Όταν η Άννα Κοκκίνου ερμήνευσε για πρώτη φορά, πριν από σχεδόν δεκαπέντε χρόνια, τη «Ρίκα» από τη «Λα Πουπέ», ίσως να μην είχε φανταστεί ούτε η ίδια πόσο δυνατό αποτύπωμα θα άφηνε στη μνήμη των θεατών η ηρωίδα από το μονόλογο του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, που έμελλε να γεμίσει ξανά και ξανά τη θεατρική αίθουσα, για τρεις συνεχόμενες σεζόν, οδηγώντας μάλιστα σε ένα ακόμα ανέβασμα του έργου, με διαφορετικούς συντελεστές, πριν από λίγα χρόνια.
Τώρα επιστρέφει στο ρόλο με τον οποίο έχει συνδεθεί αναπόσπαστα, για ένα «εντελώς νέο ανέβασμα καθώς όλα στη ζωή μας έχουν αλλάξει» όπως προαναγγέλλει το δελτίο τύπου, στον πλέον ταιριαστό χώρο, όπου η Άννα Κοκκίνου δίνει τη ζωή και την ψυχή της, το Θέατρο Σφενδόνη.
Αρκεί να δεις μία φορά την παράσταση για να μην ξεχάσεις ποτέ αυτό το ψυχολογικό θρίλερ που εκτυλίσσεται σε αθηναϊκό διαμέρισμα, με τη ράφτρα η οποία βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μια εφιαλτική λούπα με μια κομβική τραγωδία από την παιδική ηλικία της. Δεν αρκεί όμως μία φορά για να εξερευνήσεις όλα τα επίπεδα ανάγνωσης της ιστορίας της γυναίκας-κουρδιστής κούκλας που έραψε για τον εαυτό της ένα φορεματάκι χωρίς να αφαιρέσει από μέσα τις καρφίτσες. Γι’ αυτό, αν είναι να παρακολουθήσετε μία παράσταση πριν από την καλοκαιρινή περίοδο, ας είναι η «Λα Πουπέ», που παρουσιάζεται ξανά από τις 16 έως τις 31 Μαΐου. Ενόψει της πρεμιέρας η Άννα Κοκκίνου, η οποία υπογράφει και τη σκηνοθεσία, μίλησε στο Marie Claire.
«[Στο νέο ανέβασμα] προσπαθώ να περάσω στον ψυχισμό αυτού του προσώπου ό,τι βίωσα εγώ με τον εγκλεισμό αλλά και ό,τι υπάρχει τώρα στην ατμόσφαιρα, κάτι ακραίο, μια πολύ μεγάλη αβεβαιότητα. Ελπίζω να τα καταφέρω.
»Η “Ρίκα”, εκτός του ότι έχει τρομερό χιούμορ, είναι ένα μεγάλο μωρό και ένα πληγωμένο άτομο. Και νομίζω ότι με όλα αυτά που έχουν κατακαθίσει μέσα της, από τη ζωή της, κάτι που τη χαρακτηρίζει είναι η ενοχή. Η Ρίκα έχει πολύ γνωστά, πολύ οικεία σε εμάς στοιχεία και παρόλο που αυτά εκφράζονται με ακραίο τρόπο, οπότε δεν είναι ένα απολύτως ρεαλιστικό πρόσωπο, είναι εύκολο να την πλησιάσουμε.
»Προσωπικά έχω πολλά κοινά μαζί της. Ο ηθοποιός μπορεί να παίξει οποιονδήποτε ρόλο. Δεν υπάρχει άνθρωπος με τον οποίο να μην μπορεί κάποιος να βρει κοινά στοιχεία. Για να μην πω και ζώο.
«Η Ρίκα έχει πολύ γνωστά, πολύ οικεία σε εμάς στοιχεία και παρόλο που αυτά εκφράζονται με ακραίο τρόπο, οπότε δεν είναι ένα απολύτως ρεαλιστικό πρόσωπο, είναι εύκολο να την πλησιάσουμε».
»Η επαφή μου με τα ζώα έχει κάτι σωτήριο. Μέσα από αυτά βλέπεις βαθιά μέσα στον εαυτό σου. Για δεκαπέντε χρόνια είχα έναν γάτο, τον Κιμ Κι Ντουκ. Τον απέκτησα όταν μια γάτα γέννησε μέσα στο θέατρο. Είχε κρύψει τα γατάκια της κάπου όπου ήταν αδύνατον να τα πλησιάσεις και έκανα μεγάλη πονηριά για να τα βγάλω έξω! Ένα από αυτά έγινε ο Κιμ Κι Ντουκ. Όταν τον έχασα, επί ένα χρόνο δεν είχα άλλα ζώα. Μετά αναζήτησα και βρήκα δύο γατάκια σε μια αγγελία από τη Νάξο. Και ήρθαν στην Αθήνα. Η μία γατούλα λέγεται Αχτίτσα, είναι παπαδιαμαντικό το όνομά της, και τον άλλο, επειδή είναι ένας πορτοκαλί γάτος κι εγώ είμαι από την Αίγυπτο, τον έχω βγάλει Vue Des Pyramides. Ακούγεται σαν μία λέξη και ακούει το όνομά του! Είναι σαν τα ινδιάνικα ονόματα, σημαίνει θέα προς τις πυραμίδες.
»Στην Αίγυπτο έζησα τα πρώτα 17 χρόνια της ζωής μου και επειδή ο πατέρας μου ήταν στο Κάιρο μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ‘90, πήγαινα πολύ συχνά. Είμαι από αιγυπτιακά υλικά, έτσι είναι. Όταν πηγαίνω στην Αίγυπτο αισθάνομαι να γίνομαι ένα με την αναπνοή μου.
»Όταν χωρίσαμε από τη Σκηνή [την εταιρεία που είχε ιδρύσει στη δεκαετία του ‘80 με τον Λευτέρη Βογιατζή, τον Βασίλη Παπαβασιλείου, τη Σμαράγδα Σμυρναίου, το Δημήτρη Καταλειφό και τον Τάσο Μπαντή], επειδή μέσω του Λευτέρη είχα προσανατολιστεί σε έναν τρόπο, σε έναν δρόμο μέσα στο θέατρο, είχα μια δυσκολία να συνεργαστώ. Ήθελα να βρω τους δικούς μου ορίζοντες. Έτσι δημιούργησα το Θέατρο Σφενδόνη.
«Μέσω του Λευτέρη Βογιατζή είχα προσανατολιστεί σε έναν τρόπο, σε έναν δρόμο μέσα στο θέατρο, είχα μια δυσκολία να συνεργαστώ. Ήθελα να βρω τους δικούς μου ορίζοντες. Έτσι δημιούργησα το Θέατρο Σφενδόνη».
»Νομίζω ότι θα το έκανα ξανά, αν γυρνούσα το χρόνο πίσω. Τώρα βέβαια είναι πολύ πιο δύσκολα τα πράγματα. Αλλά δεδομένου του χαρακτήρα μου, πάλι θα αναζητούσα να κάνω κάτι τέτοιο. Γιατί δεν έχω σταματήσει να προσπαθώ να δω τα πράγματα μέσα από τους δικούς μου ορίζοντες.
»Το πρώτο κείμενο που δούλεψα όταν φτιαχνόταν η Σφενδόνη ήταν του Γεώργιου Βιζυηνού. Πρέπει να σας πω ότι και με τη βοήθεια της μοναδικής Μίρκας Γεμεντζάκη, ήταν σαν να κατάλαβα τότε τη λειτουργία του κείμενου για τον ηθοποιό. Μού άνοιξαν διάπλατα οι ορίζοντες για το τι είναι η υποκριτική, τι είναι ο λόγος στο θέατρο. Εκεί είναι που ανακάλυψα και την τεράστια σχέση της μουσικής με την εκφορά του λόγου από τον ηθοποιό επί σκηνής, με τη φωνή και το σώμα του. Ήταν το μεγάλο μου μάθημα. Πιστεύω ότι δεν έχει γραφτεί κανένα νεοελληνικό έργο που να έχει την ποιότητα της γλώσσας του Βιζυηνού.
»Τώρα δουλεύω τον “Αφανισμό” του Τόμας Μπέρνχαρντ για την επόμενη σεζόν. Δεν ανέβηκε φέτος λόγω των αυξημένων κρουσμάτων, αλλά θέλω πάρα πολύ να το κάνω.
»Ο πιο προφανής τρόπος με τον οποίο η πανδημία έχει αλλάξει το θέατρο είναι το ότι έχεις απέναντί σου ανθρώπους που φορούν μάσκα, δεν είναι κάτι πολύ διαφορετικό; Υπάρχει ένα γεγονός το οποίο τούς συνδέει όλους, ο φόβος του COVID».
Για το έργο
Η Ρίκα είναι η πιο επιδέξια ράφτρα φορεμάτων κούκλας στην Αθήνα. Διαθέτει σπάνια κουμπιά και υφάσματα κι ένα ακόμα πιο σπάνιο ταλέντο. Ωστόσο, η ενασχόλησή της αυτή μοιάζει να την έχει καθηλώσει σε μια αφύσικη παιδικότητα. Κλεισμένη στον κοριτσίστικο κόσμο της, δυσκολεύεται να καταλάβει τους άλλους, πληγώνεται και τότε γίνεται τρομαχτική. Δαγκώνει τα χείλη και τα βάζει με όλους: πραγματικούς ανθρώπους και φαντάσματα. Aλλά, προσέξτε! Δεν είναι αυτό που φαίνεται! Ευτυχώς, υπάρχουν η υπέργηρη κυρία Νέλλη του διπλανού διαμερίσματος και το σκαθάρι στο παράθυρό της που με τις ισχυρές του κεραίες την καθοδηγεί.
Η περσόνα της Ρίκας, της χοντρούλας ράφτρας, ανήκει στη θεατρική πινακοθήκη του σύγχρονου ελληνικού κόσμου. Η Ρίκα δε μεγάλωσε ποτέ, όπως οι κούκλες που μένουν για πάντα ρόδινες, μικρές και ανυποψίαστες. Ζει και κινείται ανάμεσά μας.
Info
«Λα Πουπέ», 6 έως 31 Μαΐου, Δευτέρα & Τρίτη στις 21:00, στο Θέατρο Σφενδόνη. Μακρή 4, Αθήνα (πλησίον του σταθμού μετρό Ακρόπολη). Αγορά εισιτηρίων: www.ticketservices.gr
Συντελεστές
Συγγραφέας: Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης. Σκηνοθεσία: Άννα Κοκκίνου. Σκηνικό: Lοra Lotfy. Κοστούμι: Ιωάννα Γρίβα – Γιακουμάκη. Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Στέλλα Γαδέδη. Μουσική επιμέλεια: Δημήτρης Ιατρόπουλος. Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας. Ερμηνεύει η Άννα Κοκκίνου