Το ελάχιστο στο οποίο μπορεί να ελπίζει κάποιος όποτε μετράμε μία ακόμα γυναικοκτονία είναι το περιστατικό να κινητοποιήσει ουσιαστικά, ώστε να υπάρξει, επιτέλους, μια σημαντική πρόοδος στην αντιμετώπιση της έμφυλης βίας. Σήμερα, που ομολόγησε ο δολοφόνος του 11χρονου κοριτσιού στην Ηλεία, ο οποίος αν και ήδη είχε καταδικαστεί για τον βιασμό ενός άλλου κοριτσιού, 14 ετών, κυκλοφορούσε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους περιμένοντας το Εφετείο, αναζητάμε μια αχτίδα ελπίδας ότι κάτι αρχίζει να αλλάζει, έστω και όχι με αρκετά γρήγορους ρυθμούς, σε ιστορίες όπως αυτή της δημιουργίας της νέας πλατφόρμας Olga, από τον οργανισμό Πράξη Αγάπης, για την υποστήριξη των γυναικών και θηλυκοτήτων-θυμάτων. Το όνομά της αποτελεί φόρο τιμής στη 41χρονη Όλγα Δημητρακοπούλου, που έφυγε από τη ζωή από τον άγριο ξυλοδαρμό από τον πρώην σύντροφό της, μετά από μήνες νοσηλείας και προσπάθειες αποκατάστασης με την υποστήριξη του οργανισμού.
Η Όλγα Δημητρακοπούλου «πάλεψε πολύ σκληρά, με χιλιάδες ανθρώπους από την Ελλάδα και το εξωτερικό στο πλευρό της, δυστυχώς όμως δεν τα κατάφερε» όπως αφηγείται η Δέσποινα Καβύρη, διευθύντρια της ψηφιακής εφαρμογής Olga, στο Marie Claire. «Αυτή η κατάληξη μας κινητοποίησε ώστε να δημιουργήσουμε κάτι που θα έδινε μια λύση στο ζήτημα που πραγματικά καίει τη σημερινή κοινωνία».
Η Όλγα Δημητρακοπούλου «πάλεψε πολύ σκληρά, με χιλιάδες ανθρώπους από την Ελλάδα και το εξωτερικό στο πλευρό της, δυστυχώς όμως δεν τα κατάφερε. Αυτή η κατάληξη μας κινητοποίησε ώστε να δημιουργήσουμε κάτι που θα έδινε μια λύση στο ζήτημα που πραγματικά καίει τη σημερινή κοινωνία».
Έτσι γεννήθηκε η Olga, πριν από περίπου τρεις μήνες, ανήμερα της Παγκόσμιας Ημέρας Γυναίκας (08/03), ως ένα ψηφιακό εργαλείο με καινοτομία το «δωμάτιο ασφαλούς επικοινωνίας», «έναν χώρο όπου μια γυναίκα μπορεί να συνομιλήσει με ψυχολόγο και κοινωνικό λειτουργό, ώστε να την καθοδηγήσει εξατομικευμένα και να την ενθαρρύνει να απεμπλακεί από έναν κύκλο βίας».
Προτεραιότητα είναι η απόλυτη ασφάλεια κάθε επισκέπτριας, δίνοντάς της τη δυνατότητα να στείλει ένα μήνυμα ανώνυμα, χωρίς να αφήσει πίσω της ίχνη, με ένα ψευδώνυμο και έναν απλό κωδικό. Δεν προσπαθεί να αντικαταστήσει «το panic button, την ψυχοθεραπεία, τις αρμόδιες αρχές ή τις υποστηρικτικές δομές», αλλά δημιουργήθηκε ώστε να λειτουργήσει συμπληρωματικά, αξιοποιώντας μια ιδέα «με ευρεία διάδοση και πολύ θετικά αποτελέσματα στο εξωτερικό», της συμβουλευτικής μέσω live chat.
Η Olga απευθύνεται σε όλες τις γυναίκες που θέλουν να μιλήσουν αλλά φοβούνται να το κάνουν επώνυμα, έστω και με ένα τηλεφώνημα, πόσο μάλλον με τη φυσική παρουσία τους σε αστυνομικό τμήμα. Ένας φόβος δικαιολογημένος, όπως επισημαίνει η Δέσποινα, ειδικά αν ο δράστης «ακολουθεί ένα εκβιαστικό και εκφοβιστικό μοτίβο. Από την πλευρά μας όμως πρέπει να υποστηρίξουμε τα θύματα με κάθε τρόπο, να μην αφήνουμε τον φόβο, τον προβληματισμό, την ενοχή, την ντροπή να τα φιμώνει».
Η Olga απευθύνεται σε όλες τις γυναίκες που θέλουν να μιλήσουν αλλά φοβούνται να το κάνουν επώνυμα, έστω και με ένα τηλεφώνημα, πόσο μάλλον με τη φυσική παρουσία τους σε αστυνομικό τμήμα. Ένας φόβος δικαιολογημένος, όπως επισημαίνει η Δέσποινα, ειδικά αν ο δράστης «ακολουθεί ένα εκβιαστικό και εκφοβιστικό μοτίβο».
Η ίδια πιστεύει ότι ο αριθμός των περιστατικών έμφυλης βίας είναι στην πραγματικότητα πολύ μεγαλύτερος από εκείνον των καταγγελιών. Ότι πάρα πολλές γυναίκες συνεχίζουν να υποφέρουν μέσα στη σιωπή. Γιατί ενώ οι εθνικές στατιστικές δείχνουν ότι «μία στις τρεις δέχεται είτε σωματική είτε σεξουαλική είτε ψυχολογική βία», συχνά ένα περιστατικό δεν γίνεται γνωστό μέχρι να κλιμακωθεί σε ακραίο βαθμό. «Ίσως χρειάζονται περισσότερες στρατηγικές και εργαλεία πρόληψης παρά κατασταλτικά και τιμωρητικά μέτρα, δηλαδή μια συνολικότερη προσέγγιση του ζητήματος, από τις αρχές και από την κοινωνία των πολιτών. Μόνο τότε θα μπορούμε να μιλήσουμε για αποτελεσματική αντιμετώπιση της βίας» όπως επισημαίνει η Δέσποινα.
Για μια πληρέστερη ενημέρωση και καθοδήγηση των γυναικών, στην Olga το δωμάτιο ασφαλούς επικοινωνίας πλαισιώνεται από έναν πανελλαδικό χάρτη των υποστηρικτικών υπηρεσιών και δομών, από πληροφορίες για τις διαφορετικές μορφές που μπορεί να πάρει η έμφυλη βία και για τη σχετική νομοθεσία, και από δύο έξτρα κουμπιά που μπορεί να πατήσει η επισκέπτρια για να καλέσει το 100 ή το 112.
Είναι πολύ νωρίς ακόμα για να έχουμε τα πρώτα στατιστικά στοιχεία από την Olga, ωστόσο μια από τις αρχικές παρατηρήσεις είναι ότι «πολλές από τις γυναίκες που επικοινωνούν δεν είναι σίγουρες ότι υφίστανται βία». Αυτό αφορά κυρίως λιγότερο προφανείς μορφές της από τη σωματική, όπως η ψυχολογική ή η οικονομική βία, και μπορεί να οφείλεται, αν όχι στην ανεπαρκή ενημέρωση των γυναικών, ενδεχομένως «σε μια άρνηση που βιώνουν, γιατί αντιλαμβανόμαστε ότι πρόκειται για μια πολύ δύσκολη συνθήκη. Αν όμως κάποια αισθάνεται φόβο σίγουρα αυτό πρέπει να την ενεργοποιήσει».
Είναι πολύ νωρίς ακόμα για να έχουμε τα πρώτα στατιστικά στοιχεία από την Olga, ωστόσο μια από τις πρώτες παρατηρήσεις είναι ότι «πολλές από τις γυναίκες που επικοινωνούν με την πλατφόρμα δεν είναι σίγουρες ότι υφίστανται βία».
Μια άλλη παρατήρηση είναι ότι δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο ηλικιακό, κοινωνικό, οικογενειακό ή άλλο τυπικό «προφίλ» των θυμάτων. Όλες είμαστε ευάλωτες στην έμφυλη βία: «Μας στέλνουν μηνύματα γυναίκες όλων των ηλικιών, οι οποίες μπορεί να βρίσκονται σε μια σχέση, να έχουν οικογένεια με παιδιά, να απειλούνται από ένα περιστατικό stalking ή στον επαγγελματικό χώρο τους».
Αξιοσημείωτο είναι, ακόμα, ότι πολλές γυναίκες απευθύνονται στην Olga αναζητώντας οδηγίες για μια συγγενή ή μια φίλη τους που γνωρίζουν ότι υφίσταται έμφυλη βία. Σε αυτές τις περιπτώσεις, «τις παροτρύνουμε να είναι ενθαρρυντικές και υποστηρικτικές προς το πρόσωπο που τη δέχεται και να το ενθαρρύνουν να στείλει το ίδιο μήνυμα, ώστε να είναι αποτελεσματικότερη η βοήθεια».
Αν το όνομα της Δέσποινας Καβύρη μάς ηχεί οικείο, μπορεί να το γνωρίζουμε από τον χώρο του κινηματογράφου, καθώς υπήρξε η συνδημιουργός και καλλιτεχνική διευθύντρια του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Taratsa International Film Festival, που έγινε στη Θεσσαλονίκη από το 2014 έως το 2018. Στην πραγματικότητα όμως ο τωρινός ρόλος της, στην ψηφιακή εφαρμογή Olga, δεν κοντράρεται με το καλλιτεχνικό παρελθόν της. Γιατί όταν, μετά το πτυχίο της στο Τμήμα Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το μεταπτυχιακό της στη Διοίκηση Πολιτισμού στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, δοκιμάστηκε σε διάφορα πόστα, πέρα από το Taratsa, ως σκηνοθέτιδα, παραγωγός, υπεύθυνη σε τομείς πολιτισμού σε φορείς, συνειδητοποίησε ότι «η αλληλεγγύη και η προσφορά αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτισμού».
Αν το όνομα της Δέσποινας Καβύρη μάς ηχεί οικείο, μπορεί να το γνωρίζουμε από τον χώρο του κινηματογράφου, καθώς υπήρξε η συνδημιουργός και καλλιτεχνική διευθύντρια του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Taratsa International Film Festival, που έγινε στη Θεσσαλονίκη από το 2014 έως το 2018.
Όχι αναπάντεχα λοιπόν, πριν από πέντε χρόνια η διαδρομή της την οδήγησε στον οργανισμό Πράξη Αγάπης, «με πολύ μεγάλο κοινωνικό έργο σε όλη την Ελλάδα, που εδώ και δέκα χρόνια έχει προσφέρει ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε εκατοντάδες ανθρώπους που χρειάστηκαν κάποια θεραπεία, κάποιο χειρουργείο, στη χώρα μας ή το εξωτερικό, αλλά δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν. Διαθέτουμε διεπιστημονικό προσωπικό, έχουμε κοινωνικό και ιατρικό τμήμα, κοινωνικό παντοπωλείο που υποστηρίζει βιοποριστικά την ευρύτερη περιοχή της βόρειας Ελλάδας και παρεμβαίνει σε φυσικές και μη καταστροφές. Μόνο πέρυσι, κάναμε επτά έκτακτες αποστολές σε περιοχές που είχαν πληγεί από πυρκαγιές και πλημμύρες». Μέσα από την Πράξη Αγάπης η Δέσποινα έρχεται καθημερινά σε επαφή με επώδυνες ιστορίες όπως εκείνη της Όλγας Δημητρακοπούλου. Κυρίως όμως εξερευνά εκ των έσω τον χώρο της αλληλεγγύης και απολαμβάνει το ασύγκριτο συναίσθημα ικανοποίησης «του να προσφέρεις ουσιαστική βοήθεια».
Info