Το κατώφλι του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας πέρασε ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, καθώς σήμερα ξεκινά η δίκη για τη δολοφονία της 20χρονης συζύγου του, Κάρολαιν Κράουτς, και μητέρας της ανήλικης κόρης του, Λυδίας.
Ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος έφτασε στα δικαστήρια λίγο πριν τις 8:30 σήμερα το πρωί συνοδευόμενος από ισχυρή αστυνομική δύναμη και φορώντας αλεξίσφαιρο γιλέκο και χειροπέδες πισθάγκωνα.
Μάλιστα κάποιος πολίτης κατά τη μεταγωγή του πρώην πιλότου στο χώρο των δικαστηρίων φώναξε: «Φάε τα ισόβια να ηρεμήσεις, δολοφόνε».
Η δολοφονία της νεαρής γυναίκας είχε λάβει χώρα στις 4 με 5 τα ξημερώματα της 11ης Μαΐου του 2021 μέσα στη μεζονέτα του ζευγαριού στα Γλυκά Νερά.
Η δίκη που ξεκινάει σήμερα προσελκύει το ενδιαφέρον και ξένων μέσων ενημέρωσης, δεδομένης και της βρετανικής καταγωγής του θύματος. Μάλιστα, ο πατέρας της αδικοχαμένης κοπέλας σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Daily Mail» εξέφρασε την οργή και το θυμό του για τον κατηγορούμενο. «Μακάρι να μπορούσα να πιάσω στα χέρια μου αυτή τη νυφίτσα», είπε ο 78χρονος Ντέιβιντ Κράουτς, συνταξιούχος μηχανικός που ζει στην Αλόννησο με την σύζυγό του- μητέρα της Καρολάιν-, η οποία θα παραστεί στη δίκη. «Καταλαβαίνω ότι ο Μπάμπης θα χρησιμοποιήσει ως υπερασπιστική γραμμή το γεγονός ότι η Καρολάιν τον προκάλεσε κι ότι ο ίδιος ενέργησε στο πλαίσιο της αυτοάμυνας. Την ώρα της δίκης, εγώ θα είμαι στο σπίτι και θα προσέχω τη μικρή Λυδία», ανέφερε ο ίδιος.
«Καταλαβαίνω ότι ο Μπάμπης θα χρησιμοποιήσει ως υπερασπιστική γραμμή το γεγονός ότι η Καρολάιν τον προκάλεσε κι ότι ο ίδιος ενέργησε στο πλαίσιο της αυτοάμυνας. Την ώρα της δίκης, εγώ θα είμαι στο σπίτι και θα προσέχω τη μικρή Λυδία»
Με την έναρξη μάλιστα της διαδικασίας δεν αποκλείεται η υπεράσπιση του 33χρονου κατηγορούμενου να αιτηθεί ολιγοήμερη διακοπή της δίκης, ένα αίτημα που θα εξεταστεί από το δικαστήριο, εφόσον υποβληθεί.
Ο δρόμος για την έναρξη της πολύκροτης δίκης άνοιξε με βούλευμα – «καταπέλτη» που εξέδωσε το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών της Αθήνας, υιοθετώντας πλήρως τη σχετική πρόταση του εισαγγελέα Γεώργιου Νούλη. Με το βούλευμα ο 34χρονος Χαράλαμπος Αναγνωστόπουλος παραπέμπεται να δικαστεί για ανθρωποκτονία από πρόθεση τελεσθείσα σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και κακοποίηση ζώου (κακουργήματα) αλλά και για ψευδή καταγγελία (επειδή κατέστησε άλλους ύποπτους των πράξεών του) και για ψευδή κατάθεση κατ’ εξακολούθηση. Για την ανθρωποκτονία ο 33χρονος αντιμετωπίζει ισόβια και για το αδίκημα της κακοποίησης ζώου κάθειρξη μέχρι δέκα έτη. Όσον αφορά στην ψευδή κατάθεση κατ΄ εξακολούθηση, η ποινή που προβλέπεται είναι μέχρι τρία έτη ενώ για το αδίκημα της ψευδούς καταγγελίας μπορεί να του επιβληθεί ποινή μέχρι ένα έτος.
«Εν βρασμώ»
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο 33χρονος πιλότος κατά τη διάρκεια της δίκης θα μείνει πιστός στην υπερασπιστική γραμμή που είχε χαράξει κατά την ανάκριση, ότι δηλαδή τέλεσε το έγκλημα εν βρασμώ ψυχικής ορμής, χωρίς να έχει προσχεδιάσει τίποτα. Μάλιστα, κατά τις ίδιες πληροφορίες, θα επικαλεστεί και δυο πραγματογνώμονες, μέσω των οποίων θα επιχειρήσει να στηρίξει τον ισχυρισμό του περί εγκλήματος που τελέστηκε εν βρασμώ.
Ωστόσο, το παραπεμπτικό βούλευμα, τον οποίο και τον παρέπεμψε στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, αποδομεί πλήρως τους ισχυρισμούς του σύμφωνα με τους οποίους ο θάνατος της Καρολάιν ήταν επί της ουσίας ατύχημα. Το σημείο που «πάτησαν» οι δικαστές για να αντικρούσουν τον ισχυρισμό αυτό του κατηγορούμενου είναι το «θέατρο» που εκείνος έπαιζε επί ένα και πλέον μήνα παριστάνοντας τον τεθλιμμένο σύζυγο και παραπλανώντας τις αρχές που προσπαθούσαν να διαλευκάνουν το έγκλημα.
Το σημείο που «πάτησαν» οι δικαστές για να αντικρούσουν τον ισχυρισμό αυτό του κατηγορούμενου είναι το «θέατρο» που εκείνος έπαιζε επί ένα και πλέον μήνα παριστάνοντας τον τεθλιμμένο σύζυγο
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το βούλευμα, η πλήρης διαύγεια του Χαράλαμπου Αναγνωστόπουλου προκύπτει «από την πληρότητα της σχετικής “σκηνοθεσίας” τόσο μετά την τέλεση της ανθρωποκτονίας όσο και πριν από αυτή, η οποία και καταδεικνύει ότι την επεξεργάστηκε νωρίτερα και υπολογισμένα και όχι υπό το κράτος ανεξέλεγκτης παρόρμησης».
Τόσο ο εισαγγελέας όσο και οι δικαστές δέχονται πως από τα παραπάνω στοιχεία «σχηματίζεται απόλυτη βεβαιότητα σχετικά με την ένταση του ατιθασεύτου φρονήματος του κατηγορουμένου και της σκληρότητας και του ανάλγητου της προσωπικότητας του».
Το ημερολόγιο
Παρ’ όλα αυτά, οι πληροφορίες αναφέρουν πως ο κατηγορούμενος θα επικαλεστεί το ημερολόγιο της 20χρονης Καρολάιν, προκειμένου να καταδείξει ότι είχε εντάσεις με το θύμα, οι οποίες και κορυφώθηκαν την ημέρα του εγκλήματος. Αναμένεται, δε, να προτείνει περί τους πέντε μάρτυρες υπεράσπισης, ανάμεσά τους έναν ιατροδικαστή και ένα ψυχίατρο. Οι δύο τελευταίοι θα επιχειρήσουν να σκιαγραφήσουν το προφίλ του, αλλά και τον τρόπο που διέπραξε το έγκλημα για να πείσουν το δικαστήριο ότι ο κατηγορούμενος δεν το είχε προσχεδιάσει.
Στο δικαστήριο αναμένεται να καταθέσει και η σύμβουλος ψυχικής υγείας Ελένη Μυλωνοπούλου, που παρακολουθούσε την 20χρονη Καρολάιν και υπήρξε ο άνθρωπος στον οποίο η νεαρή γυναίκα είχε εκμυστηρευτεί φόβους και ανησυχίες. «Κατά την επαγγελματική μου γνώμη η Καρολάιν ήταν ερωτευμένη με το πρόσωπο του κατηγορουμένου αλλά σιχαινόταν το άτομό του» φέρεται να είχε καταθέσει στις αρχές η σύμβουλος ψυχικής υγείας, επισημαίνοντας πως Μπάμπης Αναγνωστόπουλος είχε τον «απόλυτο έλεγχο» στη ζωή της Καρολάιν.
«Κατά την επαγγελματική μου γνώμη η Καρολάιν ήταν ερωτευμένη με το πρόσωπο του κατηγορουμένου αλλά σιχαινόταν το άτομό του»
Χαρακτηρίζοντας μάλιστα την 20χρονη μητέρα ως ένα πλάσμα εγκλωβισμένο, η κυρία Μυλωνοπούλου φέρεται επίσης να έχει καταθέσει στις αρχές: «Ο καθένας από το ζευγάρι περιέγραφε τη ζωή τους εντελώς διαφορετικά. Ο Χαράλαμπος χαρακτήριζε το γάμο του τέλειο και αναφερόταν απλώς στα νεύρα που είχε η Καρολάιν. Η Καρολάιν, από την πλευρά της, όμως, μου έλεγε πως ένιωθε εγκλωβισμένη σε αυτή τη σχέση, ότι ασχολούνταν συνεχώς με το παιδί χωρίς να έχει κάποια βοήθεια από κάποιον, ότι δεν μπορούσε να πάει κάπου μόνη της αφού ακόμα και αν έβγαινε με κάποια φίλη της μετά από λίγο πήγαινε και ο κατηγορούμενος, ότι οι μετακινήσεις της γινόταν με συγκεκριμένο ταξιτζή, φίλο του κατηγορουμένου, και ότι δεν είχε καθόλου χρήματα επάνω της, αφού την οικονομική διαχείριση την είχε αναλάβει αποκλειστικά ο κατηγορούμενος».
Στη δίκη θα καταθέσουν ακόμη και οι αστυνομικοί που είχαν σπεύσει στη μεζονέτα των Γλυκών Νερών προκειμένου να περιγράψουν όσα αντίκρισαν μέσα στο σπίτι. Ακόμη, σημαντική θεωρείται η κατάθεση της ιατροδικαστή που διενήργησε τη νεκροψία – νεκροτομή στη σορό της αδικοχαμένης κοπέλας. Σύμφωνα με τη σχετική έκθεσή της, ο θάνατος της 20χρονης επήλθε στις 4 με 5 τα ξημερώματα της 11ης Μαΐου και συμπεραίνεται ότι «δεν επήλθε ακαριαίως αλλά ήταν αγωνιώδης».
«Μου έλεγε πως ένιωθε εγκλωβισμένη σε αυτή τη σχέση, ότι ασχολούνταν συνεχώς με το παιδί χωρίς να έχει κάποια βοήθεια από κάποιον, ότι δεν μπορούσε να πάει κάπου μόνη της αφού ακόμα και αν έβγαινε με κάποια φίλη της μετά από λίγο πήγαινε και ο κατηγορούμενος»
Η σκηνοθεσία
Η δολοφονία της Καρολάιν Κράουτς είχε συγκλονίσει και την κοινή γνώμη και λόγω των μεθοδεύσεων του κατηγορούμενου πιλότου προκειμένου να ξεγελάσει τις αρχές και να τις πείσει ότι η δολοφονία της 20χρονης κοπέλας, ήταν το αποτέλεσμα της εισβολής τριών ληστών στο σπίτι τους στα Γλυκά Νερά.
Είναι ενδεικτικό που ότι σε μια από τις καταθέσεις που είχε δώσει στους αστυνομικούς ο κατηγορούμενος συζυγοκτόνος αμέσως μετά τη σύλληψή του, ανέφερε ότι προκειμένου να γίνει πιο πιστευτό το σενάριο της ληστείας που προέβαλε επί περίπου 40 ημέρες, ενδυόμενος το μανδύα του τεθλιμμένου συζύγου, πήρε μετά το έγκλημά του τη βέρα του και τη βέρα της Καρολάιν όπως και το δαχτυλίδι αρραβώνων, να τα βάλει σε μια μικρή νάιλον σακούλα και στη συνέχεια να τα πετάξει μέσα στο ντεπόζιτο της μηχανής του που είχε στο γκαράζ. Όπως είχε τότε καταθέσει ο κατηγορούμενος, τις επόμενες μέρες μετά τη δολοφονία που διέπραξε έβγαλε τα κοσμήματα από το ντεπόζιτο και τα πέταξε σε ένα κάδο απορριμμάτων.
Η δολοφονία της Καρολάιν Κράουτς είχε συγκλονίσει και την κοινή γνώμη και λόγω των μεθοδεύσεων του κατηγορούμενου πιλότου προκειμένου να ξεγελάσει τις αρχές και να τις πείσει ότι η δολοφονία της 20χρονης κοπέλας, ήταν το αποτέλεσμα της εισβολής τριών ληστών στο σπίτι τους στα Γλυκά Νερά.
Μάλιστα, περιγράφοντας τις στιγμές μετά τη δολοφονία της 20χρονης κοπέλας, ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος είχε αναφέρει τα εξής στις αστυνομικές αρχές: «Μόνο που την κοίταζα, έκλαιγα. Το επόμενο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να πω ότι κάποιος άλλος το έκανε αυτό. Θα έλεγα στην αστυνομία ότι μπήκαν ληστές μέσα στο σπίτι. Βρισκόμουν σε πανικό, δεν ήξερα τι να κάνω. Σκέφτηκα ότι για να φανεί πιο αληθοφανές να πιστέψουν ότι μπήκαν αδίστακτοι ληστές θα έπρεπε να κάνω κακό στο σκύλο. Κανένας δεν θα πίστευε ότι εγώ θα μπορούσα να κάνω κακό στο σκυλί. Με πόνο καρδιάς κρέμασα το λουρί του σκύλου στα κάγκελα της σκάλας. Δε θυμάμαι με χρονολογική σειρά τι έκανα μετά. Κάποια στιγμή όμως ανέβηκα στην κρεβατοκάμαρα, άνοιξα τα συρτάρια, πέταξα τα πράγματα που είχαν μέσα για να φανεί ότι μέσα στο δωμάτιο είχαν μπει ληστές. Επίσης, κάποια στιγμή κατέβηκα στο υπόγειο και παραβίασα το παράθυρο που υπήρχε εκεί για να φανεί ότι μέσα στο δωμάτιο είχαν μπει ληστές. Μη με ρωτάτε πώς ακριβώς το έκανα, δεν θυμάμαι. Θυμάμαι όμως ότι κάποια στιγμή ξεβίδωσα κάποιες βίδες, βγήκε το παράθυρο και το ακούμπησα στο πάτωμα. Ανέβηκα στο σαλόνι, ανακάτεψα και εκεί τα πράγματα που είχα, για να φαίνεται ότι είχαν ψάξει και εκεί ληστές».
Πηγή: protothema.gr