τους κλάδους στελεχώνεται από µορφωµένες και ικανότατες γυναίκες των οποίων η αξία δυστυχώς δεν εκτιµάται ούτε στις αμοιβές ούτε στην ανέλιξή τους. Οι γυναίκες αµείβονται χαµηλότερα από τους άνδρες για εργασία ίσης αξίας.
»Επίσης, τα εµπόδια που αντιµετωπίζει µια γυναίκα για να ανελιχθεί στην κορυφή και να σπάσει τη “γυάλινη οροφή” µπορούµε να τα αναζητήσουµε στα στερεότυπα και τις κοινωνικές προκαταλήψεις που τοποθετούν τη γυναίκα στην ιδιωτική σφαίρα της ζωής και τον άνδρα στη δηµόσια. Επιπλέον, η έλλειψη δοµών στήριξης των γυναικών για συµφιλίωση οικογενειακής και επαγγελµατικής ζωής είναι ακόµη ένας παράγοντας που κρατά τις γυναίκες µακριά από θέσεις-κλειδιά, ιδιαίτερα όταν καλούνται να επιλέξουν µεταξύ καριέρας και οικογένειας.
«Η έλλειψη δοµών στήριξης των γυναικών για συµφιλίωση οικογενειακής και επαγγελµατικής ζωής είναι ακόµη ένας παράγοντας που κρατά τις γυναίκες µακριά από θέσεις-κλειδιά, ιδιαίτερα όταν καλούνται να επιλέξουν µεταξύ καριέρας και οικογένειας».
»Έχω αντιμετωπίσει ανάλογα βιώματα στην προσωπική μου ανέλιξη και γνωρίζω πως ο επαγγελματικός δρόμος μπορεί να είναι τόσο ανοδικός όσο και καθοδικός. Γι’ αυτό ενστερνίζοµαι τις ιδέες και τους αγώνες των γυναικών που πρωτοστατούν σε θέµατα ισότητας.
»Με αφορμή την Ημέρα της Γυναίκας, ας μνημονεύσουμε όλες τις γυναίκες που αγωνίζονται για τα ανθρώπινα δικαιώµατα, τα δικαιώµατα των γυναικών, το δίκαιο, την ελευθερία και τη δηµοκρατία και αποτελούν παραδείγματα προς μίμηση. Είναι η κατεξοχήν ευκαιρία για εορτασμό των αμέτρητων πράξεων και επιτυχιών που σχετίζονται με τη γυναικεία απελευθέρωση και χειραφέτηση ανά τον κόσμο».