Στα τέλη του περασμένου Απριλίου η Ολυμπιακή Φλόγα βρέθηκε στα Χανιά. Λίγες ημέρες πριν, είχε ανάψει στην Αρχαία Ολυμπία, σε μία μεγαλοπρεπή τελετή, παρουσία των Γάλλων διοργανωτών των Ολυμπιακών Αγώνων «Παρίσι 2024». Ακόμα κι αν τα σπορ βρίσκονται χαμηλά στη λίστα των ενδιαφερόντων κάποιου, το θέαμα των δρομέων που κουβαλούν τις δάδες για να διαδώσουν το μήνυμα ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες πλησιάζουν είναι συγκινητικό. Ισως γιατί αυτή η φλόγα αντικατοπτρίζει μια ιερή δύναμη, ένα ιδανικό ή έναν σκοπό ζωής. Το βωμό της Ολυμπιακής Φλόγας στο παλιό λιμάνι των Χανίων άναψε η αθλήτρια Εμμανουέλα Κατζουράκη, η οποία θα εκπροσωπήσει την Ελλάδα στους Αγώνες του Παρισιού στο άθλημα του σκιτ.
Γεννημένη το 2001, η Εμμανουέλα μεγάλωσε στα Χανιά και ασχολήθηκε με τη σκοποβολή από την εφηβική της ηλικία. Μέσα σε λιγότερο από δέκα χρόνια από την πρώτη της βολή, κράτησε στα χέρια της το χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα που πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 2023 στο Αζερμπαϊτζάν. Αυτό ήταν και το εισιτήριό της για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Μέχρι και λίγο πριν από την τελετή έναρξης, την οποία θα παρακολουθήσουμε από τις όχθες του Σηκουάνα στις 26 Ιουλίου, η Εμμανουέλα θα συνεχίζει τις καθημερινές προπονήσεις της σε ένα άθλημα άγνωστο στους περισσότερους ανθρώπους.
Το σκιτ είναι ένα από τα σπορ που χρησιμοποιούν πήλινους στόχους, κι αυτό το κάνει ακόμα πιο περίεργο σε σχέση με τη σκοποβολή που γίνεται π.χ. με αεροβόλο όπλο. Στην Ελλάδα αρχίσαμε να το μαθαίνουμε πριν από πολύ λίγα χρόνια χάρη στις επιδόσεις της Εθνικής Ομάδας Σκιτ, είναι όμως Ολυμπιακό Αθλημα από το 1968. Τη δεκαετία του ’90 αποφασίστηκε να αποκλειστούν οι γυναικείες συμμετοχές στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αυτό ωστόσο κράτησε για λίγα χρόνια και σύντομα η γυναικεία παρουσία καθιερώθηκε και σε αυτό το άθλημα.
Η Εμμανουέλα ασκείται καθημερινά στο Εθνικό Σκοπευτήριο που βρίσκεται λίγο έξω από την πόλη των Χανίων. Το πρόγραμμα είναι αυστηρό και δεν επιτρέπονται παρεκκλίσεις. Πρέπει το μυαλό να είναι ξεκούραστο γιατί η πνευματική καταπόνηση αυτού του αθλήματος είναι ιδιαίτερη και απαιτεί έναν συνδυασμό παρατηρητικότητας, βαθιάς ηρεμίας και, βέβαια, ευστοχίας. Ταυτόχρονα με το μυαλό πρέπει να είναι ξεκούραστο και το σώμα, που κουβαλάει το δίκαννο του σκιτ ανοιχτό και το οπλίζει μόλις εκτοξευτεί στον αέρα ο εκάστοτε πήλινος στόχος. Καθώς επιτρέπεται μόνο μία βολή ανά στόχο, ο αθλητής πρέπει να ξέρει πολύ καλά πότε και υπό ποιες συνθήκες θα τραβήξει τη σκανδάλη: εδώ δεν υπάρχει χώρος για trigger happy ανθρώπους.
«Είναι πολύ συχνές οι ερωτήσεις του τύπου “Γιατί ασχολήθηκες εσύ που είσαι κοπέλα; Είναι πολύ περίεργο”. Και όταν δεν απαντάω προσπαθούν να μαζέψουν αυτό που είπαν και λένε: “Ε, όχι περίεργο, απλά ασυνήθιστο”.
Η Εμμανουέλα κατάλαβε μέσα σε λίγους μήνες προπονήσεων ότι το σκιτ δεν ήταν απλώς ένα χόμπι: «Με τη σκοποβολή ασχολήθηκα πρώτη φορά το 2015 μετά από αρκετή επιμονή μέχρι να πείσω τους δικούς μου να με πάνε στο σκοπευτήριο να δω τι είναι το άθλημα αυτό. Ηθελα να δοκιμάσω καθαρά λόγω απορίας που είχα για να δω τι είναι το όπλο. Έκανα πιστόλι, είδα ότι δεν με τράβηξε τόσο. Τελικά δοκίμασα και με δίκαννο και ένιωσα κάτι που δεν είχα ξανανιώσει με καμία άλλη ασχολία. Μετά τους Ολυμπιακούς του 2016, παρακολουθώντας τους τελικούς της Αννας Κορακάκη και βλέποντας πόσο πολύ ήθελε ο κόσμος να κερδίσει -κόσμος που δεν τη γνώριζε και δεν είχε καμία επαφή με τη σκοποβολή ή τον αθλητισμό-, είπα ότι και εγώ αυτό θα κάνω. Θέλω να φτάσω εκεί», επισημαίνει.
Αφοσιωμένη στο άθλημά της, πολλές φορές έχει την ευκαιρία να εξηγήσει στον κόσμο τι ακριβώς είναι αυτό που κάνει.
«Συνήθως ενδιαφέρονται γι’ αυτό που κάνω. Είναι πολύ συχνές οι ερωτήσεις του τύπου “Γιατί ασχολήθηκες εσύ που είσαι κοπέλα; Είναι πολύ περίεργο”. Και όταν δεν απαντάω προσπαθούν να μαζέψουν αυτό που είπαν και λένε: “Ε, όχι περίεργο, απλά ασυνήθιστο”. Εγώ χαίρομαι πολύ με όσους ενθουσιάζονται και χαίρονται με αυτό που κάνω. Είναι χαρά μου να εξηγώ τι είναι το σκιτ. Και είναι πολλοί αυτοί που μου λένε τις δικές τους εμπειρίες με τη σκοποβολή ή το κυνήγι. Νομίζω ότι έχει μειωθεί το στίγμα που υπήρχε γύρω από τα όπλα», λέει η Εμμανουέλα αναφερόμενη στα σπορ που απαιτούν τη χρήση τους. Η ίδια αντιμετωπίζει τα κρούσματα σεξισμού, εντός και εκτός του αθλήματός της, με την ίδια ηρεμία και αυτοκυριαρχία που έχει όταν μπαίνει στο πεδίο βολής, αλλά και σε κάθε στιγμή της ζωής της.
«Νομίζω κάθε γυναίκα έχει βιώσει σε κάποιο βαθμό σεξισμό στη ζωή της, οπότε είχα λίγες ελπίδες να μην το βιώσω στο άθλημά μου. Είναι πολλά τα σχόλια που ακούω εντός και εκτός γηπέδου. Αμα θέλουν να πουν κάτι για να σε μειώσουν ή απλώς να σε ξεχωρίσουν, πάντα θα βρουν να πουν. Απλά αυτοί βρίσκουν εμένα, καθώς είμαι από τις λίγες γυναίκες στην Ελλάδα στο χώρο αυτό. Ειδικά αφού υπάρχει ένας υψηλός μέσος όρος ηλικίας στο άθλημα -κι εγώ άρχισα από τα 14 μου- ήταν εύκολο με τη νοοτροπία που επικρατούσε να ακούσω διάφορα. Χαίρομαι που σιγά-σιγά το φαινόμενο μειώνεται».
«Δεν έχουμε δεύτερες ευκαιρίες, όπως σε άλλα αθλήματα».
Φυσικά, αν χρειαστεί, η Εμμανουέλα θα υπερασπιστεί το άθλημα σε όσους δεν κατανοούν γιατί θεωρείται τέτοιο:
«Παλιότερα το έκανα αρκετά συχνά. Εννοείται ότι το έχω υπερασπιστεί πάντα απέναντι σε κόσμο που δεν έχει ασχοληθεί ποτέ με αυτό. Δεν νομίζω να καταλαβαίνουν πολλοί πόση αυτοσυγκράτηση, σωματικό και ψυχολογικό έλεγχο και αντοχή απαιτεί για να πετύχει κανείς 121 στα 125 δισκάκια για να περάσει στον τελικό. Και μετά από εκεί, για τον ίδιο τον τελικό απαιτείται άλλη τόση προσπάθεια. Μιλάμε για κινούμενο στόχο, βολές σε πολύ μεγάλες αποστάσεις. Πολύ μικρή απόκλιση από την κατάλληλη κίνηση μπορεί να σου κοστίσει το στόχο. Και από αυτά τα λάθη, σου “επιτρέπονται” κατά μέσο όρο 3 με 5. Στα 125. Δεν έχουμε δεύτερες ευκαιρίες όπως σε άλλα αθλήματα. Είναι εξαιρετική η ακρίβεια που χρειάζεται για έναν πολύ μικρό στόχο», εξηγεί η Εμμανουέλα.
Η προπόνηση ενός αθλητή σκιτ γίνεται εντός και εκτός του πεδίου βολής και είναι πολύ ακριβή. «Για κάθε προπόνηση γίνονται αρκετά έξοδα γιατί υπάρχουν πολλά αναλώσιμα. Και οι στόχοι και τα φυσίγγια είναι μιας χρήσης, οπότε χρειάζεται συνεχώς εφοδιασμός με αυτά. Οι σκοπευτές υψηλού επιπέδου ρίχνουν περίπου 25.000 – 50.000 φυσίγγια ετησίως», επισημαίνει η Εμμανουέλα, τονίζοντας ότι τις χρονιές των Ολυμπιακών Αγώνων οι πιο πάνω αριθμοί αυξάνονται κατά μερικές ακόμα χιλιάδες.
«Είναι προπονήσεις που απαιτούν πολλή συγκέντρωση. Όταν ρίχνεις τόσο πολύ, σκοπός είναι να κρατάς την ποιότητα της προπόνησης ψηλά. Ρίχνουμε όλη μέρα. Στους αγώνες μπορεί να ρίξω τον πρώτο γύρο μου στις 8 πρωί, τον δεύτερο στις 12 και τον τρίτο στις 3.30. Οπότε, πρέπει να είμαι σε κατάσταση να μπορώ να ρίξω όλη μέρα και να αντεπεξέλθω στις εκάστοτε συνθήκες. Να μπορώ να ρίξω με ήλιο, με βροχή, με αέρα, με στόχους που δεν πηγαίνουν σύμφωνα με τις προδιαγραφές. Δεν είναι στάνταρ οι συνθήκες.
Και εκτός σκοπευτηρίου χρειάζεται ειδικευμένη δουλειά σε γυμναστήριο και προπόνηση εκτός γηπέδου με το όπλο χωρίς να ρίχνουμε για να χτίζουμε μυϊκή μνήμη και να κάνουμε προσομοίωση του αγώνα».
Σε αυτό το άθλημα είσαι πρακτικά αχώριστος από το όπλο σου. Τα χέρια, ο κορμός και τα πόδια σου μαθαίνουν να ακολουθούν τους ρυθμούς του σκιτ. Οι κινήσεις σου είναι λεπτεπίλεπτες και επιδιώκεις σε κάθε βολή να έχεις σχεδόν χειρουργική ακρίβεια. Κάθε μέρος του σώματός σου είναι σαν ένα μουσικό όργανο που συμμετέχει σε μία συναυλία: έχει το δικό του ρόλο και πρέπει να αποδώσει τα μέγιστα, αλλιώς το τελικό αποτέλεσμα θα «φαλτσάρει». Δεν χρειάζεται καν να έχει αντίξοες συνθήκες για να χάσεις έναν στόχο, θεωρητικά αρκεί ένα ελαφρύ αεράκι, το οποίο άλλοι αθλητές ίσως να βρουν αναζωογονητικό. Εξαιτίας αυτών των ρυθμών εξάσκησης η Εμμανουέλα έχει περιορίσει αισθητά την κοινωνική της ζωή, αλλά δεν το μετανιώνει:
«Θέλει πολλές θυσίες για οτιδήποτε κάνεις προκειμένου να γίνεις καλύτερος: πολλές ώρες προπόνηση, συχνά αποχή από εξόδους, βόλτες και γιορτές. Θέλει πολλή κατανόηση από τους ανθρώπους σου, από την οικογένεια και τους φίλους σου. Είναι κάτι για το οποίο ξοδεύεις πολύ χρόνο και ενέργεια και καταλαβαίνω πως δεν είναι για όλους. Βάζεις προτεραιότητες στο τι θες. Για εμένα κάτι τέτοιο αξίζει όταν σε ωθεί να αναπτυχθείς. Να έχεις ένα συνεχές κίνητρο να σηκωθείς το πρωί».
Η αυτοπειθαρχία και η σκληρή δουλειά τής έφεραν την ανταμοιβή: «Η συγκίνηση μετά το εισιτήριο για το Παρίσι ήταν μεγάλη. Ήταν δουλειά χρόνων που απέδωσε καρπούς. Δεν ήταν τόσο ένα όνειρο, κάτι που απλά φανταζόμουν. Ήταν ένας στόχος για τον οποίο είχα προετοιμαστεί καλά. Οι προηγούμενοι Ολυμπιακοί ήταν πιο μακριά σαν στόχος, ήταν κάτι που ήθελα, προσπάθησα, αλλά ίσως δεν ήμουν έτοιμη. Χάρηκα πολύ που τώρα κατάφερα να σταθώ στα πόδια μου έτσι, και σε σχετικά μικρή ηλικία. Ελπίζω να έχω την ευκαιρία να το ξανακάνω», λέει η Εμμανουέλα, που πατάει στα πόδια της τόσο γερά όσο χρειάζεται για να επιτυγχάνει τους στόχους της εντός και εκτός αγώνων.
Η ίδια πιστεύει πως θα μπορεί να συνεχίσει να ασχολείται με το άθλημα για πολλά ακόμα χρόνια.
«Σίγουρα η σκοποβολή έχει από τους μεγαλύτερους μέσους όρους ηλικίας, αν όχι τον μεγαλύτερο. Οσο τα αντανακλαστικά είναι καλά και το σώμα το επιτρέπει, μπορεί κάποιος να ρίχνει – αν όχι επαγγελματικά, έστω ερασιτεχνικά. Στο άθλημά μου είχαμε και τον μεγαλύτερο σε ηλικία Ολυμπιονίκη στο Τόκιο», λέει η Εμμανουέλα, αναφερόμενη στον Ελληνα αθλητή του σκιτ Νίκο Μαυρομμάτη.
«Είναι μεγάλη η ευκαιρία για μένα, γνωρίζοντας ότι μπορώ να ρίχνω ενδεχομένως μέχρι τα 40 μου ξέρω ότι έχω ακόμα πολλά χρόνια να κάνω αυτό που αγαπώ», συμπληρώνει με χαμόγελο.
Η Εμμανουέλα Κατζουράκη έχει καταφέρει πολλά πράγματα ως αθλήτρια ήδη από τα 23 της χρόνια, αλλά σίγουρα δεν θα επαναπαυθεί σε αυτά. Οι στόχοι της φτάνουν μακριά, αλλά η ίδια βρίσκεται πάντα προσγειωμένη στην πραγματικότητα.
Ηταν επιβάτης στην επιβατική αμαξοστοιχία που συγκρούστηκε με το εμπορικό τρένο στα Τέμπη το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου 2023. Βγήκε μέσα από το βαγόνι της με έναν τραυματισμό στα πόδια και δεν μίλησε ποτέ γι’ αυτό. Σε όσους τη ρωτούσαν πώς είναι, έδινε την ίδια απάντηση: «Πηγαίνετε να δώσετε αίμα». Μετά το δυστύχημα συνέχισε τη ζωή της ασχολούμενη με αυτό που αγαπάει.
Σήμερα είναι η ήρεμη δύναμη της ελληνικής αντιπροσωπείας στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Πέρα και πάνω από όλα, όμως, είναι μια νεαρή γυναίκα που γνωρίζει ακριβώς τι θέλει να επιτύχει, δείχνοντας σε όλους μας ότι δεν υπάρχουν αθλήματα με αρσενικό ή θηλυκό πρόσημο ή κατώτερα από ό,τι άλλα. Ολα είναι διαφορετικά και ξεχωριστά, αρκεί να τα αγαπήσεις.
Φωτογραφίες: Ευγένιος Σαγάνης