Το τεράστιο κτιριακό συγκρότημα των 70s στην Καλλιθέα ονομάζεται μέχρι σήμερα «κτίριο του ΟΤΕ», αν και πλέον ένα πολύ μικρό τμήμα του φιλοξενεί καταστήματα και γραφεία του ομίλου. Ωστόσο ούτε το υπόλοιπο, φαινομενικά ερειπωμένο κομμάτι, έχει πέσει σε αχρηστία: Οι εσωτερικοί χώροι και τα αίθριά του, άχρονοι και άτοποι πλέον, λειτουργούν σαν λευκοί καμβάδες που μεταμορφώνονται σε σκηνικά γυρισμάτων ανάλογα με τις ανάγκες της εκάστοτε ταινίας ή τηλεοπτικής σειράς. Εδώ έχουν γυριστεί ακόμα και σκηνές της διεθνούς παραγωγής «Τεχεράνη».
Αυτή τη φορά όμως το ενδιαφέρον μας επικεντρώνεται σε μια μεγάλη αίθουσα του ισογείου, που για τη νέα τηλεοπτική σειρά μυθοπλασίας «Ριφιφί» της Cosmote TV έχει μετατραπεί στο συνεργείο αυτοκινήτων που γίνεται το στρατηγείο μιας ετερόκλητης συμμορίας η οποία σχεδιάζει να κλέψει μια τράπεζα, σύμφωνα με το σενάριο, εμπνευσμένο από τη μεγαλύτερη ληστεία στα ελληνικά χρονικά.
Είναι πολύ πιο εύκολο να αναπαραστήσεις «την Ελλάδα του 1700 ή του 1800 από ό,τι την Αθήνα του 1992» σχολιάζει ο σκηνοθέτης Σωτήρης Τσαφούλιας, ενώ μας ξεναγεί ανάμεσα σε πάγκους εργασίας όπου τα μηχανήματα και τα εργαλεία εναλλάσσονται με σάκους ξέχειλους από κλοπιμαία: ράβδους χρυσού, δολάρια, αλλά και δραχμές, αφού η υπόθεση εκτυλίσσεται το 1992, όπως και το πραγματικό ριφιφί.
Όπως εξηγεί, σε ένα σκηνικό εποχής όπως εκείνα που χρησιμοποιήθηκαν στις «17 Κλωστές» (την προηγούμενη παραγωγή της Cosmote TV σε δική του σκηνοθεσία) μπορείς απλά να σβήσεις τα σύγχρονα στοιχεία «όπως ένας στύλος ΔΕΗ ή μια μονάδα air-condition», ενώ σε μια σειρά για τα 90s όλα είναι περίπου όπως σήμερα αλλά όχι ακριβώς: «Έχεις φανάρια, αλλά ήταν αλλιώς [τότε]. Έχεις πεζοδρόμια, αλλά ήταν αλλιώς. Έχεις λεωφορεία, αλλά ήταν αλλιώς. […] Στη Νίκαια εδώ και δύο μήνες κατασκευάζουμε την Καλλιρρόης [των 90s] με δύο ρεύματα, ολόκληρη την τράπεζα με τις πολυκατοικίες και ένα καφενείο απέναντι».
Λίγο νωρίτερα παρακολουθήσαμε σε πραγματικό χρόνο, μέσα από μια οθόνη, απόσπασμα των γυρισμάτων, τη σκηνή όπου η συμμορία πανηγυρίζει για την επιτυχία της. Δεν πρόκειται για spoiler: το ερώτημα στο «Ριφιφί» δεν είναι αν οι ληστές πέτυχαν τον στόχο τους αλλά τι τους οδήγησε ώς εκεί. Τις απαντήσεις έρχεται να δώσει η μυθοπλασία, αφού η ταυτότητα των αληθινών δραστών παραμένει ένα μυστήριο.
«Το κίνητρό τους [στη σειρά] είναι μια συγκλονιστική ιστορία, επίσης αληθινή, την ξέρετε όλοι» λέει ο Σωτήρης Τσαφούλιας. Αφού διάβασε διάφορες θεωρίες για την αληθινή ληστεία, για παράδειγμα ότι υπήρχαν από πίσω μαφιόζοι ή τρομοκράτες, στη μυθοπλασία «με ιντριγκάρισε πολύ τo να βάλω από πίσω τους απόλυτους losers, αντιήρωες, όπου δεν ήθελα το κίνητρο κανενός να είναι τα λεφτά. Όλοι έχουν υποστεί μια απώλεια, με διαφορετικούς τρόπους ο καθένας». Ως ηθικό αυτουργό επιλέγει μια γυναίκα που τα έχει χάσει όλα, την οποία υποδύεται η Ευαγγελία Μουμούρη. Η «Όλγα» της έχει υποστεί τη μεγαλύτερη απώλεια. «Παρακολουθεί τις ζωές αυτών των ανθρώπων και τους μαζεύει για να χτυπήσουν μια ιδέα, ένα σύστημα. […] Το “Ριφιφί” μια ανθρωποκεντρική σειρά.
«Με ιντριγκάρισε πολύ τo να βάλω πίσω από τη ληστεία τους απόλυτους losers, αντιήρωες, όπου δεν ήθελα το κίνητρο κανενός να είναι τα λεφτά. Όλοι έχουν υποστεί μια απώλεια, με διαφορετικούς τρόπους ο καθένας».
»Φαντάζομαι τις ιστορίες που μοιράζομαι με τον κόσμο σαν πισίνες με διαφορετικά βάθη. Όποιος θέλει να μείνει στα ρηχά, να μένει. Όποιος θέλει να αρχίσει να μπαίνει λίγο πιο βαθιά, να έχει τη δυνατότητα να το κάνει». Μέσα από τις πράξεις των ηρώων του «Ριφιφί», θα ήθελε κάθε θεατής να μπορεί να δει ποιο είναι «το δικό του τέρας, η δική του τράπεζα, ο δικός του εφιάλτης και πώς στέκεται απέναντι σε αυτό. Οπότε μην περιμένετε να δείτε το “Casa de Papel” [αστειεύεται για τις συγκρίσεις που έχουν γίνει με την ισπανική σειρά]».
Αυτές τις ιστορίες ζωντανεύουν οι ηθοποιοί Ευαγγελία Μουμούρη, Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Πάνος Βλάχος, Βλαδίμηρος Κυριακίδης, Δήμος Γιγαντάκης, Αχιλλέας Ζέρβας, Άρης Λεμπεσόπουλος, Κώστας Φιλίππογλου, Δημήτρης Γεροδήμος, Άννα Μενενάκου, Έλη Δρίβα, μεταξύ άλλων. Το καστ συνδυάζει πολλούς ερμηνευτές με κωμική στόφα αλλά δεν είναι κωμική σειρά. «Ήθελα πάρα πολλά χρόνια να δουλέψω με τον Χρήστο Χατζηπαναγιώτη, την Ευαγγελία Μουμούρη και τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο και δεν είχε προκύψει, ήταν τα “απωθημένα” μου αυτοί οι τρεις» λέει ο σκηνοθέτης.
Η «Όλγα» πείθει τον πρώην συνεργάτη του άντρα της, «Μανώλη» (Χρήστος Χατζηπαναγιώτης), να οργανώσουν τη ληστεία. Ένα από τα μέλη της συμμορίας που στρατολογεί, ο «Μιχάλης» (Προμηθέας Αλειφερόπουλος), είναι μηχανικός αυτοκινήτων – εξ ου και η επιλογή ενός συνεργείου για στρατηγείο.
«Όταν πιέζεις πάρα πολύ κάποιον που δεν έχει τίποτα να χάσει, γίνεται πολύ επικίνδυνος. Πάντα πρέπει να υπάρχει ένα μέτρο. Αλλά δυστυχώς μάς έχουν αποδείξει πια, χωρίς φίλτρα, ότι ο κόσμος διοικείται με το χάος και τον φόβο, όχι με την τάξη».
Ο Σωτήρης Τσαφούλιας κάνει ιδιαίτερη αναφορά στον πρωτοεμφανιζόμενο Αχιλλέα Ζέρβα, που υποδύεται τον «Θέμη», έναν υπάλληλο ζαχαροπλαστείου. Είναι τραυλός, όπως και ο ηθοποιός: «Ο Θέμης δεν υπήρχε ως χαρακτήρας. Συναντούσα συχνά τον Αχιλλέα μετά από πρεμιέρες όπου ερχόταν ως φαν. Με σταμάταγε και μου μιλούσε με μεγάλη δυσκολία». Όταν τον ξαναείδε σε ένα masterclass σκηνοθεσίας που παρέδιδε σε συνεργασία με το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, τον παρακολούθησε έκπληκτος να ερμηνεύει έναν μονόλογο: «Με το που λέμε “πάμε”, δίνει έναν μονόλογο χωρίς να τραυλίσει ούτε δευτερόλεπτο, με ασύλληπτη εσωτερικότητα. […] Ήταν τόσο μαγική η εκφορά του, τα εκφραστικά του μέσα, η αγάπη του να δείξει ότι μπορεί, όταν άνθρωποι σαν κι εμένα δεν του έδιναν την ευκαιρία, ώστε πρόσθεσα στη σειρά έναν χαρακτήρα ραμμένο στα μέτρα του».
Τα μέλη της συμμορίας του «Ριφιφί» έχουν λευκό ποινικό μητρώο και πρότερο έντιμο βίο με ελάχιστες εξαιρέσεις. Είναι «καλά παιδιά» όπως λέει ο σκηνοθέτης. «Είναι η απόγνωση που τους οδηγεί. […] Αυτό θα έπρεπε να το παίρνουν ως μάθημα οι πολιτικοί κυρίως. Όταν πιέζεις πάρα πολύ κάποιον που δεν έχει τίποτα να χάσει, τότε γίνεται πολύ επικίνδυνος. Πάντα πρέπει να υπάρχει ένα μέτρο. Αλλά δυστυχώς μάς έχουν αποδείξει πια, χωρίς φίλτρα, ότι ο κόσμος διοικείται με το χάος και τον φόβο, όχι με την τάξη».
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι δημιουργοί μιας τηλεοπτικής σειράς μυθοπλασίας δεν είναι πάντα προφανείς, όπως επισημαίνει ο Σωτήρης Τσαφούλιας. «Όταν ανεξέλεγκτες οι ειδήσεις δείχνουν πραγματική βία και βάζουν ένα “μπιπ” στον Στάθη Ψάλτη στο “Κούλα, πολύ κωλόπαιδο ο Κυριάκος”, όταν το 2025 λογοκρίνεις ταινία του 1982, κάτι δεν πάει καλά στην ουσία της κοινωνίας».
Για να γίνει πιο ξεκάθαρος, ανατρέχει στην προηγούμενη σειρά που σκηνοθέτησε, τις «17 Κλωστές»: «Το κίνητρο για να τις κάνουμε ήταν να δείξουμε το πώς μια κοινωνία μπορεί να μετατρέψει έναν άνθρωπο σε τέρας. Από τη στιγμή που λες την ιστορία από την πλευρά του δράστη, είναι σαν να θέλεις να δείξεις μια άλλη οπτική. Όταν στον ρόλο βάζεις και τον Πάνο Βλάχο, κάνει τον ρόλο ακόμα πιο συμπαθή, οπότε η σειρά πρέπει να αποκτήσει την αντικειμενικότητά της» λέει ο Σωτήρης Τσαφούλιας.
«Όταν ανεξέλεγκτες οι ειδήσεις δείχνουν πραγματική βία και βάζουν ένα “μπιπ” στον Στάθη Ψάλτη στο “Κούλα, πολύ κωλόπαιδο ο Κυριάκος”, όταν το 2025 λογοκρίνεις ταινία του 1982, κάτι δεν πάει καλά στην ουσία της κοινωνίας».
Με αυτό το σκεπτικό αποφάσισε να γυρίσει «άκρως άγρια και ρεαλιστικά» τη σφαγή των Κυθήρων, ένα αληθινό γεγονός θεμελιώδες στις «17 Κλωστές», «που ξεκινάει με το κόψιμο του λαιμού ενός κοριτσιού δέκα χρονών. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι τραβήξαμε για να γυρίσουμε τη σκηνή με το κοριτσάκι! Μας ζήτησαν βεβαίωση ψυχολόγου που να πιστοποιούσε ότι όταν το παιδί πάει 18 χρονών και δει τη σειρά δεν θα έχει πρόβλημα με αυτό που θα δει. Μια κάμερα έπαιρνε τη σκηνή και τρεις τραβάγανε το πώς γίνεται η λήψη για να πιστοποιηθεί ότι το κορίτσι δεν είδε καμία σκηνή. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο δύσκολο είναι να κάνεις στην Ελλάδα μυθοπλασία που να μπορεί να σταθεί έξω ως πρόταση όπως οι κορεάτικες, οι τούρκικες ή οι σουηδικές σειρές».
Μετά τον σκηνοθέτη έρχονται ένας ένας οι πρωταγωνιστές, στα διαλείμματα των γυρισμάτων τους, να μας βάλουν με τον δικό τους τρόπο στον κόσμο του «Ριφιφί» και των ρόλων τους.
Οι Βλαδίμηρος Κυριακίδης («Αντώνης») και Δήμος Γιγαντάκης («Αργύρης») υποδύονται ένα παράξενο αλλά αχώριστο δίδυμο, ενός ιδιοκτήτη γραφείου κηδειών και ενός υπαλλήλου σε λούνα παρκ αντίστοιχα. Μας μιλούν για τη στενή φιλία τους, εντός και εκτός μικρής οθόνης. «Οι περισσότεροι [χαρακτήρες] έχουν υποστεί κάτι από την τράπεζα. Δεν τους ενδιαφέρει πόσα θα πάρουν αλλά να πλήξουν το κύρος της» λέει ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης, ο οποίος προσθέτει: «Βέβαια, προσωπική εκτίμηση, η τράπεζα δεν χάνει ποτέ το κύρος της, δεν ιδρώνει το αυτί της, το έχουν αποδείξει άλλωστε [οι τράπεζες] τα τελευταία χρόνια».
Ο Δήμος Γιγαντάκης έχει νανισμό και οι δύο φίλοι και συνεργάτες αστειεύονται για τη διαφορά ύψους τους. Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης περιγράφει ένα στιγμιότυπο από τα γυρίσματα: «Τρέχουμε μέσα στη μάντρα να κλέψουμε ένα βαν. Σκύβω, σκύβει και ο Γιγαντάκης, και του λέω, εσύ γιατί σκύβεις;».
Ο Δήμος Γιγαντάκης έχει νανισμό και οι δύο φίλοι και συνεργάτες αστειεύονται για τη διαφορά ύψους τους. Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης περιγράφει ένα στιγμιότυπο από τα γυρίσματα: «Τρέχουμε μέσα στη μάντρα να κλέψουμε ένα βαν. Σκύβω, σκύβει και ο Γιγαντάκης, και του λέω, εσύ γιατί σκύβεις;».
«Λόγω του νανισμού έχω πολλά θέματα υγείας. Το 2009 ήμουν με τους Tiger Lillies στο Μπάντμιντον και με πήγαν σηκωτό στο Ασκληπιείο Βούλας» θυμάται ο Δήμος Γιγαντάκης. «Έμεινα εκεί 45 μέρες. Οι γιατροί δεν γνώριζαν καθόλου για το θέμα μου, την αχονδροπλασία, έπρεπε να κάνουν Skype με γιατρούς από την Αμερική, εγώ ήμουν το πειραματόζωο». Ένας λόγος που ζει πλέον μόνιμα στην Αμερική είναι γιατί εκεί έχει βρει πιο εξειδικευμένη ιατρική περίθαλψη. Από την ελληνική σκηνή έχει αποσυρθεί εδώ και δεκαπέντε χρόνια, αλλά αποφάσισε να κάνει μια εξαίρεση για το «Ριφιφί»: «Έτυχε να είμαι εδώ όταν έγινε το κάστινγκ και μόνο που βρέθηκα μαζί με τον Σωτήρη Τσαφούλια, κλακ, με έπεισε!».
Ο Πάνος Βλάχος, ο πρωταγωνιστής στις «17 Κλωστές», υποδύεται στο «Ριφιφί» τον «Βάκη», «έναν άνθρωπο λαϊκής καταβολής. […] Το 1991-1992 δεν υπάρχουν social media, είναι άλλος ο κόσμος, παρ’ όλα αυτά ο δικός μου χαρακτήρας κουβαλάει τη ματαιότητα μιας γενιάς ανθρώπων που σήμερα είναι 15-25 ετών, οι οποίοι δεν πράττουν όχι επειδή δεν τους δίνεται η ευκαιρία αλλά από την έλλειψη νοήματος. Αυτή έχει κατασπαράξει και τον άνθρωπο εκείνο. Ζει σε μια περίοδο χωρίς την οικονομική καταπίεση του σήμερα, η χώρα και οι άνθρωποι πήγαιναν πολύ καλύτερα, παρ’ όλα αυτά η έλλειψη νοήματος τον καθιστά ανάπηρο να ζήσει, τον οδηγεί σε απόλυτη απραξία». Είναι η ανάγκη του «Βάκη» «να υπάρξει, να έχει ονοματεπώνυμο» που τον κινητοποιεί να λάβει μέρος στη ληστεία του «Ριφιφί».
«Το 1991-1992 δεν υπάρχουν social media, είναι άλλος ο κόσμος, παρ’ όλα αυτά ο δικός μου χαρακτήρας κουβαλάει τη ματαιότητα μιας γενιάς ανθρώπων που σήμερα είναι 15-25 ετών, οι οποίοι δεν πράττουν όχι επειδή δεν τους δίνεται η ευκαιρία αλλά από την έλλειψη νοήματος».
Στο μεταξύ, ο ιδιοκτήτης του συνεργείου-στρατηγείου, ο «Μιχάλης», βρίσκεται αντιμέτωπος με οικονομικά προβλήματα. «Ενώ είναι ένας πολύ ήσυχος άνθρωπος, δεν είναι τύπος φαντεζί, δεν είναι λαμπερός, του γυρίζει ο διακόπτης, κάνει μια πράξη απόγνωσης και καταλήγει στη φυλακή» σύμφωνα με τον Προμηθέα Αλειφερόπουλο, που τον υποδύεται. Όταν τον εντοπίζει η «Όλγα», εκτίει τις τελευταίες μέρες της ποινής του. Εγκαταλειμμένος πλέον από τη γυναίκα και τα παιδιά του, δεν έχει πολλά να χάσει.
«Η τελευταία σειρά που είχα κάνει ήταν το 2011, το “Με λένε Βαγγέλη”» λέει ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, που παίζει τον «Νίκο», έναν γραφίστα που έχει χάσει τη γυναίκα του. Με τα άλλα μέλη της συμμορίας τον ενώνει η επιθυμία να χτυπήσει το σύστημα, «γιατί είναι τόσο διαπλεκόμενο, που δεν μπόρεσε να βοηθήσει κανέναν από αυτούς να σώσει τους ανθρώπους του».
Ήρθαν και έδεσαν πολλά πράγματα ώστε ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος να πει ξανά το «ναι» σε έναν πρωταγωνιστικό τηλεοπτικό ρόλο, στο «Ριφιφί»: «Ήταν μια ευκαιρία να συνεργαστούμε με τον Σωτήρη, τον οποίο θαυμάζω και ως άνθρωπο και ως σκηνοθέτη, και μια παραγωγή της Cosmote TV που είναι εχέγγυο ποιότητας, με υπέροχους συναδέλφους και συνεργάτες. Ήταν για μένα το καλύτερο restart στην τηλεόραση».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι εγκέφαλος της ληστείας είναι μια γυναίκα, δεδομένου μάλιστα ότι η υπόθεση τοποθετείται χρονικά πάνω από τριάντα χρόνια πριν. Η Ευαγγελία Μουμούρη επισημαίνει ότι παρόλο που η «Όλγα» της αντιμετωπίζεται αρχικά με επιφύλαξη από τους άντρες που προσπαθεί να στρατολογήσει, «επειδή έχουμε κοινή έχθρα απέναντι στη συγκεκριμένη τράπεζα, είμαστε στην ίδια βάρκα, έρχονται όλοι στο ραντεβού που κλείνω».
Η Ευαγγελία Μουμούρη επισημαίνει ότι παρόλο που η «Όλγα» της αντιμετωπίζεται αρχικά με επιφύλαξη από τους άντρες που προσπαθεί να στρατολογήσει, «επειδή έχουμε κοινή έχθρα απέναντι στη συγκεκριμένη τράπεζα, είμαστε στην ίδια βάρκα, έρχονται όλοι στο ραντεβού που κλείνω».
Ο χαρακτήρας της είναι μια 50χρονη που έχει χάσει τα πάντα. Είναι εμπνευσμένος από μια ακόμα αληθινή ιστορία, η οποία ωστόσο δεν συνδέεται με το πραγματικό ριφιφί – ούτε καν χρονικά: συνέβη μετά το 2000. «Είναι μια υπαρκτή γυναίκα, θα τη συναντήσω μόλις τελειώσουμε τα γυρίσματα» λέει η ηθοποιός αινιγματικά, χωρίς να επεκταθεί σε λεπτομέρειες για να αποφύγει τα spoiler.
Σε ερώτηση αν έχει κοινά με τον ρόλο της, απαντά πως «αυτό που μου άρεσε πολύ είναι το ότι έκανα παρέα με τα αγόρια λες και είμαι η δασκάλα τους, η μεγάλη τους αδερφή. Έκαναν συνεχώς φασαρία, μιλούσαν μεταξύ τους, κι εγώ ήμουν λίγο στην απέξω και τους έλεγα, ακούστε λίγο, να μιλήσουμε. Ό,τι ακριβώς γίνεται στη σειρά έγινε και στο γύρισμα, γιατί τα αγόρια μεταξύ τους είναι τόσο χαριτωμένα, με αφέλεια, με παιδικότητα, το απόλαυσα πάρα πολύ αυτό. Νομίζω και ο χαρακτήρας μου το απόλαυσε, η συναναστροφή της “Όλγας” με τα αγόρια τής ελάφρυναν λίγο τη ζωή».
Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, κάποτε συνέταιρος του άντρα της «Όλγας» και πλέον συνεργός της, είναι ο τελευταίος ηθοποιός που μας μιλάει, μετά από πολλές ώρες γυρισμάτων. Σχολιάζει, ωστόσο, χαμογελώντας στωικά: «Υπάρχει δουλειά χωρίς κούραση; Το σημαντικό είναι να κάνεις αυτό που σου αρέσει και αξίζει τον κόπο. Τότε, η κούραση και οι κακουχίες πάνε στην μπάντα. Εδώ μου αρέσουν όλα: είναι ένα πάρα πολύ ωραίο σενάριο, ένας άνθρωπος [ο Σωτήρης Τσαφούλιας] που το οδηγεί όλο αυτό με εξαιρετική μαεστρία, με πολλή αγάπη, με πολλή τρυφερότητα και για τη δουλειά αλλά και για όλους τους ηθοποιούς. Οι συνάδελφοι είναι επίσης ένας κι ένας, όλοι χαιρόμαστε που βρισκόμαστε μαζί, η παραγωγή είναι στο πλευρό μας. Τι άλλο να θέλει κανείς;».
Info
Η σειρά μυθοπλασίας «Ριφιφί» αναμένεται να κάνει πρεμιέρα στο τέλος του 2025 αποκλειστικά στην Cosmote TV.
Συντελεστές
Παραγωγή: Cosmote TV. Εκτέλεση Παραγωγής: Tanweer Productions. Σενάριο: Βασίλης Ρίσβας, Δήμητρα Σακαλή, Σωτήρης Τσαφούλιας. Σκηνοθεσία: Σωτήρης Τσαφούλιας. Παραγωγός: Διονύσης Σαμιώτης. Executive producers: Δημήτρης Μιχαλάκης, Φαίη Τσιτσιπή. Δ/ντης Φωτογραφίας: Claudio Bolivar. Production Designer: Μιχάλης Σαμιώτης. Μουσική: Ted Reglis. Μοντάζ: Γιώργος Γεωργόπουλος. Ενδυματολόγος: Άγις Παναγιώτου. Art Director: Μυρτώ Δασκαρόλη. Line Producer: Πάνος Πετρόπουλος