Η Λουκία Παπαδάκη, μία από τις πιο χαρακτηριστικές και αγαπητές φιγούρες του ελληνικού θεάτρου και της τηλεόρασης, μιλά στο Vidcast «Γυναίκες», σε μια συζήτηση γεμάτη αλήθειες. Με διαδρομή που ξεκινά από τη θρυλική «Λάμψη» και φτάνει έως τις πιο απαιτητικές θεατρικές και τηλεοπτικές προκλήσεις, η Λουκία παραμένει σταθερή αξία στον καλλιτεχνικό χώρο. Σήμερα, την απολαμβάνουμε ως Τιτίκα Βρεττού στη σειρά «Ηλέκτρα» της ΕΡΤ, σε έναν ρόλο που αποδεικνύει ξανά τη βαθιά της υποκριτική δύναμη και την ικανότητά της να αγγίζει το κοινό σε κάθε της εμφάνιση.
Υπάρχουν άνθρωποι που δεν προσπαθούν να εκπέμψουν κάτι, το εκπέμπουν αβίαστα, μέσα από την αλήθεια τους, την ευαισθησία, την τόλμη και την πίστη στη ζωή. Μία από αυτούς είναι και η ίδια, η οποία κουβαλά πάνω της την αφοπλιστική διαύγεια του θεάτρου, τη σιωπηλή δύναμη της μητρότητας και την ειλικρινή συμφιλίωση με την εικόνα και τον χρόνο. Μια γυναίκα που έχει υπάρξει κόρη, μαθήτρια, μητέρα, ηθοποιός, σύντροφος, δημόσιο πρόσωπο, μα πάνω απ’ όλα, ένας άνθρωπος που έμαθε να λέει: «Μπορώ. Και θα το κάνω.»
Πατήστε play για να ακούσετε δείτε και να ακούσετε τη συζήτηση
Μας ακούτε και στο Spotify, Γυναίκες με την Εβίτα Τσιλοχρήστου
Διαβάστε ένα μέρος όσων συζητήθηκαν
Η υποκριτική στη ζωή της
«Πιστεύω ότι η υποκριτική, το θέατρο, γενικά οι τέχνες, δεν είναι όνειρα. Είναι πεπρωμένα. Ουσιαστικά μας διαλέγουν, δεν τα διαλέγουμε. Από μικρό παιδί θυμάμαι να λέω ποιήματα και να τραγουδώ, ανεβασμένη σε σκαμνιά και καρέκλες. Δεν καταλάβαινα τότε τι έκανα, απλώς περνούσα υπέροχα. Γύρω στα 14 μου, ήξερα ότι ήθελα να σπουδάσω Ιστορία και Θέατρο. Και τα έκανα και τα δύο. Η μητέρα μου ήταν θεατρόφιλη και κινηματογραφόφιλη. Ήθελε να γίνει ηθοποιός αλλά η κοινωνική της τάξη και η εποχή δεν της το επέτρεψαν. Με στήριξε απόλυτα. Ο πατέρας μου, αν και προοδευτικός, ήταν πιο πρακτικός και δεν μπορούσε να δει πώς θα είναι καλό για μένα. Εγώ όμως ήξερα τι ήθελα και το ακολούθησα.»
Ο θρυλικός ρόλος σας στη «Λάμψη» ήρθε νωρίς μετά την αποφοίτηση της υποκριτικής;
«Ναι, ήμουν μόλις τέσσερα χρόνια στον χώρο. Δεν το κυνήγησα, ήθελα να το αποφύγω γιατί ήξερα ότι υπήρχε ένας άγραφος κανόνας να μην παίζουν οι νέοι ηθοποιοί της Λάμψης στο θέατρο. Τελικά, δεν με απέφυγε αυτός ο ρόλος. Ήρθε και έγινε κάτι τεράστιο και απρόβλεπτο.»
Η απόφαση να μεγαλώσει μόνη τον γιο της
Ως μονογονεϊκή μητέρα, πώς βιώσατε τη μητρότητα και τι δυσκολίες συναντήσατε; Μεγαλώσατε τον γιο σας μόνη. Είναι κάτι που το λέτε συχνά. Αποφασίσατε συνειδητά να πάρετε διαζύγιο πριν γεννηθεί.
«Αυτό είναι που λέμε, γυρνάς πίσω και λες “πώς το έκανα αυτό;” Και αναρωτιέσαι “θα το ξαναέκανα;” Ναι, θα το ξαναέκανα. Δεν μπορώ να το εξηγήσω, είναι κάτι που αφήνεις στα χέρια του Θεού. Πραγματικά, δεν μπορώ να το περιγράψω και ούτε θέλω να το προσπαθήσω. Είναι μια απολύτως συνειδητή και προσωπική απόφαση για κάθε γυναίκα. Δεν είναι θέμα του “τι θα κάνω”, είναι “ό,τι χρειαστεί”. Και το “ό,τι χρειαστεί” είναι πολλές φορές πολύ περισσότερο απ’ όσο νομίζεις.
Καλώς ή κακώς, όταν μια γυναίκα πάρει μια τέτοια απόφαση, για οποιονδήποτε λόγο και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, είναι σημαντικό να μην κρίνουμε. Οι συνθήκες της κάθε γυναίκας είναι μοναδικές. Το βασικό είναι να μπορεί να κοιταχτεί στον καθρέφτη και να πει “μπορώ”. Να αναρωτηθεί και να απαντήσει με ειλικρίνεια. Δεν είναι ντροπή να πεις “δεν μπορώ”. Αν δεν μπορείς, είναι πολύ πιο υγιές να κάνεις άλλες επιλογές. Όμως, αν πεις “μπορώ και θα το κάνω”, τότε δεν είναι πια θέμα αν είναι δύσκολο ή εύκολο. Είναι κάτι που μοιάζει ακατόρθωτο. Ακατόρθωτο για όλες τις γυναίκες, σε όλες τις εποχές, σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου.
Και αυτό το “ακατόρθωτο” είναι ακριβώς που το κάνει να συμβαίνει. Γιατί δεν το σκέφτεσαι, απλώς το ζεις. Είναι η απόλυτη ευθύνη ενός ανθρώπου. Έλεγα με χιούμορ στον γιο μου: “Όχι, αγάπη μου, δεν θα καταριούνται εμένα. Μέχρι τώρα εγώ είμαι υπεύθυνη, από εδώ και πέρα εσύ “θα φας τα στραβά”, εσύ θα τα λουστείς, εσύ θα αναλάβεις την ευθύνη.”
Ένας γονιός, μια μητέρα ειδικά, είναι υπεύθυνη μέχρι ένα σημείο. Πρέπει να δώσει τη βάση – και αυτή η βάση είναι και το πιο δύσκολο κομμάτι. Από εκεί και πέρα, τα πράγματα ξεφεύγουν από τον έλεγχό σου. Δεν είσαι η μοναδική επιρροή. Από τη στιγμή που το παιδί περνά την πόρτα και πάει στο σχολείο, οι επιρροές είναι πολλές και ισχυρές. Αλλά κάποια στιγμή πρέπει να αναρωτηθείς: “Τι άνθρωπο θέλω να μεγαλώσω;”
Δεν υπάρχει χάρτης γι’ αυτό. Όμως, κάποια στιγμή, ο γιος μου γύρισε και μου είπε: “Μάνα, μην ανησυχείς. Όλα καλά τα έκανες.” Και πώς ένιωσα; Συγκίνηση. Όχι γιατί ήμουν τέλεια – δεν ήμουν ποτέ τέλεια. Έκανα λάθη, εκατομμύρια λάθη. Αλλά το σημαντικό είναι αυτά τα λάθη να μην είναι αρκετά για να καταστρέψουν. Να είναι λάθη που χτίζουν, που ζυμώνουν, που οδηγούν σε εξέλιξη και δίνουν ζωή.
Άρα, για τις μητέρες που μεγαλώνουν μόνες, θα έλεγα: μην τα παίρνετε όλα τόσο βαριά. Λάθη θα γίνονται. Μόνο αν υπήρχε εγχειρίδιο, θα ήμασταν όλοι τέλειοι γονείς. Και πιθανώς πολύ βαρετοί. Ένας κόσμος με τέλεια παιδιά που δεν κλαίνε, που τρώνε σωστά, που βάζουν μόνα τους τα παπούτσια τους από έξι μηνών… αλλά αυτός ο κόσμος δεν υπάρχει.»
Η σχέση με την εικόνα της στο πέρασμα των χρόνων
«Θεωρώ τον εαυτό μου ευλογημένο, γιατί έχω μια πολύ καλή κληρονομικότητα. Δηλαδή, η οικογένειά μου και από τις δύο πλευρές είναι αυτά που λέμε καλά σκαριά, καλό DNA. Είμαι πολύ ευγνώμων γιατί δεν είναι κάτι το οποίο κατέκτησα εγώ, είναι κάτι το οποίο μου δόθηκε, οπότε το θεωρώ δώρο. Φροντίζω τον εαυτό μου πολύ. Γυμνάζομαι, τρώω σωστά, δουλεύω με εμένα, γιατί εκ των έσω συμβαίνουν τα σημαντικά. Από εκεί και πέρα, έχω μια δυσκολία να συνδυάσω το εντός μου –το οποίο είναι το ίδιο, πεταρίζει, χοροπηδάει και ονειρεύεται όπως στα 22 μου– με το έξω μου. Δεν έχει αλλάξει αυτό. Με βλέπω πολύ πιο νέα από τη βιολογική μου ηλικία. Αλλά πάλι, η βιολογική ηλικία είναι και δεν είναι. Προσπαθώ να συνδυάσω το μέσα με το έξω. Τελικώς δεν χρειάζεται να συνδυαστούν. Διότι όταν εσωτερικά και λειτουργικά πετάς, έχεις ορίζοντες να πετάξεις, αυτό συμβαίνει. Στο όξω σου, που λέμε, δεν χρειάζεται να το συνδυάσεις.
Δεν κάνω τίποτα συγκεκριμένο. Περιποιούμαι τον εαυτό μου, αλλά δεν τον έχω αλλοιώσει. Ούτε καν μια ενυδάτωση, μια φρεσκάδα δεν έχω κάνει μέχρι τώρα – αν και ίσως κάποια στιγμή το κάνω. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να μοιάζω 35. Ήμουν θεά στα 35. Λοιπόν, δεν υπάρχει λόγος να παραμένω. Πόσα χρόνια θα είμαι 35;»
Κάτι κακά θα είχε πάει.
«Έχετε πάρα πολύ δίκιο: όταν γυρνάς προς τα πίσω, σημαίνει ότι δεν έχεις παρόν και μέλλον. Ότι βλέπεις τόσο ζωφερά ή τόσο σκοτεινά τα πράγματα που δεν έχεις ελπίδα και καταφεύγεις στον πολύ ωραίο, πολύ νέο, πολύ φρέσκο και πολύ τεντωμένο εαυτό σου. Αλλά αυτό είναι θάνατος. Είναι καταστροφικό.»
Άρα έτσι αντιλαμβάνεστε την έννοια της αλήθειας στην εικόνα μας. Τα φυσικά γκρι μαλλιά σας, που είναι φανταστικά ωραία, εκπέμπουν κάτι συγκεκριμένο;
«Η αλήθεια είναι ότι αν δεν είχα αυτές τις δύο ανταύγειες μπροστά –γιατί δεν είναι όλα άσπρα– πιθανότατα να μην το είχα κάνει. Αν ήταν πιο ατσούμπαλα ή λίγο έτσι-λίγο αλλιώς, ίσως να μην άφηνα να φανεί το φυσικό μου χρώμα. Ήταν μια καθαρά προσωπική απόφαση. Δεν σκέφτηκα ποτέ πώς θα είναι ή πώς δεν θα είναι. Θα είναι μια χαρά. Θα είναι. Και είναι και πάρα πολύ πρακτικό. Έχει πάρα πολλή ξενιασιά. Εξαιρετικό. Κατόπιν, χωρίς να το καταλαβαίνω, άρχισα να εισπράττω ότι αυτό είχε επιρροή. Δηλαδή, θετική επίδραση σε γυναίκες που είτε με παρακολουθούν στις τηλεοπτικές δουλειές είτε στις θεατρικές. Το βλέπουν και συνειδητοποιούν ότι τελικά, για μία ακόμη φορά, όσοι είμαστε σε προβεβλημένες θέσεις –που έχουμε μία δημόσια εικόνα– είμαστε πάρα πολύ υπεύθυνοι.
Μας βαραίνει πολύ το τι προβάλλουμε. Ερήμην μας γινόμαστε πρότυπα ή σημεία αναφοράς για κάποιους ανθρώπους. Και το σημείο αναφοράς δεν είναι το φωτομοντέλο. Το σημείο αναφοράς είναι το πνεύμα μας, είναι ο τρόπος που μιλάμε, είναι το πώς έχουμε κόψει τα μαλλιά μας, είναι το τι χρώματα φοράμε. Για κάθε άνθρωπο είναι διαφορετική η πηγή έμπνευσης. Και επειδή ποτέ δεν ξέρεις πόσο βαθιά μπορεί να επηρεαστεί ένας άνθρωπος από κάτι φαινομενικά καθημερινό και χαζό –όπως το χρώμα των μαλλιών μας–, αυτό έχει σημασία. Κι όμως, για μία γυναίκα που έχει χίλια άλλα θέματα να λύσει, το πώς προβάλλεις τον εαυτό σου φυσικά έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία απ’ όσο νομίζουμε. Πολλές γυναίκες δεν το τολμούν. Μιλάμε συνέχεια για φυσική ομορφιά, αλλά δεν την ενστερνιζόμαστε πραγματικά.»
Ποιο είναι ένα σημαντικό μήνυμα που θέλετε να περάσετε στις γυναίκες που μας ακούν;
«Δεν είμαστε κανενός. Κανείς μας δεν είναι κανενός. Και κυρίως τα παιδιά μας δεν είναι κανενός. Τα παιδιά μας είναι μοναδικά, ξεχωριστά, αστραφτερά όντα, τα οποία απλώς συμβαίνει να συνδέονται μαζί μας. Είχαμε τη μεγάλη ευλογία να συνδέονται μαζί μας. Από εκεί ξεκινάνε όλα. Αν αλλάξει ένα κλικ από αυτή τη γενιά στην επόμενη – αν μάθουμε ότι μεγαλώνουμε τα παιδιά μας με ρίζες και φτερά –, τότε θα αλλάξουν όλα. Οι ρίζες είναι για να ξέρουν ποιοι είναι. Τα φτερά είναι για να πετάξουν ψηλά. Από ένα σημείο και μετά, τα φτερά θα τους δώσουν τη δύναμη να ανέβουν όπου θέλουν. Αν ξεκινήσουμε έτσι, διαδοχικά, τα πράγματα θα αλλάξουν. Γιατί δεν θα λογοδοτούμε πια. Τώρα χτίζουμε γύρω μας κλουβιά με στερεότυπα και δεδομένα των προηγούμενων γενεών. Ουσιαστικά δεν είμαστε ποτέ ελεύθεροι να πούμε: “Αυτό θα κάνω, γιατί έτσι έμαθα να πετάω.” Αυτή είναι η μεγαλύτερη μου ικανοποίηση ως μαμά: έμαθα το γιο μου να πετάει.»