Κι εκεί που βομβαρδίζεσαι από ερεθίσματα που μοιάζουν ίδια στα κουρασμένα αυτιά σου, έρχεται μια δημιουργός να αναζωπυρώσει την επιθυμία για εξερεύνηση της μουσικής. Αυτή είναι η Alkyone, μια νέα τραγουδοποιός από την Έδεσσα. Αρκεί να ακούσεις τα πρώτα single της, «Genesis» και «Oh, mother», και τις διασκευές της στο παραδοσιακό ηπειρώτικο «Ξενιτεμένα μου πουλιά» και το «Αερικό» του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Μιλήσαμε μαζί της, ενώ περιμένουμε το πρώτο της άλμπουμ με έντεκα ονειρικά κομμάτια και τίτλο «Exit Sign» τον Μάιο.
Παίζεις πιάνο από τα επτά χρόνια σου, το οποίο μάλιστα επέλεξες εσύ να μάθεις. Τι σε γοητεύει σε αυτό, από μικρό παιδί;
«Ο πατέρας μου παίζει πιάνο και το έχω συνδέσει με την παιδική ηλικία μου. Προτού ακόμα εκείνος με γράψει στο ωδείο, άκουγα κομμάτια στο σπίτι και προσπαθούσα, με το αυτί, να τα παίξω. Επιπλέον, είναι ένα πολυφωνικό όργανο με το οποίο μπορείς να εκφράσεις μια πολύ μεγάλη γκάμα συναισθημάτων. Είναι μια ολόκληρη ορχήστρα από μόνο του».
Με ποια μουσικά ερεθίσματα μεγάλωσες;
«Ο μπαμπάς μου είχε μια ερασιτεχνική μπάντα και έπαιζε παραδοσιακή μουσική, παλιά λαϊκά και έντεχνα. Άκουγε όμως και πολλή κλασική μουσική. Όταν ήμουν μικρή, στο σπίτι έπαιζε συνέχεια στο background κάποιος δίσκος, ειδικά το βράδυ, όταν κοιμόμουν. Επίσης η κινηματογραφική μουσική έπαιξε σημαντικό ρόλο. Τον “Άρχοντα των Δαχτυλιδιών” τον βλέπω, σταθερά, κάποιες φορές μέσα στο χρόνο! Δεν τον βαριέμαι ποτέ, γιατί είναι ένας πλήρης κόσμος φτιαγμένος από το μηδέν στο μυαλό ενός ανθρώπου. Αλλά θεωρώ σκέτη μαγεία και τη μουσική του, γιατί με μεταφέρει αλλού. Στο λύκειο, και ακόμα περισσότερο στο πανεπιστήμιο, άρχισαν να μου αρέσουν και οι indie, οι alternative καλλιτέχνες. Είχαν έναν άλλο χώρο στη μουσική, που δεν έχει η pop».
Ποιοι δημιουργοί έχουν καθορίσει κυρίως τη δική σου μουσική;
«Ενδεικτικά, αγαπώ τους Bon Iver, από τότε που τους άκουσα για πρώτη φορά έγιναν βάλσαμο στην ψυχή μου. Τους Florence and the Machine. Τη Λόρα Μάρλινγκ. Συνθέτες σάουντρακ όπως ο Αλεξάντρ Ντεσπλά. Από Έλληνες, ας πούμε Αλκίνοο Ιωαννίδη, Θανάση Παπακωνσταντίνου και πολλή μελοποιημένη ποίηση».
«Σίγουρα δεν έχω τα ίδια ερεθίσματα που έχει κάποιος στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη. Αλλά, κακά τα ψέματα, η επαρχία είναι πιο ανθρώπινη. Έτσι θέλω να πιστεύω. Βγαίνεις έξω, συναντάς γνωστούς στο δρόμο και σε ρωτούν πώς είσαι. Αυτό ίσως λείπει από μια μεγάλη πόλη».
Το γεγονός ότι ζεις στην Έδεσσα έχει γίνει, κατά κάποιον τρόπο, τροχοπέδη στην εξέλιξή σου;
«Σίγουρα δεν έχω τα ίδια ερεθίσματα που έχει κάποιος στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη. Αλλά, κακά τα ψέματα, η επαρχία είναι πιο ανθρώπινη. Έτσι θέλω να πιστεύω. Βγαίνεις έξω, συναντάς γνωστούς στο δρόμο και σε ρωτούν πώς είσαι. Αυτό ίσως λείπει από μια μεγάλη πόλη, όπου ο καθένας ξεχνιέται από τη ρουτίνα του.
»Ίσως χάνω χρόνο στο πηγαινέλα, γιατί εργάζομαι σε σχολείο ως δασκάλα ειδικής αγωγής, οπότε όταν σχολάω έρχομαι στο σπίτι να πάρω φαγητό και αμέσως μετά φεύγω, σφαίρα, για το στούντιο. Η διαδρομή είναι μιάμιση ώρα για να πάω και μιάμιση ώρα για να γυρίσω. Δεν παραπονιέμαι όμως, γιατί χαίρομαι που ζω σε μια μικρή πόλη. Σε μια μεγάλη, άλλωστε, θα έτρωγα τον ίδιο χρόνο στην κίνηση».
Έχεις χρησιμοποιήσει ποτέ τη μουσική ως εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής;
«Έκανα την πρακτική μου σε ειδικό σχολείο, όπου υπήρχαν παιδάκια τα οποία αγαπούσαν πάρα πολύ να ακούν μουσική, ιδιαίτερα στο φάσμα του αυτισμού. Θυμάμαι, συγκεκριμένα, ένα μικρό παιδάκι με το οποίο δεν υπήρχε λεκτική επικοινωνία αλλά κάθε φορά που άρχιζα να παίζω αρμόνιο στο σχολείο ερχόταν κοντά και έβαζε τα χέρια του πάνω, θέλοντας να παράξει ήχο. Χαμογελούσε πλατιά όταν το έκανε, κι αυτό εμένα μού έλεγε πάρα πολλά, ότι το ηρεμούσε. Αυτή τη στιγμή κάνω παράλληλη στήριξη σε δημόσιο δημοτικό σχολείο, όπου δεν έχω χρησιμοποιήσει τη μουσική όσο θα ήθελα».
«Θυμάμαι, συγκεκριμένα, ένα μικρό παιδάκι με το οποίο δεν υπήρχε λεκτική επικοινωνία αλλά κάθε φορά που άρχιζα να παίζω αρμόνιο στο σχολείο ερχόταν κοντά και έβαζε τα χέρια του πάνω, θέλοντας να παράξει ήχο».
Σήμερα περνάς πολύ χρόνο και στο ορεινό χωριό των γονιών σου, έξω από την Έδεσσα. Τι σε εμπνέει εκεί;
«Είναι κάποια μέρη που δεν έχουν ταμπέλα. Μπορείς να φανταστείς ότι είσαι οπουδήποτε στον κόσμο. Εκεί νιώθω σαν τον Μικρό Πρίγκιπα που έχει προσγειωθεί κάπου και αναζητά το δρόμο του. Με εμπνέουν τα πουλιά, πάρα πολύ – μου αρέσει να κάθομαι και να κοιτάω τα σμήνη στον ουρανό. Στη φύση συμβαίνουν πράγματα που έχουμε συνηθίσει να μην παρατηρούμε.
»Στη φύση υπάρχει ηρεμία, αρμονία και μια δικαιοσύνη χωρίς διακρίσεις, ενώ στην κοινωνία μας αναρωτιέσαι γιατί κάποιος άλλος έχει περισσότερα ή λιγότερα δικαιώματα από εσένα. Νομίζω ότι ο κόσμος δεν είναι φτιαγμένος για να είναι άδικος».
Για ποια θέματα προτιμάς να μιλάς στα τραγούδια σου;
«Δεν μου βγαίνει τόσο εύκολα, ας πούμε, να γράψω ερωτικά τραγούδια. Άλλοι το κάνουν μακράν καλύτερα. Συνήθως με τραβούν πιο κοινωνικά θέματα και πράγματα που έχουν να κάνουν με μια εσωτερική αναζήτηση. Μου αρέσει επίσης να πλάθω εικόνες που έχουν να κάνουν με μια συνειδητοποίηση: ότι ανήκουμε σε κάτι πιο μεγάλο από εμάς. Ότι χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλον. Ότι είμαστε τώρα εδώ και πρέπει να το ζήσουμε. Ότι όλοι θέλουμε να αφήσουμε μια μικρή πατημασιά στον κόσμο, αλλά μετά καθόμαστε και λέμε ότι θα έρθει η θάλασσα να τη σβήσει. Όλες αυτές τις σκέψεις θέλω να μοιραστώ. Τώρα αν προσφέρουν παρηγοριά σε κάποιον άλλο και νιώσει λιγότερο μόνος, θα είναι ευχής έργον».
«Δεν μου βγαίνει τόσο εύκολα, ας πούμε, να γράψω ερωτικά τραγούδια. Άλλοι το κάνουν μακράν καλύτερα. Συνήθως με τραβούν πιο κοινωνικά θέματα και πράγματα που έχουν να κάνουν με μια εσωτερική αναζήτηση».
Γιατί έχεις επιλέξει να γράφεις σε αγγλικό στίχο;
«Μεγαλώνοντας τα ελληνικά ακούσματά μου ήταν πολύ έντονα, οπότε όταν προσπαθούσα να ντύσω με μελωδία έναν ελληνικό στίχο ένιωθα ότι έμοιαζε με κάτι που είχα ακούσει ήδη. Παρακολουθούσα και πολλές ταινίες, οπότε το να γράψω στα αγγλικά μού βγήκε φυσικά. Στην πράξη, παρατήρησα ότι και η τοποθέτηση της φωνής μου ήταν διαφορετική σε ένα αγγλικό τραγούδι. Γράφοντας στα αγγλικά, άρχισε να αλλάζει και ο τρόπος με τον οποίο τραγουδούσα στα ελληνικά».
Μέσα από τις διασκευές σου τι επιδιώκεις να δώσεις σε ένα γνωστό κομμάτι;
«Είναι μια προσωπική ανάγκη, να ακούσω ένα τραγούδι με διαφορετικό τρόπο και, τελικά, να το μοιραστώ. Είναι σαν να παίρνεις μια πάνινη κούκλα, από αυτές που, στα πολύ παλιά χρόνια, τα παιδιά έντυναν με διαφορετικά υφάσματα, να την ντύνεις και ξαφνικά να σου φαίνεται ότι έχει αλλάξει πάρα πολύ. Αυτό το θεωρώ τρομερά ενδιαφέρον και δημιουργικό. Αισθάνομαι σαν ένα παιδάκι που παίζει».
«Είναι σαν να παίρνεις μια πάνινη κούκλα, από αυτές που, στα πολύ παλιά χρόνια, τα παιδιά έντυναν με διαφορετικά υφάσματα, να την ντύνεις και ξαφνικά να σου φαίνεται ότι έχει αλλάξει πάρα πολύ».
Είχες feedback από τον Θανάση Παπακωνσταντίνου για τη διασκευή του «Αερικού»;
«Του έστειλα το “Αερικό”, μου ευχήθηκε καλή επιτυχία και μου έκανε τα σχόλιά του. Είναι, γενικά, ένας πολύ ευγενικός άνθρωπος και επειδή κι αυτός ζει σε χωριό, ένιωσα ότι μου ήταν πολύ οικείος, σαν να είχαμε ξαναμιλήσει. Μου φάνηκε πολύ όμορφο το γεγονός ότι μπήκε στη διαδικασία να επικοινωνήσει μαζί μου ένας τραγουδοποιός με τα κομμάτια του οποίου έχουμε μεγαλώσει πάρα πολλοί».
Συστήθηκες πάντως στο κοινό με μια διασκευή στα «Ξενιτεμένα μου πουλιά». Η νέα γενιά αναβιώνει την παραδοσιακή μουσική;
«Ναι, είμαι ακόλουθος αυτού του κύματος. Υπάρχει τεράστιος θησαυρός σε αυτή, μερικά κομμάτια έχουν γραφτεί για κάθε εποχή. Και κάθε φορά που βλέπεις νέους να τα τραγουδούν σε συναυλίες, αισθάνεσαι σαν να αδελφώνονται γενιές, σαν να κουβαλάς πολλούς ανθρώπους μέσα σου».
Υπάρχει μια αισθητική συνέπεια στην οπτικοποίηση της μουσικής σου. Ποια είναι η διαδικασία πίσω από τις εικόνες;
«Επειδή στη μουσική μου υπάρχει πολύ έντονα το ονειρικό στοιχείο, ανάμεσα στο φανταστικό και τον πραγματικό κόσμο, δεν μου ταίριαζαν οι πολύ καθαρές εικόνες. Αυτό το κατάλαβαν πολύ καλά η φίλη μου, Αλεξία Τυριακίδου, με την οποία τραβάμε τις φωτογραφίες και τα βίντεο, και ο Δημήτρης Μητσιόπουλος, με τον οποίο κάνουμε την επεξεργασία τους.
»Οτιδήποτε παρουσιάζουμε θέλουμε να είναι ειλικρινές και αυθεντικό. Το αποτέλεσμα βασίζεται πάρα πολύ στο πώς αισθανόμαστε τη δεδομένη ημέρα. Όσες φορές έχουμε προσπαθήσει να το σχεδιάσουμε από πριν, βγαίνει στημένο και έχουμε αποφασίσει ότι δεν ταιριάζει στη δική μας δουλειά».
«Επειδή στη μουσική μου υπάρχει πολύ έντονα το ονειρικό στοιχείο, ανάμεσα στο φανταστικό και τον πραγματικό κόσμο, δεν μου ταίριαζαν οι πολύ καθαρές εικόνες».
Έχεις δημιουργική ελευθερία από τη δισκογραφική σου;
«Συνεργάζομαι με τον Αλέξανδρο Καρόζα, ο οποίος ζει στο εξωτερικό και είναι εξαιρετικός μουσικοσυνθέτης. Τον γνώρισα εντελώς τυχαία, μέσω της οικογένειάς μου, και συνεργάστηκα μαζί του γιατί εξαρχής βίωσα αυτή την ελευθερία. Μου είπε, δεν έχω διάθεση να σε αλλάξω, οτιδήποτε πάμε να “στήσουμε” θα χαλάσει την ουσία. Οπότε μάς αφήνει ελεύθερους να δοκιμάζουμε πράγματα με την ομάδα μου, με μια πολύ πατρική επίβλεψη, που δεν αισθάνομαι καθόλου ότι μάς περιορίζει».
Παρακολουθήστε τη διασκευή του «Αερικού» του Θανάση Παπακωνσταντίνου από την Alkyone:
Info
Περισσότερες πληροφορίες για την Alkyone και το πλήρες έργο της στο alkyone.net