O τίτλος «Social media, brain rot and the slow death of reading» («Social media, σήψη εγκεφάλου και ο αργός θάνατος της ανάγνωσης»), που επέλεξε η βιβλιοκριτικός και συγγραφέας Mia Levitin για το νέο άρθρο της στους Financial Times, περιγράφει με λίγα λόγια ό,τι ζούμε όλοι μας τα τελευταία χρόνια, ακόμα και όσοι δηλώναμε μέχρι πρότινος «βιβλιοφάγοι», καθώς πλέον αγωνιζόμαστε να αφήσουμε για λίγο στην άκρη το κινητό μας και να αφεθούμε στην απόλαυση της ανάγνωσης ενός βιβλίου.

Η αρθρογράφος υποστηρίζει ότι ακόμα και οι σπουδαστές Λογοτεχνίας έχουν πάψει σήμερα να διαβάζουν βιβλία, ή τουλάχιστον τα διαβάζουν με πολύ χαμηλότερη συχνότητα από ό,τι στο παρελθόν. Παραθέτει ενδεικτικά μια πρόσφατη δημοσκόπηση (Reading Agency), σύμφωνα με την οποία το ποσοστό των ενηλίκων που διαβάζουν σήμερα στη Βρετανία έχει πέσει στο μισό, από το 58% που ήταν το 2015. Το δέλεαρ των social media είναι ισχυρό ακόμα και στους βιβλιοφιλικούς κύκλους όπου κινείται η Levitin, όπου ακόμα και συγγραφείς «μου λένε ότι πιάνουν τον εαυτό τους να σκρολάρουν στο κρεβάτι, αντί να διαβάζουν βιβλία».

Ο αγώνας «βιβλία vs social media» είναι, αναμφισβήτητα, άνισος. Όχι μόνο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να προκαλούν απανωτές εκρήξεις ντοπαμίνης, της ορμόνης της επιβράβευσης, στον εγκέφαλό μας -και σε κάποιες περιπτώσεις εθισμό- αλλά επιπλέον αυτός δεν είναι εγγενώς προγραμματισμένος για να διαβάζει βιβλία, όπως εξηγεί η νευροεπιστήμονας Maryanne Wolf (συγγραφέας του βιβλίου «Reader, Come Home: The Reading Brain In A Digital World»). Η ανάγνωση είναι μια επίκτητη δεξιότητα, που καλλιεργούμε διά της μάθησης.

Ο αγώνας «βιβλία vs social media» είναι, αναμφισβήτητα, άνισος. Όχι μόνο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να προκαλούν εκρήξεις ντοπαμίνης, της ορμόνης της επιβράβευσης, στον εγκέφαλο, αλλά επιπλέον αυτός δεν είναι εγγενώς προγραμματισμένος για να διαβάζει βιβλία, όπως εξηγεί η νευροεπιστήμονας Maryanne Wolf.

Επομένως η ανάγνωση ενός βιβλίου είναι, πράγματι, κοπιαστική, όπως ίσως έχουμε υποψιαστεί από την εμπειρία μας, αλλά αξίζει τον κόπο. Μελέτες επιβεβαιώνουν ότι όσοι διαβάζουν συστηματικά αναφέρουν υψηλότερα επίπεδα ευεξίας και ικανοποίησης από τη ζωή, συν καλύτερο ύπνο, συγκέντρωση και δημιουργικότητα. Δεν χρειάζεται μάλιστα να έχουμε άπειρο ελεύθερο χρόνο στη διάθεσή μας για να επωφεληθούμε από την ευεργετική δράση της ανάγνωσης: μια μελέτη έδειξε ότι αρκούν έξι λεπτά την ημέρα για να μειωθεί το στρες μας κατά τα δύο τρίτα του.

Η βιβλιοθεραπεύτρια Ella Berthoud δίνει συμβουλές για να αρχίσουμε (ξανά) να εξασκούμε τους αναγνωστικούς μυς μας, αν νιώθουμε ότι έχουν ατροφήσει. Μπορούμε να δοκιμάσουμε αν μας ταιριάζουν τα audiobooks, να ξεκινήσουμε από κείμενα βραχείας φόρμας όπως συλλογές διηγημάτων, νουβέλες, λευκώματα και graphic novels, αλλά και να δώσουμε στον εαυτό μας κίνητρα, για παράδειγμα να εγκαινιάσουμε, μαζί με την καινούρια χρονιά, ένα ημερολόγιο ανάγνωσης ή μια όμορφη γωνιά ανάγνωσης στο σπίτι.

Η βιβλιοθεραπεύτρια Ella Berthoud δίνει συμβουλές για να αρχίσουμε (ξανά) να εξασκούμε τους αναγνωστικούς μυς μας, αν νιώθουμε ότι έχουν ατροφήσει. Μπορούμε να δοκιμάσουμε αν μας ταιριάζουν τα audiobooks, να ξεκινήσουμε από κείμενα βραχείας φόρμας όπως συλλογές διηγημάτων, νουβέλες, λευκώματα και graphic novels.

Μπορούμε επίσης να συμμετέχουμε σε λέσχες ανάγνωσης (ναι, υπάρχουν ακόμα, και μάλιστα με ανθρώπους όλων των ηλικιών), που θα μας δώσουν το κίνητρο να ολοκληρώνουμε εγκαίρως το βιβλίο που θα συζητήσουμε στην επόμενη συνάντησή τους και θα μας φέρουν σε επαφή με άτομα με κοινά ενδιαφέροντα.

Και αν δεν μπορούμε να φανταστούμε ούτε μία μέρα της ζωής μας χωρίς Ίντερνετ, ας δούμε την ανάγνωση κάπως αλλιώς, με τη βοήθεια της συγγραφέως Maria Popova, η οποία περιέγραψε τη λογοτεχνία ως «το πρώτο Ίντερνετ στην ιστορία», με τη διαφορά ότι όταν βυθιζόμαστε σε αυτόν, τον αναλογικό, κόσμο δεν πετάγονται διαρκώς ειδοποιήσεις και διαφημίσεις να διακόπτουν την προσοχή μας, αλλά συνεχίζουμε το ταξίδι απερίσπαστοι.

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below