Πόσοι από εμάς σε μια δύσκολη συναισθηματικά περίοδο καταφεύγουμε σε μια αγαπημένη ταινία για να ανακουφιστούμε και ίσως να βρούμε λύσεις σε προβλήματα; Με αυτό τον τρόπο χρησιμοποιούμε, έστω ενστικτωδώς, τον κινηματογράφο ως θεραπευτικό εργαλείο.
Ας προσπαθήσουμε τώρα να φανταστούμε να την παρακολουθούμε σε δημόσιο χώρο και μετά να μοιραζόμαστε με τους υπόλοιπους θεατές, αλλά και με τους δημιουργούς της, όπως με τον σκηνοθέτη και τους πρωταγωνιστές της, τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας, στον βαθμό που επιθυμούμε και μπορούμε να εκτεθούμε και υπό την καθοδήγηση ενός επαγγελματία ψυχικής υγείας. Κάπως έτσι είναι η εμπειρία του Cinematherapy του Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας (DISFF), του μοναδικού στον κόσμο μόνιμου προγράμματος κινηματογραφοθεραπείας, για το οποίο μάλιστα η ελληνική διοργάνωση έχει συνεργαστεί με κινηματογραφικά φεστιβάλ από όλο τον κόσμο, ταξιδεύοντας μέχρι το Λος Άντζελες (Los Angeles Greek Film Festival), όπως αφηγείται στο Marie Claire η επικεφαλής του, η συνθετική ψυχοθεραπεύτρια Ντενίς Νικολάκου.
Η κινηματογραφοθεραπεία χρησιμοποιείται από πολλούς επαγγελματίες ψυχικής υγείας, όχι μόνο στο εξωτερικό αλλά και στην Ελλάδα, επικουρικά στο πλαίσιο της ψυχοθεραπείας τα τελευταία χρόνια. Αλλά η θεμελιώδης ιδέα της, του διαύλου επικοινωνίας του κινηματογράφου με το ασυνείδητό μας, ανάγεται στις απαρχές της έβδομης τέχνης. Ένα χαρακτηριστικό δείγμα, νομίζω, αυτής της στενής σχέσης είναι η ταινία μικρού μήκους «Ο ανδαλουσιανός σκύλος» του Λιουίς Μπουνιουέλ σε συνεργασία με τον Σαλβαδόρ Νταλί (1929), όπου οι δημιουργοί αποτύπωσαν τα όνειρα που είχαν δει στον ύπνο τους – και ένα κομμάτι της ιστορίας του Υπερρεαλισμού. Ο όρος cinematherapy προτάθηκε για πρώτη φορά στα μέσα της δεκαετίας του ’90 από τον Dr. Gary Solomon, γνωστό και σαν «The Movie Doctor».
Η κ. Νικολάκου έχει εντάξει την κινηματογραφοθεραπεία στις συνεδρίες της πιλοτικά το 2006 και μόνιμα από το 2009. Τη ρωτάω λοιπόν πώς μπορεί, πρακτικά, ο κινηματογράφος να συνδυαστεί με την ψυχοθεραπεία: «Αφού έχεις δουλέψει με έναν θεραπευόμενο κατά προσέγγιση για τρεις έως έξι μήνες και έχετε αποσαφηνίσει πλήρως το αίτημα, του προτείνεις μια ταινία όσο το δυνατόν πιο κοντά σε αυτό. Είτε παρακολουθεί την ταινία στο σπίτι είτε προβάλλεις συγκεκριμένες σκηνές ώστε μέσα από τη διαδικασία της θέασης και τον μηχανισμό της ταύτισης να φέρει στη συζήτηση υλικό που θα παίξει καθοριστικό ρόλο και θα διευκολύνει τον θεραπευόμενο. Κάνουμε δηλαδή ένα shortcut στην ψυχοθεραπεία, αλλά με την κινηματογραφοθεραπεία ως εργαλείο που την ενισχύει, όχι ως μεμονωμένη θεραπευτική μέθοδο».
«Κάνουμε ένα shortcut στην ψυχοθεραπεία, αλλά με την κινηματογραφοθεραπεία ως εργαλείο που την ενισχύει, όχι ως μεμονωμένη θεραπευτική μέθοδο».
Δεν υπάρχει ηλικιακό όριο για την κινηματογραφοθεραπεία, απευθύνεται ακόμα και σε παιδιά. Έτσι το Φεστιβάλ Δράμας έχει επίσης ξεκινήσει, εδώ και δύο χρόνια, ένα πρόγραμμα Cinematherapy στα σχολεία της πόλης όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων, μέσα από το οποίο παραδίδει τη σκυτάλη στους εκπαιδευτικούς ώστε να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν στις σχολικές αίθουσες τον κινηματογράφο και ως εργαλείο αυτογνωσίας και θεραπείας.
Το Cinematherapy για ενήλικες διεξάγεται στη διάρκεια της εβδομάδας του Φεστιβάλ Δράμας, στις αρχές του φθινοπώρου. Σε αυτή την περίπτωση βέβαια η κ. Νικολάκου δεν εφαρμόζει την κινηματογραφοθεραπεία όπως στις συνεδρίες της, αλλά την έχει προσαρμόσει στις συνθήκες μιας «ανοιχτής εκδήλωσης με ζωντανό κοινό». Χρησιμοποιεί προσεκτικά επιλεγμένες ταινίες ως αφετηρίες συζητήσεων για θέματα ψυχικής υγείας όπου συμμετέχουν συντελεστές και κοινό. Το πρόγραμμα εγκαινιάστηκε δυναμικά το 2020, με την ταινία «Ψυχρός πόλεμος» του Πάβελ Παβλικόφσκι, παρουσία του σκηνοθέτη.
Στη 47η διοργάνωση του DISFF (2-8 Σεπτεμβρίου 2024) γιόρτασε τα πέμπτα γενέθλιά του με μια νέα προσθήκη, τις συζητήσεις ΨTalk, όπου κάθε χρόνο «ένα επιφανές πρόσωπο από τον χώρο των γραμμάτων και των τεχνών θα μιλάει ανοιχτά για ένα θέμα ψυχικής υγείας που αντιμετώπισε το ίδιο, από κάποια φοβία ή αγχώδη διαταραχή μέχρι μια απώλεια, φυσικά μόνο κατόπιν δικής του επιθυμίας να το προβάλει».
Το Cinematherapy του Φεστιβάλ Δράμας χρησιμοποιεί προσεκτικά επιλεγμένες ταινίες ως αφετηρίες συζητήσεων για θέματα ψυχικής υγείας όπου συμμετέχουν συντελεστές και κοινό. Εγκαινιάστηκε δυναμικά το 2020, με την ταινία «Ψυχρός πόλεμος» του Πάβελ Παβλικόφσκι, παρουσία του σκηνοθέτη.
Στόχος του Φεστιβάλ Δράμας είναι το Cinematherapy «να διευρυνθεί σε τέτοιον βαθμό ώστε πλέον ολόκληρη η κινηματογραφική κοινότητα να αντιλαμβάνεται ότι οι ταινίες λειτουργούν και ως φάρμακο για την ψυχή – όχι ως πανάκεια αλλά ως βάλσαμο». Προσωπικός στόχος της κ. Νικολάκου, να αρχίσουμε να «παρακολουθούμε ταινίες με ένα πιο ενεργητικό βλέμμα, που δεν συνδέεται μόνο με την όραση αλλά και με την αμυγδαλή του εγκεφάλου μας. Μέσα από μια ψυχοεκπαίδευση, ο κινηματογράφος να ανοίγει κάποιες λυχνίες στον εγκέφαλό μας ώστε να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα τον εαυτό μας. Τότε, για μένα, θα έχει κερδηθεί το στοίχημα».
Αυτή η ψυχοεκπαίδευση έχει ήδη ξεκινήσει για τους Δραμινούς και όλους τους φίλους του Φεστιβάλ Δράμας. Όταν συναντώ την κ. Νικολάκου είναι ακόμα συναισθηματικά φορτισμένη από την προηγούμενη βραδιά Cinematherapy, γύρω από το «Βίωμα» του Angel Saft, μια ταινία μυθοπλασίας μικρού μήκους όπου μια ομάδα νέων ανθρώπων συζητά στο πλαίσιο θεραπευτικής συνεδρίας –με τους Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη, Νίκο Ζεγκίνογλου, Φλομαρία Παπαδάκη, μεταξύ άλλων ηθοποιών. Όπως μού αφηγείται η ειδικός, σε εκείνη τη συζήτηση πήρε τον λόγο από το κοινό κάποιος «που μιλούσε για πρώτη φορά μετά από οκτώ χρόνια ψυχοθεραπείας. Κατάρρευσε, έβαλε τα κλάματα, και μετά ήταν σαν να άνοιξε μια κάνουλα και να συμπαρέσυρε όλη την αίθουσα. Κάποια στιγμή μπαίνει μέσα ο Γιάννης Σακαρίδης [ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Δράμας] και μας βλέπει να κλαίμε, να γελάμε, να εκφραζόμαστε – κάποιοι ανοίχτηκαν σε πολύ βαθύ επίπεδο, ζήτησα να μην καταγράψει κανένας τίποτα με το κινητό του. Η συζήτηση κράτησε τριάντα λεπτά παραπάνω, ο κόσμος δεν σταματούσε να μιλάει. Για αυτές τις στιγμές ζω».
Μια γεύση από αυτή την εμπειρία πήρα την επόμενη ημέρα, όταν συμμετείχα στο Cinematherapy για την ταινία μικρού μήκους «Skeleton tree», μια ιστορία μυθοπλασίας που αγγίζει με λεπτό χιούμορ θέματα όπως η προσωπική απώλεια και η αυτοκτονία, παρουσία του σκηνοθέτη-σεναριογράφου Χάρη Ζαλαβρά και των ηθοποιών Αλέξανδρου Λογοθέτη και Χρύσα Κλούβα. Για περίπου μία ώρα ανταλλάξαμε βιώματα, προβληματισμούς και παρακολουθήσαμε την καίρια παρέμβαση της κ. Νικολάκου, η οποία τόνισε ότι δεν αφήνουμε ποτέ και για κανέναν λόγο μόνο του κάποιον που φοβόμαστε ότι σκέφτεται να δώσει τέλος στη ζωή του.
Η ειδικός πιστεύει πάρα πολύ στη δύναμη του μοιράσματος, σε ένα ασφαλές πλαίσιο πάντα: «Θέλω να ενθαρρύνω τον κόσμο να μοιράζεται πράγματα για τα οποία νιώθει ενοχή. Ένα συντριπτικό ποσοστό αυτής της ενοχής είναι υλικό που μας έχει επιβληθεί, δεν προέρχεται από δικές μας πράξεις και ενέργειες, απλώς εμείς έχουμε απορροφήσει όλο τον αρνητικό αντίκτυπο. Νομίζουμε ότι το να μοιραστούμε κάτι εκθέτει εμάς, στην ουσία όμως εκθέτει τους ανθρώπους που λειτουργούν σε βάρος άλλων, κακοποιητικά, γιατί σε αυτόν ακριβώς τον μηχανισμό της ενοχής ποντάρουν για να δρουν ανενόχλητοι».
«Θέλω να ενθαρρύνω τον κόσμο να μοιράζεται πράγματα για τα οποία νιώθει ενοχή. Ένα συντριπτικό ποσοστό αυτής της ενοχής είναι υλικό που μας έχει επιβληθεί, δεν προέρχεται από δικές μας πράξεις και ενέργειες».
Η ίδια γνωρίζει καλά πόσο λυτρωτικό μπορεί να είναι το μοίρασμα, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της ψυχοθεραπείας. Ήταν μια ψυχοθεραπεύτριά της, «η καλύτερη που είχα ποτέ, με ανθρωπιστική προσέγγιση», που τη βοήθησε να συμφιλιωθεί με τον εαυτό της. Σε ένα ατύχημα που είχε όταν ήταν μικρή έχασε το χέρι της και στο σχολείο «είχα τρομερή δυσκολία να με αποδεχτώ, αναρωτιόμουν, ποιο αγόρι θα θέλει να είναι μαζί μου; Δεν με απέρριψε κανένας αλλά είχα απομονωθεί επειδή εγώ το ήθελα, διάβαζα πάρα πολλά βιβλία και μπήκα στη διαδικασία να αποστηθίζω “πιασάρικες” ατάκες για να έχω αποδοχή. Μάλλον από αντίδραση έγινα πολύ καλή μαθήτρια, για να κάνω αναπλήρωση άλλων δικών μου κενών και να μπω σε μια παρέα παιδιών που ήταν καλοί μαθητές και “άρτιοι” – που, τέλος πάντων, δεν τους έλειπε κάτι τόσο προφανές όσο σε εμένα. Στην ψυχοθεραπεία μου βγήκε ότι είχα καταπιέσει τον εαυτό μου για χρόνια για να με αποδεχτούν οι άλλοι».
Αναρωτιέμαι αν όσοι αγαπούμε τον κινηματογράφο και ούτως ή άλλως παρακολουθούμε πολλές ταινίες μπορούμε, ακόμα και αν δεν κάνουμε ψυχοθεραπεία, να εφαρμόσουμε κάποιες τεχνικές της κινηματογραφοθεραπείας στο σπίτι, ώστε να εισπράξουμε τουλάχιστον μερικά από τα οφέλη της. Η απάντηση της κ. Νικολάκου δεν είναι αρνητική, αλλά συνοδεύεται από πολλούς, μεγάλους αστερίσκους.
Καταρχήν, σε όποιο πλαίσιο κι αν δοκιμάσουμε το cinematherapy, η επιλογή κάθε ταινίας γίνεται με συγκεκριμένα κριτήρια, όπως τα παρακάτω που παραθέτει η συνθετική ψυχοθεραπεύτρια:
-Σχετικότητα της ταινίας με τα προσωπικά βιώματα, τα συναισθήματα, τους προβληματισμούς ενός ατόμου. «Αν, για παράδειγμα, κάποιος αντιμετωπίζει άγχος, μπορεί να τον βοηθήσει μια ταινία που σχετίζεται με την υπερνίκηση των φόβων».
-Δυνατότητα ταύτισης του θεατή με τους χαρακτήρες της. «Ενισχύει τη συναισθηματική εμπλοκή του και επιτρέπει την καλύτερη κατανόηση των καταστάσεων που βιώνει».
-Είδος ταινίας. «Για παράδειγμα μια κωμωδία είναι κατάλληλη για την ανακούφιση από το στρες ενώ ένα δράμα μπορεί να διευκολύνει την αναγνώριση και την επεξεργασία δύσκολων καταστάσεων και συναισθημάτων».
Σε όποιο πλαίσιο κι αν δοκιμάσουμε το cinematherapy, η επιλογή κάθε ταινίας γίνεται με συγκεκριμένα κριτήρια.
-Ένα μήνυμα ή ακόμα και λύση που προσφέρει. «Μπορεί, π.χ., να μας δώσει ελπίδα εκεί που τη χρειαζόμαστε, να μας παρακινήσει, να μας εμπνεύσει».
-Αισθητική και καλλιτεχνική αξία. Μεταξύ άλλων, να έχει καλή αφηγηματική δομή και να μας επιτρέπει να εμβαθύνουμε σε συναισθηματικούς κόσμους και ιδέες.
Προκειμένου φυσικά μια ταινία να έχει ψυχικά οφέλη, είναι σημαντικό ο θεατής «να παρατηρεί τα συναισθήματα που του προκαλεί και να τα επεξεργάζεται». Η επεξεργασία τους μπορεί να γίνει εσωτερικά, με νοερές σημειώσεις που κρατήσαμε παρακολουθώντας την, αλλά και με τη βοήθεια μιας συζήτησης, με φίλους ή γνωστούς, μετά την προβολή. Έτσι, μπορεί να μας παρακινήσει «να δούμε καταστάσεις από εντελώς διαφορετική οπτική γωνία και να επεξεργαστούμε ζητήματα που μας απασχολούν».
Ωστόσο υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις όπου η κινηματογραφοθεραπεία αντενδείκνυται– ή τουλάχιστον συγκεκριμένες ταινίες:
-Διαταραχή μετατραυματικού στρες. «Ταινίες με σκηνές έντονης βίας και τραυματικά γεγονότα μπορεί να προκαλέσουν αναβίωση τραυματικών αναμνήσεων, να λειτουργήσουν ως trigger για το τραύμα».
-Ψυχωσικές διαταραχές (όπως σχιζοφρένεια). «Ταινίες όπου διαστρεβλώνεται η πραγματικότητα μπορεί να προκαλέσουν σύγχυση με τη φαντασία σε άτομα με ψυχώσεις, επιδεινώνοντας την κατάστασή τους».
–Κατάθλιψη. Ταινίες ιδιαίτερα δραματικές, με καταθλιπτικά στοιχεία, «μπορεί να εντείνουν τα συναισθήματα ματαιότητας και απελπισίας». Ή, αντιθέτως, με υπερβολικά αισιόδοξη προσέγγιση ενδέχεται να προκαλέσουν «μια αίσθηση απογοήτευσης ή ακόμα και ενοχής λόγω της αδυναμίας του θεατή να ταυτιστεί με τις θετικές εξελίξεις τους».
Ιδιαίτερα όταν μιλάμε για σοβαρές διαταραχές, το «DIY cinematherapy» «μπορεί να οδηγήσει σε δυσάρεστα ή ακόμα και μη ελεγχόμενα συναισθήματα, να προκαλέσει περισσότερη βλάβη παρά θεραπεία, οπότε θεωρώ απόλυτα απαραίτητη την παρέμβαση και την καθοδήγηση από έναν ψυχοθεραπευτή».
-Φοβίες/αγχώδεις διαταραχές. «Ταινίες τρόμου ή έντονου σασπένς μπορεί να επιδεινώσουν τα συμπτώματα».
–Ανεπεξέργαστη θλίψη. «Τα άτομα που περνούν μια περίοδο έντονης θλίψης ή πενθούν για μια απώλεια αν εκτεθούν σε ταινίες που πραγματεύονται τέτοια θέματα μπορεί να βιώσουν εντονότερα τη θλίψη και τον ψυχικό πόνο αντί να οδηγηθούν στην επεξεργασία τους».
Σε γενικές γραμμές στην κινηματογραφοθεραπεία ισχύει ό,τι και στη χρήση κάθε εργαλείου, υλικού και άυλου: είναι πιο ασφαλής όταν έχει προηγηθεί εκπαίδευση σε αυτήν και ακόμα περισσότερο όταν γίνεται υπό την επίβλεψη επαγγελματία.
Ιδιαίτερα όταν μιλάμε για σοβαρές διαταραχές, το «DIY cinematherapy» «μπορεί να οδηγήσει σε δυσάρεστα ή ακόμα και μη ελεγχόμενα συναισθήματα, να προκαλέσει περισσότερη βλάβη παρά θεραπεία, οπότε θεωρώ απόλυτα απαραίτητη την παρέμβαση και την καθοδήγηση από έναν ψυχοθεραπευτή» όπως καταλήγει η ειδικός.
Info
Περισσότερες πληροφορίες για το Cinematherapy του Φεστιβάλ Δράμας στο www.dramafilmfestival.gr