«Ο 55χρονος διευθυντής ειδήσεων με παγίδευε σε μια γωνιά και μου έβαζε χέρι. Κάποιες φορές είχε ξεσπάσματα θυμού και μας απέλυε… Αργότερα, η αρχισυντάκτριά μου, μια αυστηρή γυναίκα, με αποκαλούσε ηλίθια. Μου το είπε τόσο πολλές φορές, που στο τέλος την πίστεψα»: Η μαρτυρία της 33χρονης Ζωής (αυτό δεν είναι το αληθινό όνομά της) είναι μόνο μία από αυτές που παραθέτει η νέα, συγκλονιστική έρευνα του Balkan Investigative Reporting Network (BIRN) στο balkaninsight.com, με την υπογραφή της Ελένης Σταματούκου.
Η Ζωή αναφέρεται επίσης σε έναν «γνωστό δημοσιογράφο», ο οποίος είχε προσπαθήσει να τη φιλήσει όταν βγήκαν έξω για ένα ποτό και μετά απείλησε ότι θα πει σε όλους ότι είχαν βγει ραντεβού, «έτσι ενέδωσα και κοιμήθηκα μαζί του. Χρόνια μετά, ανακάλυψα ότι είχε κάνει το ίδιο και σε δύο άλλες γυναίκες».
Μια άλλη γυναίκα, η 44χρονη Δήμητρα, ως φοιτήτρια δημοσιογραφίας είχε σχέση με τον καθηγητή της και διευθυντή του ειδησεογραφικού μέσου στο οποίο έκανε την πρακτική της. Όταν προσπάθησε να χωρίσει, εκείνος «με απείλησε, λέγοντας ότι θα με έδιωχνε από την πρακτική κι ότι θα έλεγε στους γονείς μου για εμάς. Συνέχισα να είμαι μαζί του από φόβο. Ήμουν σε τόσο κακή κατάσταση, που περνούσα το δρόμο και ευχόμουν να με χτυπήσει αμάξι. Με άφησε να φύγω όταν είχα μια νευρική κατάρρευση».
«Με απείλησε, λέγοντας ότι θα με έδιωχνε από την πρακτική κι ότι θα έλεγε στους γονείς μου για εμάς. Συνέχισα να είμαι μαζί του από φόβο. Ήμουν σε τόσο κακή κατάσταση, που περνούσα το δρόμο και ευχόμουν να με χτυπήσει αμάξι».
«Μια κουλτούρα σιωπής, στίγματος και φόβου εμποδίζει τις γυναίκες να κάνουν καταγγελίες, όπως ανακάλυψε το BIRN, ενώ από πολλά μέσα απουσιάζουν ξεκάθαροι κανόνες για την αντιμετώπιση της κακοποίησης. Μάλιστα όταν μετά τις αποκαλύψεις της Σοφίας Μπεκατώρου και το ξέσπασμα του ελληνικού #metoo κάποιες γυναίκες δημοσιογράφοι τόλμησαν να μοιραστούν τις ιστορίες τους στα social media, κανένας δεν βρέθηκε τελικά να απολογείται ενώπιον της Δικαιοσύνης», γράφει το σχετικό άρθρο..
Ο λόγος στους αριθμούς
Στη δημοσκόπηση συμμετείχαν ως επί το πλείστον γυναίκες (σε ποσοστό 94,5%), το 92% από τις οποίες περιέγραψαν τον εαυτό τους ως «θύμα» και το 8% ως «μάρτυρες» περιστατικών που έλαβαν χώρα μεταξύ του 1993 και του 2021. Το νεότερο θύμα ήταν 17 ετών και το μεγαλύτερο 62.
Το 43% των περιστατικών αφορούν σεξουαλική βία, ενώ το 35%, λεκτική παρενόχληση. Το 81% συνέβησαν στο χώρο εργασίας ενώ θύτης, σε κάτι παραπάνω από τις μισές περιπτώσεις, υπήρξε ο προϊστάμενος του θύματος. Μόλις το 29,7% των θυμάτων, ωστόσο, κατήγγειλε το περιστατικό. Οι υπόλοιπες αποφάσισαν να μην το κάνουν, κυρίως από φόβο ότι δεν θα βρουν υποστήριξη, ότι θα χάσουν τη δουλειά τους και θα στιγματιστούν, αλλά και από άγνοια για το ακριβώς θα συνέβαινε μετά. Περίπου το 65% δήλωσε ότι δεν γνωρίζει τις σχετικές διαδικασίες μετά από τέτοια περιστατικά.
Το 43% των περιστατικών αφορούν σεξουαλική βία, ενώ το 35%, λεκτική παρενόχληση. Το 81% συνέβησαν στο χώρο εργασίας ενώ θύτης, σε κάτι παραπάνω από τις μισές περιπτώσεις, υπήρξε ο προϊστάμενος του θύματος.
Ακόμα και στις περιπτώσεις των περιστατικών που καταγγέλθηκαν, κανένας από τους θύτες δεν τιμωρήθηκε. Το 54% των γυναικών παρέμεινε στην ίδια δουλειά, ενώ το 49,5% αποχώρησε.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, επίσης, το 86% ανέφερε ότι οι εργοδότες τους δεν παρέχουν ενημέρωση και εκπαίδευση στην αντιμετώπιση της παρενόχλησης και της κακοποίησης. Μόλις το 19% έχει παρακολουθήσει σχετικά σεμινάρια κατά της έμφυλης βίας, αλλά με δική του πρωτοβουλία.
«Αυτά τα αποτελέσματα δεν εκπλήσσουν κάποιον που έχει εργαστεί στη βιομηχανία των media», σχολίασε η Ελεάνα Πανδιά, υποψήφια διδάκτορας και ερευνήτρια στην Ψυχολογία των Μέσων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. «Δεν έχει σημασία πόσο μεγάλο ή μικρό είναι ένα μέσο. […] Είναι θέμα κανόνων, ορίων και συμπεριφοράς προς τους άλλους. Αυτά είναι, δυστυχώς, πολύ καινούρια ακόμα στην ελληνική επαγγελματική ηθική. Κάποια στιγμή πρέπει να μιλήσουμε για την εργασιακή ανισότητα. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι το ποιος έχει την εξουσία».
Η Στέλλα Κάσδαγλη, συγγραφέας και συνιδρύτρια της οργάνωσης Women on Top, πιστεύει, πάντως, ότι τίποτα δεν δικαιολογεί την απουσία ενός ξεκάθαρου πλαισίου σύμφωνα με το οποίο τα θύματα να μπορούν να καταγγείλουν περιστατικά και να συμβάλουν στη διερεύνησή τους. Όπως επισήμανε: «Πολλοί οργανισμοί και εταιρείες αντιστέκονται στις αλλαγές που απαιτούν η ισότητα και η ασφάλεια στη δουλειά».