Ο χαρακτηρισμός «ρετρό» φέρνει στο μυαλό ασπρόμαυρες εικόνες της Μέριλιν και του Τζέιμς Ντιν, τα παιδιά των λουλουδιών και το Γούντστοκ, όχι φωτογραφίες της Μαράια Κάρεϊ, των Massive Attack και ρέιβ πάρτυ. Κι όμως, από την έναρξη της δεκαετίας του ’90 έχουν περάσει πάνω από τριάντα χρόνια και η αναβίωση της εποχής όπου κάποιοι ήμασταν παιδιά ή έφηβοι εντάσσεται κανονικότατα στην κατηγορία της νοσταλγίας ενός κόσμου που δεν υπάρχει πια. Ολες οι γενιές θυμούνται τα χρόνια πριν από την ενηλικίωση με τρυφερότητα και οι αναμνήσεις αυτές έχουν πάντα τις στρογγυλεμένες γωνίες και την απαλή απόχρωση της εξιδανίκευσης. Τα 90s για τους millennials (και εν μέρει τους Generation X) δεν αποτελούν εξαίρεση.
Σήμερα, που η ζωή χωρίς σύνδεση δεν είναι ζωή, όπου κι αν κοιτάξεις υπάρχουν αναφορές από τη δεκαετία που προανήγγειλε το τέλος μιας χιλιετίας και την αρχή ενός καινούριου, τελείως διαφορετικού κόσμου. Δεν είναι απλώς ζήτημα αναπόλησης και καθαρή νοσταλγία, καθώς δεν αφορά μόνο εκείνους που την έζησαν, αλλά και πολύ νεότερους, που έχουν δει στο Netflix όλα τα επεισόδια από τα «Φιλαράκια», έχουν μυηθεί στη μουσική που άκουγαν οι γονείς τους και σήμερα αγκαλιάζουν κι αυτοί την πολιτισμική βουτιά σε έναν προηγούμενο, απλούστερο κόσμο. Το κάναμε εμείς ακούγοντας τη μουσική των 60s των γονιών μας και φορώντας τις καμπάνες των 70s είκοσι χρόνια μετά από αυτούς, το κάνουν εκείνοι τώρα και το μοτίβο θα εξακολουθήσει όσο θα υπάρχει ποπ κουλτούρα, η οποία αγαπά να κάνει κύκλους ανά εικοσαετία. Η μουσική, η μόδα και η τηλεόραση κάνουν σαφές ότι η νοσταλγία των 90s δεν είναι απλώς αναβίωση της μιας σεζόν.
H Adele ζήτησε από το Spotify να μην μπορεί κανείς να ακούσει το άλμπουμ της, 30, σε όποια σειρά θέλει, θεωρώντας ότι τις παλιές καλές μέρες που δεν υπήρχε το shuffle οι ακροατές είχαν καλύτερη εμπειρία της μουσικής, και για να καταστήσει πιο σαφή την άποψή της για το ποια εποχή θεωρεί καλύτερη, διαθέτει το άλμπουμ και σε κασέτα στο site της (άσχετα αν δεν υπάρχουν πια κασετόφωνα), ενώ μπάντες σαν τους Smashing Pumpkins ανακοίνωσαν ότι επιστρέφουν στα live – οι Backstreet Boys είναι ήδη στο δρόμο. Στις πασαρέλες δεν είναι λίγα τα στοιχεία που οι σχεδιαστές δανείζονται από την εποχή των τετράγωνων παπουτσιών και της χαμηλοκάβαλης κόλασης και οι σημερινές 20άρες που συνδυάζουν κοντά μπουφάν, φαρδιά παντελόνια και chunky αρβύλες ενδεχομένως δεν ξέρουν ότι πρόκειται για το ακριβές αντίγραφο της στολής που φορούσαμε όταν ακόμα ο Κερτ Κομπέιν ζούσε. Οσο για την τηλεόραση, δεν χρειάζονται νέες παραγωγές που να αναβιώνουν τα 90s αφού υπάρχουν οι παλιές, σαν τα «Φιλαράκια» που είναι για τους σημερινούς 20άρηδες το ίδιο καλό safe space για να νιώσεις καλά όταν όλα πάνε κατά διαόλου, όπως ακριβώς και για όσους είχαν γεννηθεί όταν η σειρά ξεκίνησε.
Για όσους έζησαν στ’ αλήθεια τα 90s, η νοσταλγία για αυτά είναι ασφαλώς μια πιο βαθιά διαδικασία από την εμπειρία της ποπ κουλτούρας ή την εξιδανικευμένη εντύπωση μιας απλούστερης, άγνωστης εποχής. Οπως για όλες τις γενιές, τα χρόνια που καθόρισαν την ενηλικίωσή μας έχουν πάντα μια εξωραϊσμένη εκδοχή αλλά και μια ζεστή θέση στη μνήμη μας. Και οι ειδικοί συμφωνούν ότι σε διαστήματα δύσκολα, όλοι αναζητάμε καταφύγιο στην ανάμνηση μιας πιο απλής και ευτυχισμένης στιγμής – έτσι λειτουργεί η νοσταλγία και δεν είναι κακό, αρκεί να να αντιλαμβανόμαστε ότι πρόκειται για ανάμνηση και όχι για ταξίδι στο χρόνο. Επίσης πολλοί ερευνητές έχουν διαπιστώσει ότι η νοσταλγία μας παρηγορεί με την έννοια ότι μας επιτρέπει να νιώσουμε σύνδεση σε ένα κοινό παρελθόν, και τι είναι η αναβίωση αν όχι μια ταυτόχρονη ανάληψη από την κοινή μας βάση δεδομένων;
Τα 90s ίσως να ήταν η τελευταία δεκαετία όπου οι εμπειρίες ήταν τόσο κοινές. Ακούγαμε τους ίδιους σταθμούς, βλέπαμε τα ίδια κανάλια και η κοινωνική μας ζωή ήταν διά ζώσης. Επενδύαμε χρήμα στη μουσική που αγοράζαμε – ή άπειρο χρόνο αν την κατεβάζαμε από το Napster με το ρούτερ να στριγγλίζει 18 ώρες ανά τραγούδι αν δεν έπεφτε η σύνδεση, και γι’ αυτό σήμαινε τόσα πολλά. Μετά, όλοι άρχισαν να έχουν τη δική τους πρόσβαση και τον τρόπο να απολαμβάνουν την ψυχαγωγία τους, πράγμα καλό για το προσωπικό γούστο του καθενός, όχι και τόσο θετικό για την κοινή εμπειρία που θα προσπαθήσει να νοσταλγήσει η επόμενη γενιά όταν έρθει η δική της σειρά.
Τα 90s όμως δεν ήταν απλώς η δεκαετία που ακόμα μας ένωνε η κοινή εμπειρία και που μας έδωσε τους Nirvana. Ηταν μια δεκαετία τεράστιας ρήξης του παλιού από αυτό που ερχόταν, πολιτιστικά, κοινωνικά και πολιτικά, με βασικό όχημα την τεχνολογία και, φυσικά, το Ιντερνετ. Στις αρχές του ’90 τηλέφωνο στο αυτοκίνητο είχαν μόνο οι υπερπλούσιοι, στο τέλος της δεκαετίας όλοι ήταν στο πέμπτο τους Nokia ή Ericsson.
Μια καινούρια έκδοση, που έγινε αυτόματα best seller, το The Nineties: A Book, του Τσακ Κλόστερμαν που ως συγγραφέας, αρθρογράφος και ροκ κριτικός γνωρίζει καλά από ποπ κουλτούρα, καταγράφει με μοναδικό τρόπο αυτή τη δεκαετία που σηματοδότησε την απόσπαση του παρελθόντος από το μέλλον. Πολιτικά γεγονότα, όπως η αμερικανική απόπειρα ανάμειξης στις ρωσικές εκλογές και η άνοδος του Γιέλτσιν, καλλιτεχνικά, όπως η κυριαρχία της γκραντζ μουσικής και η εκτόπιση της ροκ, και κοινωνικά φαινόμενα, όπως η αποστροφή απέναντι στο «ξεπούλημα» και τον καταναλωτισμό, εμφανίζονται αποσπασματικά και χωρίς χρονολογική σειρά, ακριβώς όπως θυμόμαστε όλοι μια κάπως θολή δεκαετία που κανένας χρόνος δεν ήταν σαν τον προηγούμενο.
Ο Κλόστερμαν καταγράφει χωρίς να νοσταλγεί και χωρίς προσωπικές πινελιές, αλλά για όσους διαβάζουν το βιβλίο του αυτό δεν σημαίνει ότι στις σελίδες του δεν ταξιδεύουν στο δικό τους παρελθόν. Μια από τις πολύ εύστοχες παρατηρήσεις του, ότι στα 90s το να προσπαθήσεις να κάνεις τους άλλους να πουν ότι τους αρέσει αυτό που έκανες ήταν η υπέρτατη ντροπή, έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με την σημερινή κουλτούρα των likes και της ανερυθρίαστης αυτοπροβολής, και γράφοντας ότι τότε ήταν αυτονόητο ότι μπορούσες να μην έχεις γνώμη για όλα κι αν είχες, δεν ήταν απαραίτητο να την μάθουν άπαντες, περιγράφει με λίγες λέξεις ότι πρόκειται για έναν τελείως διαφορετικό κόσμο από αυτόν που ζούμε τώρα. Eναν κόσμο που είχες εσωτερική ζωή. Σύμφωνα με τον Κόστερμαν, τα 90s ξεκίνησαν το ’91, όταν κυκλοφόρησε το Nevermind των Nirvana και έληξαν με τους Δίδυμους Πύργους, δέκα χρόνια μετά. Συμβολικά, ίσως να μην έχει άδικο για την τελευταία δεκαετία που σύμφωνα με τον συγγραφέα, είχε υφή και ταυτότητα.
Τα 90s ήταν η φανταστική γραμμή του παλιού κόσμου με τον καινούριο, του πριν το Ιντερνετ και του μετά, όταν η τεχνολογία έγινε αναπόσπαστο μέρος της ύπαρξής μας, με όλο το στρες που φυσικά εμπεριέχει η ριζική αλλαγή, και που σήμερα μάλλον κανείς μας δεν (θέλει να) θυμάται. Και να προσπαθήσεις, είναι δύσκολο να μη… ρομαντικοποιήσεις μια δεκαετία που άλλαξε τον κόσμο. Ιδίως όταν, παραδόξως, όλη η νοσταλγία γύρω από αυτήν τροφοδοτείται ασταμάτητα από το Tik Tok, το Instagram, το Netflix και όλη την τεχνολογία από την οποία υποτίθεται ότι προσπαθούμε να ξεφύγουμε κοιτάζοντας πίσω.