Φωτογράφος: Γιώργος Μαυρόπουλος

Δίνουμε ραντεβού στο εργαστήριο του οίκου Parthenis στο Μοσχάτο. Με υποδέχεται με το χαρακτηριστικό βροντερό της γέλιο και μια ζεστή αγκαλιά βγαίνει αυθόρμητα και από τις δυο μας καθώς έχουμε να βρεθούμε από κοντά από το Power Trip του Marie Claire, πριν την πανδημία. Φαντάζει αιώνας πριν…

Μου συστήνει την ομάδα της που βρίσκεται εκείνη τη στιγμή στο χώρο, ενώ παράλληλα το βλέμμα μου πέφτει στα πρωτότυπα σχέδια της επόμενης χειμερινής συλλογής με ένα μαύρο καπιτονέ παλτό να μονοπωλεί την προσοχή μου. Πηγαίνω κοντά της καθώς ετοιμάζει το τσάι τριαντάφυλλο που θα πιούμε ενώ παράλληλα ρίχνω κλεφτές ματιές στο χώρο τριγύρω. Στο βάθος δίπλα από το κουζινάκι υπάρχουν μηχανές και υφάσματα οργανωμένα το ένα πάνω στο άλλο και το πρώτο που τη ρωτάω είναι αν αυτός ο χώρος είναι του μπαμπά της, του αείμνηστου Δημήτρη Παρθένη. «Δυστυχώς όχι», μου απαντά, «το εργαστήριό του ήταν στο Μεταξουργείο».

Μεταφερόμαστε στο γραφείο της για να ξεκινήσουμε τη συνέντευξη, με το σκυλάκι της, τον Ότο, ένα γαλλικό μπουλντόγκ, να μας ακολουθεί. Η συζήτηση ξεκινά ανοίγοντας το κεφάλαιο της ελληνικής μόδας. Η δραστήρια Ορσαλία ορίστηκε πριν από μερικές εβδομάδες πρόεδρος της νεοσύστατης Ένωσης Ελλήνων Σχεδιαστών, την οποία εμπνεύστηκε για να αναβιώσει ο σχεδιαστής Βασίλης Ζούλιας κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Για την ιστορία, να θυμηθούμε πως η ελληνική μόδα πέρασε τη δική της οδύσσεια από τη δεκαετία του 1970, με το Ελληνικό Ινστιτούτο Μόδας, και συνεχίστηκε μετέπειτα και το 2004, με τη δημιουργία δύο φορέων, της εταιρείας D.I. Moda Athena, και του Πανελλήνιου Συλλόγου Σχεδιαστών Μόδας, πολλά υποσχόμενες προσπάθειες, οι οποίες, όμως, ατόνησαν.

«Αυτό που βοήθησε περισσότερο τους Έλληνες σχεδιαστές τη δεκαετία του ’70 ήταν η έκθεση Textilia στη Θεσσαλονίκη. Ήμουν πολύ μικρή τότε, αλλά θυμάμαι να με παίρνει μαζί του ο μπαμπάς μου και όλες οι εξαγωγές που έκανε μαζί με τον Γιάννη Τσεκλένη στην Αμερική επιτεύχθηκαν σε μεγάλο βαθμό από εκεί. Γινόταν σοβαρή δουλειά, ήταν διεθνής έκθεση κλωστοϋφαντουργίας, έτοιμου ενδύματος και εξοπλισμού στη Βόρεια Ελλάδα στο πλαίσιο της ΔΕΘ, όπου έρχονταν μέχρι και πελάτες από το εξωτερικό, και βρήκε buyers από το Bloomingdale’s και το Neiman Marcus», μου εξηγεί.

Τι συνέβη στην πορεία;

«Τα υφάσματα και οι βιοτεχνίες καταστράφηκαν τη δεκαετία του ’80, από τότε που έκλεισε η Πειραϊκή Κλωστοϋφαντουργία. Βέβαια στα 80s το μαύρο που φόραγες μπορεί να ήταν και δηλητήριο. Σήμερα θεσπίστηκε σχετική νομοθεσία της Ε.Ε. με την οποία απαιτούνται οικολογικές πιστοποιήσεις. Τα μεταλλαγμένα απαγορεύονται πλέον. Η ίδρυση ενός φορέα που αγκαλιάζει την ελληνική σκηνή μόδας φέρνει ελπίδα στο χώρο αλλά και στη νέα γενιά σχεδιαστών».

Εσείς, ως πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Σχεδιαστών, τι οραματίζεστε;

«Θέλω ο καθένας από εμάς να καταλάβει γιατί κάνει ακόμα αυτή τη δουλειά και οι μελλοντικοί συνάδελφοι γιατί θέλουν να την κάνουν, να προσδιορίσουν αρχικά τους δικούς τους προσωπικούς στόχους και μετά να προσδιορίσουμε τους κοινούς μας στόχους. Και για μένα οι στόχοι δεν είναι μόνο τα χρήματα και η προσωπική καταξίωση, είναι και η δύναμη των συνεργειών. Πρέπει να καταλάβουμε ότι η ελληνική μόδα δεν μπορεί να είναι μόνο εθνοκεντρική! Η μόδα πρέπει να είναι παγκόσμια! Η Ελλάδα δεν είναι μόνο τα κεντήματα, είναι και τα σύγχρονα μυαλά που αυτή τη στιγμή μπορεί να σχεδιάζουν κτίρια σε όλο τον κόσμο. Το design συνεχώς διευρύνεται και θα πρέπει να είμαστε δεκτικοί σε απρόσμενες συνεργασίες. Επίσης θεωρώ ότι ως Ένωση δεν είναι ανάγκη να γίνουμε το όχημα για σόου, γιατί και αυτό είναι ντεμοντέ. Δεν χρειάζεται όλοι να κάνουμε σόου».

«Πρέπει να καταλάβουμε ότι η ελληνική μόδα δεν μπορεί να είναι μόνο εθνοκεντρική! Η μόδα πρέπει να είναι παγκόσμια! Η Ελλάδα δεν είναι μόνο τα κεντήματα, είναι και τα σύγχρονα μυαλά που αυτή τη στιγμή μπορεί να σχεδιάζουν κτίρια σε όλο τον κόσμο».

Μια και το αναφέρατε, το σόου του Dior πριν από μερικούς μήνες στην Ελλάδα ανέδειξε σε διεθνές επίπεδο την ελληνική παραδοσιακή αριστοτεχνία την οποία οι νέοι κάπως υποτιμούμε.

«Αισθάνομαι ότι πολλά παιδιά που θέλουν να ασχοληθούν με τη μόδα είναι επειδή το βρίσκουν fun και δημιουργικό, ενώ τους ενδιαφέρει ελάχιστα το παραγωγικό κομμάτι. Θέλουν όλοι να γίνουν σχεδιαστές. Το επάγγελμα αυτή τη στιγμή έχει τεράστια έλλειψη από τεχνίτες».

Τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό;

«Αυτό είναι ένα από τα πράγματα που θέλω να κάνουμε με τον σύλλογο. Αυτό που επικοινωνώ σε όλες τις ομιλίες μου σε νέα παιδιά είναι ότι το να μάθεις το τεχνικό κομμάτι δεν σε αποτρέπει από το να γίνεις σχεδιαστής. Ίσα-ίσα θα γλιτώσεις σε χρήματα και θα μπορείς να κάνεις μόνος σου τη συλλογή σου. Βέβαια για να μπορέσουμε να εμπνεύσουμε τον κόσμο θεωρώ ότι πρέπει να πρώτα να γίνει μια κρατική σχολή ή ένα επαγγελματικό λύκειο. Ακόμα θα μπορούσαν να γίνονται και σχετικά εκπαιδευτικά προγράμματα. Είναι ευκαιρία να αναβιώσει μια βιομηχανία που είχε παράδοση στην Ελλάδα!».

Αριστερά: Μεταξωτή ρόμπα, μπλούζα και παντελόνι, όλα Orsalia Parthenis. Δεξιά: Ολόσωμη φόρμα, Orsalia Parthenis. Πέδιλα, Sergio Rossi, Kalogirou. Photo: Γιώργος Μαυρόπουλος

Πώς γίνεται η εγγραφή στην Ένωση;

«Έχει συσταθεί μία επιτροπή από δημοσιογράφους μόδας, στυλίστες και φωτογράφους μόδας, ενώ είμαστε ευέλικτοι στην αξιολόγηση νέων ταλέντων. Είναι σημαντικό να έχουμε μαζί μας τη νέα γενιά. Από το νέο άνθρωπο θα ακούσεις δέκα πράγματα και θα κρατήσεις το ένα, αλλά αυτό το ένα μπορεί να μην το έχεις ξανασκεφτεί ποτέ».

Τι σημαίνει η ίδρυση του Συλλόγου Ελλήνων Σχεδιαστών;

«Ουσιαστικά θα πρέπει να δημιουργηθεί μια σύνδεση με την ιστορικότητα του παρελθόντος που θα στρώσει το δρόμο προς το μέλλον. Και για να υπάρχει το μέλλον πρέπει να υπάρχει και σωστή εκπαίδευση. Να μπουν κάποιες βάσεις ώστε να δημιουργηθεί αυτό που δίνει βαρύτητα στην ελληνική ιστορία μόδας, όσο μικρή και να είναι, γιατί, ας μη γελιόμαστε, δεν είμαστε δυνατοί στο παγκόσμιο στερέωμα. Για παράδειγμα το ότι ο Ζούλιας στα δεκάξι του δούλευε με τον μπαμπά μου, όπως και ο Γρηγόρης από τους Deux Hommes, όλα αυτά είναι μια ιστορία και πρέπει να την αφηγηθούμε στη νέα γενιά. Αν υπάρχει σύμπραξη και σταματήσουν οι εγωισμοί και εμείς όλοι συνυπάρχουμε προωθώντας το κοινό καλό μπορούμε να κάνουμε θαυμαστά πράγματα».

Δίπλα στο γραφείο της υπάρχει μια ασπρόμαυρη φωτογραφία από το πρώτο κατάστημα του μπαμπά της στα Μέγαρα, το οποίο «υπάρχει ακόμα, σαν ανθοπωλείο», διευκρινίζει. O οίκος Parthenis διαμόρφωσε την ελληνική μόδα από τα μέσα της δεκαετίας του ’60. Ήταν το πρώτο ready-to-wear brand στην Ελλάδα με διεθνή απήχηση, ενώ ο Δημήτρης Παρθένης τόλμησε επιχειρηματικά ανοίγοντας δύο μπουτίκ στο εξωτερικό χωρίς να στέκεται στο γεγονός ότι προερχόταν από μια μικρή χώρα σαν την Ελλάδα. «Ο μπαμπάς μου είχε πάντα τρομερή αυτοπεποίθηση και είχε και μένα τότε στο εξωτερικό. Εγώ ήμουν ήδη στην Αμερική και σπούδαζα και με πήρε ένας γνωστός μας τηλέφωνο για να ρωτήσει αν θέλουμε να πάμε να ανοίξουμε μπουτίκ στο Λος Άντζελες. Μεταξύ σοβαρού και αστείου είπαμε “πάμε” και μπήκαμε μαζί στο αεροπλάνο. Φτάνουμε στο Λος Αντζελες, εγώ είχα τη φίλη μου που ο μπαμπάς της ήταν μεγαλοπαραγωγός στο Χόλυγουντ, τα ’φτιαξα με τον αδελφό της, ζούσα ντόλτσε βίτα! Σκέψου, ήμουν στο L.A. το 1991, προ Ίντερνετ εποχής. Και ο μπαμπάς μου ήταν εκεί, πέρναγε ωραία, έγραψε το “Parthenis” στα ελληνικά έξω από το κατάστημα και έβαψε τα τζάμια μαύρα! Στο L.A.! Στα 90s! Στη Melrose πάνω έβαψε τα τζάμια μαύρα! Πολύ εξτρίμ! Και εγώ αντί να πάω εκεί να το τρέξω που είχα τις διασυνδέσεις, πήγα να κάνω μεταπτυχιακό στο Λονδίνο. Θα μπορούσα να είχα πάει εκεί και τα πράγματα να ήταν αλλιώς ενδεχομένως. Πήγα και σπούδασα πολύ μικρή, δεν είχα τριφτεί. Έζησα το superboom μιας αυτοδημιούργητης επιχείρησης από την παιδική μου ηλικία. Όταν έφυγα στο εξωτερικό δεν περνούσε από το μυαλό μου να ασχοληθώ με την εταιρεία! Eίχα μεγάλη κλίση στις θετικές επιστήμες, και μπορεί να έκανα και λάθος που σπούδασα ιστορικός τέχνης. Πήγα εκεί, όλα τα κορίτσια σπούδαζαν ιστορία της τέχνης, παντρευόντουσαν τους τραπεζίτες, υπήρχε όλο αυτό το κλισέ».

«Ο μπαμπάς μου είχε πάντα τρομερή αυτοπεποίθηση και είχε και μένα τότε στο εξωτερικό. Εγώ ήμουν ήδη στην Αμερική και σπούδαζα και με πήρε ένας γνωστός μας τηλέφωνο για να ρωτήσει αν θέλουμε να πάμε να ανοίξουμε μπουτίκ στο Λος Άντζελες. Μεταξύ σοβαρού και αστείου είπαμε “πάμε” και μπήκαμε μαζί στο αεροπλάνο».

Πώς βιώνατε τότε όλη αυτή την πραγματικότητα σε τόσο τρυφερή ηλικία; Ο οίκος Parthenis άκμαζε διαρκώς…

«Ο πατέρας μου ως άνθρωπος, αλλά και η μητέρα μου κατ’ επέκταση ήταν πάντα πολύ χαμηλών τόνων, δεν τους άρεσε πολύ ο νεοπλουτισμός, δεν άφησαν τις απλές τους συνήθειες. Αυτές οι αξίες πέρασαν και στο δικό μου DNA».

Είστε από τις ελάχιστες γυναίκες που έχετε ισχυρή επιχειρηματική παρουσία στην ελληνική μόδα.

«Στο επιχειρείν θα έλεγα πως λειτουργώ σαν πυροσβέστης, δεν είμαι τόσο καλή στο πλάνο, είμαι στην εκτέλεση, στο να λύνω προβλήματα. Ανέλαβα μια επιχείρηση που είχε συγκεκριμένο ύφος και προφίλ και έπρεπε να βάλω τη δική μου σφραγίδα. Ήρθα στην Ελλάδα τη λαμπερή περίοδο της δεκαετίας του ’90, νέα κοπέλα τότε, στα είκοσι κάτι μου, με τον πατέρα μου, από την άλλη, να έχει ζήσει τις εποχές της ευημερίας. Δεν έζησα τίποτα από όλα αυτά και μόλις επέστρεψα ρίχτηκα με τα μούτρα στη δουλειά».

Αριστερά: Rib φόρεμα, Orsalia Parthenis. Photo: Γιώργος Μαυρόπουλος.

Σκεφτήκατε ποτέ να μη συνεχίσετε την οικογενειακή επιχείρηση;

«Μπήκα κάποια στιγμή σε σκέψεις, πριν παντρευτώ, όταν είχα πρωτοέρθει πίσω. Είχα έναν φίλο που μου έλεγε “παράτα τα, έχω έναν σχεδιαστή Βραζιλιάνο, έλα στη Βραζιλία να τον αναλάβεις. Αφού μπορείς, σήκω και έλα!”. Πέρασε από το μυαλό μου, αλλά υπήρχε η κληρονομιά κι έτσι λοιπόν το ξανασκέφτηκα. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που οι σχέσεις μας ήταν ταυτόχρονα και επαγγελματικές, το οποίο ψυχολογικά είναι τρομερά δύσκολο. Σου το λέω και συγκινούμαι! Δεν μπορούσες να διαχωρίσεις τη δουλειά από την οικογένεια. Είχα δύο γονείς και έναν θείο που δούλευαν όλοι μαζί για τον ίδιο σκοπό. Το οποίο ήταν και δημιουργικό και επιχειρηματικό».

Και δύσκολο από την άλλη, γιατί οι οικογενειακοί δεσμοί δεν πρέπει να επηρεάζουν τη δουλειά. Δεν χρειάζονται κάποια όρια;

«Δεν υπήρχαν σε εμάς! Όλα τα meetings, όλες οι φωτογραφήσεις κ.λπ. γίνονταν στο σπίτι. Είχαμε και ένα εκπληκτικό σπίτι το οποίο ήταν location από μόνο του, ήταν πολύ artsy όλο το σαλόνι, είχε πίνακες, φωτογραφίες και ο μπαμπάς μου όλα τα έκανε από εκεί. Με τη ρόμπα, στο σπίτι, έκανε με το τηλέφωνο και το φαξ όλες του τις δουλειές. Έπειτα ταξίδευε συχνά για να βλέπει καταστήματα. Και επειδή ταξίδευε πολύ, δεν είχε γραφείο στο κέντρο, ή θα πήγαινε σε ένα μαγαζί ή στο σπίτι. Ακόμα και οι πρόβες γίνονταν στο σπίτι».

«Είχαμε και ένα εκπληκτικό σπίτι το οποίο ήταν location από μόνο του, ήταν πολύ artsy όλο το σαλόνι, είχε πίνακες, φωτογραφίες και ο μπαμπάς μου όλα τα έκανε από εκεί. Με τη ρόμπα, στο σπίτι, έκανε με το τηλέφωνο και το φαξ όλες του τις δουλειές».

Οι τάσεις έρχονται, φεύγουν και μετά ξαναπαρουσιάζονται, όμως ο οίκος Parthenis υπηρετεί εδώ και δεκαετίες τον εκλεπτυσμένο μινιμαλισμό.

«Ήταν πολύ σημαντικό ότι ο οίκος έμεινε πιστός στο μίνιμαλ ύφος του όταν οι περισσότερες γυναίκες της εποχής φορούσαν Cavalli. Εκεί έπαιξα και εγώ ρόλο, γιατί βγήκε από μέσα μου η ιστορικός τέχνης και είπε ότι αυτό που πρεσβεύεις είναι ένα συγκεκριμένο lifestyle και μια ιδέα. Και η ιδέα αυτή πρέπει να είναι σταθερή! Μπορεί να παρασύρομαι καμιά φορά σχεδιαστικά, αλλά δεν έκανα ποτέ κάτι τελείως boho ή έθνικ για παράδειγμα, το αγγίζω λίγο, τόσο όσο, γιατί δεν είναι το ύφος του οίκου».

Μέσα από τις πολυμορφικές δημιουργίες του, ο οίκος εισήγαγε έννοιες για τις οποίες μιλάμε σήμερα στη μόδα όπως το body positivity και η ρευστότητα ανάμεσα στα δύο φύλα.

«Ακριβώς! Οι πρώτες δημιουργίες Parthenis ήταν αρκετά προοδευτικές για την εποχή τους, δίνοντας βάση στις πρώτες ύλες και αυτή είναι η πυξίδα που μας οδηγεί μέσα στο πέρασμα του χρόνου. Φιλοσοφία μας ήταν από την αρχή τα δημοκρατικά ρούχα χωρίς ηλικία και σωματικές διαστάσεις. Προσωπικά, δεν τσιγκουνεύομαι στην πρώτη ύλη, ούτε στον τρόπο ραφής ή κοπής. Αν μπορώ να αφαιρέσω ραφές από ένα ρούχο αυτό θέλω να κάνω».

«Οι πρώτες δημιουργίες Parthenis ήταν αρκετά προοδευτικές για την εποχή τους, δίνοντας βάση στις πρώτες ύλες και αυτή είναι η πυξίδα που μας οδηγεί μέσα στο πέρασμα του χρόνου. Φιλοσοφία μας ήταν από την αρχή τα δημοκρατικά ρούχα χωρίς ηλικία και σωματικές διαστάσεις».

Σε παγκόσμιο επίπεδο οι αρχές της βιωσιμότητας απασχολούν ολοένα και περισσότερα brands.

«Μεγάλη συζήτηση το κατά πόσο βιώσιμος μπορεί να γίνει ένας οίκος. Εχω ξεκινήσει να το βλέπω πιο φιλοσοφικά και με τις συλλογές μας. Θα προτιμούσα να κάνω μόνο τα basic και να προτρέπω τον κόσμο να παίρνει λίγα και ποιοτικά ρούχα. Αν είναι το ρούχο καλής ποιότητας και το βαρέθηκες δώσ’ το σε μια φίλη σου. Επίσης όχι τόσα πολλά σχέδια. Τι τα χρειαζόμαστε όλα αυτά; Για το Instagram; Εξού και η μόδα έχει γίνει τόσο περίεργη… Για παράδειγμα, ναι, μου αρέσει πολύ αυτό που κάνει ο Gucci αισθητικά, αλλά να το δω σε έναν πίνακα, το καταλαβαίνω σαν κόνσεπτ για τον showman, αλλά δεν θεωρώ ότι είναι για κάθε μέρα. Θεωρώ ότι τα ρούχα είναι εργαλεία για να μας κάνουν να αισθανόμαστε όμορφα και άνετα. Επίσης η ανακύκλωση υφασμάτων είναι κάτι που εφαρμόζουμε πιστά, ενώ έχουμε εστιάσει και στην ανακύκλωση κομματιών περασμένων δεκαετιών μέσα από το ειδικά διαμορφωμένο outlet κατάστημα».

Από την ίδρυση του οίκου μέχρι σήμερα πώς προσεγγίζετε τη νέα γενιά καταναλωτών;

«Νομίζω ότι το κομμάτι της ποιότητας είναι σαν τη μυστική συνταγή. Πάντα η μάνα θα φέρει την κόρη και κατ’ επέκταση το γιο να γνωρίσει αυτό που της αρέσει. Η ποιότητα είναι αυτό που δένει τις γενιές. Το πώς θα το φέρεις στα τελείως νέα πράγματα αυτή είναι μια πρόκληση, γιατί και εγώ μεγαλώνω. Τώρα που είμαι σ’ αυτή την ηλικία (σ.σ. έκλεισε την 1η Απριλίου την 5η δεκαετία της ζωής της) και για μένα είναι δύσκολο να αγγίξω τη νέα γενιά, αλλά εκεί έρχονται τα παιδιά μου. Που μπορεί ενδεχομένως εκεί να βρίσκεται η σύνδεση με τις επόμενες γενιές. Γιατί αυτό θα ήταν η επιτυχία!».

EΠΙMEΛEIA: ΕΛΙΝΑ ΣΥΥΓΑΡΕΩΣ. ΒΟΗΘΟΣ ΣΤΥΛΙΣΤΑ; JAY ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ. MAKIΓΙΑΖ/ΧΤΕΝΙΣΜΑ: ΕΦΗ ΡΑΜΟΝ (BEEHIVE ARTISTS)

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below