Μέχρι τη στιγμή που παρακολούθησα την παράσταση «Αίας», ένας ηθοποιός με είχε κάνει να αισθανθώ πως βλέπω έναν ολόκληρο θίασο σε ένα έργο, ενώ έπαιζε όλους τους ρόλους ο ίδιος. Από την Παρασκευή, 4 Νοεμβρίου, όμως που έγινε η πρεμιέρα της παράστασης και βρέθηκα και εγώ στο Θέατρο Αλκυονίς, ο Μιχάλης Σαράντης προστέθηκε στη λίστα μου με τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς.

Με ένα βραβείο “Δημήτρης Χορν” ήδη στη φαρέτρα του και θετικότατες κριτικές για κάθε επαγγελματική του εμφάνιση, δεν χρειαζόταν τη δική μου αναγνώριση ή επιβράβευση. Ωστόσο, όταν κάτι είναι καλό οφείλουμε να το αναγνωρίζουμε. Και ο Μιχάλης Σαράντης στον μονόλογο του Αίαντα είναι πολύ καλός. Υποδύεται και τους 9 ρόλους του έργου και καταφέρνει να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού τόσο με τον λόγο, όσο και με την κινησιολογία του. Φυσικά, στην επιτυχία του έργου συνηγορούν η άψογη σκηνοθεσία του Γιώργου Νανούρη και η διακριτική παρουσία του Απόστολου Χαντζαρά, του ζωγράφου που βρίσκεται στη σκηνή μαζί με τον Μιχάλη Σαράντη.

Ο ίδιος στην κουβέντα που είχαμε λίγες ημέρες μετά την πρεμιέρα της παράστασής του μου έδωσε να καταλάβω πως πατά γερά στα πόδια του. Είναι ένας ρομαντικός ρεαλιστής που αγαπά τη δουλειά του, κάνει όνειρα και παλεύει για να τα πραγματοποιήσει.

Δεν σας κρύβω, όμως, πως πριν βρεθώ στο θέατρο είχα αμφιβολίες για αυτό που επρόκειτο να παρακολουθήσω. Μία αρχαία τραγωδία σε κλειστό θέατρο. Στη σκηνή «συνομιλούν» ένας ηθοποιός και ένα ζωγράφος. Μου φαινόταν όλο αρκετά «βαρύ» και εξειδικευμένο. Θεωρούσα πως θα κουράσει, αλλά είχα και την περιέργεια να ανακαλύψω περί τίνος πρόκειται.

«Είναι αλήθεια πως το concept ακούγεται φαινομενικά λιγάκι παράξενο ή υπέρ το δέον εξηζητημένο. Η παράσταση όμως αφηγείται με τον πιο απλό και λιτό τρόπο μια συγκεκριμένη ιστορία χωρίς να καμώνεται τίποτα, έχοντας ως μέσο το σώμα μου, την φωνή μου και τις ζωγραφιές του Απόστολου, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Γιώργου. Έχουμε πίστη στη δουλειά μας και νιώθουμε ότι οποίος έρχεται, φεύγει ικανοποιημένος και συγκινημένος με την ιστορία του Αίαντα».

Αφού κάποιος παρακολουθήσει το έργο, αντιλαμβάνεται ακριβώς τα λόγια του Μιχάλη. Η παράσταση ρέει και στο τέλος σε αφήνει να θέλεις κι άλλο. Αφορμή για την ιδέα πίσω από αυτή ήταν μια συζήτηση μεταξύ των δύο πρωταγωνιστών και φίλων.

«Ο Αποστόλης Χαντζαράς είναι ένας άνθρωπος με τον οποίο είμαστε πολλά χρόνια φίλοι. Είναι αμέτρητες οι ημέρες και τα βράδια που έχουμε περάσει στο εργαστήριο του κουβεντιάζοντας και ζωγραφίζοντας. Ένα τέτοιο βράδυ γεννήθηκε και η ιδέα για την παράσταση.

Συζητούσαμε για τον Αίαντα, για ένα κομμάτι από το έργο που με γοητεύει πολύ και εκείνος παράλληλα ζωγράφιζε. Έπειτα από λίγο μου έδειξε τη ζωγραφιά που έκανε και εγώ σχεδόν δεν το πίστευα. Ήταν ο Αίαντας τη στιγμή που εγκαταλείπει τα εγκόσμια. Έτσι, εντελώς φυσικά πυροδοτήθηκε η σπίθα για να κάνουμε κάτι μαζί. Πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι η ιδέα μας να γίνει πραγματικότητα, αλλά έγινε! Η μεγάλη μου αγωνία, βέβαια, ήταν μέσα σε όλα, ο Αποστόλης να νιώσει οικεία επάνω στη σκηνή. Αγωνία που από την δεύτερη πρόβα έκανε φτερά».

Αυτό ήταν ένα στοιχείο που μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Στη διάρκεια της παράστασης οι δύο παρουσίες δεν ήταν παράταιρες. «Έδεναν» αρμονικά, τόσο με το λιτό σκηνικό όσο και μεταξύ τους.

«Ένα βασικό μέλημα του Γιώργου Νανούρη ήταν αυτό. Να είμαστε και οι δύο σαν ένα σώμα. Να είναι όλο το σύστημα σε απόλυτη σύμπνοια. Όταν μοιράστηκα την ιδέα μου με τον Γιώργο μου είπε αμέσως “ναι”. Γνωριζόμασταν πολύ λίγο, αλλά θαύμαζα πολύ την δουλειά του. Το ένστικτό μου με οδήγησε στο να του προτείνω να μας σκηνοθετήσει. Τον διέπει μία συνέπεια σε οτιδήποτε καταπιάνεται, ενώ παράλληλα είναι αξιοθαύμαστος ο τρόπος που χειρίζεται κάθε φορά το υλικό του. Με πολύ “φτωχά” μέσα μπορεί να κάνει απίστευτα πράγματα. Παράλληλα, το συναισθηματικό του βάθος το έχουν ελάχιστοι στην δουλειά μας. Έχει στήσει μια παράσταση όπως ακριβώς τη φανταζόμουν. Έκανε το όνειρό μου πραγματικότητα. Συν του ότι με αφορμή τον Αίαντα γίναμε και πολύ καλοί φίλοι. Μαζί με τον Αποστόλη μού έκαναν ένα πολύ μεγάλο δώρο και τους ευχαριστώ πολύ».

Γιώργος Νανούρης, Μιχάλης Σαράντης και Απόστολος Χαντζαράς

Ως θεατή το έργο σε παρασύρει, μαζί με την ερμηνεία του Μιχάλη Σαράντη, τα πορτραίτα του Απόστολου Χαντζαρά και τις σκηνοθετικές οδηγίες του Γιώργου Νανούρη. Δύσκολα αντιλαμβάνεσαι τις δυσκολίες που μπορεί να αντιμετώπισαν για να τα καταφέρουν οι συντελεστές. Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση για τον πρωταγωνιστή;

«Πέραν της πρακτικής πρόκλησης, το να τα βγάλω πέρα δηλαδή με ένα ολόκληρο έργο στο οποίο παίζω εννέα ρόλους και παράλληλα να υπάρχει απόλυτη αρμονία μεταξύ εμού και του Αποστόλη, πράγμα που προϋποθέτει να έχουν λυθεί άπειρα τεχνικά ζητήματα, υπήρχε και ένα βαθύτερο στοίχημα. Να αφουγκραστεί ο κόσμος τον βαθύτερο λόγο που καταπιαστήκαμε με αυτό το έργο. Και αυτό το κατακτάς μόνο μέσα από την βαθιά προσωπική σου αλήθεια, την υποχρέωση σου να μην καμώνεσαι τίποτα που δεν είσαι επάνω στη σκηνή, να είσαι ουσιαστικά γυμνός μπροστά σε αυτόν που σε κοιτά, εκτεθειμένος. Το συναίσθημα που είχα όταν εξέφραζα στον Αποστόλη και τον Γιώργο την επιθυμία να κάνουμε αυτή την παράσταση με αυτόν τον τρόπο, οφείλει να μείνει ζωντανό. Πρακτικά το δουλέψαμε πολύ με τον Γιώργο, κυρίως πάνω στο κείμενο».

Στη διάρκεια της παράστασης ο Μιχάλης Σαράντης «μπαίνει» τόσο βαθιά σε κάθε χαρακτήρα και μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα που μοιάζει να ταυτίζεται με όλους τους ρόλους που ερμηνεύει. Ο ίδιος το βλέπει διαφορετικά.

«Ένα πράγμα που με γοητεύει πολύ σε αυτά τα έργα είναι το ότι ενώ μιλούν για μεγάλα μεγέθη και ήρωες, ο πυρήνας τους είναι βαθιά ανθρώπινος. Βρίσκω με όλους κοινά σημεία. Δεν έχω, όμως, την ανάγκη, να ταυτιστώ με έναν ήρωα. Η ουσία είναι να σε συγκινεί η ιστορία, αν θέλεις να την αφηγηθείς πραγματικά θα βρεις τον τρόπο να το κάνεις. Όσες φορές έχω κάνει πράγματα, τα οποία τα επιθυμούσα, δεν είναι ότι με γοήτευσαν μόνο οι ρόλοι, αλλά κυρίως το περιβάλλον που βρίσκονται μέσα και οι ιστορίες που αφηγούνται συνολικά».

Αν και μιλάμε για ένα έργο που γράφτηκε πριν από χιλιάδες χρόνια, όλα είναι πολύ σύγχρονα πάνω στη σκηνή. Κατά πόσο θα μπορούσε ο Αίαντας να είναι ένα πρόσωπο του σήμερα και γιατί κάποιος να δει την παράσταση;

«Νομίζω πως μικροί Αίαντες ενυπάρχουν μέσα μας συνέχεια. Ο Αίαντας είναι ένας ήρωας γεμάτος γωνίες. Ένας ήρωας που όταν αδικείται, αντιδρά. Για μένα ο Αίαντας αυτή την εποχή είναι το πρόσωπο που δεν φοβάται να μιλήσει, να διεκδικήσει το δίκιο του. Δεν φοβάται να πει φεύγω, επειδή δεν μου αρέσει αυτή η κατάσταση εδώ, έχει το θάρρος της γνώμης του, ενώ παράλληλα είναι βαθιά εύθραυστος. Σε κάθε εποχή ο Αίαντας, και ο κάθε τραγικός ήρωας, αποκτά άλλες διαστάσεις. Για εμένα θα είναι πάντα ο συνδυασμός του προσώπου που μπορεί να είναι έως και απωθητικό στην όψη λόγω της δύναμης και του ρωμαλέου παρουσιαστικού του, ενώ ταυτόχρονα είναι βαθιά ευαίσθητος. Είναι ένας ποιητής. Προσωπικά, αυτό είναι που με συγκινεί στους ανθρώπους – ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική από αυτό που φαίνεται.

Πρόκειται για μια ιστορία φορτισμένη συγκινησιακά και από άποψη περιστατικών που λαμβάνουν χώρα, αλλά και από άποψη των όσων συμβαίνουν στο κεντρικό ήρωα. Αν την αφηγηθείς στη ουσία της δεν μπορεί να σε αφήσει ασυγκίνητο».

Το έργο αγγίζει, επίσης, πολλά κοινωνικά ζητήματα, τα οποία, δυστυχώς, μας αφορούν και σήμερα.

«Το έργο είναι βαθιά ταξικό και πολιτικό. Για παράδειγμα, ο υποτιμητικός τρόπος που η εξουσία φέρεται στον Τεύκρο, τον αδερφό του Αίαντα, που προσπαθεί να θάψει τον αδερφό του, αλλά και στον ίδιο τον Αίαντα από την αρχή του έργου σε σχέση με τα όπλα του Αχιλλέα είναι χαρακτηριστικός. Και ο όμως ο Τεύκρος, ο νόθος, ο τοξότης που πολεμά από μακριά -και άρα δεν είναι το ίδιο άξιος πολεμιστής με τους άλλους που μάχονται σώμα με σώμα- πατάει στα πόδια του απέναντι στο κατεστημένο και ζητά το δίκιο του, όπως ο αδερφός του πριν. Τι πιο σημερινό από αυτό; Μέσα μας αυτά τα ιδεώδη, οι αξίες, οι σκέψεις ενυπάρχουν και θεωρώ πως η παράσταση τα αγγίζει με πολύ λεπτό και ευθύ τρόπο».

Μία απορία που μου γεννήθηκε παρακολουθώντας το έργο ήταν το αν θα μπορούσε ο Αίαντας να έχει άλλο τέλος. Είναι η αυτοχειρία η μόνη διέξοδος για αυτόν;

«Συμβολικά ναι. Εφ’ όσον η εποχή αλλάζει και προσπερνά τον Αίαντα – το μοντέλο του ανθρώπου αλλάζει και γίνεται περισσότερο “οδυσσεϊκό” (όπως και στις μέρες μας), δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Οι άνθρωποι που έμειναν σταθεροί στα πιστεύω τους, αν το καλοσκεφτείς, είναι και που μένουν χαραγμένοι στην Ιστορία και τη συλλογική μνήμη. Δεν είναι φυσικά κακό να αλλάζει κάποιος γνώμη, αλίμονο, είναι βαθιά ανθρώπινο, αλλά αυτό που με συγκινεί προσωπικά είναι η ελπίδα του ανθρώπου να μείνει πιστός στις αξίες του και να μην τον κάμψει τίποτα».

Διάχυτη σε όλη τη διάρκεια της παράστασης είναι, επίσης, η σχέση με την οικογένεια και η σημασία της στις αποφάσεις μας. Τι πιστεύει ο ίδιος και κατά πόσο άλλαξε η ζωή του όταν ξεκίνησε τη δική του οικογένεια;

«Σε έναν μεγάλο βαθμό ισχύει. Έτυχε να μεγαλώσω με δύο πολύ ευγενικούς και δοτικούς ανθρώπους, είχα υπέροχους γονείς. Δεν αγιάζω την ελληνική οικογένεια, ωστόσο δεν μπορώ να μην πω ότι εγώ ήμουν πολύ τυχερός. Γι’ αυτό και μας έχει στοιχίσει τόσο πολύ που τους χάσαμε. Ήταν το στήριγμά μας και δίπλα μας σε κάθε μας κίνηση. Έχουμε την αγάπη τους και την φωνή τους μέσα μας συνέχεια.(σ.σ. αναφέρεται στον ίδιο και τις 3 αδερφές του). Βέβαια τώρα με τον ερχομό της κόρης μου ήρθε ένα τεράστιο κύμα χαράς να μας παρηγορήσει και να μας κάνει να κοιτάμε ξανά φωτεινά το αύριο που ομολογουμένως το είχαμε ως οικογένεια πολλή ανάγκη. Είναι διπλή η χαρά γιατί ήρθε η ίδια η ζωή να μας δείξει ότι πρέπει να συνεχίσουμε».

Λίγο αφού καταλάβει τι έχει κάνει, αλλά και πριν αποφασίσει να αυτοκτονήσει ο Αίαντας μιλά στη σύζυγό του και στους ναύτες του. Τους ανθρώπους που εμπιστεύεται περισσότερο. Στη ζωή του Μιχάλη Σαράντη υπάρχουν ορισμένοι φίλοι και συνάδελφοι που ζητά τη γνώμη τους αμέσως, αλλά και η σύντροφός του, η Μαίρη Μηνά, την οποία εμπιστεύεται με κλειστά μάτια.

«Με τη Μαίρη έχουμε κοινές συνισταμένες, κοινά όνειρα, κοινές αγωνίες και άγχη. Ο ένας βοηθά και στέκεται στον άλλο. Γνωρίζουμε και το πεδίο, είναι σημαντικό που κάνουμε την ίδια δουλειά. Εννοείται και ζητάω τη γνώμη της. Είναι ο πρώτος άνθρωπος που θέλω τη γνώμη του, την εμπιστεύομαι σε απόλυτο βαθμό. Την αγαπώ και την εκτιμώ βαθιά και τώρα που χαζεύω το πόσο υπέροχη μητέρα είναι, αισθάνομαι ακόμα πιο τυχερός που είναι στην ζωή μου».

Πρόσφατα, μάλιστα, έκανε μία πολύ συγκινητική ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο Instagram για τον ερχομό της κόρης του, αλλά και την αγάπη του για τη σύντροφό του. Ποια η σχέση του με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;

«Δεν θα έλεγα ότι είμαι ιδιαίτερα ενεργός. Ποστάρω κυρίως για τη δουλειά μου. Τώρα τελευταία, ομολογώ, ότι δεν μπορώ να μην μοιραστώ και τη χαρά που έχω για την κόρη μου. Το θέμα είναι πώς χειριζόμαστε το κάθε εργαλείο και τι ανάγκες μας καλύπτει. Μπορεί να γίνουν τρομερά εθιστικά τα social media. Eίναι γεγονός ότι ζούμε στην εποχή που το κινητό είναι η προέκταση της παλάμης μας και θέλει ουσιαστική αντίσταση. Η πραγματικότητα είναι εκεί έξω, όχι στην οθόνη μας».

Εκείνη τη στιγμή τη συζήτησή μας διακόπτει μία θαυμάστρια η οποία τον συγχαίρει για την ερμηνεία του στα «Νούμερα» – την επιτυχημένη σειρά της ΕΡΤ που υπογράφει ο Φοίβος Δεληβοριάς. Τι πιστεύει ο ίδιος για τη σειρά και πώς είναι η συνεργασία με τους συναδέλφους του σε αυτή;

«Αν δεν ήμουν σε αυτή τη σειρά, νομίζω θα ζήλευα – κι αυτό τα λέει όλα. Ο Φοίβος Δεληβοριάς εχει υπάρξει καλλιτεχνικός μου φάρος. Έχω ερωτευτεί, έχω γελάσει, έχω μελαγχολήσει με τα τραγούδια του μέσα στα χρόνια, μου έχει κάνει πολλή συντροφιά εν αγνοία του (ως μουσικός, συνθέτης και τραγουδοποιός). Είναι πολύ μεγάλη μου χαρά που συνεργάζομαι μαζί του, αλλά και με όλα τα “Νούμερα” που έχει μαζέψει, γιατί στη σειρά συμμετέχουν αξιολογότατοι συντελεστές. Χαίρομαι ακόμη περισσότερο για τον ρόλο που μου εμπιστεύτηκε αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τον αποδώσαμε με τον Γρηγόρη τον Καραντινάκη, τον σκηνοθέτη μας».

Στη σειρά υποδύεται έναν ιδιοκτήτη αίθουσας διασκεδάσεων με σνομπ και υπερφίαλο χαρακτήρα. Στο θέατρο τον Αίαντα έναν ρωμαλέο άνθρωπο (μαζί και τους υπόλοιπους ρόλους της παράστασης). Πώς καταφέρνει να ισορροπεί ανάμεσα τους;

«Μα πρέπει να υπάρχει κάπου η ισορροπία! Το απολαμβάνω πολύ φέτος αυτό που συμβαίνει. Στο θέατρο αφηγούμαστε την πιο παλαιά τραγωδία του Σοφοκλή και στο γύρισμα γιορτάζουμε το σήμερα με μουσική. Τι πιο όμορφο από το να αντιλαμβάνεσαι πρακτικά ότι η δουλειά σου είναι μια βεντάλια που ποτέ δεν θα σε αφήσει να βαρεθείς;».

Από τα λόγια του αντιλαμβάνομαι πως αγαπά πολύ τη δουλειά του. Ποιος είναι ο παράγοντας που εξετάζει πριν πει το «ναι» σε μια συνεργασία;

«Αυτή η δουλειά μάς δίνει τη δυνατότητα να ασχολούμαστε με φαινόμενα που σχεδόν ξεπερνούν τα εγκόσμια. Προσωπικά το βιώνω και σαν μια μεγάλη παρηγοριά σε σχέση με την εποχή που ζούμε. Από αυτή την πλευρά αισθάνομαι πραγματικά τυχερός επειδή κάνω κάτι που αγαπάω πολύ.

Το ότι εμείς τώρα, ας πούμε, προσπαθούμε να αφηγηθούμε μια ιστορία που έχει γραφεί 2,500 χρόνια πριν και ο κόσμος έρχεται να μας δει και την αφουγκράζεται και συγκινείται και λέει και σε άλλους να έρθουν να μας δουν εμένα με κάνει να νιώθω πλήρης. Και νιώθω πλήρης γιατί, ειδικά φέτος, και στο θέατρο αλλά και στην τηλεόραση συμμετέχω σε δουλειές που η συνεργασία με τους συγκεκριμένους ανθρώπους έφεραν αυτά τα αποτελέσματα και όχι η προσωπική φιλοδοξία. Πρώτα οι άνθρωποι και μετά οι ρόλοι. Οι ρόλοι θα έρθουν, εκεί είναι, περιμένουν, οι άνθρωποι φεύγουν…».

 

Info: O Μιχάλης Σαράντης γίνεται ο «Αίας» του Σοφοκλή στο θέατρο Αλκυονίς (Ιουλιανού 42, Αθήνα), κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00 και κάθε Κυριακή στις 19:00. Βρείτε εισιτήρια εδώ.

Φωτογραφίες: Ελίνα Γιανουνλή

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below