Από τη Μία Κόλλια Φωτογράφος BILL GEORGOUSSIS (D-TALES)
Γυναίκα πολυπράγμων και πολυεπίπεδη κυριολεκτικά, με ένα δυναμισμό ντυμένο με περίσσια τρυφερότητα και με ρεαλισμό που διαχειρίζεται αποτελεσματικά προς όφελος των πολλών, πάντα με σύνεση, διακριτικότητα, ακρίβεια, όραμα, η Όλινκα Μηλιαρέση-Βαρβιτσιώτη είναι ιστορικός τέχνης, εκδότρια, πρέσβειρα στο Women Act και δυναμικό μέλος του σωματείου ΕΛΙΖΑ. Ονειρεύεται έναν κόσμο ίσων ευκαιριών για τις γυναίκες -«Με ρώτησε η κόρη μου γιατί δεν υπάρχουν γυναίκες τσολιάδες και χάρηκα που η νέα γενιά θεωρεί δεδομένα άλλα πράγματα από το παρελθόν, αλλά χρειάζεται πολλή δουλειά ακόμα»-, έναν κόσμο ειρηνικό και δίκαιο, χωρίς διακρίσεις ανάμεσα στους λαούς της Γης.
«Όλες οι δραστηριότητες με τις οποίες ασχολούμαι έχουν έναν κοινό παρονομαστή και αφορούν μια κοινωνία με πολυφωνία, χωρίς στίγμα, μια κοινωνία συμπερίληψης. Ας ξεκινήσουμε από το ΕΛΙΖΑ, το πρώτο ίδρυμα ενάντια στην παιδική κακοποίηση, ένα πραγματικά θλιβερό φαινόμενο με νούμερα τεράστια. Είμαι τυχερή καθώς με έναν τρόπο κληρονόμησα αυτή τη δυνατότητα από την πεθερά μου. Εκείνη, η Σόφη Βαρβιτσιώτη, και η Μαρίνα Καρέλλα ήταν οι πρώτες που ευαισθητοποίησαν τις δομές γι’ αυτό το θέμα – εννοώντας τα νοσοκομεία και την Πολιτεία. Όταν ένα παιδί κακοποιείται, μπορεί να ενεργοποιηθεί από το δάσκαλο και τον αστυνομικό ως ένα νοσοκομείο. Στις μικρές κοινωνίες, όμως, το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο γιατί είναι δυνατό το στίγμα, καθώς αυτό συμβαίνει κυρίως μέσα στις οικογένειες και συνεπώς δεν μπορεί εύκολα να πιστοποιηθεί η διάγνωση ώστε να προφυλαχθεί ένα παιδί. Η οικογένεια του άνδρα μου, του Θωμά, μάζεψε ιδιωτικούς πόρους ώστε να δημιουργηθεί μέσα στο Νοσοκομείο Παίδων “Αγλαΐα Κυριακού” η πρώτη μονάδα “Σόφη Βαρβιτσιώτη” ώστε να μπορούν να διαγνωστούν τα παιδιά και να παραμείνουν εκεί για κάποιο διάστημα. Τα βρέφη δεν μπορούν να μιλήσουν, ούτε τα πολύ μικρά και τα λίγο μεγαλύτερα φοβούνται. Έπρεπε λοιπόν να υπάρχουν ειδικοί που να αποφανθούν για το τι συμβαίνει ακριβώς για να μπορέσει το παιδί αυτό να απομακρυνθεί από όποιον το κακοποιεί. Ένιωθα πάντα υποχρέωσή μου να ασχοληθώ με αυτό.
Μεγαλώνοντας τρεις κόρες σε μια εποχή που μιλάμε όλο και περισσότερο για ισότητα με την έννοια των ίσων ευκαιριών, θεώρησα επιβεβλημένο να ασχοληθώ και με την οργάνωση Women Act, ως ambassador. Πρέπει να γίνονται συντονισμένες ενέργειες και αποτελεσματικές. Και γι’ αυτό το λόγο ταξιδεύω πάρα πολύ για να γνωρίσω την Ελλάδα – ξέρω καλά ότι η Ελλάδα δεν είναι η Αθήνα. Εμείς μπορεί να λέμε ότι ζούμε τον αιώνα των γυναικών και ότι υπάρχει μεγάλη ενδυνάμωση γύρω μας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έτσι συμβαίνει και στην επαρχία. Έχω την πεποίθηση άλλωστε ότι πρέπει να ξέρεις πολύ καλά τη χώρα σου για να αναλαμβάνεις οποιαδήποτε πρωτοβουλία που αφορά το σύνολο.
Αυτό που με κάνει περήφανη στη χώρα μου είναι η ψυχή του Έλληνα. Και ιστορικά ίσχυε αυτό, από τον Λεωνίδα μέχρι τόσους άλλους, και σήμερα ισχύει. Με αυτό εννοώ ότι μπορεί να ξεπεράσει κάθε κρίση όσο “μικρός” κι αν φαίνεται, κάθε δυσκολία. Ίσως να είναι μέσα στα γονίδιά μας αυτό που ονομάζουμε “ηρωικό”, για το οποίο άλλωστε έγινε πολλή συζήτηση τελευταία. Τι είναι ήρωας, λοιπόν; Ο άνθρωπος της καθημερινότητας που τα καταφέρνει σε κάθε αντιξοότητα και στις εκάστοτε περιστάσεις. Όπως λέει και ο Νίτσε, “αυτός που πέφτει ξανά και σηκώνεται” – αυτό είναι κάτι που μας χαρακτηρίζει.
Θεωρώ ότι υπάρχει αξιακή κρίση σήμερα – με λυπεί ότι δεν υπάρχει κοινωνική συνείδηση. Αυτό φαίνεται από το ότι κάποιος παρκάρει σε θέση αναπήρων μέχρι το ότι αδειάζει ακόμη το τασάκι του αυτοκινήτου έξω απ’ το παράθυρο. Πολιτισμός δεν είναι μόνο η τέχνη, ο χορός και το θέατρο – είναι ο τρόπος σου απέναντι στα πράγματα, είναι η ευγένεια που σε ακολουθεί παντού. Πολιτισμός είναι ο σεβασμός στην αισθητική, στο περιβάλλον, στο πράσινο, στον άνθρωπο. Δυστυχώς, ακόμη και σήμερα, το εκπαιδευτικό μας σύστημα θεωρεί πολιτισμό την αρχαιότητα και όχι το πώς θα ενσωματώσουμε αυτές τις αξίες στην καθημερινότητά μας.
Είχα την τύχη να σπουδάσω ιστορικός τέχνης στο Goldsmiths του University of London σε μια εποχή έντονη για ένα Λονδίνο που άλλαζε. Κατ’ αρχάς, το πανεπιστήμιο στο οποίο φοίτησα ήταν πολύ πρωτοποριακό σε σχέση με τον τρόπο που προσέγγιζε τα πράγματα -ειδικά την τέχνη- και αυτό με επηρέασε πολύ. Υπάρχει λοιπόν η διακοσμητική τέχνη που αφορά το οτιδήποτε, από μία φωτογραφία έως ένα αντικείμενο που μπορούμε να έχουμε σπίτι μας, και υπάρχει η τέχνη με κοινωνικό μήνυμα που έχει σαφή κοινωνική διάσταση. Για παράδειγμα, εκεί μιλούσαμε συνεχώς για τη διασπορά και το φαινόμενο της μετανάστευσης και το πώς αυτό επηρεάζει τον τρόπο που ζούμε, τον τρόπο που αλλάζουν οι πόλεις. Στην έκθεση “Ubuntu” του ΕΜΣΤ αυτό φαίνεται σαφώς μέσα από τα έργα Αφρικανών καλλιτεχνών όπως του Yinka Shonibare, που μιλά για τη σκλαβιά και τη διασπορά μέσα από ρούχα που αναπτύσσουν το κουβάρι της Ιστορίας, αφού είναι αφρικανικά σχέδια που τύπωσε στην Ολλανδία, μία από τις πιο σκληρές χώρες, αποικιοκρατικά μιλώντας, και μάλιστα δημιουργώντας με αυτά τη Νίκη της Σαμοθράκης! Όλη η Ιστορία του κόσμου σε ένα έργο.
Βλέπω την τέχνη ως μια αφήγηση της καθημερινότητας με αντικείμενο κοινωνικά, πολιτικά, φιλοσοφικά ή ιδεολογικά ζητήματα. Δεν ζούμε στην αρχαία Ελλάδα για να ακούμε τους φιλοσόφους στην αγορά, ούτε ενδεχομένως έχουμε το χρόνο να διαβάζουμε ποίηση. Οπότε το ρόλο της ευαισθητοποίησης, αναπόφευκτα, παίρνει ο σημερινός καλλιτέχνης, που είναι ένας ακτιβιστής με ευαίσθητες κεραίες. Άλλωστε οι περισσότεροι καλλιτέχνες αυτή τη στιγμή ζουν νομαδικά, ταξιδεύουν συνεχώς, έρχονται σε επαφή με όλους τους λαούς ενσωματώνοντας πολλά στοιχεία από τις κουλτούρες στις οποίες είτε ζουν είτε εργάζονται είτε έρχονται σε επαφή μαζί τους για κάποιο λόγο. Και αυτό αποτυπώνεται πάνω στα έργα. Έζησα, λοιπόν, το Λονδίνο στην καλύτερη εποχή του, την εποχή της μετάβασής του στη μεγάλη πολυφωνία. Όταν όλα άλλαζαν, όταν τα κέντρα μεταφέρθηκαν αλλού κυρίως μέσω γκαλερί και μουσείων, μέσω της τέχνης δηλαδή. Και οι διαφορετικές κοινότητες ξένων άρχισαν να παίρνουν σοβαρούς ρόλους στα πράγματα και να μην είναι απλώς κομπάρσοι.
Η τέχνη δεν είναι ελιτίστικη υπόθεση και το άνοιγμά της στον κόσμο γίνεται πια και στην Αθήνα που βιώνει μεγάλη αλλαγή. Στη σταδιακή αυτή αλλαγή παίζουν καταλυτικό ρόλο η παρουσία, τα έργα και οι εκδηλώσεις του Ιδρύματος Νιάρχος με το ΚΠΙΣΝ, του Ιδρύματος Ωνάση με τη Στέγη, του ΝΕΟΝ. Είναι τελείως διαφορετικό το “αγοράζω τέχνη” από το “βιώνω τέχνη”. Υπάρχει μεγάλη δυναμική που βασίζεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία και φέρνει την τέχνη στο δημόσιο πεδίο για τον κόσμο που μπορεί να έχει συστολή, π.χ., να μπει σε ένα μουσείο γιατί πιστεύει ότι δεν θα καταλάβει τίποτα. Άλλωστε, παγκοσμίως έχει αλλάξει η νοοτροπία απέναντι στην τέχνη: “Δεν έρχονται οι άνθρωποι στην τέχνη; Φέρνουμε εμείς την τέχνη στους ανθρώπους”. Δεν είναι αποστασιοποιημένη, ούτε μονοπώλιο των ειδικών, ανοίγει διάλογο με τον κόσμο, δημιουργεί μια ενεργή κοινότητα και δίνει τροφή για σκέψη. Με μεγάλη χαρά βλέπω νέους ανθρώπους στο Καπνεργοστάσιο να βλέπουν δύο έργα και μετά να κάθονται στο καφέ ή άλλους να περπατούν ανάμεσα στα γλυπτά του Τάκη στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος ενώ έχουν πάει απλώς μια κυριακάτικη βόλτα.
Αυτό είναι το The Art Newspaper Greece, ένας διεθνής τίτλος που ανοίξαμε στην Ελλάδα για ένα νέο διάλογο μέσα από την τέχνη. Οργανώνουμε εκδηλώσεις, κάνουμε podcast, δίνουμε κίνητρο για να μεγαλώνει η ενεργή κοινότητα που μέσα από την τέχνη μιλά για όλα όσα μας απασχολούν. Όταν γύρισα από το Λονδίνο, ήμουν σύμβουλος τέχνης και επί δώδεκα χρόνια πολύ ενεργή σε αυτό τον τομέα. Eκανα κάποια projects με το Iδρυμα Μαμιδάκη, όπως τον εμπλουτισμό της συλλογής του αλλά και την εταιρική συλλογή του ξενοδοχείου στην Εκάλη, διάφορες συνέργειες με το Μουσείο Μπενάκη, όπως αναδρομικές εκθέσεις του Παύλου Σάμιου και άλλων καλλιτεχνών, συνεργάστηκα στην Art Athina με τη διευθύντριά της Μαρία Παναγίδου και πολλά ακόμη. Όλα τούτα με βοήθησαν να φτάσω σήμερα σε αυτό, στην ενασχόληση με την ανταλλαγή ιδεών μέσα από την τέχνη»