«Παγωμένο» είναι το πανελλήνιο για μια ακόμα φορά τα τελευταία χρόνια μετά τις ραγδαίες εξέλιξης στην υπόθεση θανάτου των τριών παιδιών από την Πάτρα, ειδικά μετά από την σύλληψη της Ρούλας Πισπιρίγκου η οποία κατηγορείται για ανθρωποκτονία από πρόθεση της 9χρονης κόρης της Τζωρτζίνας. Ακόμα ένα έγκλημα πέρα από κάθε φαντασία που έφερε την οργή του κόσμου, οποίος έφτασε μέχρι και να συγκεντρωθεί έξω από το σπίτι της οικογένειας στην Πάτρα.
Το ερώτημα όλων αυτό το διάστημα, είναι πώς μία μητέρα μπορεί να φτάσει στο σημείο να σκοτώσει τα ίδια της τα παιδιά, σενάριο που αν επιβεβαιωθεί θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν το «έγκλημα του αιώνα» στην χώρα μας. Πρίν από σχεδόν 60 χρόνια είχε εκτυλιχθεί ένα πρωτοφανές έγκλημα στην Αθήνα που θυμίζει σε μεγάλο βαθμό αυτό της Πάτρας.
Ο λόγος για το έγκλημα που σημειώθηκε το βράδυ της 27ης Μαϊου 1961 στο Καλαμάκι. Η Αμερικανίδα Νίτα Μπέικερ έπνιξε τα τρία παιδιά της ενώ κοιμούνταν, θέλοντας να εκδικηθεί τον σύζυγό της, τον λοχαγό του αμερικανικού στρατού, Τζολ Μπέικερ, ο οποίος την απατούσε με την Ελληνίδα, Βενετία Σιταρά.
Ο καλός γάμος
Ξετυλίγοντας από την αρχή το κουβάρι της «Μήδειας από το Καλαμάκι», η Νίτα Μπέικερ γεννήθηκε στις 28 Ιανουαρίου του 1933 στο Τέξας και στα 18 της παντρεύτηκε τον λοχία Τζολ Μπέικερ. Το 1960 ο σύζυγός της πήρε μετάθεση για την Ελλάδα και το ζευγάρι μαζί με τα τρία τους παιδιά εγκαταστάθηκαν στο Καλαμάκι. Φαινομενικά όλα έμοιαζαν να κυλούν ομαλά στη ζωή τους, όμως ο Μπέικερ δεν έβρισκε την ανταπόκριση που θα περίμενε από την σύζυγό του.
«Το αίσθημά μας ήταν δυνατό και σχεδόν αμέσως παντρευτήκαμε», περιέγραψε ο Μπέικερ αργότερα στους αστυνομικούς. Όμως, όπως ισχυρίστηκε αργότερα, η καθημερινότητα τους ήταν, μάλλον, αδιάφορη. «Η διασκέδαση της γυναίκας μου δεν ήταν άλλη από το να διαβάζει θρησκευτικά βιβλία. Μας χώριζε ένα μεγάλο και αγεφύρωτο ψυχικό χάσμα. Περνούσαμε μια ζωή ήσυχη και αδιάφορη, χωρίς να υπάρχει η απαιτούμενη ανταπόκριση εκ μέρους της γυναίκας μου. Αν δεν υπήρχαν τα παιδιά θα είχαμε χωρίσει. Εκείνη ήταν κλεισμένη στον εαυτό της και εγώ την αντιμετώπιζα με αδιαφορία. Οι συζυγικές μας υποχρεώσεις ήταν απόλυτα ομαλές, αλλά δεν συναντούσα ανταπόκριση εκ μέρους της. Πάντως, από αρκετά χρόνια κοιμόμασταν χωριστά».
«Δεν έπρεπε να ζήσουμε πια ούτε εγώ ούτε τα παιδιά μου»
Η Νίτα πάντως, δήλωνε ευτυχισμένη μέχρι τη στιγμή που έμαθε πως ο σύζυγος της διατηρούσε παράνομο δεσμό με μια Ελληνίδα, την Βενετία Σιταρά, η οποία εργαζόταν μαζί του στην αμερικάνικη βάση και του μάθαινε την ελληνική γλώσσα. Η αποκάλυψη του παράνομου δεσμού έγινε όταν η Νίτα πήγε το αυτοκίνητο του συζύγου της στο συνεργείο για επισκευή. Φεύγοντας πήρε μαζί της τα πράγματα που είχε εκείνος στο πορτμπαγκάζ, μεταξύ αυτών και ένα φάκελο που περιείχε φωτογραφίες στις οποίες είχε απαθανατίσει στιγμές από τις εκδρομές με την ερωμένη του.
«Πριν έξι μήνες ήμουν η πιο ευτυχισμένη μητέρα του κόσμου. Μετά έμαθα ότι ο άντρας μου με απατούσε με μια άλλη γυναίκα. Δεν έπρεπε να ζήσουμε πια ούτε εγώ ούτε τα παιδιά μου», είπε η 28χρονη τότε Νίτα στην απολογία της ενώπιον της δικαιοσύνης. Όπως περιέγραψε, τους τελευταίους μήνες η ζωή της είχε αρχίσει να αλλάζει και «να γίνεται μια κόλαση». Ισχυρίστηκε ότι ο Τζόελ της φερόταν «σκληρά και ψυχρά» και όταν εκείνη παραπονιόταν, την απειλούσε πως θα ζητήσει μετάθεση για να επιστρέψουν στην Αμερική. «Τα βιβλία μου με έκαναν να ηρεμώ και να σκέφτομαι λογικά». Η αποκάλυψη όμως, της παράνομης σχέσης την έκανε να πιστέψει πως «δεν είχαμε θέση στον κόσμο ούτε εγώ ούτε τα παιδιά μου».
Το χρονικό του φρικτού εγκλήματος
Στις 27 Μαΐου, η Νίτα αφού έβαλε για ύπνο τα τρία της παιδιά άνοιξε τη Βίβλο και διάβασε το «επί του όρους ομιλία», εστιάζοντας στη μοιχεία. Αφού έγραψε κάποιες σκέψεις της, σε μορφή επιστολής, τελειοποίησε το έγκλημα στο μυαλό της. Με ένα κορδόνι στραγγάλισε την κόρη της Κίτι. Μετά πήγε στο διπλανό και έκανε το ίδιο και με την άλλη της κόρη της, την Σουζάνα. Ο 8χρονος γιος της ήταν ο μόνος που αντιστάθηκε, καθώς ξύπνησε όταν η μητέρα του μπήκε στο δωμάτιο. Ο Τζο την έγδαρε στα χέρια, αλλά δεν κατάφερε να σωθεί. Η τελευταία πράξη ολοκληρώθηκε λίγο αργότερα, όταν προσπάθησε να βάλει τέλος στη ζωή της. Με ένα μαχαίρι προσπάθησε να κόψει την καρωτίδα της. Το αίμα κύλησε στον λαιμό της και λιποθύμησε.
Όταν ο Τζόελ επέστρεψε στο σπίτι συνοδευόμενος από έναν συνάδελφό του βρήκε την πόρτα φρακαρισμένη με μια εφημερίδα. Μέσα στο σπίτι επικρατούσε νεκρική σιγή. Φώναξε τα τρία του παιδιά αλλά δεν πήρε καμία απάντηση. Κατευθύνθηκε στην κουζίνα, όπου πάνω στο τραπέζι βρήκε μια Βίβλο, με σημεία για τη μοιχεία υπογραμμισμένα. Έτρεξε στην κρεβατοκάμαρα των παιδιών. Ο μικρός του γιος Τζο βρισκόταν μπρούμυτα στο κρεβάτι του και όταν τον ακούμπησε κατάλαβε πως δεν ανέπνεε. «Τον αναποδογύρισα και με τρόμο είδα τα αίματα», θα πει αργότερα ο άνδρας, περιγράφοντας πώς βρήκε νεκρή την κόρη του Σουζάνα, «το πρόσωπο της ήταν κάτασπρο», αλλά και την Κίτι. Ο Μπέικερ ξέσπασε σε κλάματα, καθώς και τα τρία παιδιά του ήταν νεκρά.
Το σημείωμα της Νίτα
Πάνω στο τραπέζι της κουζίνας υπήρχε έναν ανατριχιαστικό σημείωμα: «Ελπίζω τώρα να είσαι ευχαριστημένος με αυτό που έγινε. Στα παιδιά μας εξασφάλισα ένα ήσυχο και χριστιανικό καταφύγιο, ώστε να μείνουν μακριά από το βούρκο μέσα στον οποίο είχε κυλιστεί ο πατέρας τους. Βαρέθηκα, φίλε, να ζω σε αυτό το σπίτι με τον εφιάλτη των καθημερινών οργίων του. Είναι βέβαια τρομερό αυτό που έκανα και μεγάλη ντροπή για μένα να αναγκάζομαι να αφαιρέσω τη ζωή από αυτά τα τόσο όμορφα και καλά παιδιά, για τα οποία ξέρεις πόσο υπέφερα και υποφέρω στον άλλο κόσμο, γιατί με έσπρωξες να τους κόψω το νήμα της ζωής τους για να μην τα αφήσω να μεγαλώσουν και μάθουν τι έκανες. Έκανα υπομονή χρόνια ολόκληρα.
Πίστευα στα λόγια σου πως δεν ήταν τίποτα και ότι εξακολουθούσες να μου είσαι πιστός. Με γελούσες με τα γλυκόλογα σου, τώρα όμως, πάνε τα ψέματα. Είναι καιρός που τα ξέρω όλα, δεν με γελάς. Ξέρω τι έκανες κάθε βράδυ με εκείνη ή εκείνες. Τώρα που δεν έχεις κανέναν να ασχοληθείς μπορείς χα! χα! να συνεχίσεις τα όργια σου. Γλέντα όσο θέλεις και όπως θέλεις. Εγώ και τα παιδιά θα είμαστε μακριά και δεν θα βλέπουμε το κατάντημα σου».
Η δίκη
Η δίκη της Νίτα Μπέικερ ξεκίνησε στις 24 Σεπτεμβρίου του 1961. Το δικαστήριο δέχτηκε την άποψη των ψυχιάτρων πως η γυναίκα διέπραξε το τριπλό φονικό σε πλήρη σύγχυση και διέταξε τον εγκλεισμό της στο ψυχιατρείο. Δεν έδειξε καμία μεταμέλεια πιστεύοντας πως λύτρωσε τα παιδιά της από τη… στενοχώρια που τα περίμενε. Ο εισαγγελέας Γκαζέτας όμως, ζήτησε να κηρυχθεί η απόφαση πεπλανημένη, αίτημα το οποίο έγινε δεκτό, με αποτέλεσμα να αποφασιστεί η επανάληψη της δίκης. Την άνοιξη του 1962 η Νίτα Μπέικερ βρέθηκε και πάλι αντιμέτωπη με τη δικαιοσύνη. Αυτή τη φορά ο σύζυγός της ισχυρίστηκε πως δεν διατηρούσε παράνομο ερωτικό δεσμό, αλλά φιλική σχέση με την Ελληνίδα. Η κατηγορούμενη, στην απολογία της, άλλαξε το αφήγημα της ισχυριζόμενη πως ο σύζυγός της ήταν βίαιος μαζί της και ότι ήθελε να επιστρέψει στην Αμερική με τα παιδιά της, αλλά εκείνος δεν την άφηνε. «Σκότωσα τα παιδιά μου γιατί ήθελα να αναγκάσω τον άντρα μου να μην με χτυπά» είπε η γυναίκα στο δικαστήριο.
Εμεινε ελεύθερη και επέστρεψε στην Αμερική
Η Νίτα Μπέικερ καταδικάστηκε σε 16 χρόνια κάθειρξη, αλλά πήρε χάρη το 1963 και επέστρεψε στην Αμερική. Λίγα χρόνια μετά, έστειλε γράμμα στο δικηγόρο της, Σταύρο Τριανταφύλλου, όπου του έλεγε ότι είχε γίνει καλά και της έλειπε η Ελλάδα.
Η ιστορία της Νίτα Μπέικερ μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Ζιλ Ντασέν με πρωταγωνίστρια τη Μελίνα Μερκούρη στον Αύγουστο του 1978, με τίτλο «Κραυγή γυναικών». Η ταινία είναι βασισμένη σε μια σύγχρονη διασκευή της Μήδειας του Ευριπίδη, που έκανε ο Μίνως Βολονάκης για το θέατρο. Μια Ελληνίδα ηθοποιός και διάσημη σταρ, η Μάγια (Μελίνα Μερκούρη), επιστρέφει στην πατρίδα της για να ερμηνεύσει μια σύγχρονη εκδοχή της τραγωδίας του Ευριπίδη Μήδεια.
Μερικά χρόνια αργότερα το τριπλό έγκλημα στο Καλαμάκι αποτέλεσε επεισόδιο της δημοφιλούς σειρά του ΑΝΤ1 «Ανατομία ενός εγκλήματος», με τίτλο «Τυφλή εκδίκηση» και την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στον ρόλο της Νίτα Μπέικερ.
πηγή: protothema.gr