H Ελένη Χρονοπούλου, αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική όσο εργαζόταν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενώ πλέον εργάζεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο κόσμος ασχολήθηκε μαζί της για τους λάθος λόγους δυστυχώς από μία σύμπτωση της ζωής καθώς οι αρχές του Βελγίου κίνησαν τη δίωξη Ελληνα Ευρωβουλευτή λίγο πριν από τις ελληνικές εκλογές. Παρότι το όνομά της δεν έπρεπε να έχει δημοσιοποιηθεί, η γνωστή ελληνική αδιακρισία τα κατάφερε. Η συνέχεια αναμενόμενη με τον κόσμο να χωρίζεται στους υπέρ και κατά της ενώ οι τηλεοπτικές της εμφανίσεις στη συνέχεια, που ενείχαν μια σχετική αμηχανία, έγιναν βορά στο περίφημο άηθες twitter. Η Ελένη όμως δεν πτοείται – ευτυχώς. Διατηρεί πάντα το φωτεινό της χαμόγελο, την πίστη ότι ο κόσμος μπορεί να γίνει καλύτερος, ότι η Ευρώπη μπορεί να είναι μια αγκαλιά για όλους, ότι οι γυναίκες θα βρίσκονται κάποτε στις θέσεις που τους αξίζουν, ότι η Ελλάδα θα προστατεύει και θα υποστηρίζει τους πολίτες της όπως πρέπει και όπως οφείλει.
Μεγάλωσε στην Αθήνα μέχρι τα 14, που η μητέρα της πήρε μετάθεση από το υπουργείο Εξωτερικών στις Βρυξέλλες και πήγαν εκεί οικογενειακώς, όπου συνέχισε το σχολείο. Στον καινούργιο τόπο εγκλιματίστηκε γρήγορα, αν και κάθε αρχή και δύσκολη. «Τα πάντα μου φαίνονταν περίεργα -καινούργιος τόπος, καινούργιοι φίλοι, καινούργιο σχολείο, στο οποίο υπήρχαν παιδιά από όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης», όπως λέει η ίδια, «αλλά παράλληλα αυτό ήταν κάτι που καθόρισε τον τρόπο που βλέπω την Ευρώπη και τον κόσμο».
Πώς αποφασίσατε τι πορεία θα ακολουθήσετε στις σπουδές σας, τελειώνοντας το λύκειο;
Υπήρχε μια υφέρπουσα καθοδήγηση από την οικογένειά μου, την οποία δεν αντιλήφθηκα τότε, για τη Νομική ως κορυφαία επιστήμη. Και έτσι έγινε… Μετά το Baccalaureate επέστρεψα στην Ελλάδα και έδωσα επιπλέον εξετάσεις, γιατί αυτό απαιτούσε το σύστημα. Πέρασα στη Νομική Σχολή, την οποία τελείωσα σε πέντε χρόνια γιατί έκανα και Erasmus στη Φινλανδία. Εκεί βίωσα ένα κοινωνικό κράτος το οποίο δεν μπορεί να συγκριθεί με κανένα άλλο, με υποδειγματικές υποδομές. Τελειώνοντας το πανεπιστήμιο επέστρεψα στο Βέλγιο για το μεταπτυχιακό μου στο Ευρωπαϊκό και Διεθνές Δίκαιο και άρχισα να στέλνω βιογραφικά σε νομικές εταιρείες και σε κάποιους ευρωβουλευτές της Σοσιαλιστικής και Δημοκρατικής ομάδας, διότι από τότε ήξερα ότι ανήκω στον κεντροαριστερό χώρο, πολιτικά. Δυστυχώς όμως δεν βρήκα κάτι και γύρισα στην Ελλάδα να ψάξω για δουλειά. Άρχισα να δουλεύω σε ένα δικηγορικό γραφείο, ως νέα δικηγόρος, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν μου άρεσε ιδιαίτερα η μάχιμη δικηγορία. Πέρασαν κάποιοι μήνες και μία μέρα με πήραν τηλέφωνο από το γραφείο του ευρωβουλευτή Δημήτρη Δρούτσα στο ΠΑΣΟΚ και μου είπαν ότι θέλουν μια συνέντευξη. Τότε ο Δημήτρης Δρούτσας είχε αναλάβει τη δεύτερη μεγαλύτερη προτεραιότητα της Ευρωβουλής, που ήταν η αναθεώρηση του δικαίου προστασίας προσωπικών δεδομένων για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ήθελε να το χειριστεί ένας δικηγόρος. Ετσι έπιασα την πρώτη σημαντική δουλειά μου. Στην ομάδα εκείνη άρχισα πραγματικά να αγαπώ την πολιτική. Συνειδητοποίησα ότι η πολιτική δεν είναι μόνο αυτό που πολύς κόσμος μπορεί να φαντάζεται -χρήμα, διασυνδέσεις, συνεννοήσεις κάτω από το τραπέζι, εξουσία- υπάρχουν άνθρωποι που πραγματικά κάνουν έργο και έτσι προχωρά και ο κόσμος.
Πώς προχωρήσατε στη συνέχεια;
Η επόμενη δουλειά μου στην Ευρωβουλή είχε πάλι σχέση με το δίκαιο προστασίας προσωπικών δεδομένων και έφερε ένα σημαντικό αποτέλεσμα, γιατί υιοθετήθηκε μετά από 5 χρόνια σκληρής δουλειάς, ο γενικός κανονισμός προστασίας προσωπικών δεδομένων και η οδηγία που αφορά στο πώς διαχειρίζονται οι δικαστικές και αστυνομικές αρχές τα προσωπικά δεδομένα όλων των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πώς μπήκε η πολιτική στη ζωή σας;
Η πολιτική ήρθε μια μέρα που χτύπησε το τηλέφωνό μου και ζήτησε να με δει ο Νίκος Ανδρουλάκης, τον οποίο είχα γνωρίσει μόνο κοινωνικά, όπως είχα γνωρίσει όλους τους Ευρωβουλευτές. Δεν είχαμε ποτέ προσωπική επαφή. Όταν όμως εξελέγη πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, έβαλε στόχο να φέρει στην πολιτική νέους ανθρώπους που θεωρούσε ότι ήταν επιτυχημένοι επαγγελματικά και κυρίως γυναίκες. Τον ενδιαφέρει πολύ η ενδυνάμωση των γυναικών, να έρθουν περισσότερες γυναίκες στο κόμμα, να έχουν φωνή και να ασχοληθούν με τα κοινά. Κάπως έτσι έφτασε σε μένα, υποθέτω -σίγουρα γνώριζε τη δουλειά μου γιατί ο κύκλος των εργαζόμενων στα ευρωπαϊκά όργανα είναι μικρός. Έτσι κάναμε την πρώτη μας συζήτηση αλλά η αυθόρμητη απάντησή μου ήταν όχι. Μετά από κάποιους μήνες, επανήλθε, το ξανασκέφτηκα και απάντησα θετικά, ξεκινώντας το ταξίδι μου στην πολιτική. Αργότερα, εκλέχθηκα στην κεντρική πολιτική επιτροπή του κόμματος, στο πολιτικό συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και άρχισα να ασχολούμαι πλέον πολύ ενεργά με τα κοινά. Η προετοιμασία υπήρχε, επειδή πάντα ανήκα στους Ευρωπαίους Σοσιαλδημοκράτες και ήξερα την ατζέντα. Επίσης η δουλειά μου στις Βρυξέλλες με έκανε να μη χάνω ποτέ την επαφή με τη χώρα μου.
Τώρα ασχολείστε με κάποιον συγκεκριμένο τομέα στο κόμμα; Αξιοποιείτετις γνώσεις που έχετε;
Ναι, ανέλαβα ως εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ στην Προεδρία του PES – Party of European Socialists, που είναι η μεγάλη οικογένεια των Ευρωπαίων Σοσιαλδημοκρατών και ταυτόχρονα εντός κόμματος έχω μια ατζέντα με θέματα που με ενδιαφέρουν περισσότερο και έχω κατάρτιση, ευρωπαϊκά, ανθρώπινα δικαιώματα κλπ. Κάποια στιγμή επίσης μου πρότειναν να είμαι υποψήφια στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του κόμματος.
Κάπου τότε ήταν που «έσκασε» και το θέμα με τον συγκεκριμένο Ευρωβουλευτή (σ.σ κ. Γεωργούλη). Πώς το αντιμετωπίσατε εκείνη τη στιγμή;
Θέλετε την αλήθεια; Ένιωσα ότι καταρρέει ο κόσμος και κανιβαλίζεται η προσωπικότητά μου, η προσωπική μου ζωή και η οικογένειά μου, για ένα τόσο ευαίσθητο ζήτημα. Ότι δεν μένει όρθιο τίποτα. Όταν εκτίθεσαι και βρίσκεσαι στο κέντρο της δημοσιότητας για λάθος λόγους, ειδικά δε όταν η ταυτότητα σου έχει διαρρεύσει παρανόμως, είναι πάντα δυσάρεστο. Το πρώτο που σκέφτηκα ήταν να αφήσω την πολιτική αλλά με κράτησε ο Νίκος Ανδρουλάκης και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, τα οποία με στήριξαν απόλυτα επιμένοντας ότι δεν πρέπει να αφήσω αυτό το γεγονός να επηρεάσει τη μεγάλη εικόνα και τη συνέχεια της ζωής μου. Εκ των υστέρων συνειδητοποιώ πως είχαν δίκιο.
Ένιωσα ότι καταρρέει ο κόσμος και κανιβαλίζεται η προσωπικότητά μου, η προσωπική μου ζωή και η οικογένειά μου, για ένα τόσο ευαίσθητο ζήτημα.
Πολιτική, άντρας, γυναίκα. Η θέση των δύο φύλων είναι ισότιμη ή είμαστε πίσω ακόμη;
Είμαστε πίσω ακόμη και αυτό το λένε ξεκάθαρα οι στατιστικές -οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται. Στην προηγούμενη Βουλή είχαμε 66 γυναίκες και χαιρόμαστε ως κοινωνία που πλέον έχουμε 68. Κανονικά θα έπρεπε να είναι οι διπλάσιες, γιατί οι γυναίκες αποτελούν το 51% του πληθυσμού στη χώρα μας. Εδώ έρχεται το μεγάλο ζήτημα της ποσόστωσης, όπου ένα επιχείρημα κατά είναι ότι ουσιαστικά λες ότι μια γυναίκα αξίζει να πάρει μια θέση κάπου μόνο λόγω μιας τυχαίας ποσόστωσης και όχι λόγω της αξίας της και αυτό υποβιβάζει τη γυναίκα. Αυτό το επιχείρημα εγώ δεν το αγοράζω. Θεωρώ ότι μέχρι να φτάσουμε στο σημείο της ισότητας, η ποσόστωση είναι το αναγκαίο “κακό”. Και φυσικά τα πολιτικά κόμματα έχουν ευθύνη για το ποσό χώρο αφήνουν στις γυναίκες.
Αρα ισχύει αυτό που λένε αρκετοί, ότι αν ήσαστε άντρας, δεν θα είχατε δεχθεί αυτόν τον πόλεμο;
Λόγω της τεχνολογίας και του τρόπου που λειτουργεί το ευρύτερο σύστημα ανά πάσα ώρα κάποιος μπορεί να στοχοποιηθεί, άντρας ή γυναίκα. Η ένταση όμως και ο τρόπος με τον οποίο συμβαίνει, σίγουρα με τις γυναίκες διαφέρει. Δεν αφορά μόνο σε μένα, είναι κλασικό παράδειγμα η γυναίκα να προσπαθεί να αποδείξει ότι είναι έξυπνη, ότι ξέρει γράμματα, ότι… δεν είναι ελέφαντας. Και όταν στοχοποιείται, στοχοποιείται κυρίως με σεξουαλικές αναφορές, αναφορές στη νοημοσύνη της και στην εξωτερική της εμφάνιση.
Η διαφορά μας με την Ευρώπη όσον αφορά τη θέση της γυναίκας πόσο μεγάλη είναι;
Στα επίσημα στατιστικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα είναι η χειρότερη χώρα στην ισότητα των φύλων, έχουμε την τελευταία θέση. Υπάρχουν έξι δείκτες που το μετράνε αυτό και αφορούν την εργασία, την οικονομία, την υγεία, την εκπαίδευση, το χρόνο και την επιρροή/θέσεις εξουσίας. Οι χειρότερες επιδόσεις μας είναι στο χρόνο που δαπανούν οι γυναίκες για δουλειές του σπιτιού, για να φροντίζουν τα παιδιά τους ή να φροντίζουν τους γονείς τους. Γι’ αυτό εντυπωσιάζομαι όταν ακούω ανθρώπους να λένε ελαφρά τη καρδία ότι τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα σήμερα. Ναι, καλύτερα από τη δεκαετία του ‘60 αλλά έχουμε 2023.
Η Ελλάδα είναι η χειρότερη χώρα στην ισότητα των φύλων, έχουμε την τελευταία θέση.
Ποιες χώρες στην Ευρώπη είναι πιο μπροστά στο θέμα της έμφυλης ισότητας;
Οι χώρες της Σκανδιναβίας αλλά και άλλες χώρες όπως η Ισπανία του νότου, η Γαλλία και το Βέλγιο. Είναι τυχαίο ότι αυτές οι χώρες έχουν ισχυρό κράτος δικαίου και κοινωνικό κράτος; Ένα απτό παράδειγμα: σε αυτές τις χώρες είναι δεδομένο ότι όταν γίνεται μητέρα μια γυναίκα, η ευθύνη και η δουλειά για το μεγάλωμα του παιδιού είναι ακριβώς μισή μισή. Πολλές φορές λέμε στην Ελλάδα, «αχ ξέρεις πόσο με βοήθησε ο άντρας μου το Σαββατοκύριακο ή κράτησε το παιδί για να βγω εγώ», και το λέμε με θαυμασμό. Όχι, αυτό είναι υποχρέωσή του. Δεν είναι θέμα βοήθειας. Το επιπλέον που κάνει ένας σύντροφος για τον άλλον είναι στήριξη (και αυτό ισχύει για όλα τα φύλα), όχι αυτό που του αναλογεί. Στο πόσο ελεύθερο προσωπικό χρόνο έχει μια γυναίκα λοιπόν μας νικά η Σουηδία 90-44.
Έχετε ζήσει αρκετά στο εξωτερικό. Ποιες είναι οι διαφορές που βλέπετε όσον αφορά τη συμπεριφορά του μέσου Ευρωπαίου πολίτη;
Αυτό που βλέπω έντονα, τουλάχιστον στο Βέλγιο που ζω και υπάρχουν πολλές διαφορετικές εθνικότητες, είναι ότι σέβονται περισσότερο τους κανόνες. Στην Ελλάδα, έχουμε νομοθεσία που μπορεί να είναι και καλύτερη και περισσότερη από άλλα κράτη-μέλη αλλά δεν εφαρμόζεται. Έχουμε σοβαρό ζήτημα εφαρμογής του νόμου χωρίς κυρώσεις. Υπάρχει πιο εύκολα η αίσθηση ότι θα καταπατήσω τον δημόσιο χώρο ή άλλον κανόνα, κοινωνικό η νομικό. Στο Βέλγιο μπορεί να φας πρόστιμο επειδή ως πεζός πέρασες έναν δρόμο με κόκκινο. Δε σχολιάζω για τις υπόλοιπες κλήσεις. Είναι όμως και το σύστημα δίκαιο. Αν εξηγήσεις στην αρμόδια υπηρεσία ότι έκανες μια παράβαση γιατί υπήρχε ο τάδε σοβαρός λόγος θα το λάβουν υπόψιν. Έχει αλλά αρνητικά όμως στο Βέλγιο, πουθενά δεν είναι όλα τέλεια.
Ποιες είναι οι πιο βασικές μεταρρυθμίσεις που αφορούν τη ζωή του πολίτη, τις οποίες γνωρίσατε τότε στη δουλειά σας;
Η πιο βασική μεταρρύθμιση ήταν ο GDPR, o κανονισμός που δίνει το δικαίωμα στους πολίτες να ζητούν από όλες τις εταιρείες να έχουν οι ίδιοι πρόσβαση και να μαθαίνουν ποιά ακριβώς στοιχεία διατηρούν γι’ αυτούς. Μπορούν επίσης να στραφούν κατά του κράτους ή κατά ιδιωτών που θεωρούν ότι προσβάλλουν το δικαίωμά τους στην προστασία προσωπικών δεδομένων ή ακόμα και κατά της ίδιας της ανεξάρτητης Αρχής (ΑΠΔΠΧ). Πέρα όμως από τον μεγαλύτερο έλεγχο που απέκτησαν οι πολίτες και καταναλωτές, επιβάλλονται πλέον πολύ αυστηρές κυρώσεις, πολλών εκατομμυρίων, ανάλογα με τον τζίρο που κάνει κάποια εταιρεία. Αναφέρω ενδεικτικά ένα πρόσφατο πρόστιμο… 1,2 δις στη Meta.
Όλο αυτό συνδέεται και με την ιδιωτικότητά μας ως πολιτών; Επίσης η ΕΥΠ εμπίπτει στο πεδίο του κανονισμού προστασίας προσωπικών δεδομένων;
Σίγουρα αφορά στην προστασία της ιδιωτικότητας. Από την άλλη, υπάρχει ένα επιχείρημα, με το οποίο δεν συμφωνώ καθόλου, που λέει ότι αν θέλεις να προστατέψεις την ιδιωτικότητά σου, γιατί ανεβάζεις στα social media την προσωπική σου ζωή; Ακόμα και όταν εσύ επιλέγεις να δείξεις μία εικόνα από την προσωπική σου ζωή, υπάρχουν κάποια όρια ως προς το πώς αυτή την εικόνα θα την πάρει κάποιος και θα τη διαχειριστεί. Από εκεί και πέρα εξαρτάται και από άλλους παράγοντες, όπως το αν είσαι δημόσιο πρόσωπο, αν το προφίλ σου είναι ανοιχτό ή κλειστό, ζητήματα που κρίνονται στην ευρωπαϊκή νομολογία. Η εθνική ασφάλεια δεν εμπίπτει ρητά στο πεδίο του κανονισμού προστασίας προσωπικών δεδομένων, αλλά και εκεί υπάρχουν κάποιοι κανόνες που πρέπει να τηρούνται. Το ζήτημα της εθνικής ασφαλείας έχει απασχολήσει πολύ την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ίσως το νομοθετικό κενό που υπάρχει καλύψει μερικώς η Σύμβαση 108+ του Συμβουλίου της Ευρώπης. Δηλαδή αυτό που είδαμε πρόσφατα να γίνεται στην Ελλάδα, ότι άλλαξε η νομοθεσία ουσιαστικά για να δώσει περισσότερα δικαιώματα στον παρακολουθούμενο, είναι αστείο, γιατί επί της ουσίας, το κράτος σου λέει ότι δε θα μάθεις ποτέ γιατί παρακολουθήθηκες.
Η υπόθεση της παρακολούθησης του κυρίου Ανδρουλάκη πόσο επηρέασε τον κόσμο, πιστεύετε, όσον αφορά την ψήφο του;
Βάσει του τρόπου που ψήφισαν οι Έλληνες πολίτες στην πρώτη κάλπη των εκλογών, είδαμε ότι αυτή η υπόθεση δεν έπαιξε κάποιον καθοριστικό ρόλο. Το ζήτημα των θεσμών όμως για μένα είναι το κορυφαίο που θα έπρεπε να απασχολεί τη χώρα μας αυτή τη στιγμή. Δεν πρέπει να βάζουμε σε κίνδυνο τα κεκτημένα και τα κατοχυρωμένα. Τα περισσότερα εκ των οποίων έχουν τη σφραγίδα του ΠΑΣΟΚ. Να θυμίσω ότι η ισότητα των φύλων καθιερώθηκε ουσιαστικά επί Ανδρέα Παπανδρέου, τη δεκαετία του ‘80, όταν έφερε το νόμο που έδινε στις γυναίκες δικαιώματα που μέχρι τότε δεν υπήρχαν -στην άμβλωση, κατάργηση της προίκας και άλλα. Τότε ο νόμος αυτός είχε θεωρηθεί πρωτοποριακός και καινοτόμος σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το ΠΑΣΟΚ νομιμοποίησε τον πολιτικό γάμο, έδωσε δικαίωμα ψήφου στους άνω των 18, δημιούργησε τις ανεξάρτητες αρχές, έφερε τη Διαύγεια και το opengov, να μπορεί δηλαδή ο πολίτης να καταλάβει τι ακριβώς κάνει το κράτος, πού πηγαίνουν τα χρήματα μας. Πρέπει να ορθώνουμε ανάστημα όταν βλέπουμε να κινδυνεύουν αυτά που θεωρούμε δεδομένα. Όταν δεν έχεις ισχυρούς θεσμούς, δεν μπορεί ένα κράτος να προστατέψει ουσιωδώς τους πολίτες.
Γιατί ασχοληθήκατε με την πολιτική;
Επειδή θέλω η εργασιακή εμπειρία που έχω στα ανθρώπινα δικαιώματα να μπορέσει να μεταφραστεί σε δράσεις, πράξεις υπέρ των πιο ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού, γιατί πιστεύω βαθιά στην ισότητα και γιατί θεωρώ ότι στην Ελλάδα, ακόμη και σήμερα, υπάρχουν ανισότητες και έχουμε τον πήχη πολύ χαμηλά. Αυτός ο πήχης πρέπει να ανέβει -όχι απλώς επειδή είμαστε μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά γιατί πρέπει να αντιληφθούμε ότι η Ελλάδα είναι ένα μέρος του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου χάρτη. Μπορούμε να σταθούμε ψηλότερα και να μην αρκούμαστε πάντα στο μέτριο, μπορούμε να τα καταφέρουμε και γι’ αυτό εγώ θέλω να παλέψω. Ώστε τα παιδιά που πηγαίνουν σήμερα στο δημοτικό, αύριο να μη νιώθουν μόνο Έλληνες, αλλά πολίτες του κόσμου.
Φωτογραφίες: Λευτέρης Σιαράπης