Μια νέα, καλόκαρδη γυναίκα προκαλεί μια μεγάλη καταστροφή. Κυριευμένη από μια ανεξέλεγκτη δύναμη που την αλλοιώνει, εσωτερικά και εξωτερικά, εξοντώνει σταδιακά την πόλη όπου μεγάλωσε και τα αγαπημένα της πρόσωπα. Μετά τους επιτυχημένους «Ναυαγούς», η Ηρώ Μπέζου επιστρέφει στο Θέατρο Τέχνης με το νέο της έργο, «Το Τέρας», που ανεβαίνει από την Παρασκευή 25 Απριλίου σε δική της σκηνοθεσία, στη σκηνή της Φρυνίχου. Μια ονειρική «τρομακτική» ιστορία, για τη μεταμόρφωση και την ελευθερία. Μιλήσαμε με μια από τις πρωταγωνίστριές της, τη Στέλλα Βογιατζάκη, σε ένα διάλειμμα ανάμεσα στις εντατικές πρόβες αλλά και τη φροντίδα του δύο ετών γιου της.

Ποια είναι η ηρωίδα που υποδύεσαι στο «Τέρας»;

«Είναι η Μαρία, που έχει ένα είδος συγγένειας με τη Δέσποινα, το “Τέρας”, που υποδύεται η Δήμητρα Βλαγκοπούλου. Οι δύο ηρωίδες έχουν πολλές ομοιότητες. Η Μαρία συντροφεύει το “Τέρας” μέχρι τέλους, μπορούμε να πούμε. Και αυτή, όπως και οι άλλοι χαρακτήρες του έργου, είχε παραβλέψει τα προειδοποιητικά σημάδια της μετατροπής της Δέσποινας σε “Τέρας”, αλλά έχει κατευναστική δύναμη απέναντί της και, με έναν τρόπο, όσο περνάει η ώρα ο αρχικός τρόμος της μειώνεται».

Τι μπορεί να μετατρέψει έναν άνθρωπο σε «Τέρας»;

«Αν κάποιος υποστεί βία, κακουχίες, αν τον ακυρώσεις, αν τον αδικήσεις βαθιά, πιστεύω ότι μπορεί να βγάλει κάτι ζωώδες. Στη δική μας παράσταση είναι η καταπίεση που μετατρέπει σε “Τέρας” τη Δέσποινα. Κρύβεται μέσα της καλά για καιρό, και μετά έρχεται αιφνιδιαστικά αυτή η αλλαγή και τους πανικοβάλλει όλους. Καταλαβαίνεις όμως τους λόγους που μπορεί να οδηγήσουν κάποιον μέχρι εκεί».

«Αν κάποιος υποστεί βία, κακουχίες, αν τον ακυρώσεις, αν τον αδικήσεις βαθιά, πιστεύω ότι μπορεί να βγάλει κάτι ζωώδες. Στη δική μας παράσταση είναι η καταπίεση που μετατρέπει σε “Τέρας” τη Δέσποινα. Κρύβεται μέσα της καλά για καιρό, και μετά έρχεται αιφνιδιαστικά αυτή η αλλαγή και τους πανικοβάλλει όλους. Καταλαβαίνεις όμως τους λόγους που μπορεί να οδηγήσουν κάποιον μέχρι εκεί».

Αν η ζωντανή μουσική της παράστασης ήταν ένας ακόμα χαρακτήρας, πώς θα τον περιέγραφες;

«Βοηθάει πολύ στην εξέλιξη της ιστορίας, είναι σαν να μου απλώνει το χέρι και να πηγαίνουμε την ιστορία μαζί παρακάτω. Επίσης ο Φάνης [Ζαχόπουλος, ο συνθέτης της μουσικής] έχει γράψει ένα υπέροχο νανούρισμα. Το μελετούσα στο σπίτι προσπαθώντας να το μάθω και ταυτόχρονα το μάθαινε και ο μικρός. Οπότε τώρα πολλά βράδια μού το ζητάει και του το τραγουδάω προτού κοιμηθεί. Και στις πρόβες πολλές φορές τον σκέφτομαι όταν το τραγουδάω, αυτό είναι κάτι που με συγκινεί πολύ».

Στέλλα Βογιατζάκη

Η υπόθεση του έργου δεν τοποθετείται σε συγκεκριμένο χρόνο και τόπο. Αυτό σού δίνει επιπλέον ελευθερίες στην ερμηνεία του κειμένου;

«Δεν υπάρχει συγκεκριμένη εποχή ή τόπος αλλά υπάρχει πλαίσιο: είμαστε σε μια ερημωμένη πόλη, που έχει καταστραφεί. Είναι σχεδόν σαν να βρισκόμαστε σε καμένη γη. Το έργο είναι ποιητικό, κι αυτό δίνει και σε εμάς και στους θεατές την ελευθερία να φανταζόμαστε πράγματα. Έτσι κι αλλιώς και η Ηρώ [Μπέζου] δίνει αυτόν το χώρο, ενώ ταυτόχρονα ξέρει να σε καθοδηγεί. Είναι τρομερά γενναιόδωρη, αγαπάει τη δουλειά μας και τους ανθρώπους γύρω της, είναι ευτυχία να δουλεύεις με αυτό τον τρόπο».

Στις συνεργασίες σου νιώθεις γενικά τυχερή ή υπήρξαν και περιστατικά που δεν θα ήθελες να ξαναζήσεις;

«Δουλεύω πολύ από τότε που τελείωσα το Εθνικό [τη Δραματική Σχολή], το 2013, και η αλήθεια είναι ότι σε κάποιες δουλειές έχω δυσκολευτεί».

«Δεν υπάρχει συγκεκριμένη εποχή ή τόπος αλλά υπάρχει πλαίσιο: είμαστε σε μια ερημωμένη πόλη, που έχει καταστραφεί. Είναι σχεδόν σαν να βρισκόμαστε σε καμένη γη. Το έργο είναι ποιητικό, κι αυτό δίνει και σε εμάς και στους θεατές την ελευθερία να φανταζόμαστε πράγματα».

Έζησες όμως και το πριν και το μετά του ελληνικού #metoo στο θέατρο.

«Ναι, το οποίο βοήθησε πάρα πολύ. Είδα μεγάλη διαφορά μετά, μόνο προς το καλύτερο».

Σε παλαιότερη συνέντευξή σου έχεις πει ότι είσαι μοναχοπαίδι και πως μεγαλώνοντας έπρεπε να εφευρίσκεις τρόπους για να απασχολείς το μυαλό σου. Σήμερα θεωρείς απαραίτητη τη μοναχικότητα για την ενεργοποίηση της φαντασίας ή νιώθεις πιο δημιουργική στη συλλογική δουλειά;

«Και με τους δύο τρόπους μπορείς να είσαι δημιουργικός και, ξέρεις, πολλές φορές αλλάζουν οι συνθήκες και αλλάζεις κι εσύ. Στην παρούσα φάση δεν υπάρχει καθόλου μοναχικότητα στη ζωή μου! Ως νέα μαμά είναι σαν να κολυμπάω σε αχαρτογράφητα νερά. Όταν πηγαίνω στην πρόβα είμαι πολύ συγκεντρωμένη και δημιουργική στις συναναστροφές μου με την ομάδα. Και μετά γυρίζω σπίτι και είναι σαν να λειτουργεί ξαφνικά ένα φίλτρο και είμαι μόνο με τον μικρό. Η αλήθεια είναι ότι παλαιότερα αυτό δεν μου συνέβαινε τόσο. Αλλά αν επιστρέψω σπίτι αγχωμένη, το παιδί θα το εισπράξει».

Φωτογραφία της παράστασης «Το Τέρας» της Ηρώς Μπέζου

Μεγάλωσες στην Αμαλιάδα, έζησες στη Θεσσαλονίκη και στη Λευκωσία, αλλά τα τελευταία χρόνια έχεις εγκατασταθεί στην Κυψέλη. Πώς σού φαίνεται η ζωή στο κέντρο της Αθήνας;

«Μπορώ να πω ότι είμαι πλέον παιδί της πόλης. Δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω, από τα αρνητικά ή τα θετικά; Θα ξεκινήσω από τα θετικά, γιατί προσπαθώ να μένω αισιόδοξη. Αγαπάω πολύ τις βόλτες που κάνω με τον γιο μου, με τον σύντροφό μου και με το σκυλάκι μας, το Δεσποινάκι, στη Φωκίωνος Νέγρη και στο Πεδίο του Άρεως, που είναι μεγάλη ανάσα για εμάς. Αγαπώ πολύ τη σύνδεση που έχω αποκτήσει, με τα χρόνια, με τους ανθρώπους της γειτονιάς, όπως στα συνοικιακά μαγαζιά, στο βιβλιοπωλείο κάτω από το σπίτι μας. Ξυπνάω το πρωί, πηγαίνω βόλτα με τον Μιχάλη [τον γιο της] και το Δεσποινάκι και μιλάω μαζί τους. Νιώθω ιδιαίτερα τυχερή, γιατί τυχαίνει να ζουν πολλοί φίλοι στην Κυψέλη κι αυτό ομορφαίνει την καθημερινότητά μου. Επίσης τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιώ λιγότερο το αυτοκίνητο, όλες οι δουλειές μου είναι στο κέντρο, και μου αρέσει πολύ να περπατάω.

»Αυτό που δεν αντέχω, που με πληγώνει βαθιά, είναι ότι ουσιαστικά ζούμε σε μια πόλη που είναι φτιαγμένη για να επιβιώνουν μόνο οι νέοι και δυνατοί. Είναι απάνθρωπο, τρομακτικό αν το σκεφτείς. Δεν υπάρχουν υποδομές, όχι μόνο για αμαξίδια και οικογένειες με καρότσια αλλά ούτε καν πεζοδρόμια για πεζούς. Δεν υπάρχει αρκετό πράσινο. Κάτι γκρεμίζεται και στη θέση του χτίζεται κάτι άλλο, όλα για το κέρδος».

»Αυτό που δεν αντέχω, που με πληγώνει βαθιά, είναι ότι ουσιαστικά ζούμε σε μια πόλη που είναι φτιαγμένη για να επιβιώνουν μόνο οι νέοι και δυνατοί. Είναι απάνθρωπο, τρομακτικό, αν το σκεφτείς. Δεν υπάρχουν υποδομές, όχι μόνο για αμαξίδια και οικογένειες με καρότσια, αλλά ούτε καν πεζοδρόμια για πεζούς. Δεν υπάρχει αρκετό πράσινο».

Πόσων χρονών είναι το Δεσποινάκι, η σκυλίτσα σου;

«Είναι εννέα χρονών. Τώρα με έχει πιάσει μια τρέλα, βλέπω γατάκια και θέλω να τα υιοθετήσω όλα! Ίσως στο μέλλον. Με θλίβει όταν υιοθετούν ζώα σύμφωνα με την εμφάνισή τους – δεν υιοθετούνται τα μαύρα σκυλάκια, τα λίγο πιο μεγάλα ή λίγο πιο μικρά. Δεν μπορώ, ξέρεις, να το καταλάβω όταν αγοράζεις ένα σκυλάκι λευκό, φλάφι, που δεν μαδάει…».

Ένα ζώο κατά παραγγελία, δηλαδή.

«Ναι, φίλος κατά παραγγελία δεν γίνεται, όπως ξέρουμε».

Στέλλα Βογιατζάκη

Η Δέσποινα είναι το πρώτο σκυλάκι που υιοθέτησες;

«Όχι, από μικρή είχα πολλά φιλαράκια. Τη Δέσποινα τη βρήκαν οι νονοί του Μιχάλη, ο Γιάννης Νιάρρος και η Χαρά Μάτα στην Ερεσό της Λέσβου, όταν ήταν κουτάβι, σε πολύ κακή κατάσταση, και την έφεραν στην Αθήνα».

Πώς έχει αλλάξει η ζωή σου μετά την υιοθεσία της;

«Υπάρχει ένα απόφθεγμα του μυθιστοριογράφου Ανατόλ Φρανς που είχα διαβάσει κάπου: “Μέχρι ο άνθρωπος να αγαπήσει ένα ζώο, ένα κομμάτι της ψυχής του παραμένει κοιμισμένο”. Αυτό το πιστεύω πολύ.

«Υπάρχει ένα απόφθεγμα του μυθιστοριογράφου Ανατόλ Φρανς, που είχα διαβάσει κάπου: “Μέχρι ο άνθρωπος να αγαπήσει ένα ζώο, ένα κομμάτι της ψυχής του παραμένει κοιμισμένο”. Αυτό το πιστεύω πολύ».

»Είναι ένα πλάσμα αθώο, που αγαπάει ανιδιοτελώς. Η αφοσίωση που σου δείχνει αλλά και το αίσθημα ευθύνης που γεννά μέσα σου μπορεί να σε μετακινήσουν. Μαθαίνεις ακόμα πως η ουσία είναι στα μικρά, στα απλά, στα καθημερινά. Στη βόλτα που θα πας το πρωί. Στο παιχνίδι παρέα – ενώ μπορεί να έχεις τόσες έγνοιες και να είσαι κουρασμένος, μπαίνεις κατευθείαν στο παιχνίδι. Ειδικά τώρα, που ο μικρός είναι δύο χρονών, με συγκινεί το πώς αλληλεπιδράει με το Δεσποινάκι. Μαλακώνω δίπλα τους.

»Επίσης αυτό θα το καταλάβουν αμέσως όσοι έχουν σκύλο: Ανοίγεις την πόρτα και έρχεται πάνω σου με τέτοια λαχτάρα, που σκάει σαν κύμα αγάπης. Το νιώθεις όλο, το παίρνεις όλο. Πλέον, όταν ανοίγει η πόρτα έρχονται και ο Μιχάλης και η Δέσποινα. Αυτό κι αν είναι μάθημα, μεγάλο σχολείο για μένα! Να μην παίρνεις τίποτα σαν δεδομένο, να αγκαλιάζεις τώρα αυτόν που έχεις δίπλα σου».

Φωτογραφία της παράστασης «Το Τέρας» της Ηρώς Μπέζου

Δείτε το τρέιλερ της παράστασης:

Info

«Το Τέρας» της Ηρώς Μπέζου, από Παρασκευή 25/04, Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν-Φρυνίχου, Φρυνίχου 14, Πλάκα, τηλ. 210 3222464, 210 3222760. Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Πέμπτη-Παρασκευή-Σάββατο: 21.00, Κυριακή: 19.00. Διάρκεια: 90΄. Τιμές εισιτηρίων: Κανονικό εισιτήριο 17 €, μειωμένο εισιτήριο (φοιτητικό, ανέργων, άνω των 65 ετών, ΑμΕΑ) 14 €, ατέλεια 7 €. Προπώληση: www.more.com & στα ταμεία του Θεάτρου Τέχνης.

Συντελεστές

Κείμενο-Σκηνοθεσία: Ηρώ Μπέζου. Σκηνικά-Κοστούμια: Ιωάννα Πλέσσα. Φωτισμοί: Ελίζα Αλεξανδροπούλου. Μουσική: Φάνης Ζαχόπουλος. Βοηθός σκηνοθέτριας: Λήδα Κουτσοδασκάλου. Βίντεο-Φωτογραφίες: Γιάννης Καραμπάτσος. Μοντάζ: Ελισάβετ Πηρούνια. Γραφίστας: Γιάννης Σταματόπουλος. Social Media: Ανδρέας Λεύκιος Καψαμπέλης. Διεύθυνση-Εκτέλεση παραγωγής: Kart Productions.

Παίζουν: Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Στέλλα Βογιατζάκη, Κατερίνα Νταλιάνη, Γιάννης Παπαδόπουλος. Μουσικός επί σκηνής Γιώργος Σταυρίδης

 

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below