Αν κάποιες φορές νιώθουμε ότι είμαστε οι πιο ανασφαλείς, και ενδεχομένως οι πιο ακατάλληλοι και/ή απροσάρμοστοι γονείς στον κόσμο, τουλάχιστον αυτό δεν συμβαίνει μόνο σε εμάς, όπως επιβεβαιώνει η Kathryn Jezer-Morton, αρθρογράφος στο The Cut του New York Magazine. Στο νέο άρθρο της με τίτλο «Does anyone feel like an actual adult?» («Υπάρχει κανένας που νιώθει σαν πραγματικός ενήλικας;») παραδέχεται ότι συχνά αισθάνεται παράταιρη στην κοινότητα των γονιών – για να προσθέσει, ωστόσο, ότι δεν είναι η μοναδική που νιώθει έτσι.
«Όταν ήμουν παιδί, κάποιες φορές ο πατέρας μου μιλούσε υποτιμητικά για τον “συντηρητικό κόσμο”. Αυτό μπορεί σήμερα να ακουστεί γραφικό, σαν να προέρχεται από ένα χίπικο παρελθόν, αλλά τότε σοβαρολογούσε» γράφει στην αρχή η Jezer-Morton, για να προσθέσει: «Είχε αφιερώσει τη ζωή του σε ακτιβιστικούς σκοπούς και, υποθέτω, ενηλικιώθηκε στα 60s μαθαίνοντας ότι υπήρχαν δύο είδη ανθρώπων: οι συμβατικοί (losers) και τα φρικιά (κουλ). Ο συντηρητικός κόσμος ήταν η πηγή της αυταρχικής εξουσίας και του άγχους για κοινωνική καταξίωση. Ως παιδί έμαθα ότι δεν συμμετέχουμε σε όλο αυτό.
«Ο πατέρας μου είχε αφιερώσει τη ζωή του σε ακτιβιστικούς σκοπούς και, υποθέτω, ενηλικιώθηκε στα 60s μαθαίνοντας ότι υπήρχαν δύο είδη ανθρώπων: οι συμβατικοί (losers) και τα φρικιά (κουλ)».
»Είναι εντυπωσιακό πόσο μάς ποτίζουν οι ιδέες των γονιών μας, ειδικά οι παράξενες. Ως ενήλικας, με έπιασα συχνά να νιώθω εκτός τόπου όταν βρισκόμουν με άλλους γονείς, γιατί όπως αποδεικνύεται ο κόσμος των γονιών είναι ένα κοινωνικό περιβάλλον όπου κάποιος συνήθως προσπαθεί να αντιγράψει συμβατικές συμπεριφορές. Και το να νιώθω σαν παρείσακτη ανάμεσα σε ενήλικες μπορεί να φαινόταν μοντέρνο και σωστό στην εποχή του πατέρα μου, αλλά εμένα με κάνει να νιώθω σαν ανόητη. Σίγουρα όχι σαν μια “κουλ μαμά”. Στην απομόνωση του σπιτιού μου νιώθω αρκετά ικανή, αλλά όταν είμαι ανάμεσα σε άλλους γονείς -ειδικά σε όσους υιοθετούν μια “υπεύθυνη” στάση ζωής- συχνά αισθάνομαι εξίσου απροσάρμοστη με έναν πεισματάρη έφηβο.
»Έτσι νιώθω συνήθως: στις αθλητικές δραστηριότητες των παιδιών μου (όπου οι άλλοι γονείς φαίνεται να γνωρίζουν ο ένας τον άλλον, ενώ εγώ κάθομαι σταυροπόδι στο έδαφος προσφέροντας, αφηρημένη, στα παιδιά μου νερό από ένα παλιό παγούρι και εξοπλισμό μέσα από μια βρόμικη, υπερβολικά μικρή πάνινη τσάντα), σε συναντήσεις γονιών και δασκάλων και όταν παίρνω τα παιδιά μου από τους φίλους τους, που μένουν στα προάστια, σε σπίτια με υπόγεια που δεν είναι ακόμα στα μπετά.
«Στην απομόνωση του σπιτιού μου νιώθω αρκετά ικανή, αλλά όταν είμαι ανάμεσα σε άλλους γονείς -ειδικά σε όσους υιοθετούν μια “υπεύθυνη” στάση ζωής- συχνά αισθάνομαι εξίσου απροσάρμοστη με έναν πεισματάρη έφηβο».
»Ανέκαθεν πίστευα ότι αυτό το πρόβλημα αντιμετωπίζουν μόνο όσοι προέρχονται από αντισυμβατικές οικογένειες, οι οποίοι δεν έμαθαν ποτέ τη λεπτή τέχνη της ενσωμάτωσης. Αλλά έχω αρχίσει να αναρωτιέμαι αν αισθάνονται όλοι έτσι και αν ο “συντηρητικός κόσμος” ή ο ενήλικος κόσμος όπως τον αποκαλούμε σήμερα, είναι στην πραγματικότητα μια ψευδαίσθηση, αν όλοι προσποιούμαστε τους ενήλικες. Και αν αυτό ισχύει, ποιοι και πού είναι οι αληθινοί ενήλικες;».
Η αρθρογράφος σχολιάζει ότι στην προσπάθειά της να δώσει μια απάντηση έστειλε σε άλλους γονείς ένα ερωτηματολόγιο, για τις καταστάσεις που τους κάνουν να νιώθουν είτε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση είτε μεγαλύτερη αμηχανία. Και οι απαντήσεις που έλαβε, σε αυτή την «όχι πολύ επιστημονική αλλά διασκεδαστική έρευνα» ήταν συγκινητικές:
«Όλοι νιώθουμε σαν πρωταθλητές όταν, την πρώτη κρύα μέρα του χειμώνα, είμαστε ήδη εξοπλισμένοι με παλτό, μπότες και (ταιριαστά) γάντια που κάνουν στα παιδιά μας. […] Πολλές απαντήσεις που δέχτηκα μπορούν επίσης να συνοψιστούν σε αυτό που έγραψε ο γονιός ενός παιδιού 4,5 ετών που “το να το ηρεμώ σε ένα ξέσπασμα θυμού είναι το ταλέντο μου και κάθε φορά που τα καταφέρνω νιώθω ικανός, ίσως και σαν να δέχτηκα το θεϊκό άγγιγμα”.
»Μια ακόμα περίσταση όπου πολλοί από εμάς νιώθουμε ενήλικες είναι όταν οργανώνουμε και μαγειρεύουμε ένα οικογενειακό γεύμα: Παρόλο που πολλοί γονείς παραδέχονται ότι απεχθάνονται να το κάνουν, τελικά νιώθουν ότι αξίζει τον κόπο. Το να μαγειρεύεις για τα παιδιά ένα γεύμα που τα κάνει χαρούμενα είναι ψηλά στη βαθμολογία μας, το ίδιο και το να το πακετάρεις για το σχολείο τους».
«Μια ακόμα περίσταση όπου πολλοί από εμάς νιώθουμε ενήλικες είναι όταν οργανώνουμε και μαγειρεύουμε ένα οικογενειακό γεύμα: Παρόλο που πολλοί γονείς παραδέχονται ότι απεχθάνονται να το κάνουν, τελικά νιώθουν ότι αξίζει τον κόπο».
Ένα κοινό μοτίβο σε όλες αυτές τις απαντήσεις, που παρατήρησε η αρθρογράφος, είναι ότι οι δραστηριότητες όπου νιώθουμε ικανοποιημένοι με τον εαυτό μας συμβαίνουν στο εσωτερικό των σπιτιών μας. Έξω αρχίζουν τα δύσκολα. Ειδικά όταν πηγαίνουμε με τα παιδιά στο πάρκο. Εκεί, «η κοινωνικοποίηση με άλλους γονείς στο πάρκο είναι κόλαση» σχολιάζει κάποιος στην απάντησή του. «Νιώθω σαν να ξαναγίνομαι έφηβος στο γυμνάσιο, έξω από κλίκες και χωρίς καμία κατανόηση των κοινωνικών κανόνων».
Η κατάσταση γίνεται χειρότερη όταν ερχόμαστε σε επαφή με άλλες φιγούρες εξουσίας στη ζωή των παιδιών μας, όπως έναν δάσκαλο ή έναν παιδίατρο: «Ακόμα και αν είναι νεότεροι από εμένα νιώθω σαν παιδί μεταμφιεσμένο με στολή ενηλίκου» γράφει ένας γονιός.
Η κατάσταση γίνεται χειρότερη όταν ερχόμαστε σε επαφή με άλλες φιγούρες εξουσίας στη ζωή των παιδιών μας, όπως έναν δάσκαλο ή έναν παιδίατρο: «Ακόμα και αν είναι νεότεροι από εμένα νιώθω σαν παιδί μεταμφιεσμένο με στολή ενηλίκου» γράφει ένας γονιός.
Η Jezer-Morton επισημαίνει ότι οι περισσότεροι γονείς που της απάντησαν νιώθουν άβολα μόνο όταν εκτίθενται στις προσδοκίες των άλλων. «Αλλά αν οι περισσότεροι από εμάς βιώνουμε παραλλαγές των ίδιων ανασφαλειών, ποιος απομένει να μας κρίνει; Δεν προσπαθώ να υποστηρίξω ότι όλοι οι γονείς είμαστε καλοί. Αλλά οι περισσότεροι; Είμαστε τουλάχιστον επαρκείς, έστω για όσο διαρκεί μια αθλητική προπόνηση ή μια βόλτα στο πάρκο.
»Αναρωτήθηκα γιατί δεν κατάφερα να νιώσω ποτέ μέτοχος της άνετης πλευράς της γονεϊκότητας και πιστεύω ότι είναι γιατί το θεωρούσα κάτι που ανήκει στον “συντηρητικό κόσμο”. Υπάρχουν γονείς που με κάνουν να νιώθω σαν κλόουν, αλλά τελικά ίσως κι εκείνοι να αισθάνονται κάπως έτσι. Για κάποιον λόγο, δεν μπορώ να εξηγήσω ακριβώς το γιατί, βρέθηκα σε ένα κατάστημα με αθλητικά είδη. Αγόρασα ένα καλό αθλητικό σακίδιο, από αυτά που κουβαλούν τα παιδιά από τα προάστια και οι γονείς τους στα τζιπάκια τους, και ένα καλό αθλητικό παγούρι, που έφεραν το μήνυμα “μια μαμά που έχει αρκετά χρήματα και αρκετή αυτοσυγκέντρωση για να αγοράζει καινούρια πράγματα σε εποχιακή βάση”. Από άποψη βιωσιμότητας είναι δύο αγορές που μπορείς να κατακρίνεις -κάτι που, πιστέψτε με, έκανα ήδη- αλλά επίσης διαπίστωσα το εξής: τα πράγματα που έχουν φτιαχτεί για έναν συγκεκριμένο σκοπό είναι ωραία!
»Οι γιοι μου ενθουσιάστηκαν όταν τους παρουσίασα αυτά τα ταπεινά δώρα. Εκτιμώ το γεγονός ότι δεν σκέφτηκαν ποτέ να ζητήσουν ωραιότερο αθλητικό εξοπλισμό, ίσως γιατί με θεώρησαν, όπως κι εγώ θεωρούσα τον δικό μου μπαμπά, σαν κάποια που “δεν κάνει ποτέ τέτοια πράγματα”. Κι όμως, μπορώ να το κάνω! Και δεν είναι σπουδαία υπόθεση. Αναφέρω, ανακουφισμένη, ότι δεν βρέθηκα μέσα σε κανέναν εφιαλτικό κόσμο για ενήλικες. Την επόμενη εβδομάδα ίσως το προχωρήσω και αγοράσω μια πτυσσόμενη καρέκλα. Κρατήσου, συντηρητικέ κόσμε, έρχομαι».