Κεντρική φωτογραφία: William Faithful
Σε μια εποχή που η ελληνική τηλεόραση γνωρίζει άνθηση, με νέες παραγωγές οι οποίες θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν άνετα μια θέση σε διεθνείς πλατφόρμες -και κάποιες, πράγματι, την εξασφαλίζουν- ήρθε μια συνταγή επιτυχημένη από την Τουρκία, οι «Παγιδευμένοι», νούμερο ένα αυτή τη στιγμή στη γειτονική χώρα, για να βρεθεί στα χέρια μιας ομάδας δημιουργών που κατάφεραν όχι απλώς να τη διεκπεραιώσουν στον ΑΝΤ1 αλλά να την απογειώσουν. Μέλος αυτής της ομάδας είναι και η Ταμίλλα Κουλίεβα, η οποία εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια αφήνει το δικό της ερμηνευτικό αποτύπωμα με την ήρεμη δύναμή της, σκιαγραφώντας και τις πιο λεπτές συναισθηματικές αποχρώσεις κάθε ρόλου που αναλαμβάνει, στο θέατρο, τον κινηματογράφο ή την τηλεόραση, δίχως να καταφεύγει σε εκρήξεις.
Σε αυτή την περίπτωση, μιας ιστορίας μυθοπλασίας που αρχίζει με τη δολοφονία ενός 20χρονου κοριτσιού για να ξετυλίξει, στη συνέχεια, τις γεμάτες αντιφάσεις ζωές των ηρώων της όπου κανένας δεν είναι απόλυτα αθώος, η Ταμίλλα Κουλίεβα ενσαρκώνει την «Υβόννη Δεληγιάννη-Χατζή», την αστή σύζυγο ενός μεγαλοδικηγόρου και μητέρα του «Άγγελου» που, αν και υπεράνω πάσης υποψίας στην αρχή, γρήγορα αποκαλύπτεται ότι είναι ο δολοφόνος.
«Στο ρόλο μού αρέσει πάρα πολύ που η “Υβόννη” καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στο αίσθημα δικαίου, που έχει πολύ αναπτυγμένο, και στην αγάπη για το παιδί της», εξηγεί στο Marie Claire η αγαπημένη ηθοποιός. «Για μένα βγάζει κάτι ενοχικό, που θα μπορούσα να πω ότι έχω ως κοινό μαζί της, γιατί για κάθε τι που κάνω αναρωτιέμαι συνεχώς αν είναι σωστό ή λάθος. Θεωρώ ότι φέρουμε ευθύνη για τις επιλογές μας, οπότε πάντα το παιδεύω».
«Για μένα η “Υβόννη” βγάζει κάτι ενοχικό, που θα μπορούσα να πω ότι έχω ως κοινό μαζί της, γιατί για κάθε τι που κάνω αναρωτιέμαι συνεχώς αν είναι σωστό ή λάθος. Θεωρώ ότι φέρουμε ευθύνη για τις επιλογές μας, οπότε πάντα το παιδεύω»
Η Ταμίλλα είναι πολύ περήφανη για τον γιο της, Στέφανο, και δεν θα μπορούσε ποτέ να τον φανταστεί να βρίσκεται στη θέση του τηλεοπτικού παιδιού της, ωστόσο «μπορώ κατά βάθος να κατανοήσω την “Υβόννη”. Κάποιες αιτίες μπορεί να οδηγήσουν τον καθένα μας σε ακραίες πράξεις».
Οι «Παγιδευμένοι» σκύβουν διερευνητικά πάνω από την ιστορία του δολοφόνου και, αποφεύγοντας τις σεναριακές ευκολίες, επιχειρούν να απαντήσουν στα «γιατί», χωρίς φυσικά να τον απαλλάξουν από τις ευθύνες του και να πέσουν στη παγίδα του victim blaming. «Μεγαλώνοντας ο “Άγγελος” υπέστη bullying από τον πατέρα του και η “Υβόννη” δεν βρήκε ποτέ το σθένος να τον υπερασπιστεί. Κι αυτό το φέρει βαρέως, φυσικά. Ήταν όμως και η ίδια θύμα. Και μιλάμε για μια οικογένεια ευκατάστατη, αστή, κοσμική. Τη βλέπουμε να αρχίζει να προσπαθεί να εκφράσει το τι της συμβαίνει και το πώς αισθάνεται, αλλά καλό είναι να μη φτάνουμε σε ακραία γεγονότα για να διεκδικήσουμε τη θέση μας, ειδικά μέσα στην οικογένεια.
«Ο άνθρωπος που βιώνει τη βία, ίσως και από την παιδική ηλικία, στιγματίζεται και διαμορφώνεται από αυτό, δεν είναι εύκολο να ξεφύγει. Σήμερα όμως γίνεται τεράστια προσπάθεια από την κοινωνία να τον υποστηρίξει όταν αποφασίσει να μιλήσει, κι αυτό είναι μεγάλη υπόθεση».
»Ο άνθρωπος που βιώνει τη βία, ίσως και από την παιδική ηλικία, στιγματίζεται και διαμορφώνεται από αυτό, δεν είναι εύκολο να ξεφύγει. Σήμερα όμως γίνεται τεράστια προσπάθεια από την κοινωνία να τον υποστηρίξει όταν αποφασίσει να μιλήσει, κι αυτό είναι μεγάλη υπόθεση».
Προσωπικά έχετε αντιμετωπίσει ποτέ βίαιες συμπεριφορές, έστω και λεκτικής βίας, στις προσωπικές σχέσεις σας;
«Νομίζω ότι όταν είσαι με έναν άνθρωπο που σε αγαπάει πραγματικά, σε αφουγκράζεται και σε κατανοεί, θα συμπεριφερθεί αναλόγως. Οπότε στη σχέση με τον πρώην σύζυγό μου είχα πάντα πολλή ελευθερία, γιατί το χειρότερο που μπορεί να μου πει κάποιος είναι “μη”. Ή, καλύτερα, είχα την εμπιστοσύνη του, γιατί η λέξη ελευθερία είναι παρεξηγήσιμη.
»Αυτό που με διαμόρφωσε όμως είναι ότι βίωσα την απόρριψη ως παιδί, την οποία νομίζω ότι δούλεψα αρκετά με τον εαυτό μου και μετέτρεψα σε δύναμη. Ένιωθα συνεχώς την ανάγκη να αποδεικνύω πράγματα στη μητέρα μου, ακόμα και αν εκείνη δεν θα τα μάθαινε ποτέ. Για παράδειγμα, σε ηλικία έξι ετών με είχε αποσύρει από το καλλιτεχνικό πατινάζ, που ήθελα πολύ να συνεχίσω, γιατί είδε ότι μια φίλη μου, η οποία ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερη από εμένα, ήταν πολύ καλύτερη. Αν το έλεγα αυτό τώρα στη μητέρα μου είμαι σίγουρη ότι δεν θα το θυμόταν, αλλά αυτά τα πράγματα αποτυπώνονται στο μυαλό των παιδιών, μπορεί να γίνουν τεράστια και να τα καθορίσουν για όλη την υπόλοιπη ζωή τους.
»Αν ένα παιδί το μετατρέψει αυτό σε αποφασιστικότητα και δημιουργικότητα, μπορεί να βγει κάτι καλό. Αλλά γενικά θεωρώ ότι πρέπει να επιβραβεύουμε συνεχώς τα παιδιά μας. Τουλάχιστον ως μητέρα θεωρώ ότι απέφυγα κάποια λάθη των δικών μου γονιών».
«Γενικά θεωρώ ότι πρέπει να επιβραβεύουμε συνεχώς τα παιδιά μας. Τουλάχιστον ως μητέρα θεωρώ ότι απέφυγα κάποια λάθη των δικών μου γονιών».
Η Ταμίλλα Κουλίεβα γνώρισε τον πρώην σύζυγό της και πατέρα του γιου τους, τον σκηνοθέτη Γρηγόρη Καραντινάκη, στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, όπου φοιτούσαν και οι δύο, και τον ακολούθησε στην Ελλάδα. Σήμερα θυμάται με αγάπη τον πρώτο της καιρό εδώ, παρά τις όποιες δυσκολίες προσαρμογής: «Όταν πρωτοήρθα με εντυπωσίαζε το γεγονός ότι ο κόσμος έβρισκε χρόνο για τον εαυτό του, να πιει έναν καφέ στην υπέροχη λιακάδα της Ελλάδας, το οποίο βεβαίως μού ήταν ξένο, γιατί στη Μόσχα είχα συνηθίσει σε πιο έντονους ρυθμούς. Πλέον νομίζω ότι οι ρυθμοί έχουν αλλάξει και πρέπει να διεκδικούμε και στην Ελλάδα τον προσωπικό μας χρόνο».
Πώς ζήσατε το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, δεδομένης της ρωσικής καταγωγής σας;
«Η πρώτη αντίδραση ήταν να μην το πιστεύω. Κάθε πρωί που ξυπνούσα, πριν να ανοίξω τα μάτια μου έλεγα, όχι, δεν είναι αλήθεια. Μετά, αισθάνεσαι ενοχή. Ζω στην Ελλάδα τόσα χρόνια, αλλά νιώθω σαν να πρέπει να απολογηθώ για τον πόλεμο της Ρωσίας. Σαν να αποφάσισε κάποιος να κάνει κάτι εκ μέρους σου – αυτό πιστεύω ότι το αισθάνθηκε πολύς κόσμος που έχει ρωσικό διαβατήριο. Προσπάθησα όμως να συνειδητοποιήσω ότι προσωπικά δεν έχω σχέση με τον πόλεμο, ότι το κόστος της γεωπολιτικής σκακιέρας είναι να υποφέρουν πάντα απλοί άνθρωποι.
«Η πρώτη αντίδραση ήταν να μην το πιστεύω. Κάθε πρωί που ξυπνούσα, πριν να ανοίξω τα μάτια μου έλεγα, όχι, δεν είναι αλήθεια. Μετά, αισθάνεσαι ενοχή. Ζω στην Ελλάδα τόσα χρόνια, αλλά νιώθω σαν να πρέπει να απολογηθώ για τον πόλεμο της Ρωσίας».
»Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ακόμα πιο οδυνηρό, γιατί μιλάμε για δύο αδελφικούς λαούς, τους οποίους ενώνει μια κοινή ιστορία. Οι παππούδες τους πολεμούσαν μαζί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτή τη στιγμή έχουμε πολλούς φίλους εκεί. Αρκετοί καλλιτέχνες έφυγαν, αρκετοί έμειναν και για όσους έμειναν είναι ακόμα πιο δύσκολο, γιατί πρέπει να βρίσκουν τρόπο, μέσα στη λογοκρισία, να εκφράζουν την άποψή τους και να αντιδρούν. Σύμφωνα με μια ανώνυμη στατιστική, που εμπιστεύομαι γιατί ενημερώνομαι διαρκώς και διασταυρώνω πληροφορίες, ο περισσότερος κόσμος στη Ρωσία δεν υποστηρίζει την απόφαση του Πούτιν.
»Με χαροποιεί πάντως, όχι λόγω της καταγωγής μου αλλά ως καλλιτέχνη, το ότι έχουν αρχίσει δειλά δειλά να ανεβαίνουν ξανά ρωσικά έργα. Σκοπός ενός καλλιτέχνη μπορεί να είναι να χτίζει πολιτιστικές γέφυρες ανάμεσα σε λαούς, κράτη, πολιτισμούς».
Μια από τις πρώτες ερμηνείες που ανέδειξαν τις ικανότητές της μετά τον ερχομό της στην Ελλάδα ήταν στην ταινία «Βασιλική», του Βαγγέλη Σερντάρη, η οποία άνοιξε το δρόμο και για τον τηλεοπτικό ρόλο που θα έβαζε την Ταμίλλα Κουλίεβα στα σπίτια όλων μας. Κάπως έτσι, έδωσε ραντεβού με τον Αιμίλιο Χειλάκη και τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη στο «Η ζωή που δεν έζησα», για να αφηγηθεί μια ιστορία ανατρεπτική για τα στερεότυπα του 1998, μιας γυναίκας μέσης ηλικίας που συνάπτει ερωτική σχέση με έναν άντρα σχεδόν συνομήλικο του γιου της. «Τότε η διαφορά ηλικίας θεωρούταν θέμα άξιο συζήτησης και ακόμα είναι, αν και σε μικρότερο βαθμό. Νομίζω ότι η ελληνική κοινωνία είναι αρκετά συντηρητική».
Η Ταμίλλα έγινε γνωστή σε ολόκληρη την Ελλάδα κυριολεκτικά μέσα σε μία νύχτα: «Το επόμενο πρωί που ξύπνησα, με ήξεραν όλοι. Άλλαξε ο κόσμος μου. Είναι πολύ δύσκολο να χειριστείς την αναγνωρισιμότητα. Αλλάζει τη συμπεριφορά ακόμα και ανθρώπων που γνωρίζεις χρόνια. Η πρόκληση είναι να μη γίνεις έρμαιό της, τότε δεν μπορείς να πας παρακάτω ως προσωπικότητα, ως καλλιτέχνης, ως οτιδήποτε – κυνηγάς αυτό, που είναι και εφήμερο, γιατί σήμερα κάνεις μια επιτυχημένη σειρά και αύριο μια αποτυχημένη. Ευτυχώς για μένα η αναγνωρισιμότητα ήρθε στα 30 μου».
«Το επόμενο πρωί που ξύπνησα, με ήξεραν όλοι. Άλλαξε ο κόσμος μου. Είναι πολύ δύσκολο να χειριστείς την αναγνωρισιμότητα. Αλλάζει τη συμπεριφορά, ακόμα και ανθρώπων που γνωρίζεις χρόνια».
Λέτε ευτυχώς γιατί αν είχε έρθει νωρίτερα δεν θα είχατε την ωριμότητα να τη διαχειριστείτε;
«Χειρότερα είναι όταν έρχεται αργότερα. Τότε, δεν έχεις το περιθώριο να το δουλέψεις. Έχεις συνηθίσει να είσαι “εργάτης”, και ξαφνικά έρχεται η αναγνωρισιμότητα και σε βαράει κατακέφαλα! Αν σου συμβεί ενώ είσαι μικρότερος, έχεις το περιθώριο για χαστούκια».
Στο Χόλιγουντ έχει ξεκινήσει συζήτηση γιατί συχνά οι γυναίκες καλούνται να ερμηνεύσουν ρόλους πολύ μεγαλύτερης ηλικίας από την αληθινή τους. Σας είχε ενοχλήσει αυτό στο «Η ζωή που δεν έζησα»;
«Ήμουν 30 και η ηρωίδα μου ήταν 45-50 ετών. Ο γιος μου, τον οποίο ερμήνευε ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, ήταν δύο χρόνια μικρότερός μου. Αλλά ήμουν πάρα πολύ περήφανη που κέρδισα αυτό το στοίχημα, γιατί ο κόσμος δεν στάθηκε εκεί, αν έδειχνα ή δεν έδειχνα την ηλικία της ηρωίδας μου. Ήταν η μορφή αυτής της γυναίκας που έπεισε, γι’ αυτό έμεινε στη μνήμη και είχε αυτή την επιτυχία».
«Ήμουν 30 και η ηρωίδα μου ήταν 45-50 ετών. Ο γιος μου, τον οποίο ερμήνευε ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, ήταν δύο χρόνια μικρότερός μου. Αλλά ήμουν πάρα πολύ περήφανη που κέρδισα αυτό το στοίχημα, γιατί ο κόσμος δεν στάθηκε εκεί, αν έδειχνα ή δεν έδειχνα την ηλικία της ηρωίδας μου. Ήταν η μορφή αυτής της γυναίκας που έπεισε, γι’ αυτό έμεινε στη μνήμη και είχε αυτή την επιτυχία».
Σήμερα πάντως, όπως σχολιάζουν και διάφορα δημοσιεύματα που επικεντρώνονται στην εμφάνισή σας, «μικροδείχνετε». Πώς αντιμετωπίζετε το πέρασμα του χρόνου;
«Δεν έχω δυσκολευτεί, προς το παρόν, με το πέρασμα του χρόνου. Ίσα ίσα, με τα χρόνια έρχεται και κάποια ωριμότητα, που απολαμβάνω. Κατά τα άλλα, η ηλικία μου δεν με εμποδίζει να κάνω πράγματα που έκανα και μικρότερη. Μπορώ μάλιστα να πω ότι έχω γίνει πιο δραστήρια. Κολυμπάω τον χειμώνα, κάνω γιόγκα εδώ και πέντε χρόνια. Θέλω να αρχίσω πάλι ιππασία, που έκανα όταν ήμουν φοιτήτρια».
«Η Μάρω Κοντού, που θεωρώ και φίλη, είναι μια γυναίκα χωρίς ηλικία. Όποτε τη συναντώ, μου κάνει restart σε όλα τα επίπεδα. Ξέρει πώς να χαίρεται απλά, καθημερινά πράγματα. Δεν επαναπαύεται, είναι διαρκώς σε μια δημιουργική και δραστήρια διαδικασία»
Το να «μικροδείχνετε», πάντως, «εμπνέει» και άρθρα που εστιάζουν στους κοιλιακούς σας.
«Το να ασχολείται ένα δημοσίευμα με το σώμα μου είναι απενοχοποίηση. Δεν με ενοχλεί, με διασκεδάζει. Αν και σε καμία περίπτωση δεν προσπαθώ να κάνω επίδειξη. Θαυμάζω τους ανθρώπους που αγαπούν τη ζωή, τον εαυτό τους, το σώμα, το μυαλό τους. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι για μένα η Μάρω Κοντού, που θεωρώ και φίλη. Είναι μια γυναίκα χωρίς ηλικία. Όποτε τη συναντώ, μου κάνει restart σε όλα τα επίπεδα. Ξέρει πώς να χαίρεται απλά, καθημερινά πράγματα. Δεν επαναπαύεται, είναι διαρκώς σε μια δημιουργική και δραστήρια διαδικασία. Αυτό είναι, θεωρώ ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να επαναπαύεται. Το να θέλεις να κάνεις πράγματα δεν έχει σχέση με την ηλικία σου».
Για τους «Παγιδευμένους»
Ένα νεαρό κορίτσι δολοφονείται. Μία δικηγόρος και ένας εισαγγελέας συναντιούνται και αναγκάζονται να συνεργαστούν για να βρουν τον πραγματικό ένοχο. Έχουν, όμως, εντελώς διαφορετική φιλοσοφία ζωής. Για τον Δημήτρη, ο νόμος και η δικαιοσύνη είναι το ίδιο. Για την Άννα, άλλο ο νόμος και άλλο η δικαιοσύνη.
Παγιδευμένοι σ’ έναν λαβύρινθο μυστικών, ψάχνουν να βρουν διέξοδο. Μέσα από μια δαιδαλώδη διαδρομή συναισθημάτων, αναζητούν την αλήθεια. Κανείς τους, όμως, δε θα μπορέσει να ξεχωρίσει την πραγματικότητα από την οφθαλμαπάτη. Ποιοι είναι οι πραγματικοί δράστες και ποιοι οι ηθικοί αυτουργοί; Η πορεία προς την εξιχνίαση του εγκλήματος θα τους φέρει πιο κοντά, αλλά θα κλυδωνίσει και τις σχέσεις των προσώπων που είναι γύρω τους.
Η σειρά βασίζεται στο format YARGI. Παραγωγή: AY YAPIM. Creator: Kerem Catay. Πρωτότυπο σενάριο: Sema Ergenekon
Συντελεστές
Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους ο Μιχάλης Λεβεντογιάννης (Δημήτρης Μαρκέτος) και η Μάρθα Λαμπίρη – Φεντόρουφ (Άννα Ροδίτη).
Πρωταγωνιστούν: Κίμωνας Κουρής, Πέτρος Λαγούτης, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Στάθης Σταμουλακάτος, Σταύρος Τσουμάνης, Βασίλης Τριανταφύλλου, Σόλωνας Τσούνης, Μαριλένα Ράδου, Ναταλία Πελέκα, Άννα Καλαϊτζίδου, Σοφία Μανωλάκου, Άννα Πορφύρη, Αθηνά Ροδίτου, , Νίκος Ιωαννίδης, Βίκτωρας Πέτσας, Μαρία Μαραγκού, Δημήτρης Πίτσος, Αλίκη Κακολύρη, Παύλος Πιέρρος, Γεωργία Ματσούκα, Αλεξάνδρα Ούστα, Εβελίνα Γουρνά, Αστέρης Κρικώνης, Αλεξάνδρα Στεργίου, Βασίλης Αφεντούλης, Ανδρομάχη Δαυλού, Γιάννης Ζωγράφος, Φώτης Πετρίδης, Κωστής Ραμπαβίλας, Δήμητρα Καρακωνσταντή, Μάνος Γερονυμάκης.
Στον ρόλο του Σπύρου Μαρκέτου ο Παύλος Ορκόπουλος. Στον ρόλο του Γεράσιμου Μαρκέτου ο Στέφανος Κυριακίδης. Στον ρόλο της Ειρήνης Ροδίτη η Ντίνα Μιχαηλίδου. Στον ρόλο της Χρύσας Ροδίτη η Σοφία Φαραζή. Στον ρόλο της Υβόννης Χατζή η Ταμίλλα Κουλίεβα.
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιάννης Λαπατάς. ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΕΝΑΡΙΟΥ: Σωτηρία Ψευτούδη. ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ: PEDIO PRODUCTIONS
Δείτε το νέο τρέιλερ των «Παγιδευμένων»:
Info
Περισσότερες πληροφορίες για τους «Παγιδευμένους» θα βρείτε εδώ.
Ευχαριστούμε το Jenny’s Cafe (Λεωφ. Καρέα 100, Βύρωνας) για τη φιλοξενία της συνέντευξης και της φωτογράφισης.