O Πάμπλο Λαρέν πήγαινε από μικρός με την οικογένειά του σε παραστάσεις όπερας, στο Σαντιάγο όπου μεγάλωσε, μαθαίνοντας να την αγαπάει. Η Αντζελίνα Τζολί δεν είχε ποτέ ιδιαίτερες σχέσεις με το συγκεκριμένο μουσικό είδος. Όταν όμως ανέλαβε να υποδυθεί τη Μαρία Κάλλας στην ταινία «Maria», βρέθηκε να παρακολουθεί πολύμηνα μαθήματα φωνητικής. Ο Χιλιανός σκηνοθέτης είχε αποφασίσει να μην καταφύγει στο ντουμπλάρισμα των σκηνών όπου η πρωταγωνίστρια ερμηνεύει αποσπάσματα από παραστάσεις της θρυλικής σοπράνο με τα αυθεντικά ηχητικά ντοκουμέντα, αλλά για ένα πιο ρεαλιστικό ερμηνευτικά αποτέλεσμα της ζήτησε να τα τραγουδήσει, αναμειγνύοντας στη συνέχεια, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, τη φωνή της με την αληθινή της Κάλλας.
Ωστόσο οι εκπλήξεις αυτής της ταινίας, με την οποία ο Λαρέν ολοκληρώνει μια τριλογία αφιερωμένη σε σημαντικές γυναίκες («Jackie» και «Spencer» είναι οι άλλες δύο), δεν προορίζονται μόνο για όσους αναζητούν τις λεπτομέρειες του making of, αλλά περιμένουν όλους τους θεατές – ακόμα και εκείνους που νομίζουν ότι γνωρίζουν τα πάντα για τη ζωή και το έργο της Μαρίας Κάλλας. Γιατί βασική επιδίωξη των δημιουργών της ήταν να καθαρίσουν την υστεροφημία της από τα στερεότυπα που τη στοιχειώνουν κοντά μισό αιώνα τώρα και να μας εμπνεύσουν να τη δούμε με νέο βλέμμα.
Άλλωστε παρόλο που στην αφήγησή της παρεμβάλλονται αναδρομές στο παρελθόν, από τα δύσκολα παιδικά χρόνια της στην Αθήνα μέχρι τις εμβληματικές παραστάσεις της, τη γνωριμία και τη σχέση της με τον Αριστοτέλη Ωνάση, εστιάζει κυρίως στις τελευταίες ημέρες πριν από τον θάνατό της, το 1977, σε ηλικία μόλις 53 ετών, όταν έχοντας χάσει προ πολλού τη φωνή της ζούσε αποσυρμένη στο διαμέρισμά της στο Παρίσι. Εκεί επισκεπτόμαστε μια γυναίκα που, παρόλο έχει αφήσει πίσω της τα κοστούμια των ρόλων της, ντύνεται ακόμα υπέροχα, προσπαθεί να κρατηθεί από τη ζωή, αν και μια ζωή ασύγκριτα πιο φτωχή, μακριά από τη σκηνή και τη συντροφιά των οικιακών βοηθών της. Ένας δημοσιογράφος που την προσεγγίζει τολμά να της προτείνει να την αποκαλεί με το μικρό όνομά της.
Λίγο πριν από την πρεμιέρα της «Maria» στους ελληνικούς κινηματογράφους στις 5/12, αποκλειστικά από το Cinobo και τη Faliro House, το Marie Claire Greece συμμετείχε σε μια διαδικτυακή συνέντευξη με τους δύο βασικούς συντελεστές, Πάμπλο Λαρέν και Αντζελίνα Τζολί, που μοιράστηκαν το απαιτητικό αλλά αποκαλυπτικό ταξίδι της δημιουργίας της. Προσδεθείτε.
Χρήσιμοι και επικίνδυνοι μύθοι
Ποιες είναι οι πλέον κοινές παρανοήσεις που επικρατούν για τη Μαρία Κάλλας;
Πάμπλο Λαρέν: «Νομίζω ότι η μεγαλύτερη παρανόηση είναι ότι επηρεαζόταν έντονα από τους άλλους, ιδιαίτερα από τους άντρες της ζωής της, από σκηνοθέτες, μαέστρους, συνθέτες και μάνατζερ. Αλλά καθώς τη γνωρίζουμε ανακαλύπτουμε μια γυναίκα που ήξερε τι έκανε, που είχε τον έλεγχο. Αν υπήρξε θύμα κάποιου, αυτός ήταν ο Τύπος, που ήταν πολύ σκληρός μαζί της. Όμως κανένας, πιστεύω, δεν κατανόησε καλύτερα τη Μαρία Κάλλας από την Αντζελίνα Τζολί, η οποία έδωσε στον ρόλο μια στωικότητα που δεν είχα ξαναδεί στο παρελθόν».
«Η μεγαλύτερη παρανόηση είναι, πιστεύω, ότι είχε επηρεαστεί τόσο από τη σχέση της με τον Ωνάση. Όποτε αναφέρεις σε κάποιον το όνομά της, σχολιάζει πόσο σημαντικός ήταν αυτός ο άντρας για εκείνη, ότι ράγισε την καρδιά της και γι’ αυτό πέθανε τόσο νέα. Είναι προσβλητικό για την ίδια και ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο».
Αντζελίνα Τζολί: «Η μεγαλύτερη παρανόηση είναι, πιστεύω, ότι είχε επηρεαστεί τόσο από τη σχέση της με τον Ωνάση. Όποτε αναφέρεις σε κάποιον το όνομά της, σχολιάζει πόσο σημαντικός ήταν αυτός ο άντρας για εκείνη, ότι ράγισε την καρδιά της και γι’ αυτό πέθανε τόσο νέα. Είναι προσβλητικό για την ίδια και ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο να λες ότι ήταν μια σχέση που ξεπερνούσε εκείνη που είχε με την τέχνη της και τον εαυτό της. Μια ακόμα παρανόηση είναι ότι ήταν ντίβα, γιατί μπορεί να καθυστερούσε να εμφανιστεί κάπου ή να μην εμφανιζόταν καθόλου, να ζητούσε το τάδε ή το δείνα… Στην πραγματικότητα, η Μαρία Κάλλας ήταν άρρωστη. Είχε πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας, που ο κόσμος δεν καταλάβαινε γιατί η ίδια δεν τα μοιραζόταν με όλους και με κάθε λεπτομέρεια».
Στην ταινία συμπεριλάβατε κάποιες σκηνές μυθοπλασίας, όπως αυτή της συνάντησής της με τον JFK. Γιατί;
Π.Λ.: «Στη διάρκεια της διάσημης βραδιάς των γενεθλίων του Αμερικανού προέδρου, στη σκηνή όπου ανέβηκε να του τραγουδήσει η Μέριλιν Μονρόε είχε ανεβεί προηγουμένως η Μαρία Κάλλας για να ερμηνεύσει την “Κάρμεν”. Επίσης υπάρχουν πολλές φωτογραφίες με την Κάλλας και τον JFK μαζί. Επομένως ξέρουμε ότι συναντήθηκαν, αλλά όχι τι ακριβώς συνέβη. Πριν από την ταινία διάβασα τις περισσότερες βιογραφίες της Μαρίας Κάλλας, αν όχι όλες, και είδα κάθε σχετικό ντοκιμαντέρ. Συμφωνούν σε ποσοστό 60%-70%, αλλά το υπόλοιπο συνίσταται σε ό,τι ο κάθε βιογράφος αποκαλεί “γεγονότα” και εμείς “υποθέσεις”. Δημιουργήσαμε λοιπόν ένα κομμάτι μυθοπλασίας, αλλά έτσι ώστε να αφηγηθούμε τη δική μας ιστορία αγάπης, σεβασμού και θαυμασμού προς τη Μαρία Κάλλας – στη συγκεκριμένη περίπτωση, για να δείξουμε ότι θα έβαζε κάποιον στη θέση του, ακόμα και αν ήταν ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών».
Όταν η Αντζελίνα συνάντησε τη Μαρία
Η Κρίστεν Στιούαρτ έχει πει ότι όταν υποδυόταν την Νταϊάνα στην ταινία «Spencer», σε κάποιες στιγμές είχε νιώσει την πριγκίπισσα να την επισκέπτεται. Εσείς αισθανθήκατε ποτέ αυτή τη στενή επαφή με την Κάλλας;
Α.Τ.: «Όχι ακριβώς, αλλά όταν ενσαρκώνεις ένα υπαρκτό πρόσωπο νιώθεις κοντά του γιατί αισθάνεσαι, κατά κάποιον τρόπο, υπεύθυνος απέναντί του. Άλλωστε ακολουθείς τα βήματά του. Υπήρξαν λοιπόν στιγμές, όταν φορούσα το φόρεμά της ή κάτι άλλο που είχε φορέσει και εκείνη και στεκόμουν σε μέρη όπου είχε σταθεί, που ήταν δύσκολο να μη νιώσω ότι εκεί βρισκόταν κάτι από την ουσία της. Μια διαφορά από την Νταϊάνα ήταν ότι η Μαρία Κάλλας ήταν καλλιτέχνιδα, οπότε μπορούσα να ακούσω τη μουσική της, τη φωνή της. Όταν καθόμουν στο σκοτάδι και την άκουγα να τραγουδάει ήταν, κατά κάποιον τρόπο, σαν να την έχω μαζί μου».
«Όταν ενσαρκώνεις ένα υπαρκτό πρόσωπο νιώθεις κοντά του γιατί αισθάνεσαι, κατά κάποιον τρόπο, υπεύθυνος απέναντί του. Άλλωστε ακολουθείς τα βήματά του. Υπήρξαν λοιπόν στιγμές, όταν φορούσα το φόρεμά της ή κάτι άλλο που είχε φορέσει και εκείνη και στεκόμουν σε μέρη όπου είχε σταθεί, που ήταν δύσκολο να μη νιώσω ότι εκεί βρισκόταν κάτι από την ουσία της».
Βλέπουμε τη Μαρία Κάλλας να δίνει μια παράσταση όχι μόνο μπροστά στους άλλους, αλλά ακόμα και στον ίδιο της τον εαυτό. Πώς καταφέρατε να συναντήσετε τη γυναίκα πίσω από τις περφόρμανς της;
Α.Τ.: «Κάποιοι επιδιώκουν να παρουσιάζονται στον κόσμο με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Αυτό στη Μαρία Κάλλας, όπως ανακάλυψα, ήταν ένα μέσο επιβίωσης από την παιδική ηλικία της. Συνδέεται επίσης με τη μητέρα της, που της είχε περάσει το μήνυμα ότι δεν την αγαπούσε ακριβώς όπως ήταν. Μεγάλωσε πιστεύοντας ότι έπρεπε να είναι σπουδαία, ότι έπρεπε να είναι τέλεια μόνο και μόνο για να είναι αρκετή. Αυτό το μέσο επιβίωσης το έκανε κομμάτι της τέχνης της. Πιστεύω όμως ότι βαθιά μέσα της ο αληθινός εαυτός της επιδίωκε να δει αν θα μπορούσε να είναι αρκετός με το να είναι απλώς η Μαρία. Όταν ανακάλυψα τα μεγάλα γυαλιά, το φόρεμά της που είχε φτιαχτεί στο χέρι στην Ιταλία [τα κοστούμια της ταινίας είναι πιστή αναπαραγωγή της γκαρνταρόμπας της σοπράνο] και τη σιλουέτα της, πιο μικρόσωμη από τη δική μου, ένιωσα όπως νιώθουμε όλοι όταν βρισκόμαστε μόνοι, κάπου όπου δεν μας βλέπει κανείς, και είμαστε αληθινοί και ευάλωτοι. Εκείνο το σημείο έγινε, κατά κάποιον τρόπο, η αφετηρία για να ανακαλύψω όλα όσα έπρεπε να κάνει η Μαρία Κάλλας για να γίνει το δημόσιο πρόσωπο που γνωρίζουμε».
Φοβηθήκατε όταν πήρατε αυτό το ρόλο; Πότε συνειδητοποιήσατε τελικά ότι θα καταφέρνατε να κατακτήσετε την τέχνη της όπερας;
Α.Τ.: «Ήμουν πολύ φοβισμένη, περισσότερο από όσο έλεγα στον Πάμπλο. Ανέκαθεν ήθελα να συνεργαστώ μαζί του – εμπιστεύομαι τον τρόπο με τον οποίο κάνει τη δουλειά του, την έρευνά του, τις ταινίες του. Τον τρόπο με τον οποίο δίνει χώρο στους ανθρώπους του και τους ακούει. Είναι υπέροχος συνεργάτης. Ήξερα λοιπόν ότι θα έβρισκα ένα ασφαλές περιβάλλον. Αλλά όταν του είπα ότι, ναι, μπορώ να τραγουδήσω λίγο, δεν είχα συνειδητοποιήσει τι σημαίνει πραγματικά να ερμηνεύεις όπερα. Μόλις μπήκα στην τάξη και κατάλαβα ότι εκείνος είχε μεγαλώσει ακούγοντας όπερα, ότι σε μια ταινία για τη Μαρία Κάλλας δεν μπορείς να προσποιηθείς ότι τραγουδάς όπερα και πως είχα μπροστά μου επτά μήνες εντατικών μαθημάτων, τρομοκρατήθηκα. Νομίζω ότι δεν έχω υπάρξει στη ζωή μου ποτέ τόσο νευρική όσο την πρώτη ημέρα που τραγούδησα στα γυρίσματα της ταινίας. Από την άλλη, όμως, δεν είναι υπέροχο να σε φοβίζει κάτι; Το να συναντάς ξανά, σε κάποια φάση της ζωής σου, κάτι που σε φοβίζει σημαίνει ότι αντιμετωπίζεις μια μεγάλη πρόκληση. Δεν ξέρω λοιπόν αν κατάφερα να κατακτήσω την τέχνη της όπερας, αλλά σίγουρα τα έβγαλα πέρα».
Πώς θα περιγράφατε τη συναισθηματική εμπειρία του να τραγουδάς όπερα;
Α.Τ.: «Σε όλους μας έχει συμβεί να ζήσουμε κάτι, έναν πόνο, μια απώλεια, ένα τραύμα, ό,τι κι αν είναι αυτό, και να το κουβαλάμε στο σώμα μας, με το στομάχι μας να σφίγγεται και την καρδιά μας να φτερουγίζει. Πολύ σπάνια έχουμε την ευκαιρία και την κατάλληλη υποστήριξη ώστε το βγάλουμε από μέσα μας, να βρούμε τη δική μας φωνή για να εκφράσουμε ολόκληρο τον πόνο, την αγάπη ή ό,τι υπάρχει μέσα στον καθένα μας. Την πρώτη εβδομάδα ένιωσα να πιέζομαι, έβαζα τα κλάματα. Δυσκολευόμουν να βρω πρόσβαση στη φωνή μου, είχα κλειδώσει από διαφορετικά πράγματα που είχαν συμβεί στη ζωή μου, και ήταν ένα είδος επανάστασης το ότι κατάφερα τελικά να τη βρω. Το εύχομαι σε όλους».
«Νομίζω ότι δεν έχω υπάρξει στη ζωή μου ποτέ τόσο νευρική όσο την πρώτη ημέρα που τραγούδησα στα γυρίσματα της ταινίας. Από την άλλη, όμως, δεν είναι υπέροχο να σε φοβίζει κάτι; Το να συναντάς ξανά, σε κάποια φάση της ζωής σου, κάτι που σε φοβίζει σημαίνει ότι αντιμετωπίζεις μια μεγάλη πρόκληση».
Η Μαρία Κάλλας αντιμετώπισε προκλήσεις και λόγω φύλου. Για παράδειγμα, χρειάστηκε να διεκδικήσει ίσες αμοιβές με άντρες τραγουδιστές ή επικρίθηκε επειδή έλεγε θαρραλέα τη γνώμη της. Ως γυναίκα καλλιτέχνιδα, ταυτίζεστε μαζί της;
Α.Τ.: «Κάποια πράγματα σε αυτό το ρόλο μου βγήκαν πολύ φυσικά. Όπως ότι προσπαθούσε να δημιουργήσει χώρο για την τέχνη της ή ότι ένιωθε απόγνωση όταν, ακόμα και αν εργαζόταν πολύ σκληρά και έδινε την ψυχή της στη δουλειά, συναντούσε εμπόδια και δεν είχε την ευκαιρία να κάνει όλα όσα ήταν ικανή να κάνει. Ξέρετε, όταν νιώθεις τόσο κοντά σε κάποιον, πιθανότατα οι άλλοι βλέπουν περισσότερες ομοιότητες μεταξύ σας από όσες μπορείς να δεις εσύ, αλλά ναι, σίγουρα ως γυναίκες καλλιτέχνες έχουμε πολλά κοινά».
Η διαχρονική γοητεία της Κάλλας
Τι σας προσέλκυσε περισσότερο στην ιδέα μιας ταινίας για τη Μαρία Κάλλας και τι σας εντυπωσίασε στη ζωή της;
Π.Λ.: «Δεν καταλαβαίνω το λόγο που έχουν γυριστεί τόσο λίγες ταινίες για την όπερα και τους τραγουδιστές της, παρόλο που οι δύο τέχνες έχουν πολλά κοινά. Εδώ και εκατό χρόνια η όπερα γίνεται όλο και πιο δυσπρόσιτη – λόγω των ακριβών εισιτηρίων των παραστάσεων και ούτω καθεξής. Σκέφτηκα λοιπόν, παρόλο που η Μαρία Κάλλας είναι αρκετά γνωστή σε κάποιες χώρες και κάποιους κύκλους, να προσπαθήσω να έρθω σε επαφή μαζί της και να γνωρίσω το έργο της, που κρύβει τόση ομορφιά. Και ελπίζω τελικά μέσα από την ταινία μου να εμπνεύσω το ενδιαφέρον για την όπερα σε ανθρώπους που δεν τη γνωρίζουν. Ακόμα και με ένα άτομο στον κόσμο να συμβεί αυτό, θα είναι μια επιτυχία της ταινίας».
Α.Τ.: «Εγώ είμαι μία από αυτούς τους ανθρώπους που δεν γνώριζα καλά την όπερα στο παρελθόν και πλέον έχω γίνει τεράστια θαυμάστριά της. Όπως έμαθα, δεν προοριζόταν να γίνει μια τέχνη για την ελίτ, αλλά για τις μάζες. Είναι επίσης μια τέχνη σπουδαία για τη Μαρία Κάλλας. Νομίζεις ότι κάνεις μια ταινία για εκείνη, αλλά η Μαρία Κάλλας είναι η όπερα. ΄Ξταν η μεγάλη της αγάπη, το είναι της και για μένα το κλειδί για να την υποδυθώ. Επομένως αυτή η ταινία, η Μαρία Κάλλας και η όπερα είναι ένα και το αυτό. Επιπλέον, όταν ενσαρκώνεις ένα αληθινό πρόσωπο πρέπει, κατά κάποιον τρόπο, να το συμπαθείς και να το συναισθάνεσαι. Πραγματικά λοιπόν έφτασα σε σημείο να νοιάζομαι για εκείνη και να νιώθω ότι ήταν παρεξηγημένη από πολλές απόψεις. Όποτε λοιπόν κάποιος μου λέει ότι στεναχωρήθηκε πραγματικά βλέποντάς τη να πεθαίνει στην ταινία, αυτό σημαίνει πολλά για εμένα, γιατί ήταν μια γυναίκα που πέθανε μέσα στον θυμό, στον αρνητισμό και την κριτική, αλλά της άξιζαν η αγάπη και η φροντίδα».
«Όταν ενσαρκώνεις ένα αληθινό πρόσωπο πρέπει, κατά κάποιον τρόπο, να το συμπαθείς και να το συναισθάνεσαι. Πραγματικά λοιπόν έφτασα σε σημείο να νοιάζομαι για εκείνη και να νιώθω ότι ήταν παρεξηγημένη από πολλές απόψεις. Όποτε λοιπόν κάποιος μου λέει ότι στεναχωρήθηκε πραγματικά βλέποντάς τη να πεθαίνει στην ταινία, αυτό σημαίνει πολλά για εμένα».
Η Αντζελίνα Τζολί πέρα από τη Μαρία Κάλλας
Η Μαρία Κάλλας υπήρξε πρότυπο για πολλές γυναίκες. Ποια πρότυπα είχατε εσείς μεγαλώνοντας;
Α.Τ.: «Δεν είναι πρωτότυπο αυτό που θα πω, αλλά ήταν η μαμά μου. Πιθανότατα γιατί ήταν η γυναίκα που γνώρισα καλύτερα από όλες, ήξερα τι περνούσε και ήταν πάντα παρούσα, ευγενική και τρυφερή, μια αληθινά καλή μαμά. Ο πατέρας μου ήταν μια δημόσια φιγούρα, ό,τι κι αν έκανε γινόταν γνωστό και αναγνωριζόταν, αλλά κανένας δεν ήξερε τίποτα για τη γυναίκα που με μεγάλωσε, που έδωσε τη ζωή της στην υπηρεσία των άλλων. Φυσικά με έχουν εμπνεύσει και πολλές γυναίκες ακόμα – κυρίως ακτιβίστριες παρά καλλιτέχνιδες».
Πώς νιώθετε τώρα που πλησιάζετε κι εσείς τα πενήντα;
Α.Τ.: «Έπιασα τον εαυτό μου να λέει όχι ότι είμαι 49 ετών αλλά σχεδόν πενήντα. Είμαι πολύ ενθουσιασμένη. Η μητέρα μου αρρώστησε όταν πλησίαζε στα πενήντα και πέθανε λίγο μετά. Για μένα λοιπόν το να περνάς υγιής τα πενήντα και να φτάνεις, ελπίζω, μέχρι τα εξήντα, μου δίνει μεγάλη χαρά. Νομίζω ότι αισθάνομαι πιο άνετα με τον εαυτό μου τώρα παρά όταν ήμουν νεότερη».
Παρακολουθήστε το τρέιλερ της ταινίας «Maria»:
Info
Η ταινία κυκλοφορεί στις ελληνικές αίθουσες στις 5/12 από τη Cinobo.