Στην Ισπανία, στα οικονομικά και οικογενειακά ερείπια που άφησε πίσω του ο Εμφύλιος Πόλεμος, άνθησε ένα φαινόμενο που θυμίζει τις δικές μας «ψυχοκόρες»: νέα κορίτσια, σε κάποιες περιπτώσεις ανήλικα, παραχωρούνταν από τους δικούς τους σε εύπορα σπίτια να εργαστούν ως οικιακές βοηθοί – κάποια μάλιστα ωθούντο από τους γονείς τους να προσπαθήσουν να «παγιδεύσουν» ερωτικά τους πλούσιους κληρονόμους ώστε εκείνοι να μην έχουν άλλη επιλογή παρά να τις «αποκαταστήσουν» και να τις «εξασφαλίσουν».
Αυτή η αληθινή ιστορία έγινε πηγή έμπνευσης για «Το μυστικό λιμάνι» (εκδ. Διόπτρα), ένα ατμοσφαιρικό θρίλερ που γνώρισε τέτοια εισπρακτική επιτυχία διεθνώς, ώστε αποτέλεσε την αφετηρία για μια σειρά με τίτλο τα «Βιβλία του Μυστικού Λιμανιού». Κεντρικός χαρακτήρας του μυθιστορήματος ο Όλιβερ, που όταν ανακαλύπτεται η μούμια ενός μωρού στα θεμέλια του σπιτιού που έχει κληρονομήσει στην Καντάμπρια, στη βόρεια Ισπανία, βρίσκεται αντιμέτωπος με μια ιστορία εγκλημάτων και οικογενειακών μυστικών που φτάνει μέχρι τον Εμφύλιο. Με αφορμή την κυκλοφορία του στα ελληνικά, μιλήσαμε με τη συγγραφέα, Maria Oruno, για την ανθρώπινη συμπεριφορά σε ακραίες συνθήκες αλλά και για την πρωτοπόρο της αστυνομικής λογοτεχνίας, Agatha Christie.
Πώς προέκυψε η ιδέα του «Μυστικού Λιμανιού» αλλά και ο τίτλος του;
«Η ιδέα του τίτλου ήταν να περιγράφει ένα καταφύγιο, ένα ασφαλές μέρος. Από τη στιγμή που ολόκληρη η πλοκή εκτυλίσσεται στην ακτή, μου ταίριαζε το λιμάνι. Επιπλέον, ο μικρός όρμος στο οποίο αναφέρεται ο Όλιβερ είναι αυτός που έχω κρατήσει κι εγώ στη μνήμη μου από τότε που ήμουν παιδί: ένα μέρος όπου δεν υπήρχαν προβλήματα, όπου η ζωή ήταν απλή».
Τα εντυπωσιακά και κάποιες φορές άγρια τοπία της βόρειας Ισπανίας έχουν κεντρική θέση στο μυθιστόρημα. Πώς επηρεάζουν τη γραφή και την πλοκή σας;
«Το τοπίο είναι κομμάτι των χαρακτήρων, τους διαμορφώνει. Οι άνθρωποι του βορρά είναι συνηθισμένοι στις αντιξοότητες του καιρού και αναγκάζονται να περνούν πολύ χρόνο μέσα στο σπίτι, έχουν συνηθίσει την ενδοσκόπηση. Για παράδειγμα, έχουν διαφορετικό χιούμορ, γαστρονομία και τρόπο με τον οποίο οργανώνουν τη ζωή τους από τους Ισπανούς του νότου. Ήταν επίσης εύκολο για μένα να αλλάζω τα συναισθήματα των χαρακτήρων ανάλογα με τα μέρη που επισκέπτονταν, που είναι εκπληκτικά. Όπως ο γκρεμός της παραλίας Λος Λόκος [Παραλία των Τρελών], που κόβει την ανάσα».
«Το τοπίο είναι κομμάτι των χαρακτήρων, τους διαμορφώνει. Οι άνθρωποι του βορρά είναι συνηθισμένοι στις αντιξοότητες του καιρού και αναγκάζονται να περνούν πολύ χρόνο μέσα στο σπίτι, έχουν συνηθίσει την ενδοσκόπηση. Για παράδειγμα, έχουν διαφορετικό χιούμορ, γαστρονομία και τρόπο με τον οποίο οργανώνουν τη ζωή τους από τους Ισπανούς του νότου».
Γιατί η χρονική αφετηρία της ιστορίας σας είναι ο ισπανικός Εμφύλιος;
«Θέλησα να ωθήσω τους χαρακτήρες στα άκρα, μάλιστα το “Μυστικό Λιμάνι” είναι το μόνο μυθιστόρημα της σειράς με έναν ψυχοπαθή χαρακτήρα: Σε έναν εμφύλιο πόλεμο, τι θα έκαναν οι υγιείς άνθρωποι και τι ένας ψυχοπαθής; Είχε ενδιαφέρον να δω μέχρι πού θα μπορούσε να φτάσει ένας ψυχοπαθής. Δεν είναι εύκολο να τους αναγνωρίσεις: Όπως φαίνεται και στο μυθιστόρημα, μπορεί να είναι γοητευτικοί άνθρωποι, με εξαιρετικές κοινωνικές δεξιότητες.
»Επιπλέον, η γιαγιά μου μού είχε μιλήσει πολλές φορές για τη ζωή τότε, και θα ήταν κρίμα να μη γράψω κάτι για γεγονότα που δεν υπάρχουν σε κανένα βιβλίο ιστορίας. Μάλιστα στον τόπο και τον χρόνο του “Μυστικού Λιμανιού” είχε συμβεί και ένα αληθινό έγκλημα (1953)».
Ποιες ήταν οι πρώτες σκέψεις και τα συναισθήματά σας όταν αρχίσατε να διερευνάτε την ιστορία των οικιακών βοηθών και ειδικά των κοριτσιών που οι γονείς τους εξωθούσαν να αποπλανήσουν πλούσιους άντρες;
«Δεν μπορούμε να κρίνουμε το παρελθόν μέσα από ένα σύγχρονο πρίσμα. Θα ήταν άδικο. Πρέπει να θυμόμαστε ότι στη δυτική κοινωνία σήμερα έχουμε παροχές που μέχρι πριν από πενήντα χρόνια ήταν αδιανόητες. Σήμερα έχει ανθρωπολογικό ενδιαφέρον για μένα να παρακολουθώ στην τηλεόραση τα περίφημα ριάλιτι που εκτυλίσσονται σε ένα νησί: Οι παίκτες ξέρουν ότι έχουν γιατρούς, κάμερες και τηλεοπτικό κοινό, αλλά όταν λιγοστεύει το φαγητό πέφτουν οι μάσκες τους και αποκαλύπτεται η άγρια πλευρά τους. Αυτό το κομμάτι μας, που δεν έχει εξημερωθεί, απλά κοιμάται μέσα μας, το βρίσκω συναρπαστικό».
«Σήμερα έχει ανθρωπολογικό ενδιαφέρον για μένα να παρακολουθώ στην τηλεόραση τα περίφημα ριάλιτι που εκτυλίσσονται σε ένα νησί: Οι παίκτες ξέρουν ότι έχουν γιατρούς, κάμερες και τηλεοπτικό κοινό, αλλά όταν λιγοστεύει το φαγητό πέφτουν οι μάσκες τους και αποκαλύπτεται η άγρια πλευρά τους».
Ως γυναίκα συγγραφέας, και ειδικά ως συγγραφέας ιστοριών εγκλημάτων, έχετε αντιμετωπίσει ποτέ διακρίσεις;
«Προσωπικά όχι. Γνωρίζω όμως πολλούς που νομίζουν ότι οι ιστορίες μυστηρίου που γράφονται από γυναίκες είναι πιο “ήπιες” και πιο ρηχές, ενώ από άντρες πιο σοβαρές και βαθιές. Ότι οι άντρες μιλούν για πολιτική, κατασκόπους και σημαντικά θέματα, ενώ εμείς, ας πούμε, για μαγειρική.
»Φυσικά αυτό δεν ισχύει. Αν μια ιστορία είναι καλή, οι σελίδες πετούν, αυτό είναι όλο. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι σημείο αναφοράς είναι η Agatha Christie, μια γυναίκα, η οποία παραμένει η συγγραφέας με τις υψηλότερες πωλήσεις στην ιστορία. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε από την πλευρά μας είναι να ακολουθήσουμε το παράδειγμά της».