Κόντευαν μεσάνυχτα μιας Τρίτης και εκείνη μόλις είχε γυρίσει από τη δουλειά. Προσπαθούσε να στήσει ένα δικό της e-shop και ξενυχτούσε στο καινούριο της γραφείο για να ρυθμίσει τις αμέτρητες λεπτομέρειες. «Ενιωθα τόσο εξαντλημένη που σύρθηκα στο κρεβάτι χωρίς καν να βγάλω τα ρούχα μου. Ξάπλωσα δίπλα στον άνδρα μου, που νόμιζα ότι κοιμόταν, κι εκείνος άρχισε να με χαϊδεύει κάτω από την μπλούζα μου. Ηταν σαφές πού το πήγαινε». Δύο όνειρα είχε για εκείνη τη νύχτα: να ξεβαφτεί πριν καταρρεύσει και να κοιμηθεί χωρίς αγκαλίτσες. «Θα σε κάνω να τα ξεχάσεις όλα», της ψιθύρισε στο αυτί, αλλά όταν εκείνη παρακάλεσε «μήπως να το αφήσουμε καλύτερα;» η φωνή του άλλαξε. «Αρχισε να λέει ότι έχει ανάγκες ω άνδρας και ότι αν δεν τις ικανοποιήσω δεν ξέρει τι θα χρειαστεί να κάνει». Καθώς οι γυναίκες έχουν μέσα τους μια φωνούλα που τους υπαγορεύει ότι η διατήρηση της ενότητας της οικογένειας είναι δική τους ευθύνη, η συγκεκριμένη σύζυγος κατέληξε να υποχωρήσει. «Οχι γιατί το ήθελα ή το βρήκα ευχάριστο, αλλά επειδή αισθάνθηκα ότι ήμουν υποχρεωμένη. Κάναμε ένα τραγικό ερωτικό τρίγωνο: εγώ, ο άνδρας μου και οι ενοχές».
Ιστορίες τρόμου από τις κρεβατοκάμαρες όλου του κόσμου: «Μου είπε ότι αν δεν το κάνουμε, δεν θα μπορεί να συγκεντρωθεί την επόμενη μέρα στη δουλειά. Τελικά έβαλα τη δική του ανάγκη πάνω από τις δικές μου». «Οταν αρνούμαι, παίρνει το μαξιλάρι του, κοπανάει την πόρτα του υπνοδωματίου και κοιμάται στον καναπέ. Ο θυμός του μπορεί να κρατήσει για μέρες. Μερικές φορές υποχωρώ μόνο και μόνο για να μη βλέπω μούτρα». «Ενώ του εξηγούσα ότι ήμουν χάλια και δεν είχα καθόλου διάθεση, εκείνος μου ζήτησε τουλάχιστον να τον ικανοποιήσω στοματικά. Μερικές φορές είναι καλύτερα να ξεμπερδεύεις έτσι». Μια μελέτη του Πανεπιστημίου της Νεμπράσκα βρήκε ότι πολλοί λένε χειριστικές ατάκες όπως «θα κάναμε σεξ αν με αγαπούσες», ενώ μια άλλη διαπίστωσε ότι κάποιοι εφαρμόζουν τη μέθοδο να το ζητάνε συνέχεια μέχρι η σύντροφος να δεχτεί (για να σταματήσει να τους ακούει).
Μεγαλώσαμε γνωρίζοντας ότι η φροντίδα του νοικοκυριού είναι το κυριότερο καθήκον μιας συζύγου, έργο που για λόγους αδιευκρίνιστους εξακολουθεί να ανατίθεται στις γυναίκες. Συγχρόνως, χωρίς να μας το πουν με λόγια, μας κληροδότησαν τη συμμετοχή στην ερωτική ζωή του ζευγαριού, όποτε ζητηθεί, ως θεμελιώδη υποχρέωση του ρόλου μας. Και ενώ όταν ήμασταν ελεύθερες η κοινωνία απαιτούσε από μας να λέμε «όχι» στο (πολύ) σεξ, μόλις παντρευτήκαμε έπρεπε να γίνουμε ολοκληρωτικά διαθέσιμες. Αν θέλουμε να το αποφύγουμε, υπάρχει ένας κατάλογος από παραδοσιακές δικαιολογίες που έχουν καταρτίσει οι γυναίκες ανά τους αιώνες: έχω πονοκέφαλο, δεν νιώθω καλά, έχω περίοδο (πόσες μέρες πια;). Προφανώς δεν μας επιτρέπεται απλώς να μην έχουμε όρεξη επειδή -χμ- δεν έχουμε όρεξη.
Μια έρευνα του Journal of Marriage and Family βρήκε ότι οι άνδρες «έχουν την αξίωση» από τις συζύγους τους να τους ικανοποιούν σεξουαλικά. Πολλές γυναίκες που συμμετείχαν δήλωσαν ότι υποχωρούν στις απαιτήσεις για λόγους όπως «να μειώσουν την ενδοοικογενειακή σύγκρουση» ή «να κάνουν τον σύζυγο να νιώσει καλύτερα με τον εαυτό του». Αυτό μου το έλεγε και μια φίλη στις διακοπές: «Δεν φτάνει που δεν έχω καμία διάθεση, πρέπει και να πανηγυρίζω, να του λέω “μπράβο πρωταθλητή μου” και τέτοια». Το πιο τρομακτικό, όμως, είναι το συμπέρασμα της μελέτης: «Η συναίνεση, όταν δεν υπάρχει επιθυμία, αναγκάζει τις γυναίκες να αποσυνδέονται από τα δικά τους θέλω και να νιώθουν ταπεινωμένες».
Τα άβολα συναισθήματα πίσω από μια βολική λύση
Η πρώτη γραμμή δράσης για όλα τα προβλήματα είναι το Google. «Επεσα στο blog μιας coach που έλεγε ότι πρέπει να κάνω το χατίρι του συντρόφου μου είτε θέλω είτε όχι γιατί τρώγοντας έρχεται η όρεξη», λέει μια συναγωνίστρια. «Λάθος. Το μόνο που κατάφερα ήταν να θυμώσω ακόμη περισσότερο. Μετά είδα μια προσωπική μαρτυρία από κάποια που δεν είπε ποτέ όχι στον άνδρα της για έναν ολόκληρο χρόνο. Το αιδοίο της λέει ήταν ανοιχτό 24 ώρες την ημέρα, 7 μέρες τη βδομάδα. Οσο διάβαζα συνειδητοποιούσα ότι από τότε που παντρεύτηκα δεν είμαι πια κυρία του σώματός μου». Και μετά υπάρχει κι όλη αυτή η φιλολογία σχετικά με τα ζευγάρια που χάνουν το ενδιαφέρον τους για το σεξ και τους «10 τρόπους για να φέρετε και πάλι τη φλόγα στην ερωτική σας ζωή». Αλλά αν κάποια είναι πολύ άτυχη, μπορεί και να πέσει πάνω σε ένα άρθρο για τη γυναικεία ψυχρότητα, να αρχίσει να πιστεύει ότι για όλα φταίει η ίδια και να αυτοστιγματιστεί για ένα πρόβλημα που δεν είναι καν δικό της.
Περισσότερο απ’ όλα θα ταίριαζε ο όρος «σεξουαλική βαρεμάρα», άλλο ένα λήμμα με πλούσια βιβλιογραφία που εξηγεί ότι μετά από μερικά χρόνια το ερωτικό ενδιαφέρον πάντα φθίνει, ότι η συμβίωση σκοτώνει τον έρωτα και στο κάτω-κάτω πώς να επιθυμήσεις έναν άνδρα όταν τον βλέπεις με παντόφλες και πιζάμες. Για την κλινική σεξολόγο και συγγραφέα του Erotic Integrity Κλόντια Σιξ, στην πραγματικότητα δεν υφίσταται κατάσταση σεξουαλικής βαρεμάρας. «Οταν οι άνθρωποι παραπονιούνται ότι βαριούνται, είναι συνήθως επειδή κρύβουν άβολα συναισθήματα από κάτω. Η βαρεμάρα δεν είναι ευχάριστη, αλλά είναι καλύτερη από την εναλλακτική, δηλαδή τις αρνητικές σκέψεις. Μπορεί να καλύπτει άλυτες συγκρούσεις, παιχνίδια εξουσίας, συσσωρευμένες προσβολές, πληγές στο εγώ, κατάθλιψη, υποτίμηση, φόβο απόρριψης, έλλειψη εμπιστοσύνης και άλλες αδυναμίες. Ολα αυτά είναι αποτελέσματα λιμνάζουσας ενέργειας. Η σεξουαλική ενέργεια είναι μέρος της ενέργειας της ζωής και όταν δεν κινείται, σαπίζει».
Η βαρεμάρα δεν μπορεί να αφορά μόνο το σεξ γιατί η σεξουαλικότητα δεν είναι μια αυτόνομη περιοχή του ψυχικού κόσμου, λέει ο ψυχολόγος-ψυχοθεραπευτής δρ Γρηγόρης Βασιλειάδης, που έχει εργαστεί με θέματα σχέσεων και έχει γράψει το βιβλίο Ψυχοθεραπευτικό ταξίδι. «Είναι άμεσα συνδεδεμένη με τα συναισθήματα, την επικοινωνία και το ψυχικό φορτίο». Ας συμφωνήσουμε πρώτα στα βασικά: δικαιούται μια γυναίκα να είναι τόσο κουρασμένη μετά τη δουλειά ώστε να μη θέλει σεξ; «Για να καταλάβετε, σκεφτείτε μια άλλη γυναίκα που είναι επίσης πολύ κουρασμένη αλλά κατά τα άλλα ζωντανή και σε επαφή με τα συναισθήματά της. Επιστρέφοντας, θα έλεγε στον άνδρα της: «Γιώργο, είμαι εξαντλημένη, με πιέζουν αυτά κι αυτά τα ζητήματα», εκείνος θα την έπαιρνε αγκαλιά, θα της έδειχνε πόσο την καταλαβαίνει και πόσο τον αφορούν τα προβλήματά της και θα κατέληγαν σε κάτι που θα το ήθελαν και οι δύο, ακόμη και έρωτα. Γιατί, στην πραγματικότητα, με τη συνεύρεση εκείνη μπορεί να ξεκουραστεί, να χαλαρώσει και να νιώσει καλύτερα. Αρα ο λόγος της άρνησης δεν είναι μόνο η καταπόνηση στο γραφείο αλλά και κάποια άλυτα ζητήματα στη σχέση με τον σύντροφο. Χρειάζεται βέβαια κι εκείνος αντίστοιχα να γυρίζει χαρούμενος από τη δουλειά του, να ξέρει να θέτει όρια στους άλλους, να έχει επίγνωση των εσωτερικών του συγκρούσεων είτε αφορά τις διαπροσωπικές σχέσεις είτε την οικογένεια της καταγωγής του. Αν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις, τότε και ο Γιώργος θα μπορούσε να έχει κατανόηση για τη σύντροφό του κι εκείνη θα κατάφερνε πιο εύκολα να εκφράσει το παράπονό της. Προτεραιότητα του άνδρα δεν θα ήταν το σεξ, αλλά το να έχουν καλή και τρυφερή επικοινωνία μετά τη δουλειά. Τότε είναι πιθανό να έφταναν και στο ζητούμενο. Ο έρωτας θα τους έδινε πράγματα, δεν θα τους έκλεβε».
Ναι, αυτό κάτι θυμίζει. Αγκαλιές και περιπτύξεις που μεταφέρουν αγάπη και συναίσθημα δεν παίρνουν ενέργεια. Τότε. «Οταν κάνουμε σεξ σαν να παίρνουμε ένα χάπι, χωρίς να έχει προηγηθεί καλή επικοινωνία, τότε το βιώνουμε αρνητικά. Κυρίως οι γυναίκες το αισθάνονται σαν ένα μικρό βιασμό, ακόμη και αν το ξεκινούν με δική τους πρωτοβουλία. Η σκέψη “έλα μωρέ ας του κάνω το χατίρι” ή ότι “μια καλή σύζυγος πρέπει να ικανοποιεί τον άνδρα της” δείχνει ότι η πράξη καταγράφεται στον εσωτερικό κόσμο ως κακοποίηση και μετά από λίγο καιρό δεν θα θέλει ούτε να ακούσει για έρωτες. Ακόμα και αν δέχεται να το επιτελεί ως καθήκον, το πρόβλημα επικοινωνίας στη σχέση παραμένει. Οι τακτικές επαφές δεν σημαίνουν τίποτα για την ποιότητα του δεσμού. Γιατί δεν είναι ένα χαρούμενο ζευγάρι, το βλέπεις στα μάτια τους». Η συμβουλή για όσες βλέπουν αδιέξοδο; «Ατομική ψυχοθεραπεία. Πρώτα να βρουν τον εαυτό τους».
Ωστόσο το να είσαι γυναίκα μερικές φορές είναι και πλεονέκτημα. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς τι σημαίνει για τους άνδρες να αποδώσουν ενώ δεν έχουν διάθεση. Το ζει ένας φίλος. «Δεν φαντάζεσαι πόσο δύσκολο είναι. Αν δεν το προσφέρω, έχω φοβερό καβγά. Σήμερα το πρωί που έφευγα για τη δουλειά μου είπε: “Θα κάνουμε τίποτα το βράδυ;”».