Στις αρχές του 18ου αιώνα, όταν οι σημερινές ΗΠΑ ήταν ακόμα σε μεγάλο βαθμό μια ανεξερεύνητη ήπειρος, επικίνδυνη για τους ανθρώπους που την κατοικούσαν για τις επιδημίες, την πείνα, τους θηρευτές της άγριας φύσης, τα καιρικά φαινόμενα, αλλά και τις συγκρούσεις μεταξύ των αποίκων και των αυτόχθονων πληθυσμών που αγωνίζονταν να διατηρήσουν τη γη τους, επιβιβάστηκε στη Λουιζιάνα μια ομάδα γυναικών που δεν είχαν ιδέα τι θα συναντούσαν. Ήταν πρώην τρόφιμοι του Σαλπετριέρ, στο Παρίσι, οι οποίες είχαν επιλεγεί, από το προσωπικό του ιδρύματος, να ταξιδέψουν στα αμπάρια των πλοίων για να τροφοδοτήσουν τις γαλλικές αποικίες με μια φρέσκια φουρνιά από συζύγους και μητέρες.

Από αυτό το αληθινό γεγονός όχι τόσο μακρινό από εμάς, ούτε χρονικά ούτε τοπικά, αν σκεφτούμε τις αληθινές νύφες που εστάλησαν από την Ελλάδα στην Αμερική στις αρχές του εικοστού αιώνα ξεκίνησε η Julia Malye, στο πλαίσιο ενός μεταπτυχιακού δημιουργικής γραφής στο Όρεγκον όπου βρέθηκε με υποτροφία, να γράφει το μυθιστόρημά της «Τα κορίτσια του Λα Μπαλέν» (εκδ. Μεταίχμιο). Συμπληρώνοντας τα κενά με τη βοήθεια της μυθοπλασίας, η 31χρονη σήμερα Γαλλίδα συγγραφέας έδωσε φωνή σε κάποιες από εκείνες τις γυναίκες, οι οποίες έγιναν άποικοι ανεξάρτητα από τη θέλησή τους.

Στις αρχές του 18ου αιώνα, επιβιβάστηκε στη Λουιζιάνα μια ομάδα γυναικών που δεν είχαν ιδέα τι θα συναντούσαν. Ήταν πρώην τρόφιμοι του Σαλπετριέρ, στο Παρίσι, οι οποίες είχαν επιλεγεί, από το προσωπικό του ιδρύματος, να ταξιδέψουν στα αμπάρια των πλοίων για να τροφοδοτήσουν τις γαλλικές αποικίες με μια φρέσκια φουρνιά από συζύγους και μητέρες.

Μέσα από τις 650 σελίδες του βιβλίου, ακολουθούμε με ειλικρινή αγωνία τις Σαρλότ, Πετρονίλ και Ζενεβιέβ στο υπερατλαντικό ταξίδι τους, αλλά και στην κατοπινή ζωή τους, στην αποικία, όπου μπορεί οι δρόμοι τους να χωρίζουν όταν διανέμονται σαν εμπορεύματα στους συζύγους που συναντούν για πρώτη φορά, αλλά διασταυρώνονται ξανά, φυσικά ή έστω νοερά, για να βρει η μία στην άλλη παρηγοριά, υποστήριξη, ή και τα μέσα επιβίωσης σε έναν κόσμο ακόμα πιο εχθρικό αν είσαι γυναίκα.

Η αφετηρία τους, το Σαλπετριέρ, είναι τότε «ένα μεγάλο συγκρότημα όπου φιλοξενούνται γυναίκες και κορίτσια σε εξαιρετικά απάνθρωπες συνθήκες – μια φυλακή για εγκληματίες, ένα αναμορφωτήριο για τις ψυχικά ασθενείς και τις ανεπιθύμητες, καθώς και ένα ορφανοτροφείο για εγκαταλελειμμένα παιδιά» όπως σημειώνει η Μαρία Μαντή, η οποία μετέφρασε το μυθιστόρημα στα ελληνικά. Η Νέα Γαλλία, όπου καταλήγουν, είναι «η περιοχή που αποικήθηκε από τη Γαλλία στη Βόρεια Αμερική κατά τη διάρκεια μιας περιόδου που ξεκίνησε με την ανακάλυψη του Αγίου Λαυρεντίου από τον Ζακ Καρτιέ το 1534 και ολοκληρώθηκε με την εκχώρηση της Νέας Γαλλίας στην Ισπανία και τη Μεγάλη Βρετανία το 1763» προσθέτει η μεταφράστρια.

Στον τελικό προορισμό τους, κάποιες από εκείνες τις γυναίκες που ξεκίνησαν τη ζωή τους από τις παρυφές της κοινωνίας αποκτούν ένα είδος κύρους, πάντα μέσα στους έμφυλους περιορισμούς της εποχής τους. Αλλά ακόμα και όσες απλά παραμένουν ζωντανές, επιτυγχάνουν έναν μικρό άθλο. Από αυτή την άποψη, το μυθιστόρημα της Malye, πέρα από συναρπαστικό ανάγνωσμα, αποτελεί και μια εκδήλωση τιμής προς τη γυναικεία δύναμη.

Πώς συναντηθήκατε με την αληθινή ιστορία πίσω από τα «Κορίτσια του Λα Μπαλέν»; Και τι βρήκατε αρκετά ενδιαφέρον σε αυτήν ώστε να αποφασίσετε να την κάνετε μυθιστόρημα;

«Τη βρήκα τυχαία ενώ έκανα το μεταπτυχιακό μου στις Καλές Τέχνες στο Όρεγκον. Προτού επιστρέψω στη Γαλλία, ήθελα να επισκεφτώ τη Λουιζιάνα. Στην έρευνα που διεξήγαγα για την πόλη και τις σημαντικότερες γυναίκες της, ανακάλυψα την ξεχασμένη ιστορία των κοριτσιών. Ξαφνιάστηκα που δεν την είχα ξανακούσει ποτέ. Αλλά το γεγονός ότι ήταν και γυναίκες και στο περιθώριο εξηγεί το γιατί βρέθηκαν στη λήθη. Θέλησα λοιπόν να δω πώς θα μπορούσε η μυθοπλασία να τους δώσει ξανά ζωή».

Ξαφνιάστηκα που δεν είχα ξανακούσει ποτέ την ιστορία των “κοριτσιών του Λα Μπαλέν”. Αλλά το γεγονός ότι ήταν και γυναίκες και στο περιθώριο εξηγεί το γιατί βρέθηκαν στη λήθη. Θέλησα λοιπόν να δω πώς θα μπορούσε η μυθοπλασία να τους δώσει ξανά ζωή».

Ποια διαδικασία έρευνας ακολουθήσατε πριν από τη συγγραφή του βιβλίου; Είχατε την ευκαιρία να γνωρίσετε κάποιον απόγονο των αληθινών «κοριτσιών του Λα Μπαλέν»;

«Η πρώτη μου κίνηση όταν ανακάλυψα την ιστορία τους ήταν να αναζητήσω κάποιον από τους απογόνους τους. Στην έρευνά μου με βοήθησε ιδιαίτερα ο Randall Ladnier [συγγραφέας του βιβλίου «The Brides of La Baleine», μιας μελέτης της γενεαλογίας εκείνων των γυναικών]. Μακάρι να είχαμε την ευκαιρία να συναντηθούμε –παραλίγο να τα καταφέρουμε το 2017 στη Λουιζιάνα– αλλά πέθανε πριν από λίγα χρόνια.

»Η έρευνα για αυτό το μυθιστόρημα με οδήγησε, αναμφίβολα, σε αναπάντεχα μέρη! Εκτυλίχθηκε και στη Γαλλία και στις ΗΠΑ. Επισκέφτηκα τα αρχεία των δημόσιων νοσοκομείων του Παρισιού και τις ειδικές συλλογές του Πανεπιστημίου Τουλέιν στη Νέα Ορλεάνη. Ξεναγήθηκα στο τρικάταρτο πλοίο Le Belem [εμβληματικό πλοίο που έκανε υπερατλαντικά ταξίδια, μάλιστα ξαναταξίδεψε, από την Ελλάδα έως τη Γαλλία, για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού το 2024], το οποίο εντόπισα στη Χάβρη, έξω από την αίθουσα όπου διδάσκω δημιουργική γραφή. Αναζήτησα, στο Facebook, τον αρχηγό του έθνους των Νάτσεζ [αυτόχθονες στην περιοχή του Μισισιπί]. Ήρθα σε επαφή με έναν ειδικό στον πολιτισμό των Γιορούμπα [φυλή της δυτικής Αφρικής που είδε πολλά μέλη της να απάγονται και να μεταφέρονται ως σκλάβοι στις ΗΠΑ]. Ήταν για μένα σημαντικό να διεξαγάγω μια όσο το δυνατόν πιο μεθοδική έρευνα».

Mississippi Coast National Heritage Area

Τι σας σόκαρε ή σας ενέπνευσε περισσότερο στην αληθινή ιστορία των «κοριτσιών του Λα Μπαλέν»;

«Το γεγονός ότι είχαν ξεχαστεί με έκανε να αναρωτηθώ για ακόμα μία φορά πόσο πολλές γυναίκες βρέθηκαν μέσα στις ρωγμές της ιστορίας και πώς θα έμοιαζε μια “Ιστορία” γραμμένη από γυναίκες. Το γεγονός ότι τις θεωρούσαν περιθωριακές επίσης ήταν σημαντικό για εμένα, με ενδιέφερε ιδιαίτερα το ερώτημα του ανήκειν: Ποιος ταιριάζει στις νόρμες και ποιος όχι; Ποιος αποφασίζει τι/ποιος είναι “κανονικός” και τι/ποιος δεν είναι; Ποιες δυναμικές εξουσίας διακυβεύονται; Και πώς συνδέονται όλα αυτά με τους κανόνες στους οποίους οι γυναίκες καλούνται να υπακούν μέχρι σήμερα;».

«Mε ενδιέφερε ιδιαίτερα το ερώτημα του ανήκειν: Ποιος ταιριάζει στις νόρμες και ποιος όχι; Ποιος αποφασίζει τι/ποιος είναι “κανονικός” και τι/ποιος δεν είναι; Ποιες δυναμικές εξουσίας διακυβεύονται; Και πώς συνδέονται όλα αυτά με τους κανόνες στους οποίους οι γυναίκες καλούνται να υπακούν μέχρι σήμερα;».

Οι ιστορίες των κεντρικών χαρακτήρων των βιβλίων είναι βασισμένες, τουλάχιστον με κάποιον βαθμό ελευθερίας, σε αληθινές ιστορίες γυναικών ή αποτελούν καθαρή μυθοπλασία με την οποία επιδιώξατε, για παράδειγμα, να δείξετε τα διαφορετικά μονοπάτια που θα μπορούσε να ακολουθήσει μια γυναίκα σε εκείνη την εποχή;

«Δούλεψα με την αληθινή ιστορία των επιβατών του Λα Μπαλέν, ένα ιδιαίτερα συγκινητικό έγγραφο – το μόνο που έχει απομείνει από την ύπαρξη εκείνων των γυναικών είναι το όνομα, το επώνυμο και η ηλικία τους. Οι γυναίκες αφήνουν σχεδόν αδιόρατα ίχνη στα αρχεία, ωστόσο προσπάθησα να παραμείνω όσο το δυνατόν πιο κοντά στα αληθινά γεγονότα. Έχτισα λοιπόν αυτούς τους χαρακτήρες βασισμένη σε πολλές δευτερογενείς πηγές που διάβασα και σε ό,τι υπήρχε εντός της σφαίρας των δυνατοτήτων των Γαλλίδων που επιβιβάστηκαν στη δεκαετία του 1720 στις όχθες του Μισισιπί. Αλλά οι αγώνες, οι φόβοι, οι αμφιβολίες και οι επιθυμίες τους είναι δικές μου επινοήσεις».

«Οι γυναίκες αφήνουν σχεδόν αδιόρατα ίχνη στα αρχεία, ωστόσο προσπάθησα να παραμείνω όσο το δυνατόν πιο κοντά στα αληθινά γεγονότα. Έχτισα λοιπόν αυτούς τους χαρακτήρες βασισμένη σε πολλές δευτερογενείς πηγές που διάβασα και σε ό,τι υπήρχε εντός της σφαίρας των δυνατοτήτων των Γαλλίδων που επιβιβάστηκαν στη δεκαετία του 1720 στις όχθες του Μισισιπί».

Στις αφηγήτριες του μυθιστορήματός σας προσθέσατε και ένα κορίτσι από τη φυλή των Νάτσεζ, που ονομάσατε Ουντούγουα Ιτσοκόνι. Γιατί;

«Με ενδιέφερε να αφηγηθώ την επίθεση των Νάτσεζ, το 1729 [αληθινό γεγονός: μέλη της φυλής επιτέθηκαν σε γαλλική αποικία της Λουιζιάνα αφανίζοντάς τη], από διαφορετικές οπτικές. Ήθελα να θέσω κάποια ερωτήματα για τις τότε δυναμικές ισχύος αλλά και να τοποθετήσω εκείνες τις γυναίκες σε ένα ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο: η παρουσία τους καθαυτή ενίσχυε την αποικιοκρατία και ένα σύστημα καταστολής που οδήγησε σε θηριωδίες και γενοκτονίες.

»Η εναλλαγή οπτικών στο βιβλίο με προβλημάτισε: Πώς εγώ, μια λευκή Γαλλίδα, γεννημένη στη δεκαετία του ‘90, θα αναπαριστούσα την οπτική μιας αυτόχθονα που είχε γεννηθεί στις αρχές του 18ου αιώνα; Προσπάθησα να διεξαγάγω όσο το δυνατόν πιο προσεκτική έρευνα. Διάβασα πολλά βιβλία και ήρθα σε επαφή με τον αρχηγό του έθνους των Νάτσεζ, Hutke Fields, ο οποίος με παρέπεμψε ευγενικά σε σημαντικές πηγές, με βοήθησε με τη γλώσσα των Νάτσεζ και συμφώνησε να διαβάσει κάθε απόσπασμα του μυθιστορήματος που περιέγραφε χαρακτήρες της φυλής του. Η βοήθειά του ήταν τεράστια».

Η ιστορία των «κοριτσιών του Λα Μπαλέν» πώς συνδέεται με το σήμερα και ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ μετά την ανατροπή της απόφασης Roe v Wade και την επανεκλογή Trump;

«Ταξίδεψα στη Λουιζιάνα για πρώτη φορά έξι μήνες μετά την πρώτη εκλογή Trump και θυμάμαι εθελοντές της Planet Parenthood [μη κερδοσκοπικός οργανισμός που παρέχει αναπαραγωγική υγειονομική περίθαλψη, όπως τη δυνατότητα των αμβλώσεων] να κυκλοφορούν στους δρόμους της Νέας Ορλεάνης αναζητώντας δωρεές μετά από ριζικές περικοπές στο budget. Επέστρεψα στη Λουιζιάνα έξι μήνες πριν από την επανεκλογή Trump, το 2024. Μου φαινόταν σουρεαλιστική η ιδέα ότι στη συγκεκριμένη πολιτεία, και σε πολλές ακόμα, είχαν απαγορευτεί οι αμβλώσεις.

»Δεν μπορούμε να θεωρούμε τίποτα δεδομένο. Οι γυναίκες πρέπει να συνεχίσουν να αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους και παρόλο που, φυσικά, έχουν κερδηθεί σπουδαίες μάχες από την εποχή των “κοριτσιών του Λα Μπαλέν” νομίζω ότι το μυθιστόρημα εγείρει κάποια ερωτήματα για τη θέση των γυναικών που παραμένουν ανησυχητικά επίκαιρα».

«Δεν μπορούμε να θεωρούμε τίποτα δεδομένο. Οι γυναίκες πρέπει να συνεχίσουν να αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους και παρόλο που, φυσικά, έχουν κερδηθεί σπουδαίες μάχες από την εποχή των “κοριτσιών του Λα Μπαλέν” νομίζω ότι το μυθιστόρημα εγείρει κάποια ερωτήματα για τη θέση των γυναικών που παραμένουν ανησυχητικά επίκαιρα».

Η γυναικεία φιλία και, σε κάποιες περιπτώσεις, αγάπη παίζει καθοριστικό ρόλο στο βιβλίο σας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ένας μηχανισμός επιβίωσης για τις ηρωίδες σας και συνολικά για τις γυναίκες;

«Η καλλιέργεια ουσιαστικών σχέσεων είναι κρίσιμη για εκείνες τις γυναίκες οι οποίες εκτοπίζονται και αναζητούν τη σταθερότητα σε έναν κόσμο που αγωνίζονται να κατανοήσουν. Ένας τρόπος να ανακτήσουν την ελευθερία και την αυτενέργειά τους είναι να χτίσουν δεσμούς μεταξύ τους και να μοιραστούν κοινές εμπειρίες. Πίσω από κλειστές πόρτες, στην οικιακή σφαίρα, επιδιώκουν να επιλέξουν συμμαχίες και το ποιες θέλουν να είναι. Με ενδιέφεραν επίσης τα θέματα της προδοσίας και της απώλειας, που τις καθορίζουν εξίσου με τους ανθρώπους για τους οποίους νοιάζονται.

»Δεν νομίζω ωστόσο ότι αυτό αποτελεί αποκλειστικά γυναικείο χαρακτηριστικό. Και οι άντρες του μυθιστορήματος διψούν για αγάπη και φιλία».

Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε το μυθιστόρημά σας φεμινιστικό;

«Αφηγείται ιστορίες γυναικών και τις τοποθετεί στο επίκεντρό του. Είναι γραμμένο από τη δική τους οπτική και ασχολείται με θέματα όπως η γυναικεία αδελφότητα ή η μητρότητα, δείχνει πόσο σκληρά έχουν αγωνιστεί οι γυναίκες για την ελευθερία και την αυτενέργειά τους.

»Αλλά ελπίζω να είναι περισσότερα από ένα φεμινιστικό μυθιστόρημα, καθώς θέτει ευρύτερα ερωτήματα για την επιβίωση, την ταυτότητα, το ανήκειν».

«Ελπίζω να είναι περισσότερα από ένα φεμινιστικό μυθιστόρημα, καθώς θέτει ευρύτερα ερωτήματα για την επιβίωση, την ταυτότητα, το ανήκειν».

Μετακομίσατε, γύρω στα είκοσι χρόνια σας, στις ΗΠΑ, και αρχίσατε να γράφετε στα Αγγλικά. Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις στο να εξελίξετε λογοτεχνικά μια γλώσσα που δεν είναι η μητρική σας;

«Ως σπουδάστρια σε πρόγραμμα ανταλλαγής, στα 19 μου στην Καλιφόρνια, ανακάλυψα ότι βοηθάει στη βαθμολογία μου η συμμετοχή σε σεμινάρια γραφής. Αποφάσισα λοιπόν να κάνω αίτηση για προγράμματα της επόμενης χρονιάς και, όταν έκλεισα τα 21, μετακόμισα στο Όρεγκον. Με ενδιέφεραν ιδιαίτερα οι προκλήσεις της συγγραφής σε μια γλώσσα που δεν είναι η μητρική μου: είμαι ο ίδιος άνθρωπος και στα Γαλλικά και στα Αγγλικά; Οι χαρακτήρες που φαντάζομαι διαφέρουν ανάλογα με τη γλώσσα στην οποία γράφω; Πώς αλλάζει η φωνή μου όταν κάνω τη μετάβαση από τη μία γλώσσα στην άλλη; Η συγγραφή σε μια ξένη γλώσσα είναι μια εμπειρία απελευθερωτική και ταυτόχρονα τρομακτική. Στην περίπτωση αυτού του βιβλίου, το οποίο έγραψα και στα αγγλικά και στα γαλλικά, χρησιμοποίησα και τις δύο γλώσσες ως εργαλεία για να ξετυλίξω την ιστορία που ήθελα να αφηγηθώ».

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below