Η Γκαλερί Ζουμπουλάκη δεν είναι απλά μια γκαλερί. Ήδη από τη δεκαετία του 60 και του 70 αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους χώρους τέχνης στην Αθήνα, εκεί όπου όχι μόνο παρουσίαζαν τα έργα τους οι μεγαλύτεροι Ελληνες ζωγράφοι της γενιάς του 30 όπως ο Γιάννης Μόραλης, ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Τσαρούχης και αργότερα οι νεότεροι όπως οι Φασιανός, Τσόκλης, Παύλος, Ακριθάκης, αλλά και αλληλεπιδρούσαν, μέσα από την φιλία και την συνεργασία τους με το ζεύγος Τάσου και Πέγκυς Ζουμπουλάκη.
Η κόρη τους Δάφνη, διευθύντρια σήμερα των Zoumboulakis Galleries συνεχίζει την σπουδαία αυτή πορεία στον χώρο της Σύγχρονης Τέχνης, με μια σταθερά φρέσκια ματιά και αλάνθαστο κριτήριο. Καλεσμένη του Marie Claire και της Γαλάτειας Λασκαράκη, στο Utopia Fashion Matters @ Golden Hall, μοιράστηκε μαζί μας λεπτομέρειες από το νέο της πρότζεκτ με τους ξένους καλλιτέχνες που ζουν στην Αθήνα («Η Απώλεια και Το Υπόλοιπο»), θυμήθηκε ιστορίες από την παιδική της ηλικία ανάμεσα στα ιερά τέρατα της ελληνικής ζωγραφικής, αποκάλυψε τι αγόρασε τελευταία, και επέλεξε τα αντικείμενα που θα χάριζε στα αγαπημένα της πρόσωπα.
Τι συμβαίνει με τους ξένους καλλιτέχνες που ερωτεύονται την Αθήνα και εγκαθίστανται εδώ; « Όλο αυτό άρχισε μετά τη Documenta όπου ξαφνικά η Αθήνα έγινε το κέντρο τη τέχνης για αρκετούς μήνες, πολλοί καλλιτέχνες την επισκέφθηκαν και αποφάσισαν να εγκατασταθούν, όπως είχε γίνει παλιότερα το Βερολίνο πόλος έλξης για νέους καλλιτέχνες. Τώρα το Βερολίνο είναι πολύ ακριβό. Η Αθηνά τους αρέσει όχι μόνο ως πόλη αλλά και ως τρόπος ζωής. Ο καιρός, η εξωστρέφεια», μας εξηγεί η Δάφνη. Και έτσι αποφάσισε να εξερευνήσει τα ατελιέ τους στο κέντρο της πόλης, σε γειτονιές όπως η Κυψέλη και η Βικτώρια. «Μπήκαμε σε ένα ατελιέ, όπου στην ίδια πολυκατοικία μένουν πολλοί Γάλλοι, Βέλγοι και άλλοι καλλιτέχνες. O ένας μας έφερε σε επαφή με τον άλλο, όποτε είδαμε πολύ ενδιαφέρουσες δουλειές».
Την ρωτήσαμε όμως και για τα «συλλεκτικά χαρακτικά» των διάσημων Ελλήνων ζωγράφων, τα οποία είναι πάλι διαθέσιμα στο κοινό φέτος. «Τα χαρακτικά ήταν από παλιά μια ιδέα των γονιών μου. Να συνεργάζονται με τους καλλιτέχνες της εποχής, με το Μόραλη, τον Φασιανό, τον Γκίκα, τον Τσαρούχη, και παράλληλα με μια έκθεση να βγάζουν και κάποια χαρακτικά, μεταξοτυπίες συνήθως τότε, δίνοντας την ευκαιρία σε έναν φιλότεχνο να αποκτήσει ένα έργο πιο οικονομικό, που έχει όμως καλλιτεχνική αξία καθώς ο ίδιος ο καλλιτέχνης επιμελείτο την συλλογή. Ηταν υπογεγραμμένο και σε λίγα αντίτυπα. Αυτά βρίσκονται στις αποθήκες μας από το 1970 και μετά, αφού κρατούσαμε πάντα αρχείο και τώρα διαλέξαμε κάποια και τα έχουμε πάλι προς διάθεση (πλέον έχουν αποκτήσει και συλλεκτική αξία)
Τι θυμάται από αυτά τα Ιερά Τέρατα της ελληνικής τέχνης ανάμεσα στα οποία μεγάλωσε; «Πολύ κοντά μου ήταν ο Γιάννης Μόραλης. Πήγαινα από μικρή στο σπίτι της θείας μου στην Αίγινα που και ο άνδρας της ήταν ζωγράφος, ο Νίκος Νικολάου, κολλητός φίλος του Μόραλη, όποτε τον ένιωθα σαν οικογένειά μου.
Θυμάμαι επίσης τον Φασιανό που του άρεσε να κάνει αστεία, έβγαινε με ένα κοντό παντελονάκι, με έπαιρνε και πηγαίναμε και ρουφούσαμε γρανίτες με ένα λάστιχο ποτίσματος. Του άρεσε πολύ να είναι με παιδιά.
Μου άρεσε ακόμη να ζωγραφίζω πολύ συχνά μαζί τους. Όταν ήμουν μικρή είχαμε επισκεφθεί με τους γονείς μου το ατελιέ του Γιάννη Κόττη στο Παρίσι γιατί τότε ζούσε εκεί. Είχα ενθουσιαστεί με όλα αυτά τα χρώματα κλπ. Και μετά ανταλλάσαμε γράμματα με ζωγραφιές!»
Πώς επηρέασε την ζωή και τη δουλειά της η πανδημία;
«Αποφάσισα να μείνω σε επαφή με τους καλλιτέχνες και να το επικοινωνήσω στο κοινό που μας παρακολουθεί, μέσα από ένα newsletter. Αν και όλοι γνωρίζουμε ότι δεν ανοίγουμε πάντα αυτά τα μέιλ, μου έκανε εντύπωση πόσοι άνοιξαν τα μέιλ τους εκείνη την εποχή. Οι καλλιτέχνες μας έδιναν feedback από τα ατελιέ τους, τα νέα από τα ατελιέ τους».
Ποια ήταν η αγορά που έκανε πρόσφατα; Κι όμως, άλλο ένα έργο τέχνης! Από μια γκαλερί στην Αμερική.
Τονίζει την σημασία του πολιτισμού στην καθημερινότητά μας, ειδικά τώρα.
«Σκεφτείτε στο lockdown να ήμασταν με άδειους τοίχους, δηλαδή να μην είχαμε ούτε έργα τέχνης, ούτε βιβλία, ούτε μουσική, να μην έχουμε καθόλου πολιτισμό. Οπότε είναι πάρα πολύ σημαντικό το ότι βρεθήκαμε στα σπίτια μας παρέα με όλα αυτά.
Ποια είναι η δική της ουτοπία;
«Δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς τέχνη, είναι η βιταμίνη μου. Νομίζω ο ήλιος, η θάλασσα και η τέχνη είναι η δική μου ουτοπία!»
Δες ολόκληρη τη συνέντευξη