Το 1912 ένας νεαρός Βρετανός, ο Έντουιν Σεντ Άντριου, φτάνει στον Καναδά, μετά από μια οικογενειακή κρίση που οι δικοί του έκριναν σωστό να αντιμετωπίσουν εξορίζοντάς τον στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Ο Έντουιν είναι φανταστικός χαρακτήρας, ωστόσο, όπως και πολλά ακόμα στοιχεία του νέου μυθιστορήματος της Emily St. John Mandel, «Η θάλασσα της ηρεμίας», είναι βασισμένος σε αληθινά πρόσωπα και γεγονότα: εν προκειμένω, σε έναν εύπορο και μορφωμένο πρόγονο της βραβευμένης δημιουργού των μυθιστορημάτων «Σταθμός έντεκα» και «Το γυάλινο ξενοδοχείο», ο οποίος είχε φύγει από το Λονδίνο το 1908, μέσα στο σύννεφο ενός αδιευκρίνιστου σκανδάλου, για να φτάσει, σύμφωνα με τα λεγόμενα της Mandel, «στις ΗΠΑ χωρίς καμία δεξιότητα που θα μπορούσε να του φανεί χρήσιμη στον αληθινό κόσμο».

Το τρίτο βιβλίο της Mandel που κυκλοφόρησε πρόσφατα μεταφρασμένο στα ελληνικά αρχίζει σαν μια ιστορία εποχής, αλλά σύντομα μας οδηγεί στο χαρακτηριστικό πλέον σύμπαν της, όπου η επιστημονική φαντασία πλέκεται δεξιοτεχνικά με την ανθρώπινη φύση.

Η «Θάλασσα της ηρεμίας» αφηγείται τέσσερις ιστορίες, που εκτυλίσσονται το 1912, το 2020, χρονιά που γράφτηκε το βιβλίο, το 2203 και το 2401. Ενώνονται με το νήμα μιας μυστηριώδους ανωμαλίας στο χρόνο, που αποκαλύπτεται σε ήρωές της από διαφορετικές εποχές μέσω μιας σύντομης, αλλόκοτης εμπειρίας στην οποία νότες βιολιού αντηχούν σε έναν σταθμό αερόπλοιων. Δεν χρειάζεται, ωστόσο, να αγαπάς την επιστημονική φαντασία για να λατρέψεις τη γραφή της Mandel, καθώς εστιάζει κυρίως στους ήρωές της παρά στις τεχνολογίες της εποχής τους, έτσι ώστε να μπορείς να ταυτιστείς ακόμα και με μια συγγραφέα που ζει σε σεληνιακή αποικία του μέλλοντος, την Όλιβ Λουέλιν.

Η «Θάλασσα της ηρεμίας» αφηγείται τέσσερις ιστορίες, που εκτυλίσσονται το 1912, το 2020, χρονιά που γράφτηκε το βιβλίο, το 2203 και το 2401. Ενώνονται με το νήμα μιας μυστηριώδους ανωμαλίας στο χρόνο, που αποκαλύπτεται σε ήρωές της από διαφορετικές εποχές μέσω μιας σύντομης, αλλόκοτης εμπειρίας

Η Όλιβ, από το διόλου σωτήριον έτος 2203, είναι κατά κάποιον τρόπο το alter ego της Mandel (Λουέλιν είναι το όνομα που θα της έδινε η μητέρα της αν είχε γεννηθεί αγόρι). Όλοι οι διάλογοι της ηρωίδας με αναγνώστες της, στη διάρκεια της «Τελευταίας περιοδείας βιβλίου στη Γη», όπως ονομάζεται το αντίστοιχο κεφάλαιο, βασίζονται σε αυτοβιογραφικές εμπειρίες, σύμφωνα με συνέντευξη της δημιουργού: «Οι περισσότερες [αλληλεπιδράσεις] με αναγνώστες μου είναι υπέροχες. Αλλά, φίλε, αυτό το 1% είναι το κάτι άλλο».

Όπως στον «Σταθμό έντεκα», έτσι και στη «Θάλασσα της ηρεμίας» υπάρχει μια θανατηφόρος πανδημία.  Η διαφορά του «Σταθμού έντεκα» είναι ότι γράφτηκε πριν από την επέλαση της COVID-19, με αποτέλεσμα κάποιοι να έχουν χαρακτηρίσει τη Mandel «προφητική». Μια περιγραφή, όμως, με την οποία δεν συμφωνεί η ίδια: «Όταν μου λένε, “πωπω, προέβλεψες την πανδημία”, σκέφτομαι: αν έγραφα για έναν φανταστικό πόλεμο, μετά θα μου έλεγαν ότι είχα προβλέψει τον πόλεμο στην Ουκρανία;» έχει σχολιάσει σε συνέντευξή της. «Φυσικά και όχι, γιατί πάντα θα υπάρξει μια ακόμα πανδημία. Αυτά αποτελούν, απλά, μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας».

«Όταν μου λένε, “πωπω, προέβλεψες την πανδημία”, σκέφτομαι: αν έγραφα για έναν φανταστικό πόλεμο, μετά θα μου έλεγαν ότι είχα προβλέψει τον πόλεμο στην Ουκρανία;»

Η πανδημία της «Θάλασσας της ηρεμίας», από την άλλη, παρόλο που ξεσπά το 2203, είναι προϊόν της αληθινής εμπειρίας της Mandel: «Μόνο το 2020 θα μπορούσα να γράψω αυτό το βιβλίο. Την άνοιξη εκείνης της χρονιάς, η Νέα Υόρκη είχε αυτή την ατμόσφαιρα θανάτου, για να το πω απλά. Νιώθω ότι μού έδωσε ένα είδος δημιουργικής αψηφισιάς».

Όπως και η Mandel το 2020, έτσι και η Όλιβ στην πανδημία του 2203 περνάει ατελείωτες ώρες κλεισμένη στο σπίτι, με τον σύζυγο και την πεντάχρονη κόρη της, προσπαθώντας να συνδυάσει την τηλεργασία με το homeschooling της πεντάχρονης κόρης της.

«“Μπορούμε να το δούμε σαν ευκαιρία“, είπε ο Ντιόν την εβδομηκοστή τρίτη νύχτα της καραντίνας. Η Όλιβ και ο Ντιόν κάθονταν στην κουζίνα κι έτρωγαν παγωτό. Η Σιλβί κοιμόταν. […] “Ευκαιρία να σκεφτούμε πώς θα ξαναμπούμε στον κόσμο“, είπε ο Ντιόν, “όταν θα είναι ξανά δυνατόν”. Είπε ότι κάποιοι φίλοι δεν του έλειπαν, ενώ έκανε αθόρυβα αιτήσεις για καινούριες δουλειές».

Η διαφορά της Όλιβ είναι ότι δεν χρησιμοποιεί το Zoom για να δώσει διαλέξεις αλλά το ολόγραμμά της. Σε μια από αυτές, η ηρωίδα υποστηρίζει ότι το πάθος για τη μετα-αποκαλυπτική λογοτεχνία «είναι ένα είδος ναρκισσισμού. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχουμε μοναδική σημασία, ότι ζούμε στο τέλος της ιστορίας, ότι τώρα, μετά από τόσες χιλιετίες και λάθος συναγερμούς, τώρα συμβαίνει επιτέλους το χειρότερο, ότι φτάσαμε επιτέλους στο τέλος του κόσμου μας. Αλλά όλα αυτά εγείρουν ένα ενδιαφέρον ερώτημα. Κι αν συνέχεια έρχεται το τέλος του κόσμου;».

Το πάθος για τη μετα-αποκαλυπτική λογοτεχνία «είναι ένα είδος ναρκισσισμού. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχουμε μοναδική σημασία, ότι ζούμε στο τέλος της ιστορίας, ότι τώρα, μετά από τόσες χιλιετίες και λάθος συναγερμούς, τώρα συμβαίνει επιτέλους το χειρότερο».

Διαβάζοντας αυτό το απόσπασμα το 2022, ενώ η λέξη «permacrisis», «μόνιμη κρίση», αναδεικνύεται σε λέξη της χρονιάς, ίσως θυμηθούμε τότε που, στην επέλαση της COVID-19, τα media είχαν πλημμυρίσει με άρθρα που τολμούσαν προγνώσεις για ριζικές αλλαγές στο μεταπανδημικό κόσμο, από την οικονομία και την αγορά εργασίας μέχρι την τέχνη. Μια αιωνιότητα και σχεδόν τρία χρόνια μετά, τον μεταπανδημικό κόσμο ακόμα τον περιμένουμε. Κάποιες αλλαγές, πράγματι, ήρθαν: για παράδειγμα, πολλές υπηρεσίες που μέχρι τότε απαιτούσαν φυσική παρουσία μεταφέρθηκαν στον ψηφιακό κόσμο, ενώ η τηλεργασία μπήκε πιο σταθερά στη ζωή μας. Όμως ο πολιτισμός μας όπως τον ξέραμε δεν άλλαξε τόσο δραματικά όσο, ίσως, ελπίζαμε – εκτός αν αποφανθούν διαφορετικά οι ιστορικοί του μέλλοντος, οι οποίοι πάντα έχουν τον τελευταίο λόγο.

Η δήλωση στη διάλεξη της Όλιβ υπογραμμίζει την ασημαντότητα του καθενός μας. Το ίδιο και η εμπειρία του χρονοταξιδιώτη της «Θάλασσας της ηρεμίας», Γκάσπερι Ρόμπερτς, ο οποίος περιπλανιέται στις εποχές με μια ανελέητη μοναξιά, επίσης βασισμένη σε προσωπική εμπειρία της συγγραφέα, «την αίσθηση που είχα σε ένα οικογενειακό road trip στους αγριότοπους του Καναδά όταν ήμουν μικρή, όπου ένιωθα σαν ένα έντομο κάτω από τον αχανή θόλο του ουρανού. Το αίσθημα της απόλυτης αδιαφορίας της φύσης απέναντί μας».

Στην επέλαση της COVID-19, τα media είχαν πλημμυρίσει με άρθρα που τολμούσαν προγνώσεις για ριζικές αλλαγές στο μεταπανδημικό κόσμο, από την οικονομία και την αγορά εργασίας μέχρι την τέχνη. Μια αιωνιότητα και σχεδόν τρία χρόνια μετά, τον μεταπανδημικό κόσμο ακόμα τον περιμένουμε.

Παρ’ όλα αυτά, η δυστοπία της «Θάλασσας της ηρεμίας» κρύβει ένα αισιόδοξο μήνυμα. Οι ήρωες του βιβλίου, όπως και των προηγούμενων βιβλίων της Mandel, όσο μηδαμινοί κι αν νιώθουν απέναντι στη φύση και τους παθογόνους μικροοργανισμούς -και επιπλέον, στο συγκεκριμένο βιβλίο, απέναντι στη γραφειοκρατία ενός μυστηριώδους οργανισμού- ταυτόχρονα επιδεικνύουν μια δύναμη αλληλεγγύης που υπερβαίνει ακόμα και τη γραμμικότητα του χρόνου. Κάτι που επίσης παραπέμπει στην πανδημική εμπειρία του 2020.

Info

Τα βιβλία της Emily St. John Mandel «Σταθμός έντεκα», «Το γυάλινο ξενοδοχείο» και «Η θάλασσα της ηρεμίας» κυκλοφορούν μεταφρασμένα στα ελληνικά από τις εκδόσεις Ίκαρος. Αφού ο «Σταθμός έντεκα» έγινε τηλεοπτική σειρά, η HBO Max ανακοίνωσε ότι θα μεταφέρει στη μικρή οθόνη και τα άλλα δύο μυθιστορήματα της Mandel.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below