Μια νύχτα της καραντίνας, ο Τάσος Ιορδανίδης και η Θάλεια Ματίκα ξενυχτούσαν, σιγοτραγουδώντας για να μην ξυπνήσουν τα παιδιά τους, και άρχισαν να μιλούν για όλα όσα αποτελούν την καθημερινότητά τους. Λίγες ώρες αργότερα, ο ηθοποιός βρέθηκε να γράφει ασταμάτητα. «Αφορμή, τα 14 χρόνια συμβίωσης με τη Θάλεια, οι γέννες των παιδιών μας, η κοινή μας επαγγελματική ζωή, οι ώρες στο σπίτι» όπως θυμάται ο ίδιος.
Έτσι προέκυψε η παράσταση «Θέλω να σου κρατάω το χέρι», με σκηνοθέτιδα τη σύζυγό του, ερμηνευτές τους δυο τους, πηγές έμπνευσης την αληθινή ζωή αλλά και το ομώνυμο τραγούδι των Beatles «I Want to Hold Your Hand» (1963). Έτσι βρεθήκαμε με τη Θάλεια Ματίκα να μιλάμε, λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα του έργου (στις 29/10 στο Θέατρο Άλφα – Ληναίος-Φωτίου), για τις σχέσεις, τη μητρότητα, το #metoo, το θέατρο μετά την πανδημία.
Πώς είναι να συμπράττεις καλλιτεχνικά επί σκηνής με τον σύντροφό σου; Υπάρχει ανταγωνισμός με τον Τάσο;
«Από την πρώτη μέρα που γνωριστήκαμε δεν υπήρξε ποτέ ανταγωνισμός. Στο παρελθόν, που συνεργαζόμασταν και με άλλους, επειδή εμείς κάναμε και την παραγωγή προσπαθούσαμε να είμαστε ο ενωτικός κρίκος του θιάσου. Το νέο έργο, επειδή είναι μια προσωπική υπόθεση, το έγραψε ο Τάσος – ουσιαστικά έχει τοποθετήσει πολλές δικές μας ιστορίες στο πλαίσιο της μυθοπλασίας – και το σκηνοθετώ εγώ, νομίζω ότι είναι πολύ εύκολο και οικείο, και στους δυο μας, να το ερμηνεύσουμε επί σκηνής».
Η κούραση στον γάμο είναι ένα από τα θέματα που πραγματεύεται η νέα παράσταση. Τελικά, ποια χαρακτηριστικά κρατούν δύο ανθρώπους μαζί σε βάθος χρόνου;
«Ένα βασικό χαρακτηριστικό είναι να παραμένει άσβεστη η επικοινωνία σε βάθος, όχι απλώς να αναλώνεται στα καθημερινά ζητήματα. Δηλαδή με τον Τάσο δεν υπάρχει περίπτωση να μη βρούμε αφορμή να κάνουμε συζητήσεις που αφορούν τα πάντα, από την πολιτική μέχρι το “τι είναι ο άνθρωπος”. Από εκεί και πέρα, θεωρώ σημαντικό να θαυμάζεις τον σύντροφό σου και να έχετε κοινή αισθητική σε όλους τους τομείς. Η αισθητική, για μένα, χαρακτηρίζει γενικά την πορεία ενός ανθρώπου».
«Θεωρώ σημαντικό να θαυμάζεις τον σύντροφό σου και να έχετε κοινή αισθητική σε όλους τους τομείς. Η αισθητική, για μένα, χαρακτηρίζει γενικά την πορεία ενός ανθρώπου».
Αναμφίβολα το θέμα του γάμου ανέκαθεν απασχολούσε την παγκόσμια δραματουργία. Ποιες προκλήσεις όμως αντιμετωπίζουν τα σύγχρονα ζευγάρια;
«Καταρχάς στον δυτικό κόσμο, στον οποίο ανήκουμε κι εμείς, έχουν το ευτύχημα να επιλέγουν τον ή τη σύντροφό τους. Έχουν επίσης τη δυνατότητα να λήξουν ευκολότερα έναν γάμο ή έναν δεσμό. Κατά τα άλλα, θεωρώ ότι η επικοινωνία, οι συνθήκες ζωής, η μακροβιότητα ενός ζευγαριού ήταν και παραμένουν δύσκολες, γι’ αυτό λέω ότι οι σχέσεις είναι και λαχείο στη ζωή, πέρα από ζήτημα επιλογής. Έχω δει γύρω μου ανθρώπους που έχουν ταλαιπωρηθεί πολύ και πιο τυχερούς που ταίριαξαν από την αρχή με τον ή τη σύντροφό τους».
Πώς σας άλλαξε ο ερχομός των παιδιών;
«[Με τον ερχομό των παιδιών] σταματάει να σου ανήκει ο χώρος, ο χρόνος, η ζωή σου. Πρωτίστως έρχονται τα παιδιά και πολύ μετά εσύ. Αυτό είναι ένα σοβαρό μάθημα, το να φεύγεις από το “εγώ” για πρώτη φορά στη ζωή σου και μάλιστα με βίαιο τρόπο – δεν είναι πάντα ευχάριστο να σου συμβαίνει αυτό. Αλλά μαθαίνεις να έχεις υπομονή, να μοιράζεσαι, να κάνεις πίσω, να βάζεις τον εαυτό σου σε δεύτερη μοίρα».
Τον χρόνο που στερείστε από τα παιδιά αναπόφευκτα, λόγω της δουλειάς σας, καταφέρνετε να τον αναπληρώσετε με κάποιον τρόπο;
«Παλεύουμε να τον αναπληρώσουμε. Όταν είσαι γονέας, πάντα έχεις τύψεις. Όσο χρόνο και να δώσεις στα παιδιά σου, αυτά ζητούν πάντα περισσότερο. Όσες μέρες και να περάσεις μαζί τους στο σπίτι, την πρώτη μέρα που θα βγεις έξω και θα τα αφήσεις θα σπαράξουν στο κλάμα. Οπότε πλέον οι τύψεις σε συνοδεύουν μόνιμα και μαθαίνεις να ζεις με αυτές. Προσπαθείς φυσικά να περάσεις δημιουργικό χρόνο με τα παιδιά, αλλά ούτε αυτό είναι πάντα εφικτό. Μπορεί να βαριέσαι, να είσαι κουρασμένος. Προσωπικά δεν είμαι πολύ καλή στο παιχνίδι με τα παιδιά, όποτε αυτό το έχει αναλάβει ο Τάσος, που το έχει από τη φύση του, κι εγώ αναλαμβάνω όλα τα πρακτικά ζητήματα του σπιτιού».
«Όταν είσαι γονέας, πάντα έχεις τύψεις. Όσο χρόνο και να δώσεις στα παιδιά σου, αυτά ζητούν πάντα περισσότερο. Όσες μέρες και να περάσεις μαζί τους στο σπίτι, την πρώτη μέρα που θα βγεις έξω και θα τα αφήσεις θα σπαράξουν στο κλάμα».
Όπως έχετε πει στο παρελθόν, ήταν ο Τάσος που σας έπεισε να κάνετε παιδιά. Γιατί διστάζατε;
«Για την τεράστια ευθύνη που αναλαμβάνεις για μια ζωή. Και δεν μου αρέσουν γενικά οι ευθύνες».
Δεν «λυγίσατε» από την πίεση των κοινωνικών προσδοκιών που δέχεται μια γυναίκα να γίνει μητέρα;
«Όταν είπα στους φίλους μου ότι είμαι έγκυος, έμειναν άφωνοι. Έλεγα πάντα ότι αποκλείεται να μπω σε διαδικασία τεκνοποίησης. Στα “θέλω” του Τάσου, νομίζω, δεν μπόρεσα να αντισταθώ, ήταν εκείνος που με έπεισε. Χρησιμοποίησε και επιχειρήματα. Μου έλεγε ό,τι λένε όσοι θέλουν πολύ να κάνουν παιδιά: “Αυτή είναι η ολοκλήρωση του ανθρώπου”, “Μη βλέπεις τώρα που είσαι νέα, σκέψου τον εαυτό σου μεγαλώνοντας”…».
Έχω την αίσθηση ότι κυρίως γυναίκες χρησιμοποιούμε αυτά τα επιχειρήματα, προς άλλες γυναίκες.
«Πραγματικά, νομίζω ότι σε κάποια θέματα ο Τάσος έχει μια “γυναικεία” φύση».
Ένα άλλο στερεότυπο που δεν σας εκφράζει προσωπικά είναι η εξωτερική εμφάνιση ως «γυναικεία» προτεραιότητα.
«Μου αρέσει να βλέπω ωραίους άντρες και ωραίες γυναίκες να κυκλοφορούν περιποιημένοι, μου αρέσει πολύ να παρακολουθώ τη μόδα. Απλώς, δεν έχω τη διάθεση να σπαταλήσω χρόνο για να ασχοληθώ με τη δική μου εμφάνιση. Σε περιόδους που δεν εργάζομαι μπορεί να μη βαφτώ, να μη χρησιμοποιήσω καλλυντικά ούτε μία μέρα. Είμαι αυτός ο άνθρωπος. Τυχεροί οι άντρες που δεν έχουν αυτή την ανάγκη».
Ωστόσο μού φαίνεται αρκετά απελευθερωτικό τελευταία το ότι ακόμα και γυναίκες από τη λεγόμενη σοουμπίζ έχουν αρχίσει να φωτογραφίζονται με λευκά μαλλιά, με ρυτίδες.
«Δεν το συζητώ, επιτέλους! Αυτό βέβαια είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό, γιατί δεχόμαστε έναν βομβαρδισμό τελειότητας και αντιγήρανσης. Από τη μία βλέπεις όλο αυτό το ψεύτικο δημιούργημα του υαλουρονικού και του μπότοξ και από την άλλη, με το που παρατηρείς τον εαυτό σου να αρχίζει να “σπάει” μετά από κάποια ηλικία, αισθάνεσαι αμήχανα».
«Σε περιόδους που δεν εργάζομαι μπορεί να μη βαφτώ, να μη χρησιμοποιήσω καλλυντικά ούτε μία μέρα. Είμαι αυτός ο άνθρωπος. Τυχεροί οι άντρες που δεν έχουν αυτή την ανάγκη».
Σχετικά με το ελληνικό #metoo, πώς είναι να μαθαίνεις ότι εμπλέκονται στις καταγγελίες γνωστοί και κοντινοί σου άνθρωποι;
«Ήταν μια πολύ έντονη και στενάχωρη κατάσταση. Μας πέτυχε και μέσα στην καραντίνα, όταν ήμασταν κλεισμένοι στα σπίτια μας, οπότε παρακολουθούσαμε εναγωνίως τις εξελίξεις. Σίγουρα είναι τρομακτικό να ακούς τέτοιες ιστορίες γενικά, πόσο μάλλον όταν αφορούν ανθρώπους που έχεις συναναστραφεί, που έχεις κάνει παρέα, με τους οποίους έχεις συνεργαστεί. Από εκεί και πέρα, καλώς άνοιξε ένα τεράστιο κεφάλαιο, μήπως βάλει ένα λιθαράκι να ενδυναμωθούν άνθρωποι που έχουν ζήσει παρόμοιες ιστορίες – οι οποίες, νομίζω, σε στοιχειώνουν για πάντα – ώστε να μιλήσουν, να καταγγείλουν. Να σταματήσουν αυτές οι σιχαμερές ειδήσεις που ακούμε καθημερινά και δηλητηριαζόμαστε».
Προσωπικά υπήρξατε ποτέ θύμα τέτοιων καταστάσεων;
«Όχι παρενόχλησης ευτυχώς, αλλά, εργασιακά, σίγουρα λεκτικής βίας και κάκιστης συμπεριφοράς. Στην Ελλάδα πιστεύω ότι είναι πολύ εύκολο να ξεπεραστούν τα όρια παντού, από τη συμπεριφορά στους δρόμους μέχρι στις δημόσιες υπηρεσίες».
Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτό; Είναι θέμα παιδείας, για παράδειγμα;
«Σαφέστατα, οικογένειας και παιδείας. Λίγοι άνθρωποι γεννιούνται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά λόγω εγκεφαλικής δυσλειτουργίας: Έχουν γίνει έρευνες, για παράδειγμα, σε serial killers, που δείχνουν ότι δεν μπορούν να αισθανθούν ότι είναι λάθος αυτό που κάνουν. Από εκεί και πέρα, θεωρώ τα πάντα, από τα πιο απλά μέχρι τα πιο σύνθετα, θέμα οικογένειας και παιδείας. Λέμε ότι στην Ελλάδα υπάρχει φοβερός ρατσισμός. Στην ελληνική οικογένεια είναι εύκολο να κρίνεις τον διπλανό σου, αποκαλώντας τον “χοντρό”, “κοντό”… Είναι χαρακτηρισμοί που χρησιμοποιούμε όλοι, καθημερινά, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι καταγράφονται στα μικρά παιδιά».
«Στην ελληνική οικογένεια είναι εύκολο να κρίνεις τον διπλανό σου, αποκαλώντας τον “χοντρό”, “κοντό”… Είναι χαρακτηρισμοί που χρησιμοποιούμε όλοι, καθημερινά, χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι καταγράφονται στα μικρά παιδιά».
Δεν έχουμε κάνει βήματα προόδου σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές σε τέτοια θέματα, για παράδειγμα στο bullying;
«Το ελπίζω, αλλά γενικά δεν είμαι τόσο αισιόδοξη. Στο bullying, για παράδειγμα, θα ακούσεις γονείς να λένε, στο σχολείο, στο παιδί τους: “Αν σε χτυπήσει το άλλο παιδί θα του δώσεις κι εσύ μπουνιά και δεν θα κωλώσεις”. Εκεί υπάρχει πρόβλημα, γιατί πριμοδοτείς τη βία. Και αν το πεις σε εκείνον τον γονιό, η απάντησή του είναι: ‘Μα, τι θα γίνει; Ένα μαλθακό παιδί, που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη ζωή και τον έξω κόσμο;”. Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Πρέπει να φανταστείς τι προβλήματα μπορεί να έχει το άλλο παιδί και να προσπαθήσεις να το εξηγήσεις στο δικό σου, όχι να του πεις: “γίνε όμοιος για να σωθείς”».
Επιστρέφοντας στο θέατρο, σας γοητεύει περισσότερο να είστε ηθοποιός ή να σκηνοθετείτε;
«Βασικά είμαι ηθοποιός, αλλά έχοντας κάνει πολύ μικρά βήματα στη σκηνοθεσία αυτά τα χρόνια, δεν μπορώ να πω ότι δεν μου αρέσει. Και μάλιστα πολύ, ειδικά αν έχω ένα κείμενο που με εκφράζει και αγαπώ».
Στην ερμηνεία ενός ρόλου τι απολαμβάνετε περισσότερο;
«Την επικοινωνία με το κοινό, όταν είσαι στη σκηνή. Αυτό το συναίσθημα είναι μαγικό, αν αρέσει η παράσταση. Διαφορετικά, είναι από τα χειρότερα συναισθήματα που μπορεί να νιώσεις».
Μιλώντας για επικοινωνία με το κοινό, πιστεύετε ότι η εμπειρία της πανδημίας θα αφήσει κάποια θετική παρακαταθήκη στο θέατρο;
«Ίσως ότι κάποιες παραστάσεις κινηματογραφήθηκαν πιο προσεκτικά από ό,τι μέχρι τώρα και θα παραμείνουν ως αρχεία. Τίποτα άλλο. Το θέατρο είναι ζωντανός οργανισμός».
Για την παράσταση «Θέλω να σου κρατάω το χέρι»
Η κούραση στον γάμο, η κρίση που βιώνουν οι άνθρωποι μετά από πολλά χρόνια συγκατοίκησης, η απιστία κι ένα ξενοδοχείο ημιδιαμονής γίνονται το σκηνικό για δύο «παράνομους» εραστές. Είναι και οι δύο γονείς. Έχουν και οι δύο τα δίκια τους. Έχουν κάνει και οι δύο λάθη.
Η παγκόσμια δραματουργία έχει συχνά ασχοληθεί με το ζήτημα των ανθρώπινων σχέσεων, με τις ανάγκες των δύο φύλων, με τα θέλω τους και τα πρέπει τους, ίσως επειδή ο θεατής άμεσα ή έμμεσα μπορεί να ταυτιστεί πολύ εύκολα και να κινητοποιηθεί συναισθηματικά. Οι δύο ήρωες μάς «προσκαλούν» να ισορροπήσουμε ανάμεσα στο γέλιο και το δάκρυ και να αντιληφθούμε, μέσα από τις συναντήσεις τους, ότι αυτό που ψάχνουμε όλοι μας στο τέλος της ημέρας είναι η ουσιαστική συντροφικότητα. Κάποιον να μας κρατάει το χέρι.
Ταυτότητα παράστασης
«Θέλω να σου κρατάω το χέρι» του Τάσου Ιορδανίδη. Σκηνοθεσία-μουσική επιμέλεια: Θάλεια Ματίκα. Σκηνικά-κοστούμια: Ηλένια Δουλαδήρη. Φωτισμοί: Ζωή Μολυβδά-Φαμέλη. Φωτογραφίες: Βαγγέλης Πατεράκης. Παίζουν: Τάσος Ιορδανίδης – Θάλεια Ματίκα
Info
Πρεμιέρα 29/10, Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή 21.00, Σάββατο 21.00, Κυριακή 19.00. Θέατρο Άλφα – Ληναίος-Φωτίου, 28ης Οκτωβρίου 37, Αθήνα, τηλ. 210 5201828. Η προπώληση πραγματοποιείται ηλεκτρονικά στο viva.gr και στο ταμείο του θεάτρου. Τιμές εισιτηρίων: 16 ευρώ (γενική είσοδος), 12 ευρώ (φοιτητικό, εκπαιδευτικών, άνω των 65), 8 ευρώ (ανέργων). Αυστηρά μέχρι την ημέρα της πρεμιέρας, ισχύει η ειδική τιμή των 10 ευρώ.
Το θέατρο Άλφα – Ληναίος-Φωτίου θα λειτουργήσει κάθε Σάββατο και Κυριακή ως αμιγώς covid free κλειστός χώρος, μόνο για εμβολιασμένους και νοσήσαντες με πιστοποιητικό σε ισχύ (180 ημέρες μετά τον πρώτο θετικό έλεγχο). Κάθε Παρασκευή θα είναι μεικτός χώρος, δηλαδή για όσους έχουν κάνει rapid test με διάρκεια 48 ωρών, εμβολιασμένους και νοσήσαντες. Αστυνομική ταυτότητα, δίπλωμα οδήγησης ή διαβατήριο είναι απαραίτητα προκειμένου να διενεργείται έλεγχος ταυτοπροσωπίας.