Στην περιοδική ομαδική έκθεση «Η Σαγήνη του Αλλόκοτου», στο Μεσοπάτωμα της Εθνικής Πινακοθήκης, τα τέσσερα έργα του Χριστόφορου Κατσαδιώτη που υπέστησαν βανδαλισμό τη Δευτέρα 10 Μαρτίου από τον βουλευτή της «Νίκης», Νίκο Παπαδόπουλο, «Εικόνισμα 1ο», «Εικόνισμα 16ο», «Εικόνισμα 17ο» και «Άγιος Χριστόφορος», έχουν παραμείνει σκόπιμα στο δάπεδο με σπασμένα τα τζάμια της κορνίζας.
Το κείμενο μιας νέας επιγραφής, με τίτλο «To σύμπτωμα», εξηγεί τον λόγο για τον οποίο διατηρήθηκε ο χώρος ανέγγιχτος μετά το συμβάν: «Η επιμελήτρια της έκθεσης και διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης [η ιστορικός της τέχνης Συραγώ Τσιάρα] με τη σύμφωνη γνώμη του καλλιτέχνη αποφάσισε να διατηρήσει ορατά τα ίχνη της βίας και του βανδαλισμού ως σύμπτωμα». Κατά κάποιον τρόπο, διατρέχοντας τον κίνδυνο να υποβαθμίσω μια σκηνή ποινικού αδικήματος, η συγκεκριμένη περιοχή της έκθεσης ανέλαβε μια ακόμα λειτουργία, της εγκατάστασης-σχόλιο για τον φανατισμό και τη λογοκρισία.
Στην ειδική ξενάγηση, που διοργανώνεται εκτάκτως μετά το περιστατικό, η κ. Τσιάρα μας εισάγει καταρχήν στο σκεπτικό της έκθεσης «Η Σαγήνη του Αλλόκοτου»:
«Αποτελεί μια παράλληλη, τρόπον τινά, εκδήλωση, μια έκθεση που οργανώθηκε σε συνομιλία με τα χαρακτικά του Francisco Goya “Los Caprichos”, μέρος της μόνιμης συλλογής της Εθνικής Πινακοθήκης. Αυτά αποτέλεσαν τομή για την εποχή τους, ήταν ρηξικέλευθα, ήταν τα πρώτα έργα τέχνης στα οποία ο Goya απελευθερώθηκε από τις παραγγελίες της ισπανικής Αυλής και έκανε έργα προσωπικά, στα οποία θέλησε να αναδείξει τη δική του στάση και την κριτική του ματιά απέναντι στα δεινά της τότε ισπανικής κοινωνίας. Στηλιτεύει με πολύ σκληρό, αιχμηρό τρόπο τη δεισιδαιμονία, την άγνοια, τη διαφθορά των κοινωνικών και πολιτικών θεσμών, ερχόμενος αντιμέτωπος με την Ιερά Εξέταση και την πιο σκληρή συντήρηση της εποχής του. Αυτά τα έργα κρίθηκαν εκ των υστέρων η απαρχή του μοντερνισμού, διότι θεωρήθηκαν ως προ-φροϊδικά. Ο Φρόιντ μιλάει το 1900 και το 1910 για την ερμηνεία των ονείρων και την απελευθέρωση του ασυνειδήτου και των ενστίκτων, όμως ο Goya ήδη από το 1797-1800 μέσα από αυτά τα χαρακτικά αποκαλύπτει τα βαθύτερα ψυχικά τραύματα, τις αντιφάσεις, τις συγκρούσεις της εποχής, δημιουργεί αιχμηρά ψυχογραφήματα της κοινωνίας. […]
«Τα χαρακτικά του Francisco Goya “Los Caprichos” ήταν ρηξικέλευθα, ήταν τα πρώτα έργα τέχνης στα οποία ο Goya απελευθερώθηκε από τις παραγγελίες της ισπανικής Αυλής και έκανε έργα προσωπικά, στα οποία θέλησε να αναδείξει την κριτική του ματιά απέναντι στα δεινά της τότε ισπανικής κοινωνίας».
»Σε αυτά λοιπόν τα έργα, που αποτέλεσαν τομή για την ιστορία και την κοινωνία εκείνη την εποχή, θέλησα να συνεχίσω το πρόγραμμα του Ενδιάμεσου Χώρου. Ο Ενδιάμεσος Χώρος είναι μια ιδέα που ξεκινάει πάντοτε από την ίδια την Πινακοθήκη, την ιστορία της, τη συλλογή της και τα έργα της, και τα συζητάει με καινούρια δεδομένα στη σημερινή εποχή. Η πρώτη έκθεση, που προηγήθηκε, ήταν της Ρένας Παπασπύρου. Ακολουθεί λοιπόν αυτή η ομαδική έκθεση δέκα καλλιτεχνών [Άγγελος Αντωνόπουλος, Γιάννης Γαΐτης, Σίλεια Δασκοπούλου, Μαριάννα Ιγνατάκη, Διονύσης Καβαλλιεράτος, Χριστόφορος Κατσαδιώτης, Τάσος Μαντζαβίνος, Μαλβίνα Παναγιωτίδη, Άγγελος Παπαδημητρίου, Φίλιππος Τσιτσόπουλος]».
Κατόπιν η κ. Τσιάρα μάς ξεναγεί σε κάθε έργο ξεχωριστά, επισημαίνοντας ότι η έκθεση δεν αρχίζει και τελειώνει στα τέσσερα που υπέστησαν τις καταστροφές. Όπως εξηγεί: «Οι καλλιτέχνες εδώ και 150 χρόνια τουλάχιστον δεν αναγνωρίζουν μόνο το ωραίο, δεν αναγνωρίζουν μόνο ήρεμες, ευχάριστες ψυχικές καταστάσεις. Δεν μελετούν μόνο την εικόνα του όμορφου. Μελετούν το άσχημο, είτε εξωτερικά είτε τις σκοτεινές περιοχές του ανθρώπινου ψυχισμού, αυτή είναι η δύναμη της τέχνης, να αποκαλύπτει πράγματα που δεν φαίνονται εκ πρώτης όψεως και να κάνει έρευνα. Επίσης η τέχνη θέτει ερωτήματα, δεν δίνει απαντήσεις. Και πολύ συχνά οι καλλιτέχνες οικειοποιούνται, παίρνουν και κάνουν δικούς τους κώδικες της προηγούμενης εποχής για να το φέρουν στο σήμερα και να μεταφέρουν καινούριο μήνυμα».
Εστιάζοντας στα έργα του Χριστόφορου Κατσαδιώτη προσθέτει: «Ο Χριστόφορος Κατσαδιώτης χρησιμοποιώντας την εικονογραφική παράδοση και τον τύπο του εικονίσματος κάνει την οικειοποίηση (appropriation) -ένα κίνημα στην παγκόσμια τέχνη με δεκαετίες παράδοσης- της φόρμας της θρησκευτικής εικόνας για να δημιουργήσει αιχμηρά ψυχικά πορτρέτα, κοινωνικά ψυχογραφήματα. Είναι ένας καλλιτέχνης που όντως μιλάει για σκοτεινές πλευρές του ψυχισμού μας, για το αλλόκοτο, το γκροτέσκο που είναι κομμάτι όλων μας, κι αυτό που μας κάνουν οι καλλιτέχνες και μας φέρνει καμιά φορά σε δύσκολη θέση είναι ότι το φέρνουν μπροστά μας με έναν τρόπο. […] Αυτό ίσως να είναι κάτι που μπορεί να σε ταράξει και σε έναν βαθμό να οφείλονται και οι αντιδράσεις».
«Ο Χριστόφορος Κατσαδιώτης χρησιμοποιώντας την εικονογραφική παράδοση και τον τύπο του εικονίσματος κάνει την οικειοποίηση -ένα κίνημα στην παγκόσμια τέχνη με δεκαετίες παράδοσης- της φόρμας της θρησκευτικής εικόνας για να δημιουργήσει αιχμηρά ψυχικά πορτρέτα, κοινωνικά ψυχογραφήματα».
Κοινό σημείο των δέκα καλλιτεχνών που εκπροσωπούνται στην έκθεση είναι ότι από διαφορετικές αφετηρίες εναγκαλίζονται και εικονίζουν το αλλόκοτο, το υβριδικό, το γκροτέσκο. Στοιχεία, ωστόσο, που συναντάμε στην τέχνη εδώ και κοντά χίλια χρόνια, ακόμα και στην ορθόδοξη εικονογραφία, όπως επισημαίνει η κ. Τσιάρα με αφορμή ένα ερμάριο που εκτίθεται, το οποίο υπήρχε στο γραφείο της Διεύθυνσης της Εθνικής Πινακοθήκης από τότε που το παρέλαβε από την προκάτοχό της:
«Σε αυτό το έπιπλο, ένα ερμάριο γοτθικού ρυθμού, όλες αυτές οι φιγούρες οι γκροτέσκες, οι παραμορφωμένες, που συνδέουν στοιχεία μάσκας ανθρώπου και ζώου με θρησκευτικά μοτίβα από τον 13ο αιώνα, μου είχαν προκαλέσει τεράστιο ενδιαφέρον. Ήξερα, λόγω των σπουδών μου, ότι ήδη από τον Μεσαίωνα και τη γοτθική τέχνη άρχισε να αναδεικνύεται το γκροτέσκο στοιχείο. […] Το στοιχείο αυτό της παραμόρφωσης υπήρχε ήδη στην εκκλησιαστική τέχνη, οι εικόνες της Παναγίας σε πολλά μοναστήρια και ναούς έχουν το στοιχείο της ασχήμιας και της παραμόρφωσης, επίσης ο Άγιος Χριστόφορος αποδίδεται κυνόμορφος – και σήμερα, αν επισκεφτείτε το Χριστιανικό και Βυζαντινό Μουσείο, θα τον δείτε. Σε αυτό λοιπόν το στοιχείο της υβριδικότητας θεωρώ ότι η ορθόδοξη εικονογραφία έχει πολύ μεγάλη ανεκτικότητα, δημοκρατία και συμπεριληπτικότητα, συμπεριέλαβε αυτό το στοιχείο πολύ προτού το εντοπίσω και το προβάλω σε αυτή την έκθεση, έχοντας ανοίξει ακόμα και τη θρησκευτική εικονογραφία στο αλλόκοτο και το διαφορετικό. Γι’ αυτό αποφάσισα να συμπεριλάβω στην έκθεση και τα έργα του Χριστόφορου Κατσαδιώτη».
Στη συνέχεια, αναφέρεται στο συμβάν της Δευτέρας, ξεκαθαρίζοντας ότι πρόκειται για μια πράξη βανδαλισμού που καταδικάστηκε απερίφραστα από την πρόεδρο και το Δ.Σ. της Εθνικής Πινακοθήκης. Ήδη κινήθηκαν νομικά με αγωγή κατά του δράστη από την πρώτη κιόλας μέρα. Υποστηρίζει ωστόσο πως «πάρα πολλά στοιχεία έχουν παραποιηθεί, που με κάνουν να σκεφτώ ότι υπάρχει και μια ενορχήστρωση πίσω από αυτό, θεωρώ ότι σκόπιμα παραποιούνται στοιχεία και προβάλλονται αναληθή περιστατικά. Τα έργα [που βανδαλίστηκαν] βρίσκονται στο πάτωμα, δεν έχουν μετακινηθεί ούτε εκατοστό από τότε, δεν είναι τα έργα που βλέπετε στα μέσα και στην τηλεόραση».
«Τα έργα [που βανδαλίστηκαν] βρίσκονται στο πάτωμα, δεν έχουν μετακινηθεί ούτε εκατοστό από τότε, δεν είναι τα έργα που βλέπετε στα μέσα και στην τηλεόραση».
Όπως τονίζει η κ. Τσιάρα: «Δεν είχα και δεν θα έχω ποτέ στη ζωή μου την πρόθεση να προσβάλω ούτε τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των ανθρώπων ούτε την Εκκλησία ούτε το κοινό αίσθημα των επισκεπτών, δεν θα το έκανα ποτέ. Δεν θα επιχειρούσα ποτέ σκόπιμα να προκαλέσω αντιδράσεις στους ανθρώπους που είναι θρησκευόμενοι ούτε να θίξω την ευαισθησία τους. Αντιθέτως, γνωρίζω, μελετώ την ορθόδοξη εικονογραφία γιατί με ενδιαφέρει πάρα πολύ και με ενδιαφέρει το πώς οι καλλιτέχνες φέρνουν στο σήμερα την παράδοση και πώς συνομιλούν με αυτήν».
Για τα έργα του Χριστόφορου Κατσαδιώτη εξηγεί, ειδικότερα: «Όλη αυτή η έρευνα έχει να κάνει με την υποκειμενικότητα του καλλιτέχνη. Έχει να κάνει με την ψυχοσύνθεσή του. Έχει να κάνει με την κοινωνική κριτική που ασκεί, όπως όλοι οι σκεπτόμενοι καλλιτέχνες στην κοινωνία. Δεν ζωγραφίζει την Παναγία. Δεν κάνει λατρευτικές εικόνες. Κάνει αιχμηρά ψυχογραφήματα της κοινωνίας και βαθύτερες αναλύσεις και προσεγγίσεις».
Παρόλο που η έκθεση «έρεε κανονικά», όπως λέει, από τον Ιανουάριο του 2025 που εγκαινιάστηκε, τις τελευταίες μέρες η Εθνική Πινακοθήκη δέχεται απειλές και κατάρες όπως «θα σας κάψουμε», «θα βάλουμε φωτιά στην Πινακοθήκη», «θα πάτε στην Κόλαση». «Μετά τις πρώτες απειλές που δεχτήκαμε, ενισχύσαμε τα μέτρα φύλαξης των συγκεκριμένων έργων. Οι κάμερες προσανατολίστηκαν εκ νέου, προστέθηκαν περισσότερες -γι’ αυτό σήμερα μπορούμε να μιλάμε με αυτό το υλικό-, τα έργα καρφώθηκαν στον τοίχο, ενώ πριν ήταν απλώς αναρτημένα. Γι’ αυτό βλέπετε ότι το σύστημα ανάρτησης έμεινε στη θέση τους, τα έργα αποσπάστηκαν και οι βίδες τους έμειναν στον τοίχο.
»Όλα όσα συμβαίνουν προφανώς θα μας απασχολήσουν στο μέλλον για να δούμε αν πρέπει να πάρουμε επιπλέον μέτρα ή να αλλάξουμε κάτι, σας λέω όμως από θέση αρχής ότι δεν θεωρώ σωστό να λειτουργούμε υπό το κράτος του φόβου απέναντι στον φανατισμό» δηλώνει η κ. Τσιάτρα. «Ως επιμελήτρια και διευθύντρια έκανα μια επιλογή έργων, προφανώς σκέφτηκα στο πλαίσιο ποιας έκθεσης και σε ποιο χώρο μπαίνουν, με κάθε ειλικρίνεια ούτε μου πέρασε από το μυαλό ούτε σκόπευα να προκαλέσω το κοινό αίσθημα και αν δεν γινόταν αυτή η ενορχηστρωμένη επίθεση νομίζω ότι οι οποίες αντιδράσεις θα ήταν στο πλαίσιο του λογικώς αναμενόμενου και θα μπορούσαν να συμβούν και σε άλλες εκθέσεις. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν γυμνά [σε έργα που εκτίθενται], δηλαδή θα αρχίσουμε να φοβόμαστε για τα αυτονόητα;».
Τις τελευταίες μέρες η Εθνική Πινακοθήκη δέχεται απειλές και κατάρες όπως «θα σας κάψουμε», «θα βάλουμε φωτιά στην Πινακοθήκη», «θα πάτε στην Κόλαση».
Σε απάντηση δημοσιογράφου που συγκρίνει το περιστατικό με παρόμοια του εξωτερικού, η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης καταλήγει πως το κοινό τους είναι ότι έχουν να κάνουν «με πρακτικές λογοκρισίας, προφανώς είναι διεθνές φαινόμενο, προφανώς είναι κάτι που δυστυχώς δεν θα τελειώσει σήμερα, γνωρίζω ότι η περίπτωση αυτή θα προστεθεί στις υπό μελέτη περιπτώσεις στο μέλλον, αυτά θα τα πει η Ιστορία. Ως διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης με ενδιαφέρει να ξεπεράσουμε αυτή την κατάσταση ως το δυνατόν πιο ομαλά και εκπαιδευτικά, αν θέλετε, για τον δημόσιο διάλογο. Κάνουμε πολύ μεγάλη προσπάθεια να μη διακόψουμε τίποτα από τις προγραμματισμένες εκδηλώσεις μας, να λειτουργούμε ομαλά, συντεταγμένα και ήρεμα».
Δείτε το βίντεο του βανδαλισμού, από τις κάμερες της Εθνικής Πινακοθήκης:
Info
Francisco Goya, «Los Caprichos», επιμέλεια Κατερίνα Ταβαντζή, Κεντρικό Κτήριο ΕΠΜΑΣ, επίπεδο -2. «Η Σαγήνη του Αλλόκοτου», επιμέλεια Συραγώ Τσιάρα, Κεντρικό Κτήριο ΕΠΜΑΣ, Ενδιάμεσος Χώρος, Μεσοπάτωμα. Διάρκεια εκθέσεων, έως Σεπτέμβριο 2025. Περισσότερες πληροφορίες: www.nationalgallery.gr