Από τη Veronica Maiella για το Marie Claire France
Τα κεντρικά γραφεία της VEJA βρίσκονται σε μια γειτονιά βόρεια του Marais, στο Παρίσι. Η μάρκα αθλητικών παπουτσιών, γνωστή για την ευαισθησία της σε ζητήματα βιωσιμότητας, σημειώνει μεγάλη επιτυχία σε διεθνές επίπεδο με περισσότερα από 3 εκατομμύρια ζευγάρια σε πωλήσεις μέχρι στιγμής. Στις 20 Σεπτεμβρίου 2019 η Veja πραγματοποίησε το λανσάρισμα των πρώτων παπουτσιών της για τρέξιμο ενώ το ίδιο πρωινό, ο François-Ghislain Morillion, ένας εκ των δύο ιδρυτών του label μας προσκάλεσε να ρίξουμε μια ματιά στο τι συμβαίνει πίσω από το success story του.
MC: Πώς γεννήθηκε η VEJA;
F-G.M: Το 2003, ο Sébastien (σ.σ. Kopp, συνέταιρός του στην εταιρία) κι εγώ αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε ένα μεγάλο ταξίδι και να σκεφτούμε πραγματικά πώς μπορούμε να συνδυάσουμε τις επιχειρήσεις με τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές ανησυχίες μας. Εκείνη την εποχή, ελέγχαμε μια παραγωγή καρδιάς φοίνικα στον Αμαζόνιο για ένα βιώσιμο brand και ανακαλύψαμε πώς είναι να συνεργάζεσαι άμεσα με τους παραγωγούς μικρής κλίμακας. Διαπιστώσαμε ότι η οικονομία μπορεί να είναι ένας τρόπος για να συμβάλουμε στην επιβίωση ενός δάσους. Έτσι αποφασίσαμε να λανσάρουμε μια μάρκα sneakers που συμβολίζουν τη γενιά μας και την εποχή μας. Veja σημαίνει “ματιά” στα βραζιλιάνικα και συμβολίζει την πίστη μας ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν με διαφορετικό τρόπο.
MC: Τα VEJA sneakers ορίζονται από τη βιωσιμότητά τους;
F-G.M: Ως εταιρεία, η VEJA έχει δύο σκέλη με τις δικές τους διακλαδώσεις. Το πρώτο έχει να κάνει με τις πρώτες ύλες: το αγρο-οικολογικό βαμβάκι από τη βορειοανατολική Βραζιλία: (συνεργαζόμαστε με σχεδόν 1.000 οικογένειες που παράγουν βαμβάκι παράλληλα με άλλες καλλιέργειες) και το φυσικό καουτσούκ (συλλέγεται από seringueiros, που είναι οι αυτόχθονες που ασχολούνται αποκλειστικά με τη συγκομιδή καουτσούκ και δουλεύουμε με πάνω από 300 οικογένειες). Το δεύτερο είναι ο σχεδιασμός, ο οποίος είναι εξίσου σημαντικός. Είμαστε πεπεισμένοι ότι πολλοί πελάτες αγοράζουν τα παπούτσια μας χωρίς να γνωρίζουν ότι είναι βιώσιμα.
MC: Η VEJA έχει μια ιδιαίτερη σύνδεση με τη Βραζιλία. Οι πυρκαγιές στον Αμαζόνιο έγιναν το καλοκαίρι διεθνές πρωτοσέλιδο και η αποψίλωση των δασών είναι στο μυαλό όλων. Έχετε αισθανθεί κάποια διαφορά υπό την κυβέρνησή του Bolsonaro;
F-G.M: Παρόλο που η νέα κυβέρνηση έδειξε αυξημένη ανοχή στην αποψίλωση, είχαμε ήδη λάβει μέτρα για να προετοιμαστούμε. Η αποψίλωση των δασών επιταχύνεται από το 2015. Είναι πλέον ορατή εδώ και αρκετά χρόνια, χάρη στην παρακολούθηση μέσω δορυφόρου. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κάναμε συμφωνία με τους παραγωγούς μας να μη συμμετέχουν στην αποψίλωση παρόλο που για εμάς έχει έξτρα κόστος. Για παράδειγμα, κάθε κιλό καουτσούκ μας στοιχίζει μαζί με τη μεταφορά του δύο φορές την αξία του. Ως αντάλλαγμα, οι παραγωγοί δεσμεύονται να μην αποψιλώνουν περισσότερο από το 20% της γης τους στον Αμαζόνιο, πράγμα που στην πραγματικότητα απαιτεί κι ο νόμος.
MC: Είναι ενήμεροι οι τοπικοί προμηθευτές σας γι’ αυτά τα ζητήματα;
F-G.M: Είναι περίπλοκο. Οι άνθρωποι αποψιλώνουν τα δάση επειδή θέλουν να κάνουν τη ζωή τους καλύτερη. Ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστεί αυτό το φαινόμενο είναι να προσθέσουμε αξία με διαφορετικό τρόπο. Σήμερα αγοράζουμε καουτσούκ στα 2 ευρώ ανά κιλό. Οι φυσικοί πόροι πρέπει να αναγνωρίζονται ως κεφάλαιο από τους οικονομικούς παράγοντες. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι ένα ζωντανό δάσος έχει περισσότερη αξία από την έκταση της γης χωρίς αυτό, εφόσον μας παρέχει οξυγόνο και νερό και αυτά πρέπει να τα πληρώνουμε.
MC: Πώς μπορείτε να πληρώνετε για όλα αυτά;
F-G.M: Δεν επενδύουμε ούτε ένα ευρώ σε διαφημίσεις και χορηγίες, έτσι μπορούμε να διαθέσουμε περισσότερα χρήματα για τα υλικά και τα έξοδα κατασκευής. Δεν έχουμε καν τμήμα μάρκετινγκ! Έχουμε εξαλείψει εντελώς αυτό το κόστος, ενώ σε άλλα brands αθλητικών παπουτσιών το κόστος αυτό αντιπροσωπεύει από το 50 έως το 70% της τιμής τους. Πρόκειται για μια στρατηγική αποταμίευσης που έρχεται μετά την παραγωγή των προϊόντων και μας επιτρέπει να εξοικονομήσουμε απίστευτα χρηματικά ποσά και παράλληλα να πουλάμε σε προσιτές τιμές.
MC: Η VEJA ήδη διαθέτει μια ευρεία συλλογή, με μεγάλη ποικιλία από στυλ, καθώς και πολλά νέα μοντέλα. Ποιες είναι οι τελευταίες σας προσθήκες;
F-G.M: Το condor, το παπούτσι για τρέξιμο (στα καταστήματα από τις 20 Σεπτεμβρίου, σημείωση του συντάκτη). Πριν από τρία χρόνια αποφασίσαμε να επενδύσουμε στην έρευνα και την ανάπτυξη. Το έργο αυτό άνοιξε έναν νέο κόσμο για εμάς: τα πολυμερή. Θέλαμε να βρούμε μια εναλλακτική λύση στα προϊόντα με βάση το πετρέλαιο: το 99% των διαθέσιμων σήμερα παπουτσιών είναι κατασκευασμένα από πλαστικό το οποίο προέρχεται από πετρέλαιο. Σκεφτήκαμε ότι θα μπορούσαμε να φτιάξουμε αθλητικά παπούτσια 100% χωρίς πετρέλαιο, αλλά είμαστε πραγματικά ικανοποιημένοι που έχουμε τη δυνατότητα να λανσάρουμε ένα κατά 53% βιο-ανακυκλωμένο στυλ. Είναι η πρώτη μας απόπειρα να εισχωρήσουμε στον αθλητικό κόσμο, αλλά είναι κάτι που έχουμε ονειρευτεί εδώ και πολύ καιρό.
MC: Έχετε σκοπό να επεκταθείτε σε μια πλήρη σειρά αθλητικών υποδημάτων;
F-G.M: Αυτά είναι δικά σας λόγια, όχι δικά μου … [γέλια] Αλλά ναι, θέλουμε να αναπτυχθεί προς αυτή την κατεύθυνση. Ας πούμε ότι έρχονται πολλά πράγματα στο μέλλον…
MC: Με τα έσοδά σας να ανέρχονται στα 34 εκατομμύρια, το label σας είναι εξαιρετικά επιτυχημένο. Πότε αισθανθήκατε ότι αρχίσατε να κερδίζετε δυναμική σε διαφορετική κλίμακα;
F-G.M: Ήταν ένα μονοπάτι, μια διαδικασία σκέψης, και όχι ένα σημείο καμπής. Το άνοιγμα του Centre Commercial (το παριζιάνικο concept store τους) μας επέτρεψε να συναντήσουμε μάρκες όπως είναι η Patagonia, η οποία άνοιξε εντελώς το μυαλό μας, ειδικά όσον αφορά τα πολυμερή. Αλλά το 2015, όταν η Dover Street του Λονδίνου επικοινώνησε μαζί μας λέγοντας: “Θέλουμε τα VEJA επειδή είναι οικολογικά”, φάνηκε ότι κάτι άλλαζε. Μερικές φορές μου λένε ότι “η Meghan Markle τα έκανε δημοφιλή στο Ηνωμένο Βασίλειο” στην πραγματικότητα όμως αυτό που αρέσει στον κόσμο είναι το ότι η Meghan Markle γίνεται μέρος μιας νέας γενιάς που ξεκίνησε πρόσφατα να φορά VEJA. Ήρθε με αυτή τη νέα παγκόσμια συνείδηση του κινδύνου της κλιματικής αλλαγής και της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
MC: Πιστεύετε ότι το κερδοφόρο και βιώσιμο επιχειρησιακό σας μοντέλο θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε μεγάλες μάρκες αθλητικών παπουτσιών;
F-G.M: Ναι, το πιστεύω! Και όχι μόνο σε εταιρείες αθλητικών παπουτσιών. Όταν βλέπω τον σιδηροδρομικό σταθμό Saint Lazare στο Παρίσι να καλύπτεται από διαφημίσεις για το τελευταίο smartphone, αιθάνομαι ότι πληρώνω και για όλα αυτά όταν αγοράζω το τηλέφωνο. Η κατανομή της αξίας πρέπει απλώς να γίνει με διαφορετικό τρόπο.
Πηγή: www.marieclaire.fr