Δεν υπάρχει τίποτα πιο ανακουφιστικό από το να βλέπεις να κλείνουν χρόνιες ανοιχτές πληγές, που μάλιστα αφορούν παιδιά. Μία από αυτές στη χώρα μας ήταν οι υιοθεσίες και οι αναδοχές, που ταλάνιζαν την κοινωνία επί δεκαετίες. Γραφειοκρατία, απουσία ενιαίου φορέα για να καταγράφει τα παιδιά σε όλες τις δομές, ιδιωτικές και δημόσιες, έλλειψη κοινωνικών λειτουργών και απροθυμία κάποιων δομών παιδικής προστασίας να διευκολύνουν την αποϊδρυματοποίηση των παιδιών είχαν ως αποτέλεσμα τη διαιώνιση μιας βάναυσης κατάστασης: από τη μία, παιδιά τραυματισμένα ψυχικά να περιμένουν μια οικογένεια που δεν έρχεται και, από την άλλη, εξουθενωμένους υποψήφιους γονείς να αναμένουν ένα παιδάκι για χρόνια ατελείωτα.

Στο τεύχος Σεπτεμβρίου μίλησε για τη νέα πολιτική σε αυτό το φλέγον ζήτημα η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, αρμόδια για θέματα Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δόμνα Μιχαηλίδου αλλά και τέσσερις νέοι γονείς μοιράστηκαν με το Marie Claire τη δική τους ιστορία αναδοχής και υιοθεσίας.

Διονύσης Βλάχος – Ελένη Kαρατζά

Υιοθέτησαν ένα κορίτσι πριν από 4,5 χρόνια

Φωτογραφία: William Faithful

«Μετά από πολλά χρόνια γάμου και άκαρπες προσπάθειες απόκτησης παιδιού άρχισε να γεννιέται η ιδέα της υιοθεσίας. Ως έννοια, η υιοθεσία μάς ήταν γνώριμη από το ευρύτερο φιλικό μας περιβάλλον. Ημασταν πάντα δεκτικοί γιατί είχαμε επιθυμία να μεγαλώσουμε ένα παιδί με πολλή αγάπη, ανεξάρτητα από τον τρόπο απόκτησής του. Απευθυνθήκαμε στο Κέντρο Προστασίας του Παιδιού “Η Μητέρα”, όπου παρακολουθήσαμε την πρώτη ενημέρωση σχετικά με τη διαδικασία υιοθεσίας, πήραμε αρκετές πληροφορίες, αλλά δεν τολμήσαμε να κάνουμε το πρώτο βήμα. Μετά από ένα χρόνο ξαναπαρακολουθήσαμε την ίδια ενημέρωση και όντας πιο ώριμοι και κατασταλαγμένοι κάναμε την αίτηση υιοθεσίας. Η διαδικασία ξεκίνησε με την αίτηση προς το κέντρο “Η Μητέρα” και ολοκληρώθηκε μέσα σε 4,5 χρόνια.

Η ζωή μας ακολουθούσε την κανονικότητά της, είχαμε την οικογένειά μας, τους φίλους μας, εργαζόμασταν, κάναμε τα ταξίδια μας. Τα συναισθήματά μας ήταν ανάμεικτα, είχαμε ενημερωθεί εξαρχής για τη διαδικασία και τους χρόνους της υιοθεσίας και περιμέναμε. Υπήρχαν περίοδοι αγωνίας όπου κάναμε τηλέφωνα στην κοινωνική λειτουργό, η οποία μας ενημέρωνε σχετικά με την πορεία της αίτησής μας, κάναμε όνειρα για την απόκτηση του παιδιού μας. Ηταν μια περίοδος γλυκιάς προσμονής.

Στη δική μας περίπτωση το χρονικό διάστημα ήταν 4,5 χρόνια, δεδομένου ότι επιθυμούσαμε να αποκτήσουμε παιδί σε βρεφική ηλικία, κάτι που απαιτούσε περισσότερο χρόνο και για το οποίο είχαμε ενημερωθεί από την αρχή. Αν αναλογιστεί κανείς το μεγαλείο της απόκτησης ενός παιδιού, τότε ο χρόνος περνάει, πραγματικά, σε δεύτερη μοίρα.

Η επαφή με το κέντρο “Η Μητέρα” ήταν υποδειγματική, ενημερωθήκαμε εξαρχής για το χρόνο αναμονής και τη διαδικασία υιοθεσίας, δεν υπήρξαν κρυφά σημεία, ούτε ωραιοποιήθηκε η κατάσταση. Η κοινωνική έρευνα έγινε με διακριτικότητα και απόλυτο επαγγελματισμό. Ηταν μια συνεργασία ειλικρινής, ουσιαστική, με σεβασμό, που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Κατά τη διάρκεια της προσαρμογής, του χρόνου δηλαδή της γνωριμίας μας με το παιδί, υπήρξε απόλυτη στήριξη και καθοδήγηση από το προσωπικό του κέντρου σε επιστημονικό και ανθρώπινο επίπεδο.

Η πρώτη μας σκέψη ήταν ότι ένα όνειρο έγινε πραγματικότητα και ήταν τόσο όμορφο που δεν πιστεύαμε ότι ήταν αληθινό, απέραντη ευτυχία και ευγνωμοσύνη για τους ανθρώπους που μας βοήθησαν, μας στήριξαν και φρόντισαν το παιδί μας μέχρι να βρεθεί κοντά μας. Η κόρη μας είναι σήμερα στην προσχολική ηλικία και ήδη γνωρίζει τα πάντα, ξέρει για την υιοθεσία της και για το διαφορετικό τρόπο που οι ζωές μας τελικά ενώθηκαν.

Το νομικό πλαίσιο δυσχεραίνει τη γρήγορη ανάθεση σε οικογένειες των παιδιών που φιλοξενούνται σε ιδρύματα, παρότι υπάρχουν πολλά ζευγάρια που επιθυμούν ένα παιδί και παρότι όλοι οι εμπλεκόμενοι αναγνωρίζουν τη σημασία τής όσο το δυνατόν μικρότερης παραμονής των παιδιών σε αυτά.

Κατά τη γνώμη μας, η τήρηση συγκεκριμένων χρονοδιαγραμμάτων που έχουν εξαγγελθεί από το υπουργείο είναι καλή εξέλιξη. Επίσης, θεωρούμε σημαντική τη θέσπιση ενιαίου μητρώου καταγραφής των παιδιών από όλες τις δομές ανά την επικράτεια. Η παραμονή των παιδιών σε ιδρυματικές συνθήκες μπορεί να ελαχιστοποιηθεί, αλλά οι συνθήκες υιοθεσίας πρέπει να εξακολουθήσουν να είναι διαφανείς και αντικειμενικές. Οι νέες πρωτοβουλίες του υπουργείου κινούνται στη σωστή κατεύθυνση για τη βελτιστοποίηση των συνθηκών υιοθεσίας και αναδοχής».

Χριστίνα Παπαϊωάννου

Ανάδοχη μητέρα

«Εγώ και ο σύζυγός μου αποφασίσαμε να γίνουμε ανάδοχοι γονείς, όταν ανακαλύψαμε ότι δεν μπορούμε να κάνουμε βιολογικά παιδιά. Δεν μπήκαμε καθόλου στη διαδικασία των εξωσωματικών και κάναμε κατευθείαν τα χαρτιά μας στο κέντρο “Η Μητέρα” ώστε να γίνουμε ανάδοχοι γονείς ενός παιδιού. Αυτό έγινε πριν από επτά χρόνια, με τη διαδικασία να είναι σχετικά απλή και εύκολη. Στη δική μας περίπτωση έγινε αρκετά γρήγορα, μέσα σε εννέα μήνες συγκεκριμένα. Εφόσον εγκριθήκαμε, γνωρίσαμε το παιδί που προοριζόταν για εμάς.

Η γνωριμία με το γιο μου ήταν πολύ συγκινητική. Ηταν ένα πολύ γλυκό παιδί, το οποίο το συμπαθήσαμε από την αρχή και νομίζω ότι ήταν κάτι το οποίο ήταν γραμμένο από τη ζωή για να γίνει. Τον είχα συναντήσει μία φορά τυχαία στο προαύλιο πηγαίνοντας για τα διαδικαστικά στο κέντρο, δίχως να ξέρω φυσικά ότι πρόκειται για το παιδί που θα μας πρότειναν, και κάτι μέσα μου έλεγε “αυτός είναι”. Οταν επέστρεψα στο σπίτι, είπα στο σύζυγό μου “το είδα το παιδί που θα μας προτείνουν και σου μοιάζει”, και πραγματικά του μοιάζει. Εκείνος ήταν δύσπιστος και μου είπε πως αυτά δεν γίνονται και απλώς το είχα έντονα εγώ στο μυαλό μου.

“Το γιο μου τον είχα συναντήσει μία φορά τυχαία στο προαύλιο πηγαίνοντας για τα διαδικαστικά στο κέντρο, δίχως να ξέρω φυσικά ότι πρόκειται για το παιδί που θα μας πρότειναν, και κάτι μέσα μου έλεγε “αυτός είναι”

Μετά την πρώτη γνωριμία μας, εφόσον κι εμείς ήμασταν θετικοί στο να γίνουμε ανάδοχοι γονείς του συγκεκριμένου παιδιού, ακολούθησε μια διαδικασία προσαρμοργής περίπου 20 ημερών, κατά την οποία βλέπαμε καθημερινά το παιδί, κάναμε κάποιες βόλτες και αυτό βοήθησε να γνωριστούμε καλύτερα και τη σχέση μας περισσότερο. Ενιωσε και εκείνος πιο άνετα και έτοιμος, και εμείς μάθαμε να διαχειριζόμαστε καλύτερα κάποια πράγματα.

Το πρόγραμμα με το γιο μας είναι όπως κάθε φυσικολογικής οικογένειας. Εκείνος πηγαίνει στο σχολείο του, έχει τις δραστηριότητές του, εγώ έχω τη δουλειά μου… Περνάμε χρόνο και προσπαθούμε να κάνουμε πράγματα όλοι μαζί και μέσα κι έξω από το σπίτι. Δεν έχει καμία διαφορά από το να έχεις ένα βιολογικό παιδί. Σκεφτόμαστε να προχωρήσουμε σε υιοθεσία, αλλά δεν ξέρω, για να πω την αλήθεια, αν είναι σημαντική η διαδικασία της αναδοχής, δηλαδή αν παίζει όντως κάποιο ρόλο στην προετοιμασία της υιοθεσίας. Εξάλλου είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Αλλο η υιοθεσία, άλλο η αναδοχή. Ασχετα αν κάποιες αναδοχές γίνονται αργότερα υιοθεσίες. Υπάρχουν κάποιες μακροχρόνιες αναδοχές που γίνονται υιοθεσίες, υπάρχουν αναδοχές που είναι για λίγο καιρό και τα παιδιά υιοθετούνται από διαφορετικές οικογένειες. Δεν νομίζω όμως πως παίζει κάποιο ρόλο αν είσαι ανάδοχος γονέας ή αν το παιδί είναι υιοθετημένο, εξακολουθεί να είναι το παιδί σου.

Η μόνη διαφορά πρακτικά, και μιλώντας για τη δική μας οικογένεια, είναι ότι όσο το παιδί είναι ανάδοχο δεν έχει νομικά δικαιώματα στην περιουσία κ.λπ. Οπότε πρακτικά είναι τα θέματα που λύνει η υιοθεσία. Δεν αλλάζει κάτι στον τρόπο που ζούμε ή αισθανόμαστε, αν η αναδοχή γίνει υιοθεσία. Ο γιος μου είναι ένα πολύ γλυκό και βαθιά συναισθηματικό αγόρι και αν μπορώ να μιλήσω για μια στιγμή που με συγκίνησε, είναι η πρώτη φορά που μου έφερε μια κάρτα που είχαν φτιάξει στο σχολείο για τη γιορτή της μητέρας. Ηταν κι εκείνος κάπως αμήχανος, όπως κι εγώ. Κανένας από τους δυο μας μέχρι τότε δεν είχαμε την ευκαιρία να νιώσουμε και να ζήσουμε μια τέτοια στιγμή. Την έχω κρατήσει τη συγκεκριμένη κάρτα και όποτε τη βλέπω πραγματικά συγκινούμαι.

Οι προσπάθειες του υπουργείου για την απλοποίηση και διευκόλυνση της υιοθεσίας και της αναδοχής είναι πολύ σημαντικές. Αν τα πράγματα γίνουν πιο εύκολα και πιο γρήγορα, τότε σίγουρα θα υπάρχουν πολύ λιγότερα παιδιά στα ιδρύματα και νομίζω πως αυτός είναι ο στόχος, να βρίσκονται όλα τα παιδιά σε οικογένειες. Είτε με τη μία διαδικασία, είτε με την άλλη. Αυτό τους δίνει την ευκαιρία να αναπτύσσονται καλύτερα, σε όλα τα επίπεδα.

Με βάση τη δική μου εμπειρία, θα παρότρυνα όσους ανθρώπους το επιθυμούν με την καρδιά τους και είναι πρόθυμοι κι έτοιμοι να δώσουν μια θέση στο σπίτι τους και στην οικογένειά τους σε ένα παιδί, να το κάνουν. Ολοι θα είναι κερδισμένοι. Και το παιδί, και η οικογένεια».

Μαρία Παπαλέξη

Θετή μητέρα

Μιλήσαμε με τη Μαρία Παπαλέξη στο τελείωμα μιας μέρας κατά τη διάρκεια της οποίας το παιδί, η Στέλλα, που είναι μόλις 2 χρόνων, πέρασε μερικές ώρες στο σπίτι της. Η Μαρία καθάριζε μετά το πεδίο μάχης που θύμιζε η κουζίνα της, καθώς η μικρούλα ήθελε να φάει το φαγητό μόνη της. Και κάπως έτσι οι τοίχοι του σπιτιού και τα μαλλιά της Μαρίας γέμισαν μακαρόνια με κιμά, κάτι που καθόλου δεν την πείραξε αφού το ίδιο απόγευμα τα αυτιά της γέμισαν με μία λέξη που η Στέλλα έλεγε ξανά και ξανά: «μαμά». «Ηταν η πρώτη φορά που φάγαμε κανονικό μεσημεριανό στο σπίτι, εκείνη κράταγε ένα κουτάλι κι έκανε πως τρώει κι εγώ ένα άλλο και προσπαθούσα να την ταΐσω. Στο τέλος άρχισε να λέει “μαμά;”, εγώ της απαντούσα “ναι, Στέλλα, παιδί μου;”. Και αυτός ο διάλογος επαναλαμβανόταν σαν παιχνίδι, έτσι από το πουθενά».

Η Στέλλα, το αστέρι της Μαρίας, έχει τυχαία το όνομα της γιαγιάς της, και αυτό έχει συγκινήσει την ευρύτερη οικογένεια. Η Μαρία πιστεύει ότι «δύσκολα ξεπερνιέται το κόμπλεξ ότι θέλεις να υιοθετήσεις ένα παιδί μόνος σου. Είμαι χρόνια εθελόντρια στο Αναρρωτήριο Πεντέλης, μία δομή που ανήκει στο κέντρο “Η Μητέρα” και φιλοξενεί από βρέφη μέχρι παιδιά 4-5 ετών. Τα ιδρύματα κάνουν πολλή και καλή δουλειά. Τα παιδιά τα φροντίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η βάρδια, άνθρωποι που εναλλάσσονται πρωί, μεσημέρι, απόγευμα. Αλλά αυτό που λείπει στα παιδιά είναι η αποκλειστικότητα. Το να μην υπάρχει ένα πρόσωπο αναφοράς είναι το πιο τραυματικό πράγμα που τους συμβαίνει. Αυτό μπορεί να το λύσει η αναδοχή». 
Η Μαρία πήγε στο Αναρρωτήριο Πεντέλης λόγω εγγύτητας, αφού μένει πολύ κοντά, πριν από περίπου δέκα χρόνια. «Ηθελα πάντα να κάνω παιδιά. Τα αγαπώ πολύ κι αισθάνομαι πως έχω απόθεμα φροντίδας και διάθεσης να ασχοληθώ μαζί τους. Θεωρώντας ότι θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να υιοθετήσω μόνη μου, άρχισα να ψάχνω το θέμα της αναδοχής. Στο Αναρρωτήριο Πεντέλης η κοινωνική υπηρεσία με ενημέρωσε για το πρόγραμμα του εθελοντισμού εκεί. Οι εθελοντές απασχολούν δημιουργικά τα παιδιά, τα πάνε βόλτες, συντελούν στην κοινωνικοποίησή τους και τα βοηθάνε να έχουν ένα φιλικό πρόσωπο αναφοράς, όπως είναι για ένα παιδί οι νονοί, οι θείοι, η ευρύτερη οικογένεια. Μετά πέρασαν τα χρόνια και το ενδεχόμενο να κάνω δικό μου παιδί άρχισε να απομακρύνεται. Ωστόσο, μέσω του σωματείου “Ανέλιξη”, που κάνει εκπαιδευτικά προγράμματα για παιδιά και γονείς και εκπαιδεύει σταθερά και τους εθελοντές της Πεντέλης, βρήκα τον εαυτό μου. Γιατί εκεί “φτιάχνεις” τον εαυτό σου ώστε να μπορείς να αντιμετωπίσεις τα ζητήματα που αντιμετωπίζουν τα παιδιά. Πολλά από τα θέματα που έχουν τα παιδιά στα ιδρύματα τα έχουν και τα παιδιά έξω από αυτό, το ότι υπάρχει οικογένεια δεν σημαίνει ότι είναι αυτόματα λυμένα τα προβλήματα. Στις συναντήσεις των εθελοντών στην “Ανέλιξη” καταρρέει συχνά ο μύθος της αγίας ελληνικής οικογένειας. Αφού λοιπόν έγιναν όλες οι ζυμώσεις μέσα μου, δύο χρόνια πριν ωρίμασε η επιθυμία να έχω δικό μου παιδί κι ας είμαι μόνη μου, κι ας μην το γεννήσω».

Περνώντας από τον εθελοντισμό στην υιοθεσία αναγκάζεσαι να αφήσεις πίσω (έστω για λίγο) όλα τα παιδιά που φρόντιζες part time για μια σχέση ζωής

Η Μαρία είχε βρεθεί πολύ κοντά με μερικά παιδιά, ήταν η δική τους εθελόντρια, εκείνη που τα συνόδευε στη βόλτα του Σαββατοκύριακου, στη γιορτή του σχολείου… «Εφυγαν όλα, πήγαν σε οικογένειες, ένα έφυγε και από τη ζωή λόγω χρόνιου προβλήματος υγείας. Η χαρά που ένιωθα κάθε φορά που τα αποχαιρετούσα όταν αυτά πήγαιναν στις οικογένειές τους ήταν πάντα μεγαλύτερη από τη θλίψη του δικού μας αποχωρισμού. Γιατί αυτό έχει ανάγκη το παιδί: την αποκλειστικότητα, να νιώσει μοναδικό. Στο ίδρυμα μεγαλώνουν χωρίς να έχουν τίποτε απόλυτα δικό τους, και αυτό είναι τραυματικό για την ταυτότητά τους. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να φεύγουν». Ο νόμος που ήρθε το 2018 και καθιέρωσε την ηλεκτρονική πλατφόρμα, δηλαδή να μπορείς πια να κάνεις την αίτηση ηλεκτρονικά και να απευθύνεσαι στο κράτος και όχι στο καθένα από τα ιδρύματα, της έδωσε μια σπρωξιά: «Ηταν σαν να μου έλεγε το σύμπαν να το κάνω». 
Από την πρώτη γραφειοκρατική κίνηση και τις ιατρικές εξετάσεις μέχρι τη στιγμή που ένας κοινωνικός λειτουργός ανέλαβε την κοινωνική έρευνα για την αίτηση της Μαρίας πέρασαν αρκετοί μήνες. Το κοριτσάκι, παρόλο που ήταν στο Αναρρωτήριο Πεντέλης, δεν το ήξερε, αφού ήταν πολύ μικρό για να συμμετέχει στις εξόδους στις οποίες οι εθελοντές συνοδεύουν τα παιδιά. Πλέον, καθώς περνούν οι εβδομάδες που συναντιούνται με τη μικρή, η Μαρία διαπιστώνει ότι η Στέλλα «έχει αντίληψη και τσαγανό και λειτουργεί ήδη σαν λίγο μεγαλύτερη από την ηλικία της. Είναι όλα πάρα πολύ καινούρια για το παιδί, η παιδική χαρά, η πλατεία. Σήμερα που έπρεπε να κοιμηθεί το μεσημέρι στο σπίτι για πρώτη φορά, φάγαμε, κάναμε μπάνιο, κάνανε όλες οι κούκλες νάνι εκτός από τη Στέλλα. Την έβαλα στο αυτοκίνητο και αρχίσαμε τις βόλτες ώσπου κοιμήθηκε, κάτι που δεν θα ξανακάνω, όπως με συμβούλεψαν όλοι οι ειδικοί. Σε λίγες μέρες αυτό το παιδί θα μένει πια εδώ μαζί μου, όλη μέρα, κάθε μέρα, θα κοιμάται εδώ το βράδυ. Ολα μου τα προγράμματα ανατρέπονται όταν εμφανίζεται εκείνη, αλλά είναι καλό να υπάρχουν κι ας ανατρέπονται… Ο παιδίατρος του ιδρύματος μου είπε κάτι πολύ ωραίο γι’ αυτήν: “Είναι ένα παιδί που από χαρακτήρα κυνηγάει τη χαρά, δεν περιμένει να της τη δώσουν”». – Αναστασία Καμβύση

 

 

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below