Τριάντα χρόνια πριν από το #metoo, μια γυναίκα τολμάει να αποτυπώσει σε βιβλίο την παιδική κακοποίησή της. Στην εικονογραφημένη αυτοβιογραφία της με τίτλο «Mon secret» («Το μυστικό μου») η εικαστικός Niki de Saint Phalle περιγράφει το «Καλοκαίρι των ερπετών», όπως το αποκαλεί, που βυθίζεται στο σκοτάδι καθώς, σε ηλικία 11 ετών, πέφτει θύμα βιασμού από τον πατέρα της.
Δύσκολα θα μπορούσε κάποιος σήμερα να συνδέσει εκείνη την τραγική ιστορία με τα έργα για τα οποία κυρίως τη θυμόμαστε, γλυπτά που ξεχειλίζουν από χρώμα και χαρά. Ωστόσο, όπως είχε παραδεχτεί και η ίδια, κατάφερε να θεραπεύσει τον πόνο μέσα από την τέχνη της, ένα σημαντικό μέρος της οποίας μπορούμε να απολαύσουμε από κοντά έως τις 9/04, στην έκθεση «Nouveau réalisme» στο Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή, ανάμεσα σε δημιουργίες 12 ακόμα μελών του καλλιτεχνικού εκείνου κινήματος που άνθησε στη Γαλλία των εκρηκτικών 60s.
Από τις ιπποτικές ιστορίες στην κόλαση
Ο πατέρας της ήταν Γάλλος κόμης και τραπεζίτης. Η μητέρα της, μια παραδοσιακή Αμερικανίδα. Η Niki de Saint Phalle γεννήθηκε το 1930 στη Γαλλία, σε μια οικογένεια με ιστορία πολλών αιώνων, που ανάγεται στην εποχή των Σταυροφοριών. Όμως ο ερχομός της Niki στη ζωή συνέπεσε με το Μεγάλο Κραχ. Έτσι η επιχείρηση του πατέρα της έκλεισε και οι γονείς της μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη αφήνοντάς τη, μαζί με έναν από τους αδερφούς της, στην έπαυλη των Γάλλων παππούδων της στην εξοχή. Πέρασε τα πρώτα χρόνια της ακούγοντας ιστορίες ιπποτών οι οποίες, αποτυπωμένες και σμιλεμένες σε διάφορες γωνιές του chateau, τροφοδότησαν τη νηπιακή φαντασία της.
Πέρασε τα πρώτα χρόνια της στην έπαυλη των Γάλλων παππούδων της στην εξοχή, ακούγοντας ιστορίες ιπποτών οι οποίες, αποτυπωμένες και σμιλεμένες σε διάφορες γωνιές του chateau, τροφοδότησαν τη νηπιακή φαντασία της.
Σύντομα ο πατέρας της βρήκε δουλειά στην Αμερική και τα δύο παιδιά επανασυνδέθηκαν με τους γονείς τους στο Μεγάλο Μήλο. Αλλά το πολυτελές διαμέρισμά τους στο Άπερ Ιστ Σάιντ έκρυβε ένα δυσλειτουργικό οικογενειακό περιβάλλον που, πολλά χρόνια αργότερα, η Niki θα αποκαλούσε «κόλαση».
«Στο σπίτι επικρατούσε βίαιη ατμόσφαιρα» εξηγεί σήμερα η βιογράφος της, Catherine Francblin. «Όταν, για παράδειγμα, ο αδερφός της, Richard, δεν ήθελε να φάει, η μητέρα του τον ανάγκαζε. Και αν έκανε εμετό, τον ανάγκαζε να φάει τον εμετό του». Την κόρη της την προόριζε «για έναν καλό γάμο, αγαθοεργίες και εκκλησία» προσθέτει η Francblin. Όταν όμως η Niki εστάλη να φοιτήσει σε σχολείο με μοναχές, έκανε ξεκάθαρο το επαναστατικό πνεύμα της και αποβλήθηκε.
Με τον πατέρα της είχε πιο στενή σχέση, αλλά καθώς το κορίτσι πλησίαζε την εφηβεία, εκείνος πρόδωσε την εμπιστοσύνη της με τον χειρότερο τρόπο.
«Γλίστρησε το χέρι του μέσα στο εσώρουχό μου σαν τους γέρους στο σινεμά που χαζεύουν νέα κορίτσια. Ντροπή, ευχαρίστηση, άγχος και φόβος με κυρίευσαν» θα έγραφε, σχεδόν μισό αιώνα μετά, η εικαστικός στο αυτοβιογραφικό «Μυστικό μου». «Ο πατέρας που αγαπούσα τόσο βαθιά έγινε αντικείμενο μίσους. Ο κόσμος μού είχε φανερώσει την υποκρισία του. Κατάλαβα πως ό,τι είχα διδαχθεί ήταν ψέμα».
«Γλίστρησε το χέρι του μέσα στο εσώρουχό μου σαν τους γέρους στο σινεμά που χαζεύουν νέα κορίτσια. Ντροπή, ευχαρίστηση, άγχος και φόβος με κυρίευσαν».
«Συνιστώ στον καθένα, και κυρίως στις νέες κοπέλες, να διαβάσουν αυτό το μικρό βιβλίο, που λέει πόσο σημαντικό είναι τα θύματα να εκφράζονται» λέει στο Marie Claire η Μαρία Κουτσομάλλη-Moreau, ιστορικός τέχνης, υπεύθυνη της συλλογής του Ιδρύματος Β&Ε Γουλανδρή και συνεπιμελήτρια της έκθεσης «Nouveau réalisme», συμπληρώνοντας: «Η Niki de Saint Phalle μάς άφησε την κληρονομιά ότι μπορούμε να μιλάμε για τα τραύματά μας αν θέλουμε να προχωρήσουμε».
Στην έκθεση ξεχωρίζουν δύο πολυθρόνες της Saint Phalle, όπου η πλάτη των επίπλων έχει δώσει τη θέση της σε φίδια: σύμβολα του «καλοκαιριού των ερπετών» και της κακοποίησης της εικαστικού και ενός φόβου που κατάφερε, μέσα από την τέχνη της, να τιθασεύσει.
Στα 17 της, η Saint Phalle άρχισε να δραπετεύει τις νύχτες από το πατρικό της στα μπαρ της Νέας Υόρκης. Εκεί γνώρισε τον επικεφαλής ενός πρακτορείου μοντέλου και καθώς τότε ονειρευόταν να γίνει ηθοποιός, θεώρησε το μόντελινγκ ένα καλό πρώτο βήμα. Όταν το ψηλό, λεπτό κορίτσι με τα όμορφα μάτια έγινε εξώφυλλο για το «Life» και τη γαλλική «Vogue», η δημοσιογράφος Gloria Steinem την εντόπισε μια μέρα να διασχίζει τους δρόμους της Νέας Υόρκης χωρίς τσάντα και με αντισυμβατικό western style. Κοντοστάθηκε και σκέφτηκε: «Αυτή είναι η πρώτη ελεύθερη γυναίκα που βλέπω στην αληθινή ζωή. Θέλω να γίνω όπως εκείνη».
Ψυχική ασθένεια και απελευθέρωση
Σύντομα όμως η Saint Phalle έπεσε στην παγίδα της συντηρητικής ανατροφής της. Μόλις στα 18 της παντρεύτηκε έναν παιδικό γνώριμό της, τον επίδοξο μουσικό Harry Mathews. Και παρόλο που άρχισαν μια κοινή ζωή με μποέμ αέρα -μετακόμισαν στο Παρίσι και άρχισαν να ταξιδεύουν σε όλη την Ευρώπη- η Saint Phalle έγινε μητέρα και ακολούθησε τα χνάρια της δικής της.
Η δημοσιογράφος Gloria Steinem την εντόπισε μια μέρα να διασχίζει τους δρόμους της Νέας Υόρκης χωρίς τσάντα και με αντισυμβατικό western style. Κοντοστάθηκε και σκέφτηκε: «Αυτή είναι η πρώτη ελεύθερη γυναίκα που βλέπω στην αληθινή ζωή».
Όταν, το 1953, ανακάλυψε ότι ο σύζυγός της την απατούσε, κατέρρευσε ψυχικά. «Περιφερόταν με μαχαίρια. Η κατάσταση άρχισε να γίνεται επικίνδυνη για τον παππού» αφηγείται σήμερα η εγγονή της, Bloom Cardenas. Ο Mathews τη μετέφερε σε ψυχιατρική κλινική στη Νίκαια, όπου υποβλήθηκε σε ηλεκτροσόκ. Μέσα στην κλινική, αποκομμένη από τον έξω κόσμο και απαλλαγμένη από τις οικιακές υποχρεώσεις, ανακάλυψε την καλλιτεχνική φωνή της. Άρχισε να ζωγραφίζει μανιωδώς. «Ήταν η τέχνη που την προστάτευσε από την τρέλα» σύμφωνα με την Cardenas.
Μετά το εξιτήριο συνέχισε να ζωγραφίζει και ήρθε σε επαφή με την καλλιτεχνική κοινότητα της Ευρώπης. Σε ένα ταξίδι της στη Βαρκελώνη, εντυπωσιάστηκε τόσο από το πάρκο Guell του αρχιτέκτονα Antoni Gaudi, που πολλές δεκαετίες μετά θα γινόταν ο σπόρος έμπνευσης για το magnus opus της, τον Κήπο των Ταρό στη Τοσκάνη.
Το 1960 χώρισε από τον Mathews, ο οποίος ανέλαβε την κηδεμονία των παιδιών τους, και πήγε να ζήσει στο Μονπαρνάς στο Παρίσι, ουσιαστικά σε μια χωματερή που καλλιτέχνες είχαν μετατρέψει σε κοινόβιο. «25 άτομα μοιράζονταν μικροσκοπικές τουαλέτες. Κόσμος έτρωγε έξω στα σοκάκια. Έβραζαν μακαρόνια σε ένα τσουκάλι πάνω σε μια σόμπα, ανάμεσα σε σκουπίδια» όπως περιγράφει η βιογράφος της. Εκεί γνώρισε έναν εκκεντρικό Ελβετό, γιο εργάτη, που έφτιαχνε γλυπτά από πεταμένα κομμάτια μετάλλου και σύρμα. Ο Jean Tinguely έγινε ο παρτενέρ της στην τέχνη και τη ζωή.
Η Saint Phalle δεν είχε αρκετή αυτοπεποίθηση ως εικαστικός: καθώς τής έλειπε η καλλιτεχνική παιδεία, δεν ήξερε πώς να δίνει προοπτική στις ζωγραφιές της. Ο Tinguely την έπεισε ότι μπροστά στα όνειρα, που είναι τα πάντα, η τεχνική είναι ένα τίποτα.
Η Saint Phalle δεν είχε αρκετή αυτοπεποίθηση ως εικαστικός: καθώς τής έλειπε η καλλιτεχνική παιδεία, δεν ήξερε πώς να δίνει προοπτική στις ζωγραφιές της. Ο Tinguely την έπεισε ότι μπροστά στα όνειρα, που είναι τα πάντα, η τεχνική είναι ένα τίποτα.
Τα όνειρά της ήταν τουλάχιστον αλλόκοτα. Στερέωσε με ασφάλεια τα μαχαίρια που κουβαλούσε στο παρελθόν, και άλλα επικίνδυνα αντικείμενα, σε γκροτέσκα κολάζ. Την ίδια περίοδο άρχισε να δημιουργεί «Πίνακες στόχους», όπου εκτόξευε βελάκια σαν να ήταν παιδικά παιχνίδια. Το 1961 παρουσίασε τις «Δράσεις σκοποβολής»: έργα στα οποία είχε χρησιμοποιήσει μια τεχνική δικής της επινόησης ώστε να αιμορραγούν, να απελευθερώνουν κόκκινη μπογιά, μόλις τα πυροβολούσε. Ντυμένη με ολόσωμες φόρμες σαν ηρωίδα σε ταινία δράσης, τράβηξε την προσοχή της τηλεόρασης, που προέβαλε μια περφόρμανς της στις ειδήσεις, αλλά και του κριτικού τέχνης Pierre Restany.
Στον ανδροκρατούμενο Νέο Ρεαλισμό
«Έπρεπε να περιμένουμε λίγες μέρες μέχρι να έρθει [ο άνθρωπος από τον πάγκο σκοποβολής], κάτι που φυσικά μεγάλωσε την έξαψη και μας έδωσε το χρόνο να καλέσουμε μερικούς φίλους» θα έγραφε αργότερα η Saint Phalle σε επιστολή της, ένα απόσπασμα της οποίας δημοσιεύεται στον κατάλογο της έκθεσης «Nouveau réalisme» (Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή σε επιμέλεια της Μικρής Άρκτου). «Ο Jean κάλεσε και τον Pierre Restany, που αποφάσισε επιτόπου [..] να με συμπεριλάβει στους Νέους Ρεαλιστές. Το ευχαριστιόμουν πάρα πολύ να προκαλώ την κοινωνία μέσα από την τέχνη. Θύματα δεν υπήρξαν».
Κάπως έτσι έγινε η μοναδική γυναίκα του καλλιτεχνικού κινήματος Nouveau réalisme, μεταξύ των Dada και της Pop Art, που αναπτύχθηκε στη Γαλλία των εκρηκτικών 60s και ανέτρεψε την τέχνη του 20ού αιώνα. «Είναι ειρωνικό το ότι είναι η μόνη, ανάμεσα στα μέλη του κινήματος αλλά και στους άλλους καλλιτέχνες της εποχής, που πήρε τα όπλα. Ήταν όμως απόλυτα κατά της οπλοχρησίας» σχολιάζει η κ. Κουτσομάλλη-Moreau.
«Είναι ειρωνικό το ότι είναι η μόνη, ανάμεσα στα μέλη του κινήματος αλλά και στους άλλους καλλιτέχνες της εποχής, που πήρε τα όπλα. Ήταν όμως απόλυτα κατά της οπλοχρησίας».
Το 1963 εγκατέλειψε τις «Δράσεις σκοποβολής» αλλά στο μεταξύ είχε συγκεντρώσει αρκετά χρήματα ώστε, όταν τελικά εκδιώχθηκαν με τον Tinguely από το κοινόβιο, να αγοράσουν ένα παλιό πανδοχείο στο Παρίσι. Εκείνη την περίοδο δημιούργησε ένα γλυπτό ενδεικτικό της καλλιτεχνικής μεταστροφής της, μιας γυναίκας που γεννάει, στολισμένο με ένα πλήθος από ανατριχιαστικά αντικείμενα. Ένα τεράστιο, βίαιο πορτρέτο της μητρότητας.
Στο ίδιο πνεύμα συνέχισε και με τις «Νύφες» της: γυναίκες τερατώδεις, λευκές σαν φαντάσματα, ντυμένες με φορέματα εμποτισμένα με κόλλα και κοκαλωμένα. Απεικονίσεις που απομυθοποιούσαν το γάμο και αμφισβητούσαν την πατριαρχική κοινωνία.
Όπως μάς εξηγεί σήμερα η κ. Κουτσομάλλη-Moreau: «Πέρα από το θέμα της κακοποίησης, την απασχόλησε πολύ και ο ρόλος της συζύγου. Παντρεύτηκε και έγινε μαμά μικρή, επομένως η ζωή της, για ένα διάστημα, ήταν πολύ συγκεκριμένη. Αποφάσισε όμως να μην επαναλάβει ό,τι είχαν κάνει η μαμά, η γιαγιά της και όλες οι προηγούμενες γενιές γυναικών».
«Πέρα από το θέμα της κακοποίησης, την απασχόλησε πολύ και ο ρόλος της συζύγου. Παντρεύτηκε και έγινε μαμά μικρή, επομένως η ζωή της, για ένα διάστημα, ήταν πολύ συγκεκριμένη. Αποφάσισε όμως να μην επαναλάβει ό,τι είχαν κάνει η μαμά, η γιαγιά της και όλες οι προηγούμενες γενιές γυναικών».
Ένα βίντεο που προβάλλεται στο Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή είναι χαρακτηριστικό των προκλήσεων που αντιμετώπιζε στη δεκαετία του ’60, αλλά και της ευθύτητάς της. Όταν την επισκέφτηκε ένας Γάλλος δημοσιογράφος στο ατελιέ της, της είπε, με τα γάντια σας φαίνεστε σαν καλή νοικοκυρά, αλλά δεν κάνετε μαγειρική. Κι εκείνη του απάντησε, μάλλον είστε αντιφεμινιστής, κάνω γυναικεία τέχνη.
Η χαρά της ζωής και των Nanas
Ωστόσο οι εγκυμοσύνες μιας καλής φίλης της και της αδερφής της την ενέπνευσαν για μια σειρά από χαρούμενες γυναίκες φιγούρες, που θα γίνονταν τα πλέον εμβληματικά γλυπτά της. Οι «Nanas» της ήταν πολύχρωμες, ακομπλεξάριστες με τη θηλυκότητα και τη σεξουαλικότητά τους, πληθωρικές σαν αρχέγονες Αφροδίτες από την Αφρική. Καθώς άρχισε να πειραματίζεται με όλο και πιο ανθεκτικά υλικά, η τέχνη της βρήκε στο δρόμο, έγινε υπαίθρια. Όταν μια ομάδα από «Nanas» εγκαταστάθηκαν εξωτερικά στο Αννόβερο, στη Γερμανία, προκάλεσαν πάνω από 20.000 επιστολές παραπόνων. Τελικά όμως αγκαλιάστηκαν από τους κατοίκους, απέκτησαν χαϊδευτικά ονόματα και εξελίχθηκαν σε ορόσημα.
Η τέχνη στο δημόσιο χώρο ήταν ένα τεράστιο κεφάλαιο, που θα εμπλουτιζόταν μέχρι το τέλος της ζωής της, συχνά σε συνεργασία με τον Tinguely. «Ξέρουμε κυρίως το “Σιντριβάνι Stravinsky” μπροστά στο Κέντρο Pompidou, αλλά έχει κάνει και μια υπέροχη παιδική χαρά στην Ιερουσαλήμ, το “Golem” όπου, με τη βοήθεια του Tinguely, δημιούργησε τέρατα τα οποία αφήνουν όμορφα μηνύματα. Παραδείγματος χάρη ένα τέρας έχει τρεις γλώσσες, τις τσουλήθρες της παιδικής χαράς, που συμβολίζουν τις τρεις θρησκείες» λέει η κ. Κουτσομάλλη-Moreau.
Αρσενικό και θηλυκό
Στην πραγματικότητα, η σχέση της με τον Tinguely ήταν πολύ λιγότερο ρομαντική από όσο φαινόταν. Και οι δυο τους είχαν παράλληλες σχέσεις – ο Tinguely απέκτησε και παιδί με άλλη σύντροφο. «Διαρκώς προκαλούσαν ο ένας τον άλλον, συστήνοντας τους εραστές και τις ερωμένες τους» αφηγείται η εγγονή της Saint Phalle. Αλληλοπληγώνονταν ξανά και ξανά, αλλά συνέχισαν να αγαπιούνται μέχρι το τέλος της ζωής τους. Το 1972 παντρεύτηκαν για να εξασφαλίσουν τη συνέχιση της καλλιτεχνικής κληρονομιάς τους.
Η σχέση της με τον Tinguely ήταν πολύ λιγότερο ρομαντική από όσο φαινόταν. Και οι δυο τους είχαν παράλληλες σχέσεις. «Διαρκώς προκαλούσαν ο ένας τον άλλον, συστήνοντας τους εραστές και τις ερωμένες τους» αφηγείται η εγγονή της Saint Phalle.
«Έχουμε ένα υπέροχο έργο, που είχαν δημιουργήσει μαζί με τον Tinguely το 1989, λίγο πριν από το θάνατό του, που είναι η Αθηνά Παλλάδα πάνω στο άρμα της. Νομίζω ότι συνοψίζει πάρα πολύ ωραία τη σχέση τους. Η θεά Αθηνά της Saint Phalle, χυμώδης, εντυπωσιακή, με τα ωραία της χρώματα, θυμίζει τις “Nanas”. Είναι επάνω σε ένα άρμα που έχει φτιάξει ο Tinguely, το οποίο είναι οτιδήποτε εκτός από βασιλικό ή θεϊκό, φτιαγμένο από κομμάτια ξύλου και σιδήρου. Είναι η συνομιλία δύο βλεμμάτων. Η Saint Phalle το έλεγε πολύ καθαρά, εγώ κάνω θηλυκή τέχνη και ο Jean, με τα σίδερα και τα μαύρα κομμάτια ξύλου, αρσενική» εξηγεί η κ. Κουτσομάλλη-Moreau.
Τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής της τις αφιέρωσε στον Κήπο των Ταρό. Σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα Mario Botta, δημιούργησε στην Τοσκάνη, 100 χλμ. από τη Ρώμη, τη δική της ουτοπία, ένα πάρκο με γιγαντιαία γλυπτά, σιντριβάνια, παρτέρια, και έναν πύργο. «Δούλευε μερόνυχτα, σε σημείο κατάρρευσης» όπως θυμάται ο γκαλερίστας Jean-Gabriel Mitterand. Από το 1983, μάλιστα, μετακόμισε στο εσωτερικό μιας θεόρατης “Nanas” του κήπου. Η κρεβατοκάμαρά της είχε διαμορφωθεί μέσα στον ένα μαστό, η κουζίνα στον άλλον.
Τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής της τις αφιέρωσε, ουσιαστικά, σε ένα έργο: τον Κήπο των Ταρό, στην Τοσκάνη, 100 χλμ. από τη Ρώμη. Σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα Mario Botta δημιούργησε τη δική της ουτοπία.
Την περίοδο της κατασκευής του Κήπου των Ταρό, άρχισε να υποφέρει από ρευματοειδή αρθρίτιδα αλλά και αναπνευστικά προβλήματα εξαιτίας της μακροχρόνιας έκθεσής της στα χημικά με τα οποία δούλευε. Πέθανε το 2002, με τον πρώτο σύζυγό της και τα παιδιά τους στο πλευρό της. Τέσσερα χρόνια πριν, είχε αξιωθεί να δει τα εγκαίνια του ονειρεμένου κήπου της, που μέχρι σήμερα ανοίγει στο κοινό κάθε άνοιξη και καλοκαίρι.
«Αυτό που μου άρεσε κυρίως είναι ότι μάς άφησε μια πολύ χαρούμενη τέχνη. Έχει πολλά σκοτεινά σημεία, κυρίως η πρώιμη, αλλά από κάποια στιγμή κι έπειτα είναι ευχάριστη και απευθύνεται σε όλους» σχολιάζει η κ. Κουτσομάλλη-Moreau, συμπληρώνοντας τα εξής: «Όλα τα χρήματα που κέρδιζε τα προόριζε για το επόμενο έργο της. Βρήκε τη σωτηρία μέσω της τέχνης και παρόλο που θυσίασε πολλά -ακόμα και την οικογένειά της- στο τέλος ξεπέρασε τις θυσίες. Έμεινε πολύ δεμένη με τα παιδιά της και σήμερα το ίδρυμά της διαχειρίζεται η εγγονή της. Κι αυτό είναι πολύ ενθαρρυντικό για όλους».
Ως παρακαταθήκη άφησε επίσης την τολμηρή άποψή της σχετικά με ένα πλήθος ζητήματα – όπως οι γυναικείες διακρίσεις αλλά και ο φυλετικός ρατσισμός, μάλιστα η οικογένειά της ήταν μεικτή. «Υπήρξε υποστηρίκτρια των Black Panthers. Έλεγε ότι αν ποτέ οι μαύροι και οι γυναίκες γίνονταν ένα σώμα, θα κατακτούσαν τον κόσμο» προσθέτει η κ. Κουτσομάλλη-Moreau.
Πώς την έχουν περιγράψει οι άνθρωποι που πρόλαβαν να τη γνωρίσουν από κοντά; Ρωτάω την κριτικό τέχνης.
«Σαν φαινόμενο, σαν υπερδύναμη. Σαν μια γυναίκα που δεν σταμάτησε ποτέ, μέχρι το τέλος της ζωής της, να δημιουργεί».
Info
Περισσότερες πληροφορίες για την έκθεση «Nouveau réalisme» στο Ίδρυμα Ελίζας & Βασίλη Γουλανδρή: goulandris.gr. Λεπτομέρειες για τον Κήπο των Ταρό, που φέτος ανοίγει την 1η Απριλίου 2023: ilgiardinodeitarocchi.it