Ήταν οι πιο άχρηστες θερμίδες που έχω πάρει. Τη στιγμή που αποφάσισα να ενδώσω στη σοκολάτα, έλαβα ένα σημαντικό email από τη δουλειά και μέχρι να το διαβάσω, η σοκολάτα είχε καταλήξει στο στομάχι μου χωρίς καν να συνειδητοποιήσω τη γεύση της.
Αυτή η απλή πράξη μπορεί να είχε περάσει απαρατήρητη στο παρελθόν, μέχρι να διαβάσω την «Ψυχο-γαστρονομία» (εκδ. Μεταίχμιο) της Καλλιόπης Εμμανουηλίδου. Η συγγραφέας και ψυχολόγος πιθανότατα θα με συμβούλευε, αν δεν μπορώ να αντισταθώ με τίποτα στη σοκολάτα, τουλάχιστον να σταματήσω ό,τι κάνω εκείνη τη στιγμή και να την απολαύσω μπουκιά-μπουκιά.
Η «Ψυχο-γαστρονομία» δεν είναι ένα ακόμα βιβλίο αυτοβοήθειας ή διατροφής. Αποτελεί τον πρώτο ελληνικό οδηγό για τη διαισθητική διατροφή και την ψυχολογία της μαγειρικής, που σε εμπνέει αληθινά να αλλάξεις νοοτροπία και διατροφή. Την καταβρόχθισα μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο και αυτά είναι οκτώ μόνο από τα πράγματα που έμαθα:
-Η γαστρονομία δεν είναι μια πολυτέλεια που θα απολαύσουμε αποκλειστικά σε εστιατόρια πολλών αστέρων. Μπορούμε να τη βιώσουμε ακόμα και στο σπίτι μας, απολαμβάνοντας τις συνταγές των αγαπημένων μας ή μαγειρεύοντας εμείς.
-Συνήθως συνδέουμε την ψυχολογία και τη διατροφή όταν μιλάμε για διαταραχές στην πρόσληψη τροφής όπως η νευρική ανορεξία και η βουλιμία. Όμως η ψυχολογία και η διατροφή σχετίζονται, κυρίως, με θετικούς τρόπους. Ένα νόστιμο και θρεπτικό πιάτο ευεργετεί την ψυχική κατάστασή μας σε πολλά επίπεδα. Για παράδειγμα, μας δίνει διατροφικά στοιχεία που μας χορταίνουν, που μας γεμίζουν ενέργεια και που ενισχύουν τις λεγόμενες ορμόνες της ευεξίας. Μας προσφέρει απλόχερα ερεθίσματα που διεγείρουν όλες τις αισθήσεις. Ή ανασύρει όμορφες αναμνήσεις από την παιδική ηλικία μας.
-Για να απολαύσουμε αληθινά ένα φαγητό ή ένα γλυκό πρέπει να το κάνουμε απερίσπαστοι, και από εξωτερικά ερεθίσματα (όπως η ανάγνωση των επαγγελματικών emails μας ή η παρακολούθηση μιας ταινίας) και από εσωτερικές φωνές (για παράδειγμα, από τον επικριτή μέσα μας που επαναλαμβάνει ξανά και ξανά: «Κακώς τρως αυτό το κέικ, θα παχύνεις»). Η Καλλιόπη Εμμανουηλίδου συμβουλεύει να διοχετεύσουμε όλη την προσοχή μας στη γεύση, στην υφή, στα αρώματα, στην εμφάνιση, ακόμα και στον ήχο που κάνει το φαγητό μας ενώ, π.χ., το τηγανίζουμε, το κόβουμε ή το μασάμε. Μας συστήνει, έτσι, τη λεγόμενη ενσυνείδητη διατροφή.
-Όταν τρώμε συνειδητά, απολαμβάνουμε περισσότερο την όλη διαδικασία και τρώμε πιο υγιεινά. Γιατί; Με την ενσυνείδητη διατροφή πρώτον, τρώμε πιο αργά, οπότε αντιλαμβανόμαστε εγκαίρως το αίσθημα του κορεσμού, προτού περάσουμε από το στάδιο «είμαι χορτάτος» στο «έφαγα τόσο πολύ, που φούσκωσα και πήρα περιττές θερμίδες». Δεύτερον, παρατηρούμε προσεκτικά τα χαρακτηριστικά της τροφής μας και τα μειονεκτήματα του junk food (π.χ., ότι είναι υπερβολικά λιπαρό, ότι μας λιγώνει, ότι μας προκαλεί σωματικές ενοχλήσεις), με αποτέλεσμα να αρχίζουμε σιγά σιγά να το αποφεύγουμε χωρίς να νιώθουμε ότι καταπιεζόμαστε, ότι στερούμαστε.
-Πολλοί από εμάς έχουμε «ξεμάθει» να ακούμε τα μηνύματα που μας στέλνει το σώμα μας, ο οργανισμός μας, σχετικά με τα συστατικά που έχει ανάγκη σε μια δεδομένη στιγμή. Μπορεί, π.χ., να ζητάει κάτι γλυκό επειδή χρειάζεται υδατάνθρακες, άρα ενέργεια. Ή μπορεί να επιμένει: «θέλω κρέας!» επειδή έχει έλλειψη σε πρωτεΐνες. Αυτή είναι η λεγόμενη διαισθητική διατροφή.
-Όταν αρχίζουμε να ακούμε (ξανά) το σώμα μας και να ακολουθούμε διαισθητική διατροφή, μαθαίνουμε ξανά από την αρχή να ξεχωρίζουμε την αληθινή πείνα από την όρεξη (όταν η επιθυμία μας για ένα φαγητό δεν πυροδοτείται από σωματικές ανάγκες αλλά από εξωτερικά ερεθίσματα όπως η εικόνα ενός λαχταριστού γλυκού ή το άρωμα ενός ψητού κρέατος) και από τη συναισθηματική πείνα (όταν καταφεύγουμε στο φαγητό για να καλύψουμε ψυχολογικές ανάγκες – π.χ., να ανακουφιστούμε από το στρες). Αν καταφέρουμε να διαχωρίζουμε αυτά τα τρία, θα ρυθμίσουμε ευκολότερα τη διατροφική συμπεριφορά μας έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες μας.
-Δεν είναι μόνο η απόλαυση του φαγητού αλλά και η μαγειρική που ευεργετεί την ψυχική διάθεσή μας. Αρκεί να θυμηθούμε την περίοδο της καραντίνας, όταν όλοι ζυμώναμε ψωμί. Η μαγειρική μας ωφελεί με άπειρους τρόπους: Μεταξύ άλλων, μας δίνει την ευκαιρία να εκφράσουμε τη δημιουργικότητά μας, προσφέρει απολαυστικά ερεθίσματα στις αισθήσεις μας ενώ, π.χ., ζυμώνουμε μια πίτα ή μυρίζουμε τη σοκολάτα που λιώνει στο μπεν μαρί, μας επιτρέπει να φροντίσουμε τον εαυτό μας και τα αγαπημένα μας πρόσωπα και ανεβάζει την αυτοπεποίθησή μας γιατί φτιάξαμε κάτι νόστιμο. Υπάρχει ακόμα και όρος για τη θεραπευτική αξία της μαγειρικής ως τέχνης: culinary art therapy.
– Η Καλλιόπη Εμμανουηλίδου χωρίζει σε επτά γενικές κατηγορίες τις πολλαπλά ευεργετικές συνταγές της «Ψυχο-γαστρονομίας»: «συνταγές αναμνήσεων» (που εξερευνούν τις διατροφικές μας αναμνήσεις), «comfort food» (φαγάκι που έχει και παρηγορητικό χαρακτήρα), «φαγητό της μοιρασιάς» (που κάνει και το μαγείρεμα και το γεύμα μια συντροφική εμπειρία), «συνταγές ευγνωμοσύνης» (που μας προκαλούν ευγνωμοσύνη όταν τις απολαμβάνουμε συνειδητά), «συνταγές που φτιάχνουμε με τα παιδιά», «συνταγές θρεπτικές» και «συνταγές-υπερνόστιμες». Στην τελευταία κατηγορία, σύμφωνα με τη συγγραφέα, ανήκουν «κάποια φαγητά που μας προκαλούν τόσο μεγάλη απόλαυση, που αξίζει πού και πού να χαρίζουμε στον εαυτό μας και στους δικούς μας ανθρώπους συγκλονιστικές γαστριμαργικές εμπειρίες».
Το βιβλίο κλείνει με συνταγές από κάθε κατηγορία, από τη συγγραφέα, από φίλους και από συνεργάτες της: από αυγόφετες μέχρι σοκολατένιο κέικ. Τόσο απλές και δελεαστικές, που μας βάζουν σε πειρασμό να μπούμε αμέσως στην κουζίνα και να τις δοκιμάσουμε.