Δεν άρχισα να διαβάζω αμέσως το «Δε με καταλαβαίνεις!» της Tara Porter (εκδ. Ψυχογιός), παρόλο που όταν έφτασε στα χέρια μου ήδη συνοδευόταν από εξαιρετικές συστάσεις, καθώς η πρώτη μου εντύπωση ήταν ότι δεν με αφορούσε άμεσα: Ως μητέρα ενός 8χρονου αγοριού, σκέφτηκα ότι δεν ανήκω ούτε στο αναγνωστικό κοινό στο οποίο απευθύνεται (σε εφήβους και νέες γυναίκες) ούτε στους γονείς του αναγνωστικού κοινού του.
Καθώς άρχισα να το ξεφυλλίζω, αυτή η εντύπωση άλλαξε ριζικά. Βυθίστηκα σε ένα ανάγνωσμα συναρπαστικό και εξαιρετικά χρήσιμο για όλους, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας. Γιατί στην εποχή που οι γενιές διαδέχονται η μία την άλλη εν ριπή οφθαλμού αλλά ταυτόχρονα μοιράζονται τόσες κοινές αναφορές, ειδικά μέσα από τα social media, και ποιος από εμάς δεν θα ταυτιζόταν με τις προκλήσεις για τις οποίες δίνει ψυχικά εργαλεία, από το άγχος μέχρι τη μοναξιά και τον εθισμό από τις οθόνες; Πόσο μάλλον αν είμαστε γονείς, είτε κοριτσιών είτε αγοριών, οπότε αυτό το βιβλίο μάς βοηθάει να τα κατανοήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος και να τα υποστηρίξουμε πιο αποτελεσματικά.
Τελικά, η Βρετανίδα συγγραφέας του και κλινική ψυχολόγος κατάφερε να καλύψει ένα κενό στη βιβλιογραφία. Με αφορμή λοιπόν την κυκλοφορία του βιβλίου της στα ελληνικά, σε μετάφραση της Στέλλας Κάσδαγλη, ζήτησα από την Tara Porter να μοιραστεί μαζί μας ένα μέρος της πολύτιμης εμπειρίας της με εφήβους και νέους.
Γιατί επιλέξατε στο «Δε με καταλαβαίνεις!» να εστιάσετε σε κορίτσια στην εφηβεία και σε νεαρή ηλικία; Και γιατί του δώσατε αυτό τον τίτλο;
«Επέλεξα να εστιάσω σε εφήβους και νέες γυναίκες γιατί εκεί υπήρχε η μεγαλύτερη ανάγκη. Στατιστικές στο δυτικό κόσμο δείχνουν αύξηση των προβλημάτων ψυχικής υγείας στις συγκεκριμένες ηλικίες και φύλο. Το ίδιο έδειξε και η επαγγελματική εμπειρία μου με πολλές νέες ασθενείς. Καθώς μού ζητούσαν διαρκώς να τους συστήσω βιβλία που απευθύνονται στις ίδιες τις εφήβους αλλά δεν υπήρχε κανένα, αποφάσισα να το γράψω εγώ.
»Όσο για τον τίτλο, δεν διεκδικώ τα εύσημά του – ήταν ιδέα των Βρετανών εκδοτών μου! Ο τίτλος που είχα σκεφτεί αρχικά ήταν “Girls in Μind” αλλά ο “Δε με καταλαβαίνεις!” ήταν καλύτερος. Χαίρομαι πολύ που τον σκέφτηκαν (και μου τη σπάει ελαφρώς που δεν τον σκέφτηκα εγώ!)».
«Επέλεξα να εστιάσω σε εφήβους και νέες γυναίκες γιατί εκεί υπήρχε η μεγαλύτερη ανάγκη. Στατιστικές στο δυτικό κόσμο δείχνουν αύξηση των προβλημάτων ψυχικής υγείας στις συγκεκριμένες ηλικίες και φύλο».
Ποια ήταν, για εσάς, η μεγαλύτερη πρόκληση στη συγγραφή ενός βιβλίου που απευθύνεται στις ίδιες τις εφήβους και όχι στους γονείς τους;
«Βασικά αυτό δεν με δυσκόλεψε ιδιαίτερα, γιατί γράφω συχνά μηνύματα και επιστολές στις νέες ασθενείς μου, οπότε έχω συνηθίσει να προσπαθώ να εξηγήσω σύνθετες επιστημονικές μελέτες ή θεωρίες με τρόπο που να τις καταλαβαίνουν και οι πολύ νέοι. Μας συμβαίνει συχνά στην ψυχοθεραπεία να βρισκόμαστε αντιμέτωποι με δύσκολες, αφηρημένες έννοιες -οι σκέψεις και τα συναισθήματα είναι περίπλοκα- και καθώς πολλοί ασθενείς μου δυσκολεύονται να κατανοήσουν ό,τι συζητάμε, όποτε έχω χρόνο τούς τις εξηγώ γραπτώς. Το βιβλίο προέκυψε από εκείνες τις επιστολές, καθώς και από μία που έγραψα στη δική μου κόρη. Σε αυτά τα γράμματα προσπαθώ κυρίως να βοηθήσω τα κορίτσια να σκεφτούν αντί να τους δώσω απαντήσεις».
Και ποια είναι για εσάς η μεγαλύτερη πρόκληση στην ψυχοθεραπεία με εφήβους και νέους;
«Με κάθε νέο άνθρωπο οι προκλήσεις διαφέρουν. Κάποιες φορές το ζήτημα είναι να με εμπιστευτούν. Ή, αναρωτιέμαι: Θα τους καταλάβω πραγματικά; Ή θα τους πω, απλά, τι να κάνουν; Συχνά στην πρώτη συνεδρία με κοιτούν επιφυλακτικά, με σταυρωμένα τα χέρια, αλλά εγώ συνεχίζω να τους ακούω και να προσπαθώ να τους κατανοήσω, κι αυτή είναι η συμβουλή που θα έδινα και στους γονείς τους. Μερικές φορές είναι θέμα κινήτρου – πολλοί έρχονται για ψυχοθεραπεία γιατί νιώθουν δυστυχισμένοι και θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα, συχνά όμως φοβούνται να προσπαθήσουν να το κάνουν οι ίδιοι».
«Συχνά στην πρώτη συνεδρία με κοιτούν επιφυλακτικά, με σταυρωμένα τα χέρια, αλλά εγώ συνεχίζω να τους ακούω και να προσπαθώ να τους κατανοήσω, κι αυτή είναι η συμβουλή που θα έδινα και στους γονείς τους».
Προφανώς η νέα γενιά αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες που εμείς δεν είχαμε στην ηλικία τους – όπως τα μη ρεαλιστικά πρότυπα ομορφιάς των social media. Ποιες έχουν τον ισχυρότερο αντίκτυπο στην ψυχική υγεία τους;
«Πιστεύω ότι είναι ένας συνδυασμός παραγόντων, όχι ένας μεμονωμένος παράγοντας που παίζει ρόλο. Οι γονείς τείνουμε να κατηγορούμε τις οθόνες και τα social media -και οι νέες έρευνες δείχνουν ότι, πράγματι, έχουν τοξική δράση στην ψυχική υγεία- αλλά είμαστε λιγότερο πρόθυμοι να εξετάσουμε το πώς έχουμε αναθρέψει και εκπαιδεύσει τη νεότερη γενιά παιδιών. Σήμερα έχουμε ένα μοντέλο ανατροφής που συνδέεται με την παραγωγικότητα, που εστιάζει σε διαρκώς καλύτερες επιδόσεις και περισσότερα αποτελέσματα – το αποκαλώ, η κουλτούρα του “καλύτερα και περισσότερα”. Το μυαλό των παιδιών προγραμματίζεται έτσι ώστε να κυνηγούν την τελειότητα η οποία, όπως και τα social media, μπορεί να είναι τοξική για την ψυχική υγεία. Η καλή ψυχική υγεία σχετίζεται με την αποδοχή του εαυτού μας, του τώρα, καθώς και με την ενσυναίσθηση, οπότε γίνεται ξεκάθαρο ότι δοκιμάζεται από το πνεύμα των καιρών μας. Η πανδημία συνέβαλε σε περαιτέρω αύξηση των προβλημάτων ψυχικής υγείας που παρατηρούσαμε από πριν».
Από την άλλη, η νέα γενιά έχει κάποια δυνατά σημεία που δεν είχαμε εμείς, τα οποία μπορούν να μας δώσουν αισιοδοξία για την εξέλιξή της;
«Φυσικά και έχει! Προσωπικά, το γεγονός ότι είναι τόσο εκφραστική με τα συναισθήματά της με γεμίζει αισιοδοξία. Είναι πιο στοχαστική και έχει, συχνά, πιο ξεκάθαρα όρια από προηγούμενες γενιές. Πολλές από τις νέες γυναίκες που συναντώ είναι απίστευτα ικανές και ευφυείς, αλλά συχνά παραλύουν από το άγχος. Όταν το ελέγξουν αυτό, είμαι σίγουρη ότι θα κατακτήσουν τον κόσμο!».
«Πολλές από τις νέες γυναίκες που συναντώ είναι απίστευτα ικανές και ευφυείς, αλλά συχνά παραλύουν από το άγχος. Όταν το ελέγξουν αυτό, είμαι σίγουρη ότι θα κατακτήσουν τον κόσμο!».
Προσωπικά, ως μητέρα ενός νέου αγοριού, αισθάνομαι συχνά υπεύθυνη για τα προβλήματα συμπεριφοράς του και για τις ψυχικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Υπάρχει κάποια γενική συμβουλή που θα δίνατε στους γονείς, για να υποστηρίξουμε τα παιδιά μας και, ταυτόχρονα, να διαχειριστούμε τις δικές μας ενοχές;
«Το πνεύμα των καιρών μας θέλει όλα τα προβλήματα των παιδιών μας να είναι δική μας ευθύνη, αλλά προσωπικά δεν συμφωνώ. Τόσο η εγγενής φύση τους, όσο και η κοινωνία στην οποία τα μεγαλώνουμε, για παράδειγμα με τη φτώχεια, την κακοποίηση και τις διακρίσεις της, είναι τόσο δυνατές, που όλες επηρεάζουν αρνητικά την ψυχική υγεία τους. Ο δικός μας αντίκτυπος ως γονείς είναι μικρός σε σχέση με αυτά τα μεγάλα πράγματα. Ας μην ξοδεύουμε λοιπόν χρόνο σε ενοχές!
»Το πρώτο μέρος της συμβουλής μου (βασικά, τα δύο πρώτα μέρη) είναι να είμαστε καλοί και συνεπείς. Τα παιδιά με την καλύτερη εξέλιξη φαίνεται να είναι αυτά που έχουν γονείς οι οποίοι βρίσκονται κοντά τους, τούς δείχνουν ζεστασιά ενώ ταυτόχρονα θέτουν όρια και κανόνες. Καθώς πλησιάζουν προς την εφηβεία πρέπει, αργά και προσεκτικά, οι κανόνες να δώσουν τη θέση στις επιλογές που κάνουν τα ίδια τα παιδιά για τον εαυτό τους. Και αν σε οποιαδήποτε στιγμή της ανατροφής ενός παιδιού η καλοσύνη έρχεται σε σύγκρουση με τη συνέπεια, επιλέγουμε την καλοσύνη.
«Αν, σε οποιαδήποτε στιγμή της ανατροφής ενός παιδιού η καλοσύνη έρχεται σε σύγκρουση με τη συνέπεια, επιλέγουμε την καλοσύνη».
»Το άλλο μέρος της συμβουλής μου είναι να είμαστε προσεκτικοί με τη σχολική πίεση που ασκείται στα παιδιά. Στοιχεία που μάς έρχονται από τις ΗΠΑ καταδεικνύουν ότι τα περιβάλλοντα που δίνουν έμφαση στις ακαδημαϊκές επιδόσεις, με φιλόδοξους γονείς και ανταγωνισμό μεταξύ των παιδιών, είναι εξαιρετικά επιβλαβή για την ψυχική υγεία. Ας εστιάσουμε περισσότερο στο χτίσιμο μιας καλής σχέσης με τα παιδιά μας και στην υποστήριξή τους και λιγότερο στους βαθμούς και τα αποτελέσματα των εξετάσεων. Κάθε παιδί θα βρει το δρόμο προς τη δική του κλίση. Έτσι θα αποφύγουμε να ενισχύσουμε την κουλτούρα του “καλύτερα και περισσότερα” που προανέφερα».
Στην Ελλάδα φαίνεται, σύμφωνα με μεμονωμένα περιστατικά αλλά και νέες στατιστικές, να υπάρχει αύξηση στη βία μεταξύ παιδιών και εφήβων. Αν ισχύει το ίδιο και στη Βρετανία, πού το αποδίδετε;
«Αυτό είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον – δεν ξέρω τι συμβαίνει στη Βρετανία, πρέπει να το ψάξω. Στο παρελθόν πάντως έχουμε δει τα κορίτσια να εσωτερικεύουν τις πιέσεις που δέχονται και ενδεχομένως να αναπτύσσουν άγχος, κατάθλιψη, πιθανόν ακόμα και αυτοκαταστροφικές τάσεις. Ενώ τα αγόρια τείνουν να τις εξωτερικεύουν με θυμό και βία προς τους άλλους. Στη Βρετανία έχουμε περισσότερα αγόρια σε ομάδες με παραβατικές συμπεριφορές και περισσότερα κορίτσια στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Υποπτεύομαι ότι και τα μεν και τα δε κρύβουν παρόμοια συναισθήματα – δεν νιώθουν αρκετά καλά μέσα τους».
«Στη Βρετανία έχουμε περισσότερα αγόρια σε ομάδες με παραβατικές συμπεριφορές και περισσότερα κορίτσια στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Υποπτεύομαι ότι κρύβουν παρόμοια συναισθήματα – ότι και τα μεν και τα δε δεν νιώθουν αρκετά καλά μέσα τους».
Υπάρχει τρόπος οι γονείς να προετοιμαστούμε για την εφηβεία των παιδιών μας, ώστε να είναι λιγότερο τρομακτική;
«Πιστεύω ότι πρέπει να την τοποθετήσουμε σε νέο πλαίσιο στο μυαλό μας, να τη δούμε σαν μια συναρπαστική περίοδο. Είναι η εποχή που αρχίζουμε να απομακρυνόμαστε από τα παιδιά μας, οπότε πρέπει να βεβαιωθούμε ότι βρισκόμαστε στη ζωή τους εκεί ακριβώς όπου θέλουμε να είμαστε. Καθώς οι καθημερινές υποχρεώσεις μας με τα παιδιά γίνονται λιγότερο καταιγιστικές, ποια θα είναι η επόμενη δική μας πρόκληση ή περιπέτεια; Πιστεύω επίσης ότι αν μπορέσουμε να απαγκιστρωθούμε από την επιθυμία να τα ελέγχουμε και να αποφασίζουμε τα πάντα για εκείνα, θα είμαστε σε θέση να τα παρακολουθήσουμε να μεγαλώνουν και να αναδύεται ο ενήλικος εαυτός τους».