Οι μισές σχεδόν γυναίκες που απέκτησαν παιδί στη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας, οπότε και οι περισσότερες χώρες επέβαλαν αυστηρά lockdown, ήρθαν αντιμέτωπες με την επιλόχεια κατάθλιψη σε ποσοστά υπερδιπλάσια από τον μέσο όρο της Ευρώπης (23%), σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (UCL).
Σύμφωνα με τα ευρήματα που δημοσιεύονται στο Frontiers in Psychology, οι νέες μητέρες ανέφεραν αισθήματα απομόνωσης, εξάντλησης, ανησυχίας, ανεπάρκειας, ενοχής και αυξημένο άγχος. Πολλές εξ αυτών βίωσαν ένα είδος πένθους για όσα θεώρησαν «χαμένες ευκαιρίες» για εκείνες και το παιδί τους, εκφράζοντας ανησυχία για την επίδραση της κοινωνικής απομόνωσης στην ανάπτυξη του νεογέννητου.
Επιπλέον, το αρνητικό αντίκτυπο του lockdown ήταν ακόμη εντονότερο για όσες δεν δέχθηκαν κάποια βοήθεια με τα παιδιά ή τις δουλειές του σπιτιού από τους παππούδες για διάφορους λόγους.
Οι ερευνητές κατέληξαν στα παραπάνω συμπεράσματα μέσα από τις απαντήσεις που έδωσαν 162 μητέρες από το Λονδίνο τον Μάιο με Ιούνιο 2020 σε μια ειδική πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης που αναπτύχθηκε ως απάντηση στο lockdown. Οι συμμετέχουσες κατέγραψαν σε λίστα έως 25 ατόμων όσους θεώρησαν σημαντικούς για αυτές και ανέφεραν με ποιους είχαν τη μεγαλύτερη αλληλεπίδραση αλλά και με ποιον τρόπο, ούτως ειπείν τηλεφωνικά, μέσω βιντεοκλήσεων ή με ανταλλαγή μηνυμάτων στα social media.
Ο ρόλος της οικογένειας στις διαπροσωπικές επαφές
Με χρήση της Κλίμακας Επιλόχειας Κατάθλιψης του Εδιμβούργου, οι ερευνητές ανέλυσαν και την ευημερία των συμμετεχουσών, αποτυπώνοντας έτσι όλο το εύρος των κοινωνικών επαφών αλλά και την εικόνα της ψυχικής υγείας τους.
Για τις νέες μητέρες, περισσότερη δια ζώσης ή εξ αποστάσεως επικοινωνία με ανθρώπους συνέβαλλε σε μικρότερης έντασης καταθλιπτικά συμπτώματα, υποδεικνύοντας τη σημασία της κοινωνικής επαφής στη μείωση κινδύνου επιλόχειας κατάθλιψης.
Ωστόσο, για όσες διατήρησαν περιορισμένες δια ζώσης επαφές με μέλη της οικογένειας μόνο, τα καταθλιπτικά συμπτώματα εμφανίστηκαν με μεγαλύτερη συχνότητα, κάτι που οι ερευνητές αποδίδουν στην απόκριση της οικογένειας σε μητέρες που πάλευαν με ψυχολογικά προβλήματα και που συχνά ανάγκαζαν τους συγγενείς να παραβούν τα απαγορευτικά μέτρα.
Η ανατροφή ενός παιδιού ως βάρος μια «συνεχούς άσκησης της μητρότητας» εξαιτίας του lockdown βιώθηκε από πολλές μητέρες που δεν είχαν κάποιον να τις βοηθήσει και για τις οποίες η ψηφιακή επικοινωνία, συμπεριλαμβανομένων βιντεοκλήσεων, μηνυμάτων ή τηλεφώνου, δεν προσέφερε παρά μισή βοήθεια· έπρεπε οι ίδιες να τη ζητήσουν, κάτι που προκαλούσε αυξημένο άγχος, καθώς οι φίλοι και οι συγγενείς δεν μπορούσαν να διακρίνουν τον μόχθο της να τα βγάλει πέρα με νοικοκυριό και ένα νέο μέλος στην οικογένεια.
Το lockdown ως θετική εμπειρία
Τη θετική όψη του lockdown βίωσαν αρκετές μητέρες που διέκριναν στα περιοριστικά μέτρα την ευκαιρία για ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ των μελών της οικογένειας μέσα από κοινή φροντίδα για το νοικοκυριό και κυρίως τα «νεοφερμένα» μέλη.
Όπως εξηγεί η Δρ Emily Emmot από το Τμήμα Ανθρωπολογίας, «στις περιπτώσεις που οι σύζυγοι περνούσαν περισσότερο χρόνο μαζί στο σπίτι εξαιτίας του lockdown, έχοντας την ευκαιρία να μοιραστούν τις υψηλές απαιτήσεις ενός νοικοκυριού και της ανατροφής παιδιών, οι νέες μητέρες επωφελήθηκαν σημαντικά. Κάποιες ανέφεραν ότι ενισχύθηκαν οι ενδοοικογενειακοί δεσμοί και η οικογένεια επωφελήθηκε συνολικά. Αυτά τα στοιχεία θα έπρεπε να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν για τους νέους γονείς γενικά και όχι μόνο με αφορμή την πανδημία».
πηγή: ygeiamou.gr