Πίσω από το χαμογελαστό της πρόσωπο και το αστείρευτο πάθος της για τον αθλητισμό, η καθηγήτρια Φυσικής Αγωγής Ελευθερία Ζαπαντιώτη έκρυβε εδώ και πολλά χρόνια το τραύμα της, όχι μόνο από αγαπημένα πρόσωπα αλλά και από τον ίδιο της τον εαυτό. Μετά από μια μακρά εσωτερική διεργασία, ωστόσο, και σε συνεργασία με επαγγελματίες, συνειδητοποίησε ότι ο λόγος που δυσκολευόταν τόσο να εμπιστευτεί τους ανθρώπους ήταν γιατί σε ευαίσθητη ηλικία, από τα 12 χρόνια της και σε όλη τη διάρκεια της εφηβείας της, έπεσε συστηματικά θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης από τον προπονητή της, τον οποίο θαύμαζε σαν θεό.
Όταν το #metoo άρχισε να κυριεύει το χώρο του ελληνικού αθλητισμού, αρχής γενομένης από τη Σοφία Μπεκατώρου, η Ελευθερία -που ίσως ήδη γνωρίζουμε μέσα από τα social media και την παρουσία της στην τηλεόραση- πήρε την απόφαση να προσφύγει νομικά εναντίον του κατά σχεδόν 40 χρόνια μεγαλύτερου δυνάστη της. Πέτυχε την καταδίκη του, από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Λευκάδας, σε φυλάκιση τεσσάρων ετών για κατάχρηση σε ασέλγεια σε βάρος ανηλίκου. Του χορηγήθηκε αναστολή στην έκτιση της ποινής και αφέθηκε ελεύθερος με τους περιοριστικούς όρους να μην επικοινωνεί ή προσεγγίζει την παθούσα. Αθωώθηκε για το αδίκημα της απόπειρας βιασμού λόγω αμφιβολιών.
Μετά το τέλος της δίκης, η Ελευθερία έκανε ένα ακόμα μεγάλο βήμα. Βγήκε στην τηλεόραση, στην εκπομπή «Αλήθειες με τη Ζήνα», για να μοιραστεί δημοσίως την ιστορία της και να προστατεύσει άλλα παιδιά ή να κινητοποιήσει άλλα θύματα όπως εκείνη να μιλήσουν και να αναζητήσουν ένα είδος δικαίωσης. Με την Ελευθερία έχουμε ξανασυνεργαστεί για θέματα fitness, όμως αυτή τη φορά, με αφορμή τις πρόσφατες αποκαλύψεις της, η συζήτησή μας είχε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση.
«Είμαι πολύ ευχαριστημένη από την έκβαση της δίκης, για το 7-0 [η απόφαση ήταν ομόφωνη], η μεγαλύτερη δικαίωση για μένα είναι ότι με πίστεψαν. Δεν με ένοιαζε να τον εκδικηθώ βάζοντάς τον φυλακή. Ο βασικός σκοπός μου ήταν να κάνω αυτό που δεν έκανα μικρή: να μιλήσω για να προστατεύσω άλλα παιδιά που βιώνουν κάτι τέτοιο ή για να μη βιώσουν κάτι τέτοιο.
»Αυτοί οι άνθρωποι σε υπνωτίζουν. Εκμεταλλεύονται τη σχέση προπονητή-αθλητή και πατάνε σε αυτήν, σε κάνουν να νιώθεις λες και είναι θεοί, ότι είναι αυτοί και κανένας άλλος για εσένα. Σου περνάνε το μήνυμα ότι η σχέση σας είναι νορμάλ. Αν κι εγώ σε όλες τις στιγμές που θυμάμαι, αντιδρούσα: πάντα έκλεινα τα πόδια, τον έσπρωχνα, φώναζα, έκλεινα τα μάτια μου. Αλλά δεν μπορείς να καταλάβεις τι ακριβώς συμβαίνει και φυσικά δεν το επικοινωνείς γιατί έχεις και ενοχές. Μέχρι σήμερα, ενώ οδηγώ και σκέφτομαι, ανακαλύπτω συνεχώς πράγματα για τη ζωή μου.
Σου περνάνε το μήνυμα ότι η σχέση σας είναι νορμάλ. Αν κι εγώ σε όλες τις στιγμές που θυμάμαι, αντιδρούσα: πάντα έκλεινα τα πόδια, τον έσπρωχνα, φώναζα, έκλεινα τα μάτια μου. Αλλά δεν μπορείς να καταλάβεις τι ακριβώς συμβαίνει
»Άρχισα να το συνειδητοποιώ στα 22-23 μου, όταν είχα μια σχέση όπου αντιμετώπιζα ανασφάλειες και δυσκολευόμουν να τον εμπιστευτώ. Ο τότε σύντροφός μου είχε ένα φίλο ψυχίατρο και μιλούσαμε συχνά για την ψυχοθεραπεία και την ψυχανάλυση. Τότε κατάλαβα ότι κάτι δεν πάει καλά. Ο τότε σύντροφός μου ήταν ο πρώτος άνθρωπος στον οποίο το επικοινώνησα – ο δεύτερος ήταν η αδερφή μου.
»Ακόμα και όταν ως φοιτήτρια έφυγα από την πόλη μου και ήρθα στην Αθήνα, ο προπονητής μου είχε συνεχίσει να επικοινωνεί μαζί μου. Ήθελε να μαθαίνει τι κάνω με άλλους άντρες. Όταν ανακάλυψα τι συμβαίνει, του έκανα ένα παιχνίδι. Του έγραψα: “Θυμάσαι τότε;”. Εκείνος τα παραδέχτηκε όλα σε μηνύματα και χρησιμοποίησα το κινητό στη δίκη.
»Η πρώτη φορά που πήγα να τον καταγγείλω ήταν το 2016. Ήρθα σε επαφή με έναν αξιωματικό της αστυνομίας του Αγρινίου, όπου μου είπαν: “Πρέπει να πας να το καταγγείλεις στη ΓΑΔΑ”. Κι εκεί κόλλησα, είδα ένα τεράστιο βουνό πάλι μπροστά μου, φοβήθηκα κι έκανα πίσω.
»Θυμάμαι ακριβώς τη στιγμή που διάβασα την είδηση για τη Σοφία Μπεκατώρου. Καθόμουν στον καναπέ και μια φωνή ούρλιαξε μέσα μου: “Θέλω τώρα να μιλήσω!”.
«Θυμάμαι ακριβώς τη στιγμή που διάβασα την είδηση για τη Σοφία Μπεκατώρου. Καθόμουν στον καναπέ και μια φωνή ούρλιαξε μέσα μου: “Θέλω τώρα να μιλήσω!”»
»Νιώθω ευλογημένη γιατί πέντε μέρες πριν από τη δίκη βρήκα έναν δικηγόρο, τον Αναστάσιο Ντούγκα, που έδειξε τεράστιο ζήλο, από το πρώτο βράδυ διάβασε όλη τη δικογραφία. Με πίστεψε από την πρώτη στιγμή για αυτό που βίωνα από τα 12 χρόνια μου. Ήταν δίπλα μου διαρκώς, να με ενημερώνει για το επόμενο βήμα, και με υποστήριξε με τεράστια ευαισθησία, γιατί άκουσα και πράγματα που σε κάνουν να λες “θέλω να κάνω πίσω”. Είναι πολλά τα εμπόδια, αλλά τελικά δικαιώνεσαι. Του χρωστάω ευγνωμοσύνη.
»Η μεγαλύτερη δικαίωση ήταν όταν βγήκα από το δικαστήριο και κάποιος φώναξε: “Απέδειξες ότι υπάρχει δικαιοσύνη!”. Συγκινήθηκα τόσο πολύ! Μέχρι να πάω σε δίκη είχα φάει τρελό ψυχολογικό πόλεμο. Μου έλεγαν: “Δεν υπάρχει δικαιοσύνη”, “Θα βρεις τον μπελά σου…”.
»Με όσους ανθρώπους της γενιάς μου και μεγαλύτερους, αλλά ακόμα και μικρότερους, το έχω συζητήσει, λένε: “Ποτέ δεν μας έλεγαν οι γονείς μας, μη σε αγγίζει κάτω από το εσώρουχο’. Αυτό νομίζω έχει αλλάξει. Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι οι δράστες έρχονται κοντά στην οικογένεια ώστε εκείνη να νιώσει ότι γίνονται μέλη της, και να μην πάει ποτέ το μυαλό των γονιών στο ότι μπορεί να κάνουν κακό στο παιδί τους. Εμείς βάζαμε τον προπονητή στο σπίτι μας, ήμασταν φίλοι με την οικογένειά του, με τα παιδιά του (είναι χωρισμένος με δύο κόρες).
«Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι οι δράστες έρχονται κοντά στην οικογένεια ώστε εκείνη να νιώσει ότι γίνονται μέλη της, και να μην πάει ποτέ το μυαλό των γονιών στο ότι μπορεί να κάνουν κακό στο παιδί τους»
»Ανέκαθεν ήμουν πολύ χαμογελαστό άτομο. Στην πραγματικότητα έκρυβα ό,τι περνούσα. Το έθαβα τόσο πολύ γιατί φοβόμουν: μη στεναχωρήσω την οικογένειά μου, μην το πω στον μπαμπά μου και τον σκοτώσει… πολλά μπορεί να συμβούν. Όταν εκείνος μπήκε στην οικογένειά μου, κατάλαβε ότι θα φοβόμουν να το πω στους γονείς μου και το χρησιμοποίησε. Δεν πλησίασε την αδερφή μου, που μπορεί να του έριχνε σφαλιάρα από την πρώτη μέρα.
»Μετά από μια τέτοια εμπειρία, ακολουθείς το δρόμο της επιτυχίας ή της αποτυχίας. Προσωπικά, ευτυχώς, δεν άφησα να με επηρεάσει στη δουλειά μου, έχω κάνει πολλά πράγματα. Αλλά στην προσωπική μου ζωή δεν εμπιστεύομαι εύκολα. Μετά το δικαστήριο αντιλήφθηκα ότι είχα χάσει φίλους της παιδικής ηλικίας μου, γιατί τους είχα κρατήσει σε απόσταση. Ήξερα ότι αν τους έφερνα πιο κοντά μου, θα τους μιλούσα για τη σχέση μου με τον προπονητή. Όσον αφορά στις ερωτικές σχέσεις, ειδικά στην αρχή δεν εμπιστευόμουν κανέναν άντρα. Τώρα τα έχω βρει με τον εαυτό μου, θεωρώ ότι είμαι αρκετά καλά για να μπορώ να διαχωρίσω καταστάσεις: το γεγονός ότι με είχε κακοποιήσει εκείνος δεν σημαίνει ότι όλοι οι άντρες είναι κακοποιητές. Γνωρίζω πλέον ότι αυτό δεν είναι φυσιολογικό μέρος μιας ερωτικο-συντροφικής σχέσης.
»Η ψυχανάλυση με έχει βοηθήσει φουλ! Από την πρώτη μέρα που πήγα, είπα στο ειδικό: “Θέλω να δω την Ελευθερία που ονειρεύομαι, έτσι όπως την έχω φανταστεί στο μέλλον”.
»Μέχρι τα 28 μου, είχα τα μαλλιά μου συνέχεια πιασμένα κότσο. Δεν ήξερα καν ότι έχω μπούκλες. Και ξέρεις γιατί; Φοβόμουν ότι αφού εκφράζουν τη θηλυκότητα μιας γυναίκας, αν τα αφήσω κάτω θα το εκμεταλλευτούν οι άντρες. Για τον ίδιο λόγο δεν φορούσα και στενά ρούχα – μόνο κολάν στην προπόνηση. Δεν άφηνα να εκδηλωθούν η θηλυκότητα και η σεξουαλικότητά μου. Δόξα τω Θεώ, πλέον δεν φοβάμαι να είμαι ο εαυτός μου.
«Μέχρι τα 28 μου, είχα τα μαλλιά μου συνέχεια πιασμένα κότσο. Δεν ήξερα καν ότι έχω μπούκλες. Και ξέρεις γιατί; Φοβόμουν ότι αφού εκφράζουν τη θηλυκότητα μιας γυναίκας, αν τα αφήσω κάτω θα το εκμεταλλευτούν οι άντρες»
»Το πιο δύσκολο είναι να αντιληφθείς τι συμβαίνει. Φαντάσου ότι ακόμα και στα 19 μου χρόνια του είχα στείλει γράμμα και του έλεγα: “Σας αγαπάω και σας ευχαριστώ για όλα όσα έχετε κάνει για εμένα”. Έπρεπε να φτάσω στα 23 μου για να το αντιληφθώ. Όποιος όμως το αντιληφθεί, δηλώνω “παρούσα”, να είμαι δίπλα του όσο μπορώ, να μοιραστώ μαζί του ό,τι έχω βιώσει.
»Άκουσα το “Γιατί τώρα;”, ακόμα και από φίλους. Γιατί τώρα; Γιατί τώρα είμαι δυνατή και μπορώ να το αντιμετωπίσω όλο αυτό.
«Άκουσα το “Γιατί τώρα”, ακόμα και από φίλους. Γιατί τώρα; Γιατί τώρα είμαι δυνατή και μπορώ να το αντιμετωπίσω όλο αυτό».
»Θα συμβούλευα τους γονείς να ξέρουν γιατί τα παιδιά τους επιλέγουν να ασχοληθούν με τον αθλητισμό. Και να βρίσκονται δίπλα τους, για να μπορούν να συζητούν μαζί τους τα πάντα, ακόμα και το γεγονός ότι τα πιέζει ο προπονητής, γιατί κι αυτό κακοποίηση είναι, ψυχική, αν σου μιλάει με άσχημο τρόπο.
»Γιατί να είναι νορμάλ ο προπονητής να βρίζει το παιδί και να του φωνάζει; Και να του λέει: “Σου μιλάω έτσι γιατί είμαι δικός σου άνθρωπος”; Έτσι καταλήγει το παιδί να τον θεοποιεί και να έχει του κόσμου τα ψυχολογικά. Γιατί έχει κανονικοποιηθεί αυτό; Στην Ελλάδα είμαστε πολύ πίσω στην αθλητική ψυχολογία, δεν υπάρχουν ούτε έλεγχος ούτε ψυχική υποστήριξη ούτε η αντίστοιχη ενημέρωση στα σχολεία. Οπότε αν ένα παιδί έχει ταλέντο στον αθλητισμό, είναι σημαντικό οι γονείς του να το υποστηρίξουν, όχι μόνο οικονομικά αλλά και ψυχικά».