Την πρώτη φορά που ολόκληρο το «Απόλλων» στον Πύργο ξεσπά σε ενθουσιώδη χειροκροτήματα με άδεια τη σκηνή του θεάτρου, μου παίρνει μερικά δευτερόλεπτα μέχρι να συνειδητοποιήσω ότι το κοινό χειροκροτεί το πρόσωπο του Δημήτρη Σπύρου που εμφανίζεται σχεδόν στιγμιαία στο animation spot του 26ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για Παιδιά και Νέους ενώ προβάλλεται στην οθόνη. Τέτοια είναι η αγάπη των μικρών και μεγάλων θεατών για τον καλλιτεχνικό διευθυντή του θεσμού, που το ίδιο ενθουσιώδες χειροκρότημα επαναλαμβάνεται σε κάθε επανάληψη του spot, πριν από κάθε προβολή ταινιών.
Δύο ημέρες στο Φεστιβάλ Ολυμπίας αρκούν για να καταλάβω πώς καλλιεργήθηκε αυτή η αγάπη (αν και δεν είναι αρκετές για να χορτάσω ταινίες: όσες προλαβαίνω να δω είναι η μια ωραιότερη από την άλλη, ανοίγοντάς μου την όρεξη για ακόμα περισσότερες). Όπως διαπιστώνω, στη διάρκειά του (φέτος πραγματοποιείται από τις 2 έως τις 9 Δεκεμβρίου) οι πόλεις-επίκεντρά του, ο Πύργος και η Αμαλιάδα, μετατρέπονται ολόκληρες σε μια γιορτή της τέχνης και της εκπαίδευσης, πρωτοφανή όχι μόνο για τα τοπικά αλλά και για τα ελληνικά, ακόμα και διεθνή δεδομένα.
Στη διάρκεια του φεστιβάλ οι πόλεις-επίκεντρά του, ο Πύργος και η Αμαλιάδα, μετατρέπονται ολόκληρες σε μια γιορτή της τέχνης και της εκπαίδευσης, πρωτοφανή όχι μόνο για τα τοπικά αλλά και για τα ελληνικά, ακόμα και διεθνή δεδομένα.
Τα πρωινά του φεστιβάλ τα σχολεία γεμίζουν με κινηματογραφικά εργαστήρια των δράσεων School Cinema (ένας από τους πυλώνες του φεστιβάλ) και οι δρόμοι με μαθητές από διάφορα μέρη της Ελλάδας και του πλανήτη, που έκαναν την πιο δημιουργική κοπάνα από τα δικά τους μαθήματα είτε για να παρακολουθήσουν μια ταινία που δημιούργησαν οι ίδιοι είτε για να τη γυρίσουν επί τόπου, με σκηνικό τα παλιά νεοκλασικά, τα κουφάρια των παροπλισμένων εργοστασίων, τις μοντέρνες πολυκατοικίες και τις μεγάλες, ζωντανές πλατείες με τα σιντριβάνια, ελληνικές εικόνες που πλέον φτάνουν στις μεγάλες οθόνες όλου του κόσμου, χάρη στην 23η Ευρωπαϊκή Συνάντηση Νεανικής Οπτικοακουστικής Δημιουργίας Camera Zizanio (ένας ακόμα από τους πυλώνες του φεστιβάλ).
Ζητάω συγγνώμη για τον βομβαρδισμό με πληροφορίες από τις πρώτες παραγράφους, αλλά πρόκειται για μια διοργάνωση τόσο πλούσια σε δράσεις και στόχους, που στην πραγματικότητα θα χρειάζονταν ένα πολυσέλιδο βιβλίο για να περιγραφεί. Ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Ήταν πριν από σχεδόν τρεις δεκαετίες όταν ο Δημήτρης Σπύρου, σκηνοθέτης και συγγραφέας, ταξίδευε σε διάφορα φεστιβάλ του κόσμου συγκεντρώνοντας βραβεία για το έργο του «Ο ψύλλος» (1989), «μια ταινία επικεντρωμένη στην παιδική ηλικία, με πρωταγωνιστή έναν 12χρονο» όπως αφηγείται σήμερα στο Marie Claire. Τότε συνειδητοποίησε ότι από την Ελλάδα έλειπε ένας θεσμός για τον κινηματογράφο για παιδιά και νέους, ο οποίος άλλωστε είναι άρρηκτα συνδεδεμένος και με την κινηματογραφική εκπαίδευση.
Αποφάσισε λοιπόν να τον δημιουργήσει ο ίδιος και, μετά από μια περίοδο προσωπικής μαθητείας, «γιατί ναι μεν είχα σπουδάσει θέατρο και κινηματογράφο και είχα κάνει μια παιδική ταινία αλλά δεν γνώριζα το θεωρητικό πλαίσιο του αντικειμένου», επέλεξε ως έδρα όχι τη χαοτική Αθήνα, «όπου στη συνέχεια χάνονται οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε ένα φεστιβάλ» αλλά τον Πύργο – κοντά στον οποίο άλλωστε βρίσκεται ο τόπος καταγωγής του, το Διάσελο Ηλείας – «για να υπάρχει μια ώσμωση όλων όσοι έρχονται, να ανταλλάσσουν απόψεις για την κινηματογραφική παιδεία και για να είναι και οι ίδιοι οι δημιουργοί των ταινιών στις αίθουσες προβολών μαζί με τα παιδιά και να συνομιλούν μαζί τους».
Ο Δημήτρης Σπύρου επέλεξε ως έδρα του φεστιβάλ όχι τη χαοτική Αθήνα, «όπου στη συνέχεια χάνονται οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε ένα φεστιβάλ» αλλά τον Πύργο – κοντά στον οποίο άλλωστε βρίσκεται ο τόπος καταγωγής του, το Διάσελο Ηλείας – «για να υπάρχει μια ώσμωση όλων όσοι έρχονται».
Η πιο χειροπιαστή απόδειξη της επιτυχίας του εγχειρήματός του είναι ότι φέτος μπήκε «στο πρώτο έτος της δεύτερης 25ετίας του» όπως λέει ο κ. Σπύρου. Και μάλιστα χωρίς συμβιβασμούς στην ποιότητα, όπως με διαβεβαιώνουν όλοι οι μακροχρόνιοι φίλοι του φεστιβάλ που συναντώ στον Πύργο, όσο κι αν μεγαλώνει χρόνο με το χρόνο, φτάνοντας φέτος να προβάλλει 73 επαγγελματικές ταινίες από 40 χώρες που διαγωνίζονται σε τέσσερα τμήματα (Μυθοπλασίας Μεγάλου Μήκους, Μυθοπλασίας Μικρού Μήκους, Animation Μικρού Μήκους και Kids & Docs ή Ντοκιμαντέρ για Παιδιά), σε δεκάδες πόλεις (Πύργος, Αμαλιάδα, αλλά και Λεχαινά, Γαστούνη, Ζαχάρω, Βαρθολομιό, περιφερειακή ενότητα Ηλείας, αλλά και Πάτρα, Αγρίνιο, Μεσολόγγι, Αίγιο, Ζάκυνθος μεταξύ άλλων).
Κριτήρια επιλογής των ταινιών που βρίσκουν τη θέση τους στο διαγωνιστικό πρόγραμμα, όλες παραγωγής 2022-2023, «να είναι υψηλής αισθητικής –ο κινηματογράφος είναι τέχνη και ως τέτοιο τον προσεγγίζουμε– και να αγγίζουν τα θέματα που απασχολούν σήμερα τα παιδιά και τους νέους σε όλο τον κόσμο» εξηγεί ο κ. Σπύρου. Στη θεματολογία συνυπάρχουν λοιπόν φιλία, οικογένεια, έρωτας, σχέσεις, σχολείο, social media, αλλά και πόλεμος, απώλεια, πανδημία, κακοποίηση.
«Έχουμε ιδιαίτερη ευαισθησία στα παιδιά που ζουν σε συνθήκες αντίξοες για τη χώρα τους, σε παιδιά πρόσφυγες, περιθωριοποιημένα ή με ειδικές ανάγκες» προσθέτει ο καλλιτεχνικός διευθυντής. Ταινίες που υμνούν τη χαρά της ζωής εναλλάσσονται με εκείνες που τολμούν να δείξουν τα δεινά των καιρών μας και ατόφια την ανθρώπινη συνθήκη χωρίς προσπάθειες εξωραϊσμού της πραγματικότητας, γιατί οι άνθρωποι του φεστιβάλ ξέρουν ότι τα παιδιά δεν μπορείς και δεν πρέπει να προσπαθήσεις να τα ξεγελάσεις.
Ταινίες που υμνούν τη χαρά της ζωής εναλλάσσονται με εκείνες που τολμούν να δείξουν τα δεινά των καιρών μας και ατόφια την ανθρώπινη συνθήκη χωρίς προσπάθειες εξωραϊσμού της πραγματικότητας, γιατί οι άνθρωποι του φεστιβάλ ξέρουν ότι τα παιδιά δεν μπορείς και δεν πρέπει να προσπαθήσεις να τα ξεγελάσεις.
Στη φετινή διοργάνωση μάλιστα έχουμε το «ρεκόρ», όπως το χαρακτηρίζει ο κ. Σπύρου, της συμμετοχής οκτώ ελληνικών ταινιών σε διαγωνιστικά προγράμματα, στις κατηγορίες Ντοκιμαντέρ, Μυθοπλασίας Μικρού Μήκους και Animation Μικρού Μήκους. «Ποτέ δεν προέβαλα μια ταινία μόνο επειδή είναι ελληνική. Είναι ένα διεθνές φεστιβάλ, όπου και οι ελληνικές ταινίες είναι στο επίπεδο εκείνων από άλλες χώρες. Μάλιστα το ένα ντοκιμαντέρ [που προβάλλεται φέτος] είναι μεγάλου μήκους, πήρε και ένα διεθνές βραβείο» λέει, αναφερόμενος στο «Mighty Afrin: in the time of floods» του Άγγελου Ράλλη, μια συμπαραγωγή Ελλάδας-Γαλλίας-Γερμανίας με κεντρική ηρωίδα τη 12χρονη ορφανή Αφρίν, κλιματική πρόσφυγα της οποίας το νησί καταστρέφεται από τις έντονες βροχοπτώσεις και τις πλημμύρες, που τιμήθηκε με το Βραβείο Καλύτερου Ντοκιμαντέρ στο ιταλικό φεστιβάλ παιδικού κινηματογράφου Giffoni.
«Ο ελληνικός κινηματογράφος είναι διεθνώς ανταγωνιστικός, πιστεύω ότι έχει πολύ καλή παρουσία στο εξωτερικό συγκριτικά με το μέγεθος της χώρας, της κρατικής ενίσχυσής του και την ιδιαιτερότητα της γλώσσας» πιστεύει ο κ. Σπύρου. Θεωρεί καθοριστική τη συμβολή του Φεστιβάλ Ολυμπίας σε αυτό. Αφενός γιατί οι Έλληνες δημιουργοί που το παρακολουθούν συνειδητοποιούν ότι οι παιδικές και εφηβικές ταινίες μπορεί να είναι εξίσου υψηλού επιπέδου. Αφετέρου επειδή οι νεότεροι στον χώρο έχουν την ευκαιρία να εκπαιδευτούν στο Olympia Creative Ideas Pitching Lab, μια δράση όπου επαγγελματίες κινηματογραφιστές παρουσιάζουν τις ιδέες τους για τη δημιουργία μιας ταινίας μικρού μήκους για παιδιά και νέους. Οι δύο καλύτερες ιδέες βραβεύονται με χρηματικά βραβεία από την ΕΡΤ και το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, με χορηγίες και των Authorwave, STEFILM, Massive Productions και Νεανικό Πλάνο, και οι δέκα καλύτερες υποστηρίζονται και αναπτύσσονται. Αυτό το εργαστήριο έχει αποτελέσει αφετηρία για ταινίες που ξεπέρασαν τα σύνορα της χώρας μας όπως «Το βανκούβερ» της Άρτεμης Αναστασιάδου, που το 2022 συμμετείχε στο πρόγραμμα Generation της Μπερλινάλε.
Ποτέ δεν είναι υπερβολικά νωρίς για να αρχίσει η εκπαίδευση στον κινηματογράφο – και η εκπαίδευση μέσω του κινηματογράφου. «Στα νηπιαγωγεία της Ηλείας υλοποιούμε το πρόγραμμα Cinemini, με επιλεγμένες ταινίες και εκπαιδευτικές δράσεις πριν ή μετά την προβολή τους. Πιστεύω ότι η καλλιέργεια της αισθητικής πρέπει να ξεκινάει από το νηπιαγωγείο, όχι με θεωρία αλλά με τι εισπράττει, τι βλέπει ένα παιδί και πώς το προσεγγίζει και το καταλαβαίνει» σχολιάζει ο κ. Σπύρου.
«Ο ελληνικός κινηματογράφος είναι διεθνώς ανταγωνιστικός, πιστεύω ότι έχει πολύ καλή παρουσία στο εξωτερικό συγκριτικά με το μέγεθος της χώρας, της κρατικής ενίσχυσής του και την ιδιαιτερότητα της γλώσσας».
Άλλοι μικροί θεατές ανεβαίνουν επίπεδο, γυρίζοντας τις δικές τους ταινίες. Στο Camera Zizanio παρουσιάζονται κινηματογραφικές δημιουργίες μικρού μήκους παιδιών και νέων από όλο τον κόσμο, που έχουν πραγματοποιηθεί είτε στο πλαίσιο σχολικών δραστηριοτήτων είτε ως ατομικές πρωτοβουλίες. Τα τρία διαγωνιστικά τμήματα της φετινής, 23ης διοργάνωσης περιλαμβάνουν 208 ταινίες από 55 χώρες.
Μπαίνοντας για πρώτη φορά στην αίθουσα προβολών με τον 8χρονο γιο μου, διαπιστώνω ότι η κριτική επιτροπή αποτελείται από παιδιά ελάχιστα μεγαλύτερα από εκείνον – μαθητές της πέμπτης και της έκτης δημοτικού, όπως μας ενημερώνει η εικαστική παιδαγωγός Λιλιάνα Αρεταίου, ενώ εξηγεί στους μικρούς κριτές τι πρέπει να κάνουν. Κάποιες ταινίες που παρακολουθούμε δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από επαγγελματικές παραγωγές, ενώ ακόμα και η αντιμετώπιση ενός μικρού τεχνικού προβλήματος, όταν κολλάει για λίγο η προβολή μιας ταινίας που έχουν γυρίσει παιδιά νηπιαγωγείου, αποκαλύπτει την ευαισθησία των ανθρώπων του φεστιβάλ: Αντί να προχωρήσουν στην επόμενη, που μάλλον θα ήταν και η ευκολότερη λύση, παρακαλούν το κοινό να κάνει λίγη υπομονή, γιατί «τα παιδιά έχουν δουλέψει πολύ για αυτές τις ταινίες» (πράγματι, μετά από λίγο το πρόβλημα ξεπερνιέται και το ταινιάκι προβάλλεται κανονικά).
«Ξεκινήσαμε την Camera Zizanio το 2001, όταν διαπίστωσα πως ένα σχολείο στην Κοζάνη είχε προσπαθήσει να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για το προϊόν κρόκος, ήταν μια σημαντική καταγραφή» θυμάται ο κ. Σπύρου. «Τότε με τον Νίκο Θεοδοσίου [σήμερα καλλιτεχνικό διευθυντή της Camera Zizanio] κάναμε μια έρευνα για το τι γίνεται σε άλλες χώρες και αν έχει υπάρξει στην Ελλάδα άλλη τέτοια σχολική προσπάθεια. Αποφασίσαμε να κάνουμε μια ευρωπαϊκή συνάντηση νεανικής οπτικοακουστικής δημιουργίας – ήμασταν το πρώτο φεστιβάλ στον κόσμο που συλλάβαμε μια τέτοια ιδέα. Την πρώτη χρονιά η ανταπόκριση ήταν απίστευτη, ήρθαν 60 δημιουργοί, όλα τα σχολεία της Ευρώπης που είχαν κάνει τέτοιες δουλειές ήθελαν να τις δείξουν κάπου, και από τις επόμενες χρονιές το πράγμα άρχισε να εκρήγνυται.
»Κάποιες ταινίες της Camera Zizanio είναι πραγματικά εντυπωσιακές, πέρα από το γεγονός ότι τα ίδια τα παιδιά μιλούν χωρίς διαμεσολαβητές και έχει σημασία να ακούμε τι λένε, πώς νιώθουν και τι σκέφτονται. Πιστεύω ότι οι ταινίες [της Camera Zizanio] είναι ένα εξαιρετικό υλικό και για κοινωνιολόγους, εκπαιδευτικούς, αναλυτές γιατί σχηματίζεις μια εικόνα για το πώς σκέφτονται σε όλο τον πλανήτη».
«Τα ίδια τα παιδιά μιλούν χωρίς διαμεσολαβητές και έχει σημασία να ακούμε τι λένε, πώς νιώθουν και τι σκέφτονται. Πιστεύω ότι οι ταινίες της Camera Zizanio είναι ένα εξαιρετικό υλικό και για κοινωνιολόγους, εκπαιδευτικούς, αναλυτές γιατί σχηματίζεις μια εικόνα για το πώς σκέφτονται σε όλο τον πλανήτη».
Ήταν φυσικά θέμα χρόνου στην Camera Zizanio να ενταχθούν και εργαστήρια για παιδιά – με πλέον χαρακτηριστικό το πολυεθνικό Mythos Project, που διεξάγεται τα τελευταία 13 χρόνια και που ο κ. Σπύρου χαρακτηρίζει «το μακροβιότερο της Ευρώπης. Το ονομάσαμε Μύθος γιατί το θέμα της πρώτης χρονιάς ήταν ένας μύθος από τη γειτονιά ή τη χώρα των παιδιών. Φέτος με την ευκαιρία των 140 χρόνων από τη γέννηση του Νίκου Καζαντζάκη τούς δώσαμε να δουλέψουν πάνω στη φράση του “Φτάσε όπου δεν μπορείς”».
Η φράση του Καζαντζάκη ταιριάζει και στην εμπειρία που ζεις ως θεατής του φεστιβάλ, καθώς παρακολουθείς ταινίες από κάθε γωνιά του πλανήτη, οι περισσότερες από τις οποίες πιθανότατα δεν θα βρουν διανομή στις μεγάλες αίθουσες. Τις προβολές του διαγωνιστικού τμήματος Ταινιών Μυθοπλασίας Μεγάλου Μήκους εγκαινιάζει το «Μακάρι να ‘πεφτα σε χειμερία νάρκη», η πρώτη συμμετοχή της Μογγολίας στο επίσημο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Καννών.
Μας προσκαλεί στο εσωτερικό ενός σύγχρονου γιουρτ, κάπου στα περίχωρα της Ουλάν Μπατόρ, να παρακολουθήσουμε την ιστορία ενός αγοριού στην εφηβεία, ιδιοφυΐας στη Φυσική, που ονειρεύεται να σπουδάσει στα μεγάλα πανεπιστήμια του κόσμου ενώ παράλληλα πρέπει να φροντίσει τα μικρότερα αδέρφια του. Την ίδια μέρα, έχουν προηγηθεί ταινίες μικρού μήκους όπως το animation «Παγοπώληδες», η πρώτη πορτογαλική υποψηφιότητα για Όσκαρ, η αλλόκοτη ιστορία ενός πατέρα και ενός γιου που πηδάνε με αλεξίπτωτο από το ιλιγγιώδες ύψους του παγωμένου τους σπιτιού για να προσγειωθούν μακριά στο χωριό και να πουλήσουν πάγο, και η γαλλική ταινία κινουμένων σχεδίων «To be sisters», μια διαφορετική, τρυφερή ματιά στην παιδική αναπηρία. Όλες οι προβολές του φεστιβάλ έχουν δωρεάν είσοδο, με ηλεκτρονική προκράτηση θέσης.
Σταθερό σάουντρακ, οι παιδικές ατάκες μέσα στην αίθουσα, που άλλοτε εκφράζουν ενθουσιασμό, άλλοτε έκπληξη, πάντα αθωότητα και αυθορμητισμό. Στην Camera Zizanio ο γιος μου αποκαλύπτει ότι «έχω μια ιδέα για τρομακτική ιστορία, να τη γυρίσουμε ταινία!». Ενώ στις προβολές επαγγελματικών ταινιών ένα κοριτσάκι στο πίσω κάθισμα –δεν πρέπει να είναι πάνω από τριών, τεσσάρων– βομβαρδίζει τη μαμά του με ερωτήσεις και σχόλια καθώς ανακαλύπτει τον κόσμο του κινηματογράφου: «Αυτά τα παιδάκια ζουν πολύ φτωχικά!», «Ζει η κοτούλα;», «Τι έχει η μαμά του;».
Η φράση του Καζαντζάκη «Φτάσε όπου δεν μπορείς» ταιριάζει και στην εμπειρία που ζεις ως θεατής του φεστιβάλ, καθώς παρακολουθείς ταινίες από κάθε γωνιά του πλανήτη, οι περισσότερες από τις οποίες πιθανότατα δεν θα βρουν διανομή στις μεγάλες αίθουσες.
Ζητάω από τον κ. Σπύρου να μοιραστεί μια από τις πιο δυνατές ιστορίες που έχει ζήσει στα 26 χρόνια του φεστιβάλ. «Στο πρώτο φεστιβάλ, η εταιρεία που ήταν να κάνει τους υποτιτλισμούς δεν μπορούσε τελικά, για κάποιον λόγο, να το αναλάβει. Το πληροφορηθήκαμε πάρα πολύ αργά και ήταν εφιαλτικό, διότι διεθνές φεστιβάλ χωρίς υπότιτλους δεν μπορείς να κάνεις. Και βέβαια ο υποτιτλισμός γίνεται αυτόματα, την ώρα της προβολής, είναι ένα ξεχωριστό σύστημα, όπου οι υπότιτλοι πέφτουν σε άλλη οθόνη. Τότε σκεφτήκαμε ότι η μόνη λύση ήταν να δημιουργήσουμε εμείς ένα σύστημα υποτιτλισμού. Επί μέρες κοιμόμασταν στο γραφείο, με το κεφάλι πάνω στο τραπέζι, μέχρι να το επιλύσουμε.
»Μία εβδομάδα πριν από την έναρξη του φεστιβάλ κάναμε μια προσομοίωση προβολής και λειτούργησαν όλα μια χαρά, αλλά σε όλη τη διάρκειά του, από την πρώτη μέχρι την τελευταία μέρα, είχαμε την αγωνία του πού θα τύχαινε η στραβή με τους υπότιτλους. Στραβή δεν συνέβη. Μετά είχαμε έναν χρόνο μπροστά μας να αναβαθμίσουμε και να βελτιώσουμε το καταπληκτικό σύστημα που έχουμε μέχρι σήμερα, Νεανικό Πλάνο subtitles [Νεανικό Πλάνο ονομάζεται ο ιδρυτικός φορέας του φεστιβάλ], ένα γέννημα της ανάγκης που ευδοκίμησε ώστε ως ομάδα μεταφράσεων και υποτιτλισμών να καλύπτουμε σήμερα και άλλα φεστιβάλ και εκδηλώσεις».
Info
Update: Λίγες μέρες μετά τη συνέντευξή μας, στην τελετή λήξης του φεστιβάλ, ο Δημήτρης Σπύρου ανακοίνωσε ότι αποσύρεται από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του φεστιβάλ, στην οποία τον διαδέχεται ο Παντελής Παντελόγλου.