«Ο κορωνοϊός άλλαξε τη ζωή μας και τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Είδαμε ότι είμαστε ευάλωτοι γιατί είναι κάτι καινούργιο που μεταδίδεται εύκολα, μπορεί να προκαλέσει βαριά νόσο και θανάτους και βέβαια δεν έχουμε ούτε εμβόλιο ούτε ειδικά φάρμακα, δίνουμε, όπως και σε όλο τον κόσμο, το συνδυασμό στον οποίο φάνηκε ότι ανταποκρίνονται καλύτερα οι ασθενείς. Βλέπουμε άλλωστε χώρες όπως η Γαλλία και η Αγγλία, με συστήματα Υγείας-βράχους, που ωστόσο στην πανδημία δυσκολεύονται και αυτό μας γεμίζει φόβο και δέος. Ευτυχώς στην Ελλάδα λήφθηκαν έγκαιρα τα μέτρα , τα κρούσματα δεν ξέφυγαν και η κατάσταση στα νοσοκομεία είναι διαχειρίσιμη. Όμως, για τους νοσηλευόμενους και το προσωπικό είναι όλα διαφορετικά, φτάνει να σκεφτείτε οι άρρωστοι δε μπορούν να βγουν από το δωμάτιο και πως όλοι εμείς μπαίνουμε καλυμμένοι: μάσκα, γυαλιά, σκούφο, ποδιά και γάντια. Ο άνθρωπος που νοσεί στην ουσία δεν μας βλέπει, δεν ξέρει το πρόσωπό μας, δε βλέπει χαμόγελο, ακούει μόνο τη φωνή μας. Από απόσταση μιλάμε και με τους συγγενείς για να τους ενημερώνουμε και να τους καθησυχάσουμε όσο μπορούμε για τους δικούς τους. Άλλαξε όλη η καθημερινή μας ρουτίνα, είναι τώρα μία ολόκληρη διαδικασία, όχι μόνο το πώς βάζουμε τα ειδικά ρούχα, αλλά και πώς και πού τα πετάμε, για να μην μεταφέρουμε τον ιό στους συναδέλφους και τα σπίτια μας. Αυτό αφορά όλους μας, γιατρούς και νοσηλευτές, τραπεζοκόμους, καθαριστές, φύλακες, όλο το προσωπικό του νοσοκομείου. Φυσικά είμαστε πολύ προσεκτικοί και όταν επιστρέφουμε στα σπίτια μας επειδή υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να κολλήσουμε όσοι είμαστε στο νοσοκομείο. Μένω σε διαφορετικό δωμάτιο από την υπόλοιπη οικογένεια και όταν μαγειρεύω φοράω μάσκα.
Νοσηλεύουμε ασθενείς με ύποπτα ή θετικά κρούσματα από την πρώτη μέρα, τους περισσότερους στη χώρα. Αρχικά υπήρχε φόβος. Το “Σωτηρία” έχει ένα πανέμορφο δάσος έκτασης 300 στρεμμάτων και ξαφνικά έβλεπες να περπατάνε εκεί και στον κήπο όλοι σαν μασκοφόροι, και συχνά όχι με απλή, αλλά με μάσκα υψηλής προστασίας. Τώρα τον φόβο τον διαχειρίζονται όλοι καλύτερα και τις μάσκες και όλο το υλικό το ξοδεύουμε προσεκτικά. Οι άρρωστοι μπαίνουν με αγωνία, ενώ αγωνία έχουν και οι οικογένειες -αλλά κι εμείς-, για το πώς θα πάνε. Πρέπει να ενημερώνουμε και να λέμε αλήθεια αλλά και να καθησυχάζουμε. Η αρρώστια είναι επίμονη και κάποιες φορές στραβώνει. Χρειάστηκε κάποιες φορές να διασωληνώσουμε και η στιγμή της διασωλήνωσης είναι δύσκολη. Δεν είναι εύκολο να πεις σε κάποιον που έχει τις αισθήσεις του “πρέπει να σε κοιμήσουμε”, τον σοκάρει, νιώθει χαμένος. Ξέρει ότι θα εξαρτάται απόλυτα από εμάς και τα μηχανήματα, συχνά για 2 και 3 εβδομάδες. Ευτυχώς, στην κλινική μας δεν έχουμε χάσει κανέναν. Κάθε πυρετός που πέφτει και κάθε εξιτήριο που δίνουμε είναι μεγάλη χαρά για όλους μας. Η επιδημία μάς αλλάζει, μάθαμε να λειτουργούμε περισσότερο σαν ομάδα. Χρειάζεται ακόμα να προσφερθούν περισσότεροι σε αυτή τη δύσκολη μάχη, να υπάρχει μεγαλύτερος εθελοντισμός. Γιατί φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκτός από τους ασθενείς με κορωνοϊό, οι άνθρωποι δεν παύουν να αρρωσταίνουν και από άλλα αίτια και η φροντίδα όλων πρέπει να συνεχίσει. Τώρα είναι η στιγμή να γίνουμε όλοι καλύτεροι και να δουλέψουμε όλοι για όλους. Ας γίνει όλη αυτή η δυσκολία μία ουσιαστική ευκαιρία, ώστε να οργανώσουμε όλοι μαζί τη ζωή μας και τον τομέα της Υγείας καλύτερο για το μέλλον».