Στην Καλαμάτα υπάρχει η λεγόμενη «Μάνα Ελιά», ένα δέντρο ηλικίας, σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, άνω των 1.700 ετών, τα μοσχεύματα της οποίας έδωσαν τη φημισμένη ελιά Καλαμών. Κατάφερε να επιβιώσει ακόμα και από τις καταστροφές που προκάλεσε ο Ιμπραήμ στην περιοχή το 1826 σε μεγάλες εκτάσεις ελαιώνων και οπωροφόρων δέντρων (όπως είπε ο Παναγιώτης Κάτσαρης, γεωπόνος-βιοτεχνολόγος, σε ρεπορτάζ της ΕΡΤ), για να φτάσει μέχρι τις μέρες μας και να χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο. Στον ελαιώνα που επισκεπτόμαστε με την Klaudia Delmer, κοντά στη Μαραθόπολη, αισθάνομαι σαν να μπαίνω σε ιστορικό μνημείο αφού κάποια ελαιόδεντρα φαίνεται, από τους γιγαντιαίους, ρυτιδιασμένους κορμούς τους, ότι επίσης μετρούν αιώνες ζωής.
Η Klaudia είναι τραγουδίστρια και τραγουδοποιός. Γεννήθηκε στην Πολωνία και μεγάλωσε στην Ισπανία. Στην Ελλάδα την έφερε η αγάπη της για τη μουσική μας και την κράτησε ο έρωτας. Με τον σύζυγό της αποφάσισαν, πριν από περίπου 15 χρόνια, να εγκαταλείψουν την Αθήνα και να χτίσουν την οικογένεια και το σπίτι τους κοντά στη γενέτειρά του, στους Γαργαλιάνους, στην καρδιά ενός ελαιώνα με θέα τη θάλασσα.
Από τον πρώτο καιρό στη Μεσσηνία η Klaudia συνήθιζε να παίρνει τη φωτογραφική μηχανή και να χάνεται με τις ώρες ανάμεσα στα ελαιόδεντρα, καταγράφοντας με τον φακό της ό,τι τραβούσε την προσοχή της, ένα κλαδί ελιάς, μια αδέσποτη γάτα, ένα σκαθάρι. «Πάντα επέστρεφα από αυτή την εμπειρία με μια τρομερή αίσθηση ευφορίας, όχι τόσο για τις φωτογραφίες που έβγαζα –οι οποίες συχνά δεν ήταν καν καλές– αλλά κυρίως γιατί συγκεντρωνόμουν στα ερεθίσματα της φύσης και το μυαλό μου ξεκουραζόταν» θυμάται σήμερα.
«Πάντα επέστρεφα από τις βόλτες μου στους ελαιώνες με μια τρομερή αίσθηση ευφορίας, όχι τόσο για τις φωτογραφίες που έβγαζα –οι οποίες συχνά δεν ήταν καν καλές– αλλά κυρίως γιατί συγκεντρωνόμουν στα ερεθίσματα της φύσης και το μυαλό μου ξεκουραζόταν».
Στο μεταξύ, τη γοήτευαν ιδιαίτερα η θεραπευτική δύναμη της μουσικής και η ιδέα να δώσει συναυλίες στην ύπαιθρο, ένα όνειρο, ωστόσο, που ανέκαθεν συνειδητοποιούσε ότι «δεν θα ήταν ιδιαίτερα εύκολο, για πρακτικούς λόγους, να υλοποιηθεί». Μια μέρα όμως, ενώ αναζητούσε στο Ίντερνετ πληροφορίες για τη music therapy, ανακάλυψε μια πρακτική που, με έναν σχεδόν μαγικό τρόπο, συνδύαζε αρμονικά όλες τις μεγάλες αγάπες της.
«Η ιαπωνική φράση Shinrin-yoku αποδίδεται στα ελληνικά ως “κολυμπώντας στο δάσος” (forest bathing): ένας ενδεικτικός αλλά όχι ευρέως διαδεδομένος όρος, που επινοήθηκε το 1982 από τον Tomohide Akiyama, τότε υπουργό Γεωργίας, Δασών και Αλιείας της Ιαπωνίας» διαβάζω στην περιγραφή της νέας έκθεσης σύγχρονης τέχνης του PCAI, «Shinrin-yoku / Forest bathing», που μόλις ξεκίνησε στον Βοτανικό Κήπο Ι. & Α. Ν. Διομήδους, στην Αθήνα, σε επιμέλεια Κίκας Κυριακάκου. «Η συγκεκριμένη έννοια παραπέμπει στην πανάρχαια συνήθεια να περνά κάποιος χρόνο κοντά στη φύση, ανάμεσα σε δέντρα και άγρια φυτά, απορροφημένος από τη χλωρίδα και την πανίδα που τον περιβάλλει, χωρίς να αποσπάται από τους γρήγορους ρυθμούς της καθημερινότητας και τις ηλεκτρονικές συσκευές».
«Η έννοια forest bathing παραπέμπει στην πανάρχαια συνήθεια να περνά κάποιος χρόνο κοντά στη φύση, ανάμεσα σε δέντρα και άγρια φυτά, απορροφημένος από τη χλωρίδα και την πανίδα που τον περιβάλλει, χωρίς να αποσπάται από τους γρήγορους ρυθμούς της καθημερινότητας και τις ηλεκτρονικές συσκευές» διαβάζω στην περιγραφή της νέας έκθεσης σύγχρονης τέχνης του PCAI στον Βοτανικό Κήπο Ι. & Α. Ν. Διομήδους.
Πίσω στη Μεσσηνία, η Klaudia γοητεύτηκε τόσο από το forest bathing, ώστε αποφάσισε να αφιερώσει εννέα μήνες στα μαθήματα της πορτογαλικής σχολής Forest Therapy Hub («μια από τις 3-4 αξιόπιστες στον κόσμο», όπως μού εξηγεί), για να πάρει την πιστοποίηση της οδηγού (forest bathing guide). Στο πλαίσιο εκείνης της προετοιμασίας παρακολούθησε, επιπλέον, μαθήματα Πρώτων Βοηθειών στο παράρτημα του Ερυθρού Σταυρού της Καλαμάτας, αλλά και online, στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, για έκτακτα περιστατικά όπως κρίσεις πανικού.
Μετά τις ειδικές σπουδές άρχισε να αναζητά τις ιδανικές διαδρομές για να οργανώσει τις δικές της εμπειρίες forest bathing. Κατέληξε σε δύο: Στο μονοπάτι που οδηγεί στο Σπήλαιο Νέστορος, «με εναλλαγές τοπίου, εικόνων, χρωμάτων, υφών και απέραντη θέα [μέχρι τον όρμο της Βοϊδοκοιλιάς]» όπως περιγράφει. Μάλιστα έχει ενσωματώσει κάτι και από το όνειρό της για συναυλίες στη φύση, καθώς αξιοποιεί τη μοναδική ηχητική της σπηλιάς για να ερμηνεύσει στην είσοδο κάποια τραγούδια, διατηρώντας ωστόσο πάντα το focus στη φύση και όχι στην περφόρμανς. Η δεύτερη εμπειρία είναι αυτή που έζησα, στον αρχαίο ελαιώνα κοντά στη Μαραθόπολη, πιο στατική αλλά ιδανική για τις καλοκαιρινές μέρες, όταν οι θερμοκρασίες παραμένουν υψηλές ακόμα και στις ώρες που προγραμματίζει τους περιπάτους forest bathing, νωρίς το πρωί ή αργά το απόγευμα.
Στο Σπήλαιο Νέστορος έχει ενσωματώσει κάτι και από το όνειρό της για συναυλίες στη φύση, καθώς αξιοποιεί τη μοναδική ηχητική της σπηλιάς για να ερμηνεύσει στην είσοδο κάποια τραγούδια, διατηρώντας ωστόσο πάντα το focus στη φύση.
Να ‘μαστε λοιπόν προστατευμένες από το καλοκαιρινό λιοπύρι σε ένα τοπίο όπου ο χρόνος μοιάζει να έχει παγώσει, λίγα μόλις μέτρα από τον κεντρικό δρόμο και έτη φωτός μακριά. «Τον χώρο του forest bathing τον επιλέγεις μετά από προσεκτική μελέτη», μου εξηγεί. «Πρέπει να τον ξέρεις καλά, για να γνωρίζεις ότι είναι προσβάσιμος και ασφαλής και να σχεδιάσεις κάθε βήμα της διαδικασίας. Είναι επίσης προτιμότερο ένα περιβάλλον με ποικιλία στοιχείων, γιατί στο forest bathing ενεργοποιούμε όλες τις αισθήσεις μας, όσο το δυνατόν πιο φυσικό και απομακρυσμένο από τα ερεθίσματα της πόλης».
Μετά από μια σύντομη αλλά περιεκτική εισαγωγή για την πρακτική που θα ακολουθήσουμε, αρχίζει η εμπειρία καθαυτή, στη διάρκεια της οποίας η μία πρόσκληση (invitation) διαδέχεται την άλλη. Πρόκειται, ουσιαστικά, για ασκήσεις ή ακόμα καλύτερα για παιχνίδια για μεγάλους, όπου εστιάζουμε σε μεμονωμένες αισθήσεις, διαφορετικές κάθε φορά: Η Klaudia με προσκαλεί, για παράδειγμα, να περπατήσω για λίγο στον ελαιώνα αναζητώντας με το βλέμμα ζώα και φυτά σε κίνηση (εντοπίζω πολλά έντομα που διαφορετικά δεν θα παρατηρούσα καν, χόρτα και κλαδιά που λικνίζονται ελαφρώς ακόμα και αυτό το απόγευμα, που σχεδόν επικρατεί άπνοια). Με προσκαλεί να επιλέξω ένα ελαιόδεντρο και να το περιγράψω με τον δικό μου τρόπο. Με προσκαλεί να κλείσω τα μάτια και να αγγίξω τον φλοιό του, νιώθοντας την υφή του να αλλάζει διαρκώς καθώς τον διατρέχω με τα ακροδάχτυλά μου. Με προσκαλεί να αφουγκραστώ ήχους της φύσης, όπως το τραγούδι των πουλιών. Στο τέλος, καθισμένες ανακούρκουδα σε κουβέρτες στο έδαφος, μοιραζόμαστε τσάι από φύλλα ελιάς, σερβιρισμένο σε κομψό σερβίτσιο που θυμίζει ιαπωνικές τελετουργίες.
Μετά από μια σύντομη αλλά περιεκτική εισαγωγή για την πρακτική που θα ακολουθήσουμε, αρχίζει η εμπειρία καθαυτή, στη διάρκεια της οποίας η μία πρόσκληση (invitation) διαδέχεται την άλλη. Πρόκειται, ουσιαστικά, για ασκήσεις ή ακόμα καλύτερα για παιχνίδια για μεγάλους, στη διάρκεια των οποίων εστιάζουμε σε μεμονωμένες αισθήσεις, διαφορετικές κάθε φορά.
Η Klaudia ξεκίνησε αυτούς τους περιπάτους θέλοντας να μοιραστεί με επισκέπτες της Μεσσηνίας και, γιατί όχι, με κατοίκους της, ένα μέρος της γοητείας που ανακάλυψε στις δικές της περιπλανήσεις. «Αυτό που ζω εγώ, στους περιπάτους μου ανάμεσα στις ελιές, δεν μπορεί να το ζήσει εύκολα κάποιος που έρχεται και περνάει λίγες μέρες περιορισμένος σε ένα ξενοδοχείο. Αλλά ακόμα και φυσιολάτρης να είναι, εστιάζει κυρίως σε έναν προορισμό και όχι στη διαδρομή μέχρι εκεί. Ας πούμε, στο Σπήλαιο Νέστορος βλέπεις γκρουπ με τουρίστες να φτάνουν λαχανιασμένοι, να βγάζουν φωτογραφίες, να βλέπουν τη θέα και να φεύγουν, δηλαδή χάνουν τη μισή εμπειρία».
Παρόλο που μέχρι τώρα θεωρούσα τον ελαιώνα ένα τοπίο για μένα γνώριμο, χωρίς εκπλήξεις (άλλωστε αφθονεί στο νησί καταγωγής μου, τη Λέσβο), η πρώτη εμπειρία forest bathing με κάνει να αναθεωρήσω. Ποτέ στο παρελθόν δεν καταδύθηκα τόσο βαθιά σε αυτό το περιβάλλον. Ποτέ δεν το έζησα από μέσα τόσο έντονα. Ποτέ δεν στάθηκα να παρατηρήσω τις λεπτομέρειες και τον ποικιλόμορφο μικρόκοσμό του, που φιλοξενεί πτηνά, έντομα και χαμηλότερα φυτά. Στην επιστροφή μας από τον ελαιώνα, αισθάνομαι τις αισθήσεις μου ζωντανές σαν τα χρώματα της τέμπερας με τα οποία τα παιδιά ζωγραφίζουν τον κόσμο. «Από τότε που άρχισα να κάνω forest bathing οξύνθηκαν οι αισθήσεις μου – όσο μιλάμε τώρα, για παράδειγμα, ακούω τα πουλιά, έναν ήχο που παλιά το μυαλό μου μπορεί να φίλτραρε» λέει η Klaudia, σαν να διαβάζει τις σκέψεις μου.
Στα μετρήσιμα οφέλη του forest bathing στον οργανισμό μας είναι, μεταξύ άλλων, χαμηλότεροι καρδιακοί παλμοί και επίπεδα κορτιζόλης, της λεγόμενης ορμόνης του στρες. Ακόμα και όταν μιλάμε για έναν απλό περίπατο στο δάσος, εντός ή εκτός της ιαπωνικής πρακτικής, μελέτες δείχνουν πολλαπλά ευεργετικές δράσεις στην υγεία, που μπορεί να συνδέονται, για παράδειγμα, με την επαφή με τους ωφέλιμους μικροοργανισμούς του χώματος ή τα αιθέρια έλαια των φυτών.
Κάποια πράγματα, ωστόσο, δεν χρειάζεται να μετρηθούν από επιστημονικά όργανα. Απλά τα νιώθεις. Μετά το δίωρο στον ελαιώνα, έχω καταλαγιάσει εσωτερικά σαν τη θάλασσα μετά την καταιγίδα, ενώ καθησυχαστικές παιδικές αναμνήσεις αναβλύζουν από τον πυθμένα σαν κάθετα ρεύματα θερμού νερού. Ήταν αρκετό να μου ζητήσει η Klaudia να της μιλήσω για το αγαπημένο μου φυτό για να αρχίσω να θυμάμαι καλοκαίρια με άρωμα και γεύση βασιλικού.
«Από μια τόσο απλή ερώτηση οι άνθρωποι θυμούνται πράγματα για τον εαυτό τους στη φύση, ας πούμε από παιδικά παιχνίδια με το χώμα, και συνειδητοποιούν πόσο σημαντικές είναι εκείνες οι αναμνήσεις. Επίσης σε γκρουπ όπου δεν γνωρίζονται όλοι μεταξύ τους μια τόσο απλή ερώτηση τους εμπνέει να ανοιχτούν σε αγνώστους και αναπτύσσεται, αβίαστα και γλυκά, μια ατμόσφαιρα οικειότητας, καθώς βλέπουν ότι, τελικά, η φύση αγγίζει τον καθένα μας».
«Σε γκρουπ όπου δεν γνωρίζονται όλοι μεταξύ τους, μια απλή ερώτηση όπως “ποιο είναι το αγαπημένο σου φυτό” τους εμπνέει να ανοίξουν τον κόσμο τους μπροστά σε αγνώστους και αναπτύσσεται αβίαστα μια ατμόσφαιρα οικειότητας, καθώς βλέπουν ότι, τελικά, η φύση αγγίζει τον καθένα μας».
Μέσα από αυτή την εμπειρία αναπτύσσεις και μια πιο ουσιαστική σχέση με τη φύση. «Την αναγνωρίζεις ως κάτι ζωντανό, που δεν σε συντροφεύει απλώς αλλά σε περικλείει και δεν θέλεις με τίποτα να την καταστρέψεις –ούτε καν να κόψεις ένα δέντρο ή ακόμα και ένα λουλούδι– όχι γιατί φοβάσαι ότι θα εξαφανιστείς μαζί της αλλά γιατί την αγαπάς πραγματικά. Ακόμα και αν ζεις μακριά από τη φύση, σε εκείνη επιστρέφεις ενστικτωδώς σε μια ώρα ανάγκης για να χαλαρώσεις. Στη φύση δεν νιώθεις ποτέ μοναξιά».
Σε κάποια στιγμή, στο forest bathing στον ελαιώνα, εστιάζουμε την προσοχή μας σε μια συστάδα δέντρων που, αν και σε απόσταση μεταξύ τους, γέρνουν το ένα προς το άλλο, σαν να εκτελούν μια συντονισμένη χορογραφία ή να προσπαθούν να πλησιαστούν και να αγκαλιαστούν, εδώ και αιώνες, χωρίς να τα καταφέρνουν αλλά δίχως να εγκαταλείπουν ποτέ την προσπάθεια. Με αφετηρία αυτή την εικόνα, η Klaudia με εμπνέει να δω τα δέντρα όχι μόνο σαν τροφούς και συντρόφους αλλά και σαν δασκάλους με σοφία αιώνων: «Φυτεύτηκαν εκεί από τον άνθρωπο και είναι καθηλωμένα στο ίδιο σημείο αλλά συνεχίζουν να παλεύουν και ταυτόχρονα να μας προσφέρουν. Παρατηρώντας τη ζωή ενός δέντρου –τις αντοχές, την υπομονή, την ευελιξία του– αρχίζεις να αντιλαμβάνεσαι ότι είσαι σε αρκετά καλή θέση στη φυσική αλυσίδα, βρίσκεις μια εσωτερική ισορροπία και αποδέχεσαι και τις δικές σου ήττες».
Info
Ακόμα και μία εμπειρία forest bathing θα ζήσετε, νιώθετε αμέσως τα οφέλη της. Ιδανικά, επικοινωνείτε με forest bathing guide και οργανώνετε έναν κύκλο περιπάτων. Περισσότερες πληροφορίες για τις πρακτικές της Klaudia Delmer στη Μεσσηνία θα βρείτε εδώ.
Μάθετε περισσότερα για τη νέα έκθεση «Shinrin-yoku. forest bathing» (έως 20/09) στον Βοτανικό Κήπο Διομήδους εδώ.