Real life versus Instagram. Σίγουρα έχεις πετύχει μια παρόμοια λεζάντα κάπου. Συνήθως συνοδεύει δύο φωτογραφίες: η μία έξοχα curated ώστε να δείχνει τις σωστές γωνίες και το φωτογενές χαμόγελο του φωτογραφιζόμενου, η άλλη τύπου behind the scenes. Άβολες/μη κολακευτικές πόζες, αέρας που παίρνει παραμάζωμα τα props, μωρά/γάτες/κουτάβια που εισβάλλουν στο κάδρο και τα κάνουν όλα λίμπα… Κι αυτό συνήθως συνοδεύεται από κάποιο κείμενο που υπενθυμίζει στον κόσμο (δηλαδή, στους followers του φωτογραφιζόμενου) να μην παρασύρεται από την “τέλεια ζωή” που φαίνεται πως ζει στο Ίνσταγκραμ. Στην πραγματικότητα είναι σαν εμάς, με κακές hair days, μωρά (γάτες, κουτάβια) που κάνουν φασαρία όλο το βράδυ και δε μπορεί να κοιμηθεί, πίεση στη δουλειά, ψυχολογικά προβλήματα.
Influencers, they’re just like us.
Αν το δεις από κοινωνιολογική σκοπιά, τα social media και ειδικά το Instagram, έχουν καταφέρει κάτι πολύ ενδιαφέρον. Δημιουργήθηκαν ως ένας τρόπος να μοιραζόμαστε (βλέπε: δημοσιοποιούμε ανεξέλεγκτα) περισσότερο την καθημερινότητα μας. Ξαφνικά, αν το θέλαμε, ο οποιοσδήποτε μπορούσε να κοιτάξει μέσα από την κλειδαρότρυπα της ζωής μας και να δει τι φορέσαμε σήμερα στο γραφείο (#outfitoftheday), τι φάγαμε το μεσημέρι (#avocadotoast), πώς είναι το μπάνιο μας (#bathroomselfie) και πώς ακριβώς μας έκανε πρόταση γάμου το έτερον ήμισυ (live, σε ένα facebook/insta stories κοντά σας).
Φυσικά δε μας πήρε πολύ να συνειδητοποιήσουμε πως αν η καθημερινότητα που μοιραζόμαστε μοιάζει σα να βγήκε από editorial περιοδικού, ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι θα θέλουν να μας ακολουθήσουν στα social media κάνοντας μας να νιώθουμε σαν celebrities. Και πως αν μαζέψουμε αρκετούς followers, μπορεί να αρχίσουμε να παίρνουμε δωράκια από εταιρείες τα οποία θα πρέπει να τοποθετήσουμε τυχαία, πηγαία και αυθόρμητα (#notanadjustafan) στο κάδρο της φωτό μας. Και πως, αν μαζέψουμε ακόμα περισσότερους followers, μπορεί ν’ αρχίσουμε να βγάζουμε και λεφτά απ’ όλο αυτό (#sponsoredpost #ilovemylife).
Και κάπως έτσι, μια στρατιά ανθρώπων άρχισε να κραδαίνει ποτήρια με aperol με φόντο το ηλιοβασίλεμα, να φωτογραφίζει πατουσάκια με έξοχο πεντικιούρ στην άμμο, να ποζάρει με πλάτη στο φακό ατενίζοντας τα ερείπια του Machu Picchu (κάποιες φορές στ’ αλήθεια, κάποιες άλλες να’ναι καλά το Photoshop). Απλώνοντας κυριολεκτικά και μεταφορικά το χέρι στο θεατή να ακολουθήσει, να εμπνευστεί και γιατί όχι, να ψωνίσει.
Όμως τον τελευταίο καιρό, τα social media φαίνεται να κάνουν στροφή 180 μοιρών. Φταίει που οι εταιρείες δε βλέπουν τόσα αποτελέσματα από το influencer marketing κι έπαψαν να δίνουν δώρα; Φταίει που το να βγάζεις διαρκώς φωτογραφίες επαγγελματικού επιπέδου με τα σωστά φίλτρα θέλει χρόνο και κατάλληλο εξοπλισμό; Φταίει που συνειδητοποιήσαμε πως έχουμε μόνοι μας παγιδεύσει τους εαυτούς μας σε μία inspirational φούσκα με αποτέλεσμα να νιώθουμε άσχημα για την πραγματική μας ζωή; Δεν ξέρω.
Αυτό που ξέρω είναι πως τώρα τελευταία, ολοένα και περισσότερος κόσμος (από πραγματικούς celebrities μέχρι ανθρώπους που πιστεύουν πως είναι celebrities), δείχνει διατεθειμένος να καταρρίψει την ιλουστρασιόν εικόνα του. Ολοένα και περισσότερος κόσμος μιλάει για πράγματα που πριν θα θεωρούσαμε εντελώς προσωπικά, ταμπού, που ίσως και να μην παραδεχόμασταν στον ίδιο μας τον εαυτό. Ολοένα και περισσότερος κόσμος (παραδέχεται πως) έχει κατάθλιψη, έχει κάνει απόπειρες αυτοκτονίας, υποφέρει από κάποιο χρόνιο αυτοάνοσο ή από κάποια διατροφική διαταραχή, παλεύει να συμφιλιωθεί με τη σεξουαλικότητα του ή με τα κομπλικέ του συναισθήματα απέναντι στη μητρότητα.
Κοίτα να δεις, τελικά δεν είμαστε οι μόνοι weirdos εκεί έξω…
Τον τελευταίο καιρό, τσεκάρω κάθε μέρα τα memories μου στο Facebook. Είμαι περίεργη τι πόσταρε η Δανάη τρία, πέντε, οκτώ χρόνια πριν. Συνειδητοποιώ πως, παρόλο που έκανα ανελέητο oversharing (κανείς δεν ενδιαφέρεται να διαβάσει πόσο busy είσαι τρεις φορές την ημέρα, ούτε καν το αφεντικό σου) στην πραγματικότητα δε μιλούσα σχεδόν ποτέ για τα ουσιαστικά προβλήματα στη ζωή μου. Ούτε για την προβληματική μου σχέση με το αλκοόλ (παρά μόνο ως αστείο, χαχα, χικ), ούτε για τις περιόδους οικονομικής ανέχειας (δεν είναι σέξι να μη σου φτάνουν τα λεφτά ούτε για τη λαϊκή), ούτε για τα θέματα ψυχικής υγείας και τις διατροφικές διαταραχές που με ταλαιπωρούσαν για χρόνια. Πίστευα πως κανείς δε θα καταλάβαινε. Και τέλος πάντων “τα εν οίκω μη εν δήμω”, έτσι δε μας έμαθαν;
Σήμερα έχω άλλη γνώμη. Ούτως ή άλλως, η ιδιωτικότητα ως έννοια χάνει έδαφος με κάθε “αποδέχομαι τα cookies” που πατάμε σε κάθε ιστοσελίδα. Οπότε αν είναι να τα βγάζουμε όλα στη φόρα, ας βγάζουμε και αυτά που έχουν πραγματικά σημασία. Η συνειδητοποίηση πως δεν είμαστε και τόσο ξεχωριστοί, πως πολλοί άλλοι άνθρωποι εκεί έξω περνάνε τα ίδια με μας, μπορεί κυριολεκτικά να μας σώσει τη ζωή.