Μια μελέτη παραγόντων που σχετίζονται με τη Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες (PTSD) οδήγησε σε καινοτόμα ευρήματα που συνδέουν τη διατροφή με περιστατικά PTSD. Το πιο αξιοσημείωτο από τα ευρήματα της εργασίας που δημοσιεύθηκε στο Social Psychiatry and Psychiatric Epidemiology είναι η ανακάλυψη ότι οι άνθρωποι 45-85 ετών είχαν λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν PTSD αν κατανάλωναν δύο με τρεις πηγές φυτικών ινών ημερησίως.
«Είναι πιθανό τα βέλτιστα επίπεδα διατροφικών φυτικών ινών να έχουν κάποιο είδος προστατευτικής επίδρασης σχετικής με την ψυχική υγεία. Αυτό ενδεχομένως να οφείλεται στο δίκτυο επικοινωνίας που συνδέει το έντερο με τον εγκέφαλο μέσω των λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου, τα οποία είναι μεταβολικά υποπροϊόντα της βακτηριακής ζύμωσης που παράγονται από τα μικρόβια που κατοικούν στο ανθρώπινο έντερο. Τα μόρια αυτά μπορούν να επικοινωνήσουν με τα κύτταρα και ίσως να επηρεάζουν την εγκεφαλική λειτουργία», εξηγεί η Karen Davison από το Πολυτεχνείο Kwantlen.
Για να καταλήξουν στα συμπεράσματα αυτά, οι επιστήμονες ανέλυσαν δεδομένα από την Καναδική Μακροχρόνια Μελέτη για τη Γήρανση, στην οποία συμμετείχαν 27.211 άνθρωποι ηλικίας 45-85 ετών, εκ των οποίων οι 1.323 έπασχαν από Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες.
Άλλοι παράγοντες που σχετίζονται με το PTSD
Η μελέτη βρήκε, επίσης, σχέση ανάμεσα στη διαταραχή και παράγοντες όπως η φτώχεια, το φύλο, η ηλικία, το ιστορικό μετανάστευσης, η εθνικότητα, η οικογενειακή κατάσταση και η σωματική υγεία.
Η φτώχεια σχετίστηκε έντονα με το PTSD, καθώς ένας στους επτά συμμετέχοντες των οποίων το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα ήταν μικρότερο των 20.000 δολαρίων βίωναν τη διαταραχή αυτή.
«Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε αν τα συμπτώματα του PTSD υπονόμευαν την ικανότητα ενός ανθρώπου να εργαστεί, με αποτέλεσμα τη φτώχεια ή αν το στρες που σχετίζεται με τη φτώχεια επιδείνωνε τα συμπτώματα της διαταραχής στους συμμετέχοντες», σημειώνει η επικεφαλής συγγραφέας και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, Δρ. Esme Fuller-Thomson.
Διπλάσια ήταν η επικράτηση της διαταραχής στις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες (6,9% έναντι 3,9% αντίστοιχα), ενώ και όσοι άνθρωποι ήταν χήροι ή διαζευγμένοι είχαν, επίσης, διπλάσιες πιθανότητες να βιώσουν τη διαταραχή σε σύγκριση με εκείνους που ήταν παντρεμένοι ή συγκατοικούσαν (8,8% έναντι 4,4% αντίστοιχα). Όσον αφορά στην ηλικία, η επικράτηση του PTSD ήταν υψηλότερη σε ανθρώπους 45-54 ετών (6,4%) και χαμηλότερη στους άνω των 75 ετών (3,1%).
«Τα στοιχεία αυτά υποστηρίζουν προηγούμενες έρευνες που βρήκαν ότι το PTSD τείνει να είναι συχνότερο στους άνδρες γύρω στα 40 και στις γυναίκες γύρω στα 50», τονίζουν οι επιστήμονες. Επιπλέον, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η επικράτηση του PTSD ήταν υψηλότερη σε άτομα με τουλάχιστον δύο προβλήματα υγείας, τα οποία βίωναν χρόνιο πόνο ή είχαν ιστορικό καπνίσματος.
«Τα δεδομένα αυτά βρίσκονται σε αντιστοιχία με αποτελέσματα άλλων μελετών που βρήκαν αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών, μεταβολικών και μυοσκελετικών παθήσεων σε άτομα με PTSD. Οι σύνδεσμοι αυτοί μπορεί να οφείλονται σε τροποποιήσεις στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων (άξονας ΥΥΕ), σε φλεγμονή στο συμπαθητικό νευρικό σύστημα ή σε συμπεριφορές που αυξάνουν τον κίνδυνο κακής σωματικής υγείας», καταλήγει η Meghan West, μία εκ των συγγραφέων της μελέτης.
Πηγή: ygeiamou.gr