Μια νεαρή γυναίκα, η Σερίεμα, μετά από δύο αποβολές και υπό τον φόβο διάλυσης του γάμου της, προσπαθεί να κατανοήσει γιατί η πορεία της προς τη μητρότητα έχει φτάσει σε αδιέξοδο. Έτσι, το 1972 ταξιδεύει από τη Βραζιλία στο Παρίσι για να υποβληθεί σε ψυχαναλυτική θεραπεία με τον αντισυμβατικό Γάλλο αναλυτή Ζακ Λακάν, σε μια προσπάθεια να λύσει το αίνιγμα που την απασχολεί: γιατί η μητρότητα έχει γίνει μια φαινομενικά αδύνατη πραγματικότητα;
Την ιστορία αφηγείται ο Ρίτσαρντ Λεντς στην ταινία «Αντίο Λακάν» με τους Ντέιβιντ Πάτρικ Κέλι και Ισμένια Μέντες, που κάνει πανελλαδική πρεμιέρα τη Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου, στις 7 το απόγευμα, στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, σε μια ειδική προβολή στο πλαίσιο του 13ου Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Αθήνας, παρουσία του σκηνοθέτη-σεναριογράφου. Είναι μυθοπλασία, εμπνευσμένη όμως από την αληθινή ζωή της Βραζιλιάνας ψυχαναλύτριας και συγγραφέως Μπέτι Μίλαν, η οποία είχε αφηγηθεί το δικό της ψυχαναλυτικό ταξίδι με τον Λακάν στο θεατρικό έργο «Αντίο, γιατρέ» και στη νουβέλα «Ο παπαγάλος και ο γιατρός».
Ο Λεντς γνώρισε τη Μίλαν σε μια σκηνική ανάγνωση του έργου της. Δεν ήταν όμως μόνο η φιλία που ανέπτυξαν που τον ώθησε να δημιουργήσει το «Αντίο Λακάν» αλλά και το μακροχρόνιο ενδιαφέρον του για θέματα ψυχικής υγείας και ψυχανάλυσης.
Επιπλέον, στην ιστορία της φανταστικής ηρωίδας της ταινίας, Σερίεμα, υπάρχουν κομμάτια της δικής του ζωής: όπως εκείνη είναι απόγονος Λιβανέζων μεταναστών, έτσι και ο Λεντς κατάγεται από τον ελληνικό Πόντο. Όπως εκείνη έκανε ψυχανάλυση στα γαλλικά, μια γλώσσα που δεν ήταν η μητρική της, το ίδιο έκανε και ο Λεντς –αν και όχι με τον Λακάν– όταν μετακόμισε για ένα διάστημα στο Παρίσι, όπου έγραψε και σκηνοθέτησε μια σειρά θεατρικών έργων.
«Οι ελληνικές ρίζες μου συνδέονται με πολλαπλούς τρόπους με αυτή την ταινία. Η οικογένεια του πατέρα μου είναι Πόντιοι που έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη το 1923 και μετανάστευσαν στη Νέα Υόρκη» αφηγείται στο Marie Claire. Οι πρόγονοί του κατέληξαν σε μια ελληνική κοινότητα στο Μπρονξ την εποχή που η Κλου Κλουξ Κλαν ήταν στο αποκορύφωμα της δημοτικότητάς της στις ΗΠΑ και είχε βάλει στο στόχαστρό της και τους Έλληνες.
Μοιάζει κάπως αναπάντεχο το ταίριασμα του πατέρα του, ενός απογόνου φτωχών μεταναστών ο οποίος είχε καταφέρει να αποφοιτήσει από το Γέιλ, και της μητέρας του, μιας κόρης ονομαστής οικογένειας της Βαλτιμόρης με ξεκάθαρη πολιτική τοποθέτηση κατά της μετανάστευσης.
«Οι ελληνικές ρίζες μου συνδέονται με πολλαπλούς τρόπους με αυτή την ταινία. Η οικογένεια του πατέρα μου είναι Πόντιοι που έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη το 1923 και μετανάστευσαν στη Νέα Υόρκη»
Ούτε η διαδρομή της μητέρας του, ωστόσο, υπήρξε εύκολη. Η οικογενειακή περιουσία της υπέστη μεγάλο πλήγμα και ο μοναδικός αδερφός της πολέμησε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. «Μετά την επιστροφή του στις ΗΠΑ υπέφερε από ψύχωση και νοσηλεύτηκε για δέκα χρόνια σε νοσοκομείο για βετεράνους. Κατόπιν επιλέχθηκε για να υποβληθεί σε λοβοτομή. Δεν ξέρω τι ακριβώς συνέβη, αλλά χτυπήθηκε από τρένο». Δεν έμαθαν ποτέ αν ο θάνατος του θείου του, που επίσης ονομαζόταν Ρίτσαρντ, ήταν αυτοκτονία ή ατύχημα, σε κάθε περίπτωση σύμφωνα με τις θεωρίες ευγονικής που ήταν τότε ιδιαίτερα δημοφιλείς, η σχιζοφρένειά του κυλούσε στο αίμα της οικογένειας.
Τα αρχεία του βετεράνου ήρθαν τυχαία στην κατοχή του Λεντς όταν άρχισε μια διδακτορική διατριβή στη συγκριτική λογοτεχνία. Έγιναν πηγή έμπνευσης για τη δουλειά του στο θέατρο αλλά και για την ταινία «A Hole in One» (2004), με τη Μισέλ Ουίλιαμς στον ρόλο μιας γυναίκας η οποία ζει το 1953 σε μια κωμόπολη, εγκλωβισμένη σε κακοποιητική σχέση με έναν γκάνγκστερ, και θεωρεί ότι η λύση στα προβλήματά της είναι να υποβληθεί σε λοβοτομή.
«Μετά την επιστροφή του στις ΗΠΑ ο θείος μου υπέφερε από ψύχωση και νοσηλεύτηκε για δέκα χρόνια σε νοσοκομείο για βετεράνους. Κατόπιν επιλέχθηκε για να υποβληθεί σε λοβοτομή. Δεν ξέρω τι ακριβώς συνέβη, αλλά χτυπήθηκε από τρένο».
Το ενδιαφέρον του Λεντς για την ψυχική υγεία δεν σταμάτησε ποτέ να τροφοδοτείται από διάφορα γεγονότα, συγκυριακά και μη. «Την περίοδο που ζούσα στη Γαλλία, ένας φίλος μου από τις Ηνωμένες Πολιτείες μού ζήτησε να γράψω μια δική μου εκδοχή της “Αντιγόνης” του Σοφοκλή. Την ίδια κιόλας μέρα, διάβασα στη Le Monde ότι η θετή κόρη του Λακάν, Λορένς Μπατάιγ, επίσης ψυχαναλύτρια, είχε πεθάνει. Ο επικήδειός της έγραφε ότι όταν είχε βρεθεί στη φυλακή λόγω των αντιδράσεών της στη γαλλική αποικιοκρατία, o Λακάν τής είχε πάει μια μελέτη του σχετικά με την “Αντιγόνη”. Για μένα ήταν μια στιγμή επιφοίτησης και αποδέχτηκα την πρόκληση να γράψω τη δική μου “Αντιγόνη”».
Τι σχέση είχε ο Λακάν με την αρχαία ελληνική τραγωδία; Ο Σίγκμουντ Φρόιντ «είχε ένα ευρύ πολιτιστικό υπόβαθρο» εξηγεί ο Λεντς. «Είχε διαβάσει Σαίξπηρ και Γκαίτε και Όμηρο». Ο Λακάν πήρε την κληρονομιά του Γερμανού ψυχαναλυτή και την ανέπτυξε προς άλλη κατεύθυνση. Θεωρήθηκε αιρετικός και εξοστρακίστηκε από τη Διεθνή Ψυχαναλυτική Εταιρεία, αλλά ίδρυσε το École Freudienne de Paris (EFP), με το δικό του σώμα αφοσιωμένων μαθητών. Στην πραγματικότητα όμως όχι μόνο δεν αποθάρρυνε τον διάλογο της ψυχανάλυσης με άλλες επιστήμες και τέχνες, που είχε ανοίξει ο Φρόιντ, αλλά τον εμπλούτισε. Μεταξύ άλλων, ενσωμάτωσε τη γλωσσολογία, άλλωστε η γλώσσα έχει θεμελιώδη θέση στις συνεδρίες όπου, όπως το θέτει απλά ο Λεντς, «ο ένας μιλάει και ο άλλος ακούει».
Ο Λεντς επέλεξε ως θέμα της διδακτορικής διατριβής του την ψυχική υγεία στις ΗΠΑ μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όταν κάποτε τον επισκέφτηκε ο διακεκριμένος ανθρωπολόγος και φίλος του Μάικλ Τάουσιγκ, βλέποντας τα βουνά των βιβλίων που μελετούσε για να κατανοήσει τις επιστήμες της ψυχικής υγείας, «μου είπε: πρέπει να γνωρίσεις τους ανθρώπους που κάνουν αυτή τη δουλειά, ώστε να αποκτήσεις μια πολύ ξεκάθαρη και διαφορετική οπτική. Άρχισα λοιπόν να συναντώ ψυχολόγους και ψυχιάτρους και ψυχαναλυτές. Εργάστηκα εθελοντικά σε ένα κέντρο για σοβαρές και χρόνιες ψυχικές νόσους, ως βοηθός στο θεατρικό πρόγραμμα. Επίσης δημιούργησα ομάδες ασθενών όπου διαβάζαμε διηγήματα των Πόε, Χόθορν και Μέλβιλ. Κόλλησα με την ψυχανάλυση του Λακάν».
«Εργάστηκα εθελοντικά σε ένα κέντρο για σοβαρές και χρόνιες ψυχικές νόσους, ως βοηθός στο θεατρικό πρόγραμμα. Επίσης δημιούργησα ομάδες ασθενών όπου διαβάζαμε διηγήματα των Πόε, Χόθορν και Μέλβιλ. Κόλλησα με την ψυχανάλυση του Λακάν».
Η διαδρομή του στο πεδίο της ψυχικής υγείας συνεχίστηκε στην ψυχιατρική κλινική Payne Whitney, ονομαστή και για ασθενείς της όπως η Μέριλιν Μονρόε. Εκεί εντάχθηκε σε μια διεθνή ομάδα υποστηρικτών της λακανικής ψυχανάλυσης οι οποίοι, «όπως και ο Λακάν, ενδιαφέρονταν για τον πολιτισμό, τον κινηματογράφο, τη μουσική, τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία». Όλοι αυτοί οι χώροι ήταν ήδη οικείοι στον κινηματογραφιστή και από τις σπουδές του στη συγκριτική λογοτεχνία, «ένα επιστημονικό πεδίο που είχε αναπτυχθεί για να απελευθερώσει τους μελετητές από τα εμπόδια του εθνικισμού ο οποίος είχε διεισδύσει στις σχολές μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με αποτέλεσμα, για παράδειγμα, σε μια γερμανική σχολή να μην μπορείς να μελετήσεις γαλλικά μυθιστορήματα ή το αντίστροφο. Σταδιακά η συγκριτική λογοτεχνία διευρύνθηκε και συνδυάστηκε με τον φεμινισμό, το κουήρ κίνημα, τον κινηματογράφο, την ψυχανάλυση».
Ένα από τα πράγματα που εντυπωσιάζει τον Λεντς στον Λακάν είναι ότι αγαπούσε την έκφραση του Σωκράτη ότι αυτός που κάνει τις ερωτήσεις εκμαιεύει την αλήθεια. Με αυτή την έννοια, και ο ψυχαναλυτής είναι ένα είδος μαίας. Καθώς βλέπουμε στο «Αντίο Λακάν» τη Σερίεμα να γεννά, αργά και βασανιστικά, τη δική της αλήθεια στο ψυχαναλυτικό ντιβάνι, «μας γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι αυτή η ιστορία είναι για εκείνη». Ερχόμαστε κοντά της, ταυτιζόμαστε ίσως μαζί της, ανεξάρτητα αν είμαστε εξοικειωμένοι με την ψυχανάλυση.
Ένα από τα πράγματα που εντυπωσιάζει τον Λεντς στον Λακάν είναι ότι αγαπούσε την παρομοίωση του Σωκράτη ότι αυτός που κάνει τις ερωτήσεις εκμαιεύει την αλήθεια. Ότι ο ψυχαναλυτής είναι ένα είδος μαίας.
Αλλά ο Λεντς μοιράζεται με τον Λακάν και την αγάπη για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. «Όταν ήμουν μικρός ο pappous μου [το λέει στα ελληνικά] είχε στείλει εμένα και τον ξάδερφό μου σε ένα ταξίδι στην Ελλάδα, στο πλαίσιο ενός προγράμματος της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που επιδίωκε να ξαναφέρει νέους Ελληνοαμερικανούς σε επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό. Δεν είμαι βαπτισμένος χριστιανός ορθόδοξος, αλλά αγαπάω ιδιαίτερα την ελληνορθόδοξη κουλτούρα, τις βαθιές ιδέες της και τις πρακτικές της. Έτσι, ήδη από την εφηβεία άρχισα να μαθαίνω αρχαία ελληνικά. Είχα έναν καθηγητή λατινικών που ενδιαφερόταν να τα διδάξει και συνειδητοποίησε ότι ήμουν εύκολο θύμα –αστειεύεται ο Λεντς–, μάζεψε λοιπόν τέσσερις-πέντε μαθητές και αρχίσαμε τη διδασκαλία». Έτσι ξεκίνησε μια επαγγελματική και προσωπική σχέση ζωής με την πατρίδα των παππούδων του.
Πολλά χρόνια αργότερα, όταν γνώρισε σε ένα φεστιβάλ ελληνικών ταινιών στη Νέα Υόρκη τον Ελληνοαμερικανό ποιητή, ιστορικό και μελετητή Νταν Γεωργακάς, μέσα από τη συζήτησή τους έμαθε για την άνοδο της Χρυσής Αυγής εκείνη την εποχή. «Σοκαρίστηκα, δεδομένων των όσων είχε περάσει η Ελλάδα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην Κατοχή. Παρόλο που το κόμμα αρνείτο τη σχέση του με τους Ναζί, η ιδεολογία του αντέγραφε τέλεια τη ναζιστική. Είπα στον Νταν, θα μου άρεσε να γυρίσω μια ταινία γι’ αυτό, αλλά για να είμαι ειλικρινής έχω συνδέσει την Ελλάδα με το ούζο, το χταποδάκι, τις παραλίες. Δεν με τρελαίνει η ιδέα να την επισκεφτώ και να φοβάμαι μήπως κάποιος με σκοτώσει – επιπλέον, εκείνη την εποχή είχα δύο μικρά παιδιά. Εκείνος μου απάντησε, δεν χρειάζεται να πας στην Ελλάδα. Κάνε μια ταινία για την ελληνική και ελληνοαμερικανική κοινότητα στη Νέα Υόρκη και το πώς συσπειρώνεται απέναντι στην ακροδεξιά».
Ακολούθησε τη συμβουλή του φίλου του. Άρχισε να κυκλοφορεί με την κάμερα του στους δρόμους και στο μετρό της Νέας Υόρκης και από τις συνεντεύξεις που συγκέντρωσε, από διαφορετικά μέλη της κοινότητας των ομογενών, δημιούργησε το ντοκιμαντέρ μικρού μήκους «Golden Dawn, NYC» (2014), που όπως λέει σήμερα, του κόστισε γύρω στα 40 δολάρια.
«Όταν ανέβασα την ταινία στο YouTube σκέφτηκα, εντάξει, αυτό ήταν. Και τότε άρχισαν να μας κυνηγούν οι υποστηρικτές της Χρυσής Αυγής. Τη δημοσίευσαν στην ιστοσελίδα τους και μας προσέβαλαν με κάθε τρόπο. Όταν το ντοκιμαντέρ έφτασε μέχρι μια ακραία ρατσιστική ομάδα στο Τέξας, η κατάσταση έγινε πραγματικά σοβαρή. Είχε τύχει όμως να πάρω συνέντευξη και από κάποιους ισχυρούς ανθρώπους, όπως από έναν δικαστή ειδικό στις διεθνείς σχέσεις, που έπρεπε να περάσεις από πολλά στάδια ασφαλείας για να τον προσεγγίσεις – αν και εμείς είχαμε καταλήξει να τρώμε μαζί σε ελληνική ταβέρνα. Είχαν διαλέξει να τα βάλουν με τους λάθος ανθρώπους. Τελικά, επικοινώνησαν μαζί μου από το FBI και μου είπαν, αν σε ενοχλήσουν ξανά, ενημέρωσέ μας».
«Όταν ανέβασα την ταινία στο YouTube σκέφτηκα, εντάξει, αυτό ήταν. Και τότε άρχισαν να μας κυνηγούν οι υποστηρικτές της Χρυσής Αυγής. Τη δημοσίευσαν στην ιστοσελίδα τους και μας προσέβαλαν με κάθε τρόπο. Όταν το ντοκιμαντέρ έφτασε μέχρι μια ακραία ρατσιστική ομάδα στο Τέξας, η κατάσταση έγινε πραγματικά σοβαρή».
Η διεθνής δημοσιότητα που πήρε η «Golden Dawn, NYC» άνοιξε, κατά κάποιον τρόπο, τον δρόμο για μια ακόμα ταινία τεκμηρίωσης με ελληνικό θέμα, το μεταναστευτικό και προσφυγικό στη Λέσβο. «Στην αρχή ήμουν πολύ αφελής: Νόμιζα ότι θα πήγαινα, απλά, στο νησί και θα άρχιζα τα γυρίσματα, αλλά αν είχε συμβεί αυτό πιθανότατα θα με είχαν σταματήσει αμέσως». Χάρη σε έναν Έλληνα παραγωγό που γνώρισε, «μπόρεσα να επισκεφτώ καταυλισμούς και να πάρω συνέντευξη από διαφορετικούς ανθρώπους, τόσο από εθελοντές στις ακτές όσο και από πρόσφυγες. Εκείνη η εμπειρία ήταν για εμένα ιδιαίτερα συγκινητική και, φυσικά, δύσκολη. Πολλοί από εκείνους τους ανθρώπους είχαν ζήσει τρομακτικά πράγματα, και στους πολέμους στη Μέση Ανατολή και και στην προσπάθειά τους να διαφύγουν στην Ευρώπη. Πολλοί είχαν μπει στην Ελλάδα με προορισμό τις χώρες του Βορρά, αλλά αν τους έπιαναν θα τους έστελναν ξανά στη χώρα υποδοχής σύμφωνα με τον πολύ άδικο νόμο [Κανονισμός Δουβλίνου] και για εκείνους και για τις χώρες που κουβαλούν το μεγαλύτερο οικονομικό φορτίο.
»Στη διάρκεια της δημιουργίας της ταινίας συνειδητοποίησα επίσης ότι στο παρελθόν πολλοί Πόντιοι είχαν μεταναστεύσει στη Λέσβο. Έμαθα ότι η μητέρα των παιδιών μου και τότε σύζυγός μου, με την οποία παραμένουμε πολύ κοντά, είχε καταγωγή, από την πλευρά του πατέρα της, από το νησί». Το ντοκιμαντέρ ονομάστηκε «No Human is Illegal» (2018), «Κανένας άνθρωπος δεν είναι παράνομος», από μια επιγραφή σε τοίχο του καταυλισμού της Μόριας.
Η επόμενη ταινία του, «V13» (2025), συγκεντρώνει πολλά από τα αγαπημένα θέματά του. Παρουσιάζει τη φανταστική συνάντηση δύο αντρών, του Χιούγκο, ενός μουσικού που κάνει ψυχανάλυση με τον Φρόιντ, και του Αδόλφου, οπαδού του γερμανικού Εθνικοσοσιαλισμού, φανατικού χορτοφάγου και επίδοξου καλλιτέχνη – οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα και καταστάσεις μάλλον δεν είναι συμπτωματική.
Στο μεταξύ, δουλεύει την πρώτη του βιντεοεγκατάσταση, που περιγράφει ως «μια πιο ποιητική επιστροφή στα ίδια υλικά»: «Είναι βασισμένη στις “Ευμενίδες” του Αισχύλου και τον “Οιδίποδα επί Κολωνώ” του Σοφοκλή, που και οι δύο, με έναν ιδιαίτερα ενδιαφέρον τρόπο, πραγματεύονται το θέμα του xenou. Στην κόρη μου αρέσει η techno μουσική και καθώς ήθελα να κάνω κάτι που θα απευθυνόταν σε νέους, συνεργάστηκα με μια άλλη Ελληνοαμερικανίδα καλλιτέχνιδα, την Αλίκη Παβλή, με το καλλιτεχνικό όνομα Alisha Trimble, που ερμήνευσε το έργο σε δύο χορογραφίες στο λατομείο από όπου προήλθε το μάρμαρο της Ακρόπολης». Στόχος του είναι αυτό το έργο να κάνει πρεμιέρα την άνοιξη του 2025 σε αθηναϊκό εκθεσιακό χώρο.
«Δουλεύει την πρώτη του βιντεοεγκατάσταση, που περιγράφει ως «μια πιο ποιητική επιστροφή στα ίδια υλικά»: «Είναι βασισμένη στις “Ευμενίδες” του Αισχύλου και τον “Οιδίποδα επί Κολωνώ” του Σοφοκλή, που πραγματεύονται και οι δύο το θέμα του xenou».
«Όταν ήμουν μικρός, πήγαινα βόλτα με τα σκυλιά μου στο δάσος. Υπήρχαν εκείνα τα φυτά που οι σπόροι τους κολλούσαν πάνω σου, έτσι εξαπλώνονταν. Επιστρέφοντας από τις βόλτες μας, και εγώ και τα σκυλιά, ήμασταν καλυμμένοι με σπόρους». Με έναν εξίσου αβίαστο, χειροπιαστό και απολαυστικό τρόπο θέλει τώρα να φέρει σε επαφή το κοινό με τις ιδέες των αρχαίων ελληνικών τραγωδιών που έχει ενσωματώσει στη βιντεοεγκατάστασή του και ίσως να συμβάλει στη διασπορά τους: «Θα μπαίνει κάποιος μέσα, θα παραμένει εκεί όσο θέλει, ίσως για πέντε, έξι λεπτά, ίσως για όλη τη διάρκεια του έργου (18 λεπτά), ακούγοντας techno μουσική, και ελπίζω μετά από αυτή την εμπειρία να επιδιώξει ξανά να έρθει σε επαφή με τα σπουδαία αρχαιοελληνικά έργα. Ανυπομονώ να την παρουσιάσω στην Αθήνα».
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας «Αντίο Λακάν»:
Info
Περισσότερες πληροφορίες για την προβολή της ταινίας «Αντίο Λακάν» στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος, τη Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου, στις 7 το απόγευμα, θα βρείτε εδώ.
Περισσότερες πληροφορίες για το έργο του κινηματογραφιστή: www.richardledes.com