Ως demisexual ορίζεται το άτομο που νιώθει μέτρια επιθυμία να κάνει σεξ. Αν υποθέσουμε ότι υπάρχει μετρητής σεξουαλικότητας, όπως πχ. ντεσιμπελόμετρο για τον ήχο, αν υπήρχε αντίστοιχα ένα λιμπιντόμετρο, υπάρχουν άνθρωποι που έχουν πολύ υψηλή λίμπιντο επομένως και μεγάλη επιθυμία να κάνουν σεξ και άνθρωποι που έχουν υπερβολικά χαμηλή- οι λεγόμενοι asexual. Οι ημισεξουαλικοί ή demisexual βρίσκονται κάπου στη μέση δηλαδή ούτε στο μαύρο, ούτε στο άσπρο αλλά στο- γκρι gray asexuality.
Επομένως οι demi sexuals είναι εκείνοι οι οποίοι αισθάνονται μέτρια επιθυμία για να έχουν ερωτική επαφή με κάποιον και μάλιστα αν το κάνουν γίνεται υπό προϋποθέσεις, με βασικότερη όλων την οικειότητα η οποία θέλουν να υπάρχει ανάμεσα σε εκείνους και στους συντρόφους τους. Τα άτομα αυτά, περιγράφονται εκτός από τον όρο demi sexual και με ένα ευρύτερο φάσμα όρων όπως semisexual και gray asexual που όλοι τους σημαίνουν ουσιαστικά “σεξ υπό συγκεκριμένες συναισθηματικές προϋποθέσεις.
Τα άτομα τα οποία αισθάνονται σπανιότερα έλξη σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό και ουσιαστικά το σεξ αυτό καθαυτό δεν έχει ρόλο ανάγκης στη ζωή τους είναι οι demisexuals. Ουσιαστικά αυτό που επιδιώκουν είναι η συναισθηματική επαφή και η επικοινωνία και δίχως αυτά δεν ερεθίζονται ούτε μπορούν να έρθουν σε οργασμό.
Οι demisexuals είναι οι χειρότεροι παρτενέρ για το one night stand αφού δεν θα προχωρούσαν να κάνουν ποτέ κάτι τέτοιο. Μπορούν να νιώσουν βαθιά αγάπη για το σύντροφό τους, να περνούν ατελείωτες ώρες μαζί του, να κοιμούνται στο ίδιο κρεβάτι, να κάνουν κοινές διακοπές κι όμως ακόμη να μην έχουν κάνει σεξ.
Βέβαια, αυτό καλό είναι όταν συμβαίνει και στους δυο μαζί, διότι αν ένας demisexual εμπλακεί με έναν μη demisexual σύντροφο, τότε ο δεύτερος προφανώς και θα αρχίσει να κάνει αρνητικές σκέψεις για τη σχέση τους. Αν όμως δυο demisexuals κάνουν δεσμό το μόνο σίγουρο είναι ότι θα είναι το απόλυτο #couplegoals.