Η χρονιά είναι 2015 και η ώρα 5:45 το πρωί, στο Financial District (61,000 κάτοικοι) της Νέας Υόρκης. Η συγκάτοικος μου κοιμάται ακόμα, οπότε βάφομαι στο κρεβάτι μην την ενοχλήσω. Μου παίρνει περίπου 45 λεπτά να απλώσω primer, την πρώτη στρώση make up και concealer, μετά highlighter (κάτω από τα φρύδια, πάνω από τα μήλα, στη μύτη και στο πάνω χείλος) και υγρό contouring σε μάγουλα, λαιμό και κροτάφους, και να τα κάνω όλα blend με το beauty blender. Δεν τελείωσα, έχω να σχηματίσω φρύδια (με μολύβι, σκιά και τζελ), να βάψω μάτια (με σκιά που δίνει βάθος στο πάνω βλέφαρο, eyeliner και δύο στρώσεις μάσκαρα) και να διορθώσω τυχόν λάθη (με μπατονέτα, ξεβαφτικό και concealer). Μετά θα πουδράρω πρόσωπο και χείλη, θα κάνω περίγραμμα χειλιών και blend δύο χρώματα κραγιόν (για να δείχνουν κάπως σαρκώδη) και τέλος θα ψεκάσω απαλά το πρόσωπο μου με mist για να “κάτσει” το make up. Κατά τις 6:45 (θέλω κι ένα τέταρτο για να φτιάξω μαλλί) είμαι πια έτοιμη να βγω από το σπίτι. Έχω μίτινγκ στο γραφείο στις 8 και θα μου πάρει περίπου μία ώρα να φτάσω με όλη αυτή την κίνηση.
Η χρονιά είναι 2018 και η ώρα 5:45 το πρωί, στο Saffle (9,000 κάτοικοι και μερικά άλογα) της Σουηδίας. Οι γάτες μου κοιμούνται ακόμα, οπότε βάφομαι ανενόχλητη στο μπάνιο. Μου παίρνει περίπου 6 λεπτά να βάλω μια σταγόνα make up κάτω από κάθε μάτι (μου τελείωσε το concealer πριν μήνες), ασημένιο μολύβι ματιών (για να φαίνομαι ξεκούραστη), λίγη μάσκαρα στις άκρες των βλεφαρίδων, ανοιχτόχρωμο μολύβι χειλιών (τα χείλη μου ακόμα δεν είναι σαρκώδη) και μπόλικο lip balm για το κρύο με λίγο χρώμα. Κατά τις 6:05 (θέλω κι ένα τέταρτο για να φορέσω όλες τις στρώσεις πουλόβερ/παλτό/κασκόλ/σκούφο/γάντια) είμαι πια έτοιμη να βγω από το σπίτι. Έχω μάθημα στο πανεπιστήμιο στις 9 και θα μου πάρει περίπου 20 λεπτά να περπατήσω ως το σταθμό (παραπάνω αν χιονίζει), μία ώρα ταξίδι με το τρένο στο Karlstad και μισή ώρα με το λεωφορείο από το σταθμό στο πανεπιστήμιο. Οκ, κάνω και μια στάση για καφέ.
Τα τελευταία χρόνια η ζωή μου άλλαξε δραματικά. Και μαζί της, το μακιγιάζ μου. Δουλεύοντας από το σπίτι πια, δεν υπήρχε λόγος για καθημερινό contouring — και το να βάφομαι 45 λεπτά για βγω για ένα ποτό το βράδυ άρχισε να μου φαίνεται βουνό. Όταν έφυγα από την Ελλάδα πέρυσι, κόπηκαν και οι βραδινές έξοδοι (τα ποτά στις Σκανδιναβικές χώρες κοστίζουν όσο ένα νεφρό) οπότε ακόμα και το eyeliner άρχισε να φαντάζει υπερβολή. Δεν άλλαξαν μόνο οι εξωτερικές συνθήκες όμως: άλλαξα εγώ. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, όσο άσχημα (και άσχημη) ένιωθα, τόσο πιο βαθιά ήταν η βουτιά στα καλλυντικά. Έμπαινα στα Sephora κάθε μήνα και έβγαινα με τρεις σακούλες προϊόντα που αυτή τη φορά, ήμουν σίγουρη, θα με έκαναν να δείχνω όμορφη και άρα να με αγαπήσω. Ήμουν 15 χρονών και βαφόμουν σαν 35. Ήμουν 25 χρονών και βαφόμουν σαν 45. Τώρα πια, στα 35, βάφομαι σα 15χρονο.
Δεν ισχυρίζομαι πως το έντονο μακιγιάζ δείχνει έλλειψη αυτοπεποίθησης. Ίσα ίσα, πιστεύω πως μπορεί να γίνει ένας υγιέστατος τρόπος έκφρασης. Και παρόλο που το νεσεσέρ μου είναι μισοάδειο πλέον, ακόμα παρακολουθώ με ενδιαφέρον make up tutorials στο Instagram και χαμογελάω όταν βλέπω παλιές φωτό που είχα contouring σαν Καρντάσιαν. Απλά πλέον ξέρω πως το αν νιώθω όμορφη ή όχι ξεκινάει από μέσα μου — όχι μέσα από το νεσεσέρ μου. Μου πήρε 35 χρόνια και κάτι χιλιάδες ευρώ σε καλλυντικά για να το μάθω, αλλά κανείς δεν είναι τέλειος. Ούτε καν το contouring της Κιμ Καρντάσιαν, αν το δεις από πολύ κοντά.