Το 2019 η Έλενα Καραγεωργίου έθεσε ως στόχο να οργανώσει στο Κέντρο Πρόληψης όπου εργάζεται ένα σεμινάριο με θέμα τη διαχείριση των λεγόμενων δύσκολων συναισθημάτων. «Ένα σεμινάριο στο οποίο η θεραπεία θα άγγιζε και το σώμα, θα είχε καταπραϋντική επίδραση πάνω του, καθώς σήμερα ξέρουμε πλέον ότι τα συναισθήματα εντυπώνονται σωματικά, συνιστούν βιωμένες, πολύ πραγματικές, βιοχημικές εμπειρίες» αφηγείται σήμερα στο Marie Claire η κλινική και κοινωνική ψυχολόγος. «Ήταν η εποχή που η διεθνής βιβλιογραφία είχε μόλις αρχίσει να μιλά για την αναγκαιότητα να τοποθετηθεί το σώμα στο επίκεντρο των ψυχοθεραπευτικών παρεμβάσεων».

Στις αναζητήσεις της έγινε σύντομα ορατό ότι ανάμεσα σε «συναισθήματαντίβες» όπως τα αποκαλεί, «το άγχος, την ενοχή, τη θλίψη, τον θυμό, για τα οποία έχει χυθεί τόνος μελάνι» η ντροπή «καταλάμβανε ελάχιστο χώρο, επιγραμματικές αναφορές, μια παράθεση βιαστική και επιφανειακή. Αποτελούσε το λιγότερο μελετημένο, ένα παραμελημένο κυριολεκτικά συναίσθημα».

Ανάμεσα σε «συναισθήματα-ντίβες, το άγχος, την ενοχή, τη θλίψη, τον θυμό, για τα οποία έχει χυθεί τόνος μελάνι» η ντροπή καταλάμβανε ελάχιστο χώρο, επιγραμματικές αναφορές, μια παράθεση βιαστική και επιφανειακή. Αποτελούσε το λιγότερο μελετημένο, ένα παραμελημένο κυριολεκτικά συναίσθημα».

Αντιλαμβανόταν όμως, παράλληλα, ότι νιώθουμε συνέχεια ντροπή. «Την ένιωθα προσωπικά να κινείται πίσω από τις κουρτίνες στο δωμάτιο της θεραπείας, να παίζει κρυφτό στις κοινωνικές και ερωτικές σχέσεις, να μετέχει υπόγεια στην κακοποίηση και στις συγκρούσεις. Άρχισα να την αναγνωρίζω στον στιγματισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό, στους αγώνες των σύγχρονων κινημάτων, στη βία κατά των γυναικών, στη σεξουαλική βία. Καθώς τη μελετούσα, όσο εξοικειωνόμουν με τα τσαλίμια της, ο κόσμος άρχισε να μου αποκαλύπτει και να ξετυλίγει μια εντελώς νέα αφήγηση. Να ξεκλειδώνονται ο ένας μετά τον άλλο οι μηχανισμοί και τα μυστικά της καταπίεσης, των σχέσεων ιεραρχίας, της περιθωριοποίησης, της υποτίμησης της ανθρώπινης αξίας, του αποκλεισμού. Αυτό ήταν το κίνητρο που με ώθησε να ασχοληθώ μαζί της. Θέλησα να την αιχμαλωτίσω, να την κατανοήσω».

Την περίοδο της καραντίνας η ειδικός έτρεξε ένα διαδικτυακό σεμινάριο για την ντροπή. «Παράλληλα με την ανάδυση και διάδοση του κινήματος #metoo στην Ελλάδα έκρινα ότι το υλικό αυτό θα μπορούσε να υποστεί επεξεργασία και να μοιραστεί σε περισσότερο κόσμο, με στόχο την ενδυνάμωση τόσο των ατόμων όσο και ειδικών ομάδων του πληθυσμού που βασανίζονται από την ντροπή» προσθέτει.

Έτσι γεννήθηκε «Το βιβλίο της ντροπής. Χαρτογραφώντας το πιο ανθρώπινο συναίσθημα» (εκδ. Αρμός), που το ερώτημα δεν είναι γιατί γράφτηκε αλλά γιατί δεν υπήρχε κάτι ανάλογο στην ελληνική βιβλιογραφία μέχρι σήμερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η συγγραφέας στην έρευνα βασίστηκε κυρίως σε «ξενόγλωσσες και αποσπασματικές πηγές. Υπάρχει ένα μεγάλο κενό στη συζήτηση γύρω από την ντροπή και ένα ακόμη μεγαλύτερο στη διεπιστημονική κατανόησή της. Υπήρχαν σημεία κατά τη συγγραφή που άκουγα να σπάει αρχαίος πάγος, όπου ένιωθα πως προσέγγιζα άβατα».

«Υπάρχει ένα μεγάλο κενό στη συζήτηση γύρω από την ντροπή και ένα ακόμη μεγαλύτερο στη διεπιστημονική κατανόησή της. Υπήρχαν σημεία κατά τη συγγραφή που άκουγα να σπάει αρχαίος πάγος, όπου ένιωθα πως προσέγγιζα άβατα» σχολιάζει η κλινική και κοινωνική ψυχολόγος Έλενα Καραγεωργίου (φωτό).

Πού οφείλεται αυτό το κενό;

«Αφενός η ψυχοθεραπεία από τη βρεφική της ηλικία προέκρινε την ενοχή και το Οιδιπόδειο Σύμπλεγμα έναντι του αρχικού ερμηνευτικού σχεδίου της ντροπής, που ο ίδιος ο Φρόιντ είχε υποστηρίξει στα πρώτα χρόνια της κλινικής του εμπειρίας. Ο Φρόιντ αποκήρυξε τελικά νωρίς και υπό τις πιέσεις επιστημονικών κύκλων της εποχής του τη θεωρία της αποπλάνησης, την οποία είχε προτείνει αρχικά για να ερμηνεύσει τον ψυχικό πόνο και τα συμπτώματα γυναικών που στο δωμάτιο της θεραπείας αφηγούνταν εμπειρίες σεξουαλικής κακοποίησης από στενούς συγγενείς τους, πατεράδες και αδερφούς. Σήμερα δεν μας εκπλήσσει πλέον αυτό. Η ντροπή φέρνει θεραπευτές και θεραπευόμενους αντιμέτωπους με τα όριά τους, όπως και με τα όρια που η κοινωνία θέτει αυστηρά για να διατηρεί την ευταξία της.

»Αφετέρου η ντροπή αποτελεί πρωτεϊκό συναίσθημα. Κρύβεται, καμουφλάρεται, μεταμφιέζεται σε άλλα συναισθήματα και μετουσιώνεται σε επιτεύγματα. Η ντροπή δεν επιθυμεί να συζητάμε για εκείνη. Αφορά την ταυτότητά μας, αποτελεί το οριστικό, το αδιαπραγμάτευτο αποτέλεσμα ενός ζυγίσματος της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς μας, το οποίο έχει πρόσημο αρνητικό. Αποτελεί το συναισθηματικό βαρόμετρο της αυτοεκτίμησής μας, μιας σφαιρικής αξιολόγησης της ποιότητάς μας, που οδηγεί στο συμπέρασμα ενός ελλείμματος, μιας βλάβης, μιας ανεπανόρθωτης αποτυχίας. Αποτελεί επίσης την αντανακλαστική αντίδραση του οργανισμού μας στο απαξιωτικό καθρέφτισμα που λαμβάνουμε από τους άλλους. Αυτό, δε, το στοιχείο έχει ειδικό ενδιαφέρον. Το γεγονός ότι η ντροπή μπορεί να αποτελεί -και πράγματι αποτελεί- το πλέον αποτελεσματικό εργαλείο κοινωνικού ελέγχου. Αυτός που αξιώνει την ντροπή ενός άλλου επιβεβαιώνει, καθιστά αυτοδίκαιη την υπεροχή και τα προνόμιά του».

«Έχει ειδικό ενδιαφέρον το γεγονός ότι η ντροπή μπορεί να αποτελεί -και πράγματι αποτελεί- το πλέον αποτελεσματικό εργαλείο κοινωνικού ελέγχου. Αυτός που αξιώνει την ντροπή ενός άλλου επιβεβαιώνει, καθιστά αυτοδίκαιη την υπεροχή και τα προνόμιά του»

Ποιες είναι οι πιο κοινές εκδηλώσεις της ντροπής σύμφωνα με τις έρευνες και την κλινική εμπειρία σας;

«Οι ενδιαφερόμενοι σπανίως θα έρθουν στο γραφείο του θεραπευτή ή της θεραπεύτριάς τους λέγοντας “υποφέρω από ντροπή”. Θα εμφανιστούν με πολύ ετερογενή συμπτώματα: με δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις, μπορεί να υποφέρουν από κοινωνική φοβία, από εκρήξεις θυμού, χαμηλή αυτοεκτίμηση, άγχος ή και κατάθλιψη. Mόλις τα τελευταία ένα με δύο χρόνια έχουμε αρχίσει να κατανοούμε ότι ψυχοσωματικές νόσοι όπως το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου και η αρτηριακή πίεση συνδέονται στενά με τη χρόνια ντροπή. Ο ναρκισσισμός επίσης -σε αντίθεση με όσα συνηθίζουμε να λέμε γι’ αυτόν- αποτελεί κυρίαρχη άμυνα απέναντι στην ντροπή. Η χρήση αλκοόλ και άλλων ουσιών έχει αναλγητική δράση απέναντι στον τεράστιο πόνο, ψυχικό και σωματικό, που προκαλεί αυτό το συναίσθημα».

Τι θα λέγατε σε κάποιον που ντρέπεται να αποδεχτεί το γεγονός και να μιλήσει γι’ αυτό;

«Το άτομο που θα μιλήσει για τη ντροπή του εκτός του κατάλληλου πλαισίου υποδοχής των όσων θα πει -ενός πλαισίου σεβασμού, άνευ όρων αποδοχής και ασφάλειας- είναι εξαιρετικά ευάλωτο στην περαιτέρω απαξίωση και θυματοποίησή του. Αυτό ισχύει τόσο στο δωμάτιο της ψυχοθεραπείας όσο και σε κάθε άλλη κοινωνική σχέση.

»Τρανταχτό παράδειγμα, τα θύματα σεξουαλικής βίας. Πριν από το #metoo υπήρχε τεράστια αμφισβήτηση και περαιτέρω ενοχοποίηση των ατόμων που μεμονωμένα αποφάσιζαν να μιλήσουν για τις εμπειρίες τους. Σαν η κοινωνία μας να δυσκολευόταν να παραδεχτεί το πιο σκοτεινό, το “αποτρόπαιο” πρόσωπό της, και να κατέφευγε στη βολική θέση της ενοχοποίησης του θύματος. Ευτυχώς σήμερα είμαστε πλέον λίγο πιο ώριμοι να δούμε και να φροντίσουμε αυτού του είδους τις πληγές. Χρειάζεται όμως να αλλάξει ο τρόπος που κατανοούμε και συζητάμε για την ντροπή. Να γίνουμε λίγο πιο ευαίσθητοι στα παιχνίδια δύναμης, αποκλεισμού και ελέγχου που μπορεί να κρύβονται πίσω της. Υπό αυτή την έννοια, η συζήτηση για την ντροπή καταλήγει να είναι γύρω από την έννοια της υπαρξιακής και ηθικής μας τοποθέτησης στον κόσμο, απέναντι στον άνθρωπο ειδικότερα του οποίου η αξιοπρέπεια βάλλεται ή αμφισβητείται».

«Πριν από το #metoo υπήρχε τεράστια αμφισβήτηση και περαιτέρω ενοχοποίηση των ατόμων που μεμονωμένα αποφάσιζαν να μιλήσουν για τις εμπειρίες τους. Σαν η κοινωνία μας να δυσκολευόταν να παραδεχτεί το πιο σκοτεινό, το “αποτρόπαιο” πρόσωπό της».

Οι γυναίκες είμαστε πιο ευάλωτες στην ντροπή; Ή οι πηγές της διαφοροποιούνται ανά φύλο;

«Οι γυναίκες έχουμε ενδυθεί την ντροπή ως δεύτερο δέρμα στο ίδιο μας το σώμα. Αποτελεί τόσο συνεπές ιστορικά αίτημα προς τις γυναίκες η υιοθέτησή της, ώστε να έχει εγγραφεί σωματικά στον τρόπο που μιλάμε, που στεκόμαστε, που κινούμαστε, στον τρόπο ακόμη που αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας ή ονειρευόμαστε. Ζούμε χαμηλόφωνα, καταλαμβάνοντας πιο λίγο χώρο από τους άντρες, διεκδικώντας λιγότερα, αναλαμβάνοντας πιο ταπεινούς ρόλους, νιώθοντας συνεχώς ότι υστερούμε σε σχέση με ανέφικτα κριτήρια θηλυκότητας, όπως αυτά προσδιορίζονται από αντρικές φαντασιώσεις. Ασφαλώς οι σύγχρονοι φεμινισμοί τείνουν να θεραπεύσουν αυτή την πραγματικότητα μέσα από την ανάδειξη των βιωμάτων καταπίεσης και βίας κατά των γυναικών. Χρειάζονται όμως να γίνουν πολλά ακόμη σημαντικά βήματα πριν από την κατοχύρωση της έμπρακτης ισότητας. Υπάρχουν πολλά και σημαντικά εμπόδια σε αυτή τη διαδρομή.

«Η ντροπή έχει εγγραφεί σωματικά στον τρόπο που μιλάμε, που στεκόμαστε, που κινούμαστε, στον τρόπο ακόμη που αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό μας ή ονειρευόμαστε. Ζούμε χαμηλόφωνα, καταλαμβάνοντας πιο λίγο χώρο από τους άντρες».

»Για τους δε άντρες, τα πράγματα σε σχέση με την ντροπή είναι λίγο διαφορετικά. Αν για τις γυναίκες η ντροπή συνιστά βίωμα, στους άντρες αποτελεί απειλή, φόβο. Το να συντηρείς την αντρική σου τιμή, όπως και το να συντηρείς τον ανδρισμό σου, απαιτεί ένα συνεχές κράτημα και συνεχή αγώνα. Συγκρατείς τα συναισθήματά σου γιατί είσαι αγόρι και οφείλεις να διατηρείς ένα ψύχραιμο και ισχυρό πρόσωπο. Κρύβεις τον φόβο, την αδυναμία, την ανασφάλεια, τον πόνο, ακόμη και την αγάπη που μπορεί να νιώθεις, γιατί οφείλεις να σταθείς “στο ύψος των περιστάσεων”. Και έπειτα, πρέπει να τιμάς τα παντελόνια που φοράς, να φέρνεις τα χρήματα στο σπίτι, να ανελίσσεσαι κοινωνικά και επαγγελματικά, να έχεις απίθανες σεξουαλικές επιδόσεις κάθε φορά που πέφτεις στο κρεβάτι, να παρέχεις ασφάλεια και να αποτελείς ένα πρότυπο πατέρα και συζύγου για τα παιδιά σου. Και ας μην ξεχνάμε το πιο σημαντικό: οι άντρες δεν κλαίνε!

»Οι άντρες επιτρέπεται μόνο να θυμώνουν. Η οργή είναι ο τρόπος επιβολής τάξης στη θύελλα των συναισθημάτων που τους κατακλύζει. Μέχρι και σήμερα υποφέρουν από την αδυναμία να έρθουν σε επαφή με τα συναισθήματά τους και να ζητήσουν συναισθηματική υποστήριξη όταν την έχουν περισσότερο ανάγκη.

«Αν για τις γυναίκες η ντροπή συνιστά βίωμα, στους άντρες αποτελεί απειλή, φόβο. Το να συντηρείς την αντρική σου τιμή, όπως και το να συντηρείς τον ανδρισμό σου, απαιτεί ένα συνεχές κράτημα και συνεχή αγώνα».

»Το να είσαι άντρας σε αυτό το πλέγμα στερεοτύπων, προτύπων, στάσεων και συμπεριφορών ισοδυναμεί με μια καθημερινή πόζα και μια καθημερινή επιτέλεση, όπου ανά πάσα στιγμή μπορεί να συμβεί ένα ολέθριο για την ταυτότητά σου σφάλμα. Και τότε κάποιος άλλος ή κάποιοι άλλοι που είναι “περισσότερο άντρες” από εσένα θα εκμεταλλευτούν το λάθος για να σε εκθέσουν».

Ως ειδικός ψυχικής υγείας με έδρα τη Μυτιλήνη, με την πάροδο των χρόνων έχετε δει την τοπική κοινωνία να συμφιλιώνεται περισσότερο με θέματα ψυχικής υγείας και, ειδικότερα, με το αίσθημα της ντροπής;

«Μπορούμε να κατανοήσουμε τις μικρές κοινωνίες ως ένα ηχείο, όπου η λέξη ντροπή αντηχεί πολύ πιο έντονα, συριστικά και επίμονα μέσα στα στενά σοκάκια και ανάμεσα στα σπίτια προκαλώντας ασφυξία. Από την άλλη, οι κοινωνικοί αγώνες σήμερα, η συμφιλίωση με και η συζήτηση για έννοιες όπως η ψυχική νόσος, η κοινωνική ανισότητα, ο αποκλεισμός, η βία, συντελούνται στη διευρυμένη, διαδικτυακή οικογένεια. Εκεί παρατηρούμε πολύ σημαντικές διασυνδέσεις και ζυμώσεις, που μετεγγράφονται δευτερευόντως προς πάσα κατεύθυνση, στην παγκόσμια κοινότητα. Στην επαρχία οι αντιστάσεις είναι ασφαλώς πιο ισχυρές, ωστόσο στις μέρες μας τα χωροταξικά φράγματα λιώνουν καθώς τα καλώδια Ethernet έχουν πάρει φωτιά… Όλοι πια έχουμε πρόσβαση στην πληροφορία, όλοι μπορούμε δυνάμει να διασυνδεθούμε και να συμμετέχουμε σε αυτόν τον πολύ σημαντικό διάλογο».

«Μπορούμε να κατανοήσουμε τις μικρές κοινωνίες ως ένα ηχείο, όπου η λέξη ντροπή αντηχεί πολύ πιο έντονα, συριστικά και επίμονα μέσα στα στενά σοκάκια και ανάμεσα στα σπίτια προκαλώντας ασφυξία».

Στο τέλος του βιβλίου γράφετε ότι η σχέση σας με την ντροπή ωριμάζει παρά ολοκληρώνεται, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να ακολουθήσει μια ακόμα, πιο συγκεκριμένη μελέτη σας στην ίδια θεματική. Αν γράφατε ένα ακόμα βιβλίο για την ντροπή, πού θα θέλατε να εστιάσετε;

«Ο τελικός σκοπός του βιβλίου ήταν να φέρει στο φως και να αναδείξει κριτικά το συναίσθημα της ντροπής στις πολλαπλές εκφάνσεις του. Δεν τις εξάντλησε. Όσα έχουν γραφτεί ως εδώ αποτελούν μια ανοιχτή πρόσκληση για συνέχιση της διερεύνησης, κριτική και ανατροπή. Θα συνιστά επιτυχία αυτού του εγχειρήματος οι ιδέες που παρατίθενται να αντικατασταθούν σύντομα από νέες, περισσότερο επίκαιρες, λιγότερο αφοριστικές, να διευρυνθεί η συζήτηση και η έρευνα γύρω από την ντροπή. Όπως κάθε συνονθύλευμα ιδεών και υποθέσεων που σέβεται τον εαυτό του, αυτό το βιβλίο γνωρίζει πως οφείλει σε εύλογο χρονικό διάστημα να διαψευστεί και να ξεπεραστεί.

»Η συγγραφή του, ωστόσο, υπήρξε μια άκρως αναζωογονητική εμπειρία, μια προσωπική περιπέτεια.

»Η ντροπή μου κλείνει το μάτι να την αναζητήσω ακόμη στο διαγενεακό τραύμα, στις εξαρτήσεις, στην αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας, στα οικογενειακά μυστικά, στη μετανάστευση και την προσφυγιά, στην κακοποίηση, στο σύστημα της δικαιοσύνης και του σωφρονισμού, στον εκφοβισμό… Η σχέση μου μαζί της ωριμάζει πράγματι, παρά ολοκληρώνεται…

»Αφήνω συνεπώς στις επόμενες συγγραφικές απόπειρες, δικές μου όπως και άλλων ασεβών μελετητών, τις πιο γενναίες αναμετρήσεις, τις πιο τολμηρές ρήξεις».

«Η ντροπή μου κλείνει το μάτι να την αναζητήσω ακόμη στο διαγενεακό τραύμα, στις εξαρτήσεις, στην αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας, στα οικογενειακά μυστικά, στη μετανάστευση και την προσφυγιά, στην κακοποίηση, στο σύστημα της δικαιοσύνης και του σωφρονισμού, στον εκφοβισμό…».

Για το βιβλίο

Πού κρύβεται η ντροπή και γιατί τη συναντάμε συνήθως μόνο μεταμφιεσμένη; Ποια είναι η σχέση της με τη θρησκεία, την εξουσία και την πατριαρχία αλλά και με τους στενούς συγγενείς της, την ενοχή, την αυτομομφή και την περηφάνια; Ποιος είναι ο κρυφός της δεσμός με το μίσος και τον θυμό; Με ποιο τρόπο συνδέεται με το φύλο, τη σεξουαλικότητα, την ομάδα ή τις ομάδες στις οποίες ανήκουμε, την αυτοεκτίμησή μας και τη σωματική μας εικόνα; Πώς να αναγνωρίσει κάποιος την έντονη αλλά καμουφλαρισμένη υλικότητά της, την υπόγεια, αλλά καταλυτική επίδρασή της στο σώμα και στις φυσιολογικές του λειτουργίες; Κι ακόμη με ποιο τρόπο η ντροπή βαθαίνει το τραύμα καθιστώντας το αδιαπραγμάτευτο; Πώς ανατρέφεται σιωπηλά στον προβληματικό συναισθηματικό δεσμό; Πώς μπορεί τέλος να τη διαχειριστεί κανείς όταν εκείνη, αποκαμωμένη από την προσπάθειά της να κρύβεται, αναζητήσει θεραπεία; Πώς μπορεί να αντλήσει δύναμη πλησιάζοντάς την, αφαιρώντας τα επάλληλα πέπλα της;

Το Βιβλίο της Ντροπής αποτελεί μια επιστημονική περιπέτεια χαρτογράφησης των υπόγειων διαδρομών της ντροπής στον ανθρώπινο ψυχισμό. Συγχρόνως συνιστά μια συναρπαστική αφήγηση, που διατρέχεται από ευαισθησία, ανατρεπτική συλλογιστική και λεπτό χιούμορ.

Ένα γενναίο έργο αποδόμησης της ντροπής και όσων γνωρίζουμε για το ψυχικό τραύμα.

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below