Έξι είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους οι γυναίκες δεν προχωρούν σε καταγγελία, έπειτα από περιστατικά παρενόχλησης στον χώρο εργασίας τους, όπως έδειξαν τα αποτελέσματα έρευνας που διεξήχθη από το Πάντειο Πανεπιστήμιο σε συνεργασία με την Action Aid.
Η έρευνα με τίτλο «Λόγοι υποαναφοράς της σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία», πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος Safe at Work και έχει στόχο να διερευνήσει τις αιτίες πίσω από αυτό το φαινόμενο καθώς και να διαμορφώσει προτάσεις για την ενδυνάμωση και ευκολότερη πρόσβαση των εργαζόμενων σε υπηρεσίες συμβουλευτικής και διαμεσολάβησης.
Μέσα από προσωπικές συνεντεύξεις και συζητήσεις με νομικούς, οι οποίοι έχουν έρθει σε επαφή με γυναίκες που έχουν παρενοχληθεί στην εργασία τους, οι ερευνητές κατέληξαν στο ότι ο φόβος για αντίποινα, όπως απόλυση, στοχοποίηση, αρνητική αξιολόγηση και στιγματισμός, η έλλειψη γνώσεων ή κατάλληλου υποστηρικτικού περιβάλλοντος, οι περιορισμένες ποινές για τους θύτες, η γρήγορη και εύκολη παραγραφή των αδικημάτων, η πολύμηνη ή και πολυετής αναμονή για την ολοκλήρωση των δικαστηρίων, αλλά και οι δυσκολίες στην εύρεση μαρτύρων και στοιχείων είναι οι βασικοί λόγοι που οι γυναίκες δεν προχωρούν σε καταγγελίες.
«Για εργαζόμενες στον ιδιωτικό τομέα, αποτρεπτικός παράγοντας είναι ο κίνδυνος απώλειας της εργασίας τους, ειδικότερα αν ο καταγγελλόμενος είναι σε ιεραρχικά ανώτερες θέσεις. Για εργαζόμενες στον δημόσιο τομέα, αν από την σχέση εργασίας δεν προκύπτει δυνατότητα απόλυσης πιθανά αντίποινα είναι: η αρνητική αξιολόγηση, αφαίρεση καθηκόντων, καθυστέρηση στις διαδικασίες εξέλιξής της και οι δυσμενείς μεταθέσεις. Αντίστοιχα, υπάρχει ο φόβος για στοχοποίηση και δημιουργία εχθρικού περιβάλλοντος από συναδέλφους», αναφέρεται στην έρευνα με την ανεπαρκή γνώση γύρω από νομικά ζητήματα, αλλά και ζητήματα παρενόχλησης να τονίζεται – με εκτενή αναφορά και στο περιβάλλον των γυναικών που παρενοχλούνται.
«Πέρα από το εργασιακό, το ευρύτερο κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον των καταγγελουσών, είναι πιθανό να μην τις υποστηρίξει. Αυτή η έλλειψη υποστήριξης αλλά και εμπιστοσύνης στους θεσμούς είναι επίσης σημαντικοί παράγοντες που οδηγούν τις γυναίκες είτε να μην καταγγέλλουν είτε ακόμη και να ανακαλούν καταγγελίες».
Σημαντικός ο ρόλος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και του #MeToo
Οι περισσότερες συμμετέχουσες συμφώνησαν ότι το ελληνικό #MeToo, είχε καθοριστική επίδραση στην κοινωνία ως προς την αύξηση της ορατότητας του φαινομένου της σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία.
Ωστόσο, η αυξημένη ορατότητα δεν μετουσιώθηκε σε αύξηση του αριθμού των επίσημων καταγγελιών των περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης. Στην έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη (Λυκοβαρδή κ.ά., 2023, σ. 27) επισημαίνεται ότι ίσως έπαιξε ρόλο ότι το ελληνικό #Metoo απασχόλησε τη δημοσιότητα την περίοδο των περιοριστικών μέτρων εξαιτίας της πανδημίας και της κατ’ οίκον εργασίας για μεγάλο αριθμό εργαζομένων, γεγονός που οδήγησε σε μείωση του συνολικού αριθμού των εργατικών διαφορών που μεταβιβάστηκαν στην υπηρεσία.
Ο αριθμός των καταγγελιών επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από την επικαιρότητα και άλλα περιστατικά έμφυλης βίας που λαμβάνουν δημοσιότητα, λένε ορισμένες καταγγέλουσες, που συμμετείχαν στην έρευνα, με όλες τους να συμφωνούν πως παρά το ότι ακόμη και αν υπάρχουν κάποιες περίοδοι που αυξήθηκε ο βαθμός ενδιαφέροντος και της ενθάρρυνσης των επιζωσών να καταγγείλουν τη σεξουαλική παρενόχληση, λόγω του υποστηρικτικού περιβάλλοντος που δημιούργησε έστω και πρόσκαιρα το #MeToo, ο αριθμός των αναφορών που φτάνουν σε επίσημους φορείς διερεύνησης αντίστοιχων περιστατικών παραμένει χαμηλός. Άλλες πληροφορήτριες κλειδιά σημειώνουν ότι η επιρροή του #MeToo δεν οδήγησε σε αύξηση των καταγγελιών, αλλά επέδρασε σημαντικά στην αλλαγή ορισμένων νοοτροπιών, καθώς επηρεάζονται θετικά και κάποιες υπηρεσίες με τη δημιουργία και την αποδοχή γραφείων ισότητας και άλλων οργάνων.
Περισσότεροι οι λόγοι που αποθαρρύνουν τις καταγγελίες
Ακόμα, σύμφωνα με την έρευνα, οι γυναίκες πολλές φορές φοβούνται τον στιγματισμό, καθώς αντιμετωπίζονται με καχυποψία, είτε για τα κίνητρά τους, είτε για την ορθή τους κρίση σχετικά με το αν η συμπεριφορά που κατήγγειλαν ήταν πράγματι σεξουαλική παρενόχληση. Επιπλέον, πολλές εργαζόμενες δεν διακρίνουν αν η συμπεριφορά που υφίστανται είναι παρενοχλητική, ενώ σε άλλες περιπτώσεις δεν γνωρίζουν τα δικαιώματά τους και την προστασία που τους προσφέρει το νομικό πλαίσιο.
Τα στερεότυπα, σίγουρα παίζουν ρόλο, καθώς πολλές φορές, υπάρχει η αμφιβολία ότι η επιζώσα, μπορεί να μην είναι αθώα, γιατί μπορεί να προκάλεσε ή μπορεί να παρερμήνευσε τα γεγονότα. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι επιζώσες πολλές φορές παρόλο που αναφέρουν το γεγονός σε ανώτερο στέλεχος, αποθαρρύνονται να προχωρήσουν σε καταγγελία γιατί μπορεί να έχουν πρόβλημα στην καριέρα τους, κάνει και τις ίδιες να αμφιβάλλουν και να φοβούνται, καθώς δεν βρίσκουν υποστήριξη. Το τελευταίο, ενισχύεται και από το γεγονός, ότι συχνά ο θύτης, είναι ή ο εργοδότης, ή ο προϊστάμενος και έτσι δεν ξέρουν πού να απευθυνθούν.
Στους λόγους της υποαναφοράς του φαινομένου της σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία, έρχεται να προστεθεί και το γεγονός ότι οι σεξουαλικά παρενοχλητικές συμπεριφορές συνήθως συμβαίνουν ιδιωτικά χωρίς παρουσία τρίτων, κάτι που δυσκολεύει την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων και μαρτύρων, ενώ ακόμα και αν υπάρχουν μάρτυρες δύσκολα καταθέτουν, αν συνεχίζουν να εργάζονται στον χώρο εργασίας.
Πρακτικές βελτίωσης και προτάσεις
Αν και κάποιες προϋποθέσεις για την καταπολέμηση της υποκαταγραφής και της υποκαταγγελίας παραστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία, δημιουργήθηκαν με την ψήφιση του νόμου 4808/2021 και των σχετικών υπουργικών αποφάσεων που ακολούθησαν, στην πράξη, από την εμπειρία των ερωτώμενων, υπάρχει η αίσθηση ότι δεν υπάρχει επαρκής έλεγχος για την εφαρμογή του νόμου.
Οι αρμόδιοι φορείς είναι υποστελεχωμένοι και τα προσωπικό τους δεν είναι εξοικειωμένο με την έννοια της σεξουαλικής παρενόχλησης. Ακόμη και σε επιχειρήσεις ή οργανισμούς όπου τυπικά τηρούνται οι υποχρεώσεις του νόμου, δεν υπάρχει ουσιαστική γνώση του θεσμικού πλαισίου, ούτε από την πλευρά των εργαζομένων, ούτε των
εργοδοτών/τριών.
Η ψήφιση του Ν.4808/2021 δεν είναι το μοναδικό σημαντικό βήμα σε σχέση με την πρόληψη, την αντιμετώπιση, την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση για την σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία. Κρατικοί φορείς, ΜΚΟ φεμινιστικές συλλογικότητες και συνδικάτα έχουν ψηλά στην ατζέντα τους το συγκεκριμένο θέμα και προχωρούν σε ανάλογες δράσεις που αποτελούν καλές πρακτικές. Ενδεικτικά, σχετικά με τους κρατικούς φορείς:
Το ΚΕΘΙ: προσφέρει δωρεάν επιμορφωτικό διαιδκτυακό προγράμμα «Βία και Παρενόχληση στον Κόσμο της Εργασίας» αξιοποιώντας το ομότιτλο εκπαιδευτικό εγχειρίδιο που εξέδωσε, και υλοποίησε μία πολύ σημαντική έρευνα σχετικά με την στάση εργοδοτών/τριων σε θέματα παρενόχλησης στο εργασιακό περιβάλλον (Μοσχοβάκου κ.α., 2023). SAFE AT WORK | ΛΌΓΟΙ ΥΠΟ-ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΜΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΣΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΏΣΕΙΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΠΑΡΕΝΌΧΛΗΣΗΣ. ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΣΤΟ ΠΕΔΊΟ.
Η Γενική Γραμματεία Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έχει συμπεριλάβει στους στόχους του Άξονα Προτεραιότητας 1 του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Ισότητα των Φύλων 2021-2025 την καταπολέμηση της βίας στην εργασία. Σημαντικές δράσεις για την επίτευξη του στόχου (1.2) μεταξύ άλλων είναι: η διενέργεια εκστρατείας ενημέρωσης και ευαισθητοπόιησης για την σεξουαλική παρενόχληση στους χώρους εργασίας στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Ιδιαίτερα για το δημόσιο προβλέπεται ενημέρωση για τις αρμοδιότητες του Συμβούλου Ακεραιότητας και επεξεργασία προσχέδιου Κανόνων Δεοντολογίας κατά της σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο της εργασίας (ΕΣΔΙΦ 2021, σ.49). Επιπλέον, σημαντικές προσπάθειες για την πρόληψη και αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης έχουν γίνει από τις Επιτροπές Ισότητας των Α.Ε.Ι.
Το σημαντικό βήμα της ψήφισης του Νόμου 4808/2021 θα πρέπει να ακολουθήσουν πολλά ακόμα. Επιτακτική φαίνεται η ανάγκη επιμόρφωσης σε όλους τους φορείς που εμπλέκονται στην εφαρμογή του Νόμου για παράδειγμα: Δικαστικό Σώμα, Επιθεώρηση Εργασίας, Συνήγορος του Πολίτη, αστυνομία.
Η επιμόρφωση θα πρέπει επίσης να επεκταθεί στους εκπροσώπους συνδικαλιστικών φορέων και συνδέσμων εργοδοτών, αλλά και σε όλα τα πρόσωπα που αναλαμβάνουν την υποδοχή καταγγελιών και την διαχείρισή τους. Αντίστοιχα, επιμόρφωση θα πρέπει να υπάρξει σε εργαζόμενους/ ες και εργοδότες/τριες προκειμένου να αναγνωρίζουν πότε υφίστανται ή ασκούν σεξουαλική παρενόχληση.
Η συστηματική και ουσιαστική επιμόρφωση θα μπορούσε να οδηγήσει στην προτεραιοποίηση του θέματος της πρόληψης και της καταπολέμησης της σεξουαλικής παρενόχλησης στους στόχους των επιχειρήσεων, των οργανισμών και των συνδικάτων. Έμφαση πρέπει να δοθεί και στις δράσεις ενδυνάμωσης των γυναικών που υφιστανται την σεξουαλική παρενόχληση, αλλά και των παρευσικομένων προκειμένου να προχωρήσουν στην καταγγελία και να προσφέρουν την απαραίτητη υποστήριξη.
Η ενδυνάμωση πρέπει να γίνει και στα άτομα που προσφέρουν υπηρεσίες συμβουλευτικής και νομικής υποστήριξης γιατι υπάρχει ο κίνδυνος της αποθάρρυνσης και της ματαίωσης αντιλαμβανόμενα ότι η δικαίωση για τις καταγγέλουσες είναι μία σπάνια εξέλιξη.
Σημαντικού παράγοντες για την αύξηση των καταγγελιών σε νομικό επίπεδο θα μπορούσαν να αποτελέσουν η αύξηση του διαστήματος παραγραφής από 3 μήνες σε μεγαλύτερο διάστημα και ο πιο σύντομος χρόνος εκδίκασης των υποθέσεων.
Όλη η μεθοδολογία και τα αποτελέσματα της έρευνας θα παρουσιαστούν Τρίτη 12 Μαρτίου και ώρα 12.30 – 16.00, στην τελική εκδήλωση του έργου “Safe at Work”, με θέμα «Πρόληψη και Καταπολέμηση της Σεξουαλικής Παρενόχλησης στον Εργασιακό Χώρο», η οποία θα πραγματοποιηθεί στο Κέντρο της ActionAid στην Αθήνα (Πέτρας 93, Κολωνός). Μπορείτε να δηλώσετε συμμετοχή εδώ.
Διαβάστε εδώ αναλυτικά ολόκληρη την έρευνα.
Λίγα λόγια για το έργο Safe at Work (Ασφαλής στον χώρο εργασίας)
Το έργο Safe at Work υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund, με φορέα υλοποίησης την ActionAid και εταίρους την Επιτροπή Ερευνών του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, τις Women On Top, τον Σύνδεσμο Διοίκησης Ανθρωπίνου Δυναμικού Ελλάδας και τη DATAWO. Το πρόγραμμα Active citizens fund, ύψους € 13,5 εκ., χρηματοδοτείται από την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και τη Νορβηγία και είναι μέρος του χρηματοδοτικού μηχανισμού του Ευρωπαϊκ Το πρόγραμμα στοχεύει στην ενδυνάμωση και την ενίσχυση της βιωσιμότητας της κοινωνίας των πολιτών και στην ανάδειξη του ρόλου της στην προαγωγή των δημοκρατικών διαδικασιών, στην ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά και στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τη διαχείριση της επιχορήγησης του προγράμματος Active citizens fund για την Ελλάδα έχουν αναλάβει από κοινού το Ίδρυμα Μποδοσάκη και το Solidarity Now. ού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) περιόδου 2014 – 2021, γνωστού ως EEA Grants.