Μεγάλο αστέρι της όπερας διεθνώς, η Αυστραλέζα Τζέσικα Πραττ είναι έτοιμη να καταπλήξει και το αθηναϊκό κοινό με τις φωνητικές της ακροβασίες στις άριες της «Λουτσία ντι Λαμμερμούρ» του Γκαετάνο Ντονιτσέττι στο ανέβασμα που υπογράφει η Κέιτι Μίτσελ σε μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού, μία συμπαραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου. Το Marie Claire είχε τη χαρά μίας αποκλειστικής κουβέντας με τη σοπράνο, ενώ εκείνη βρισκόταν στην Ιταλία, χώρα που έχει γίνει το σπίτι της τα τελευταία χρόνια.

Η φωνή της Τζέσικα Πρατ στο τηλέφωνο είναι γεμάτη ζεστασιά και συγκίνηση. Η σπουδαία ερμηνεύτρια της όπερας έχασε λίγες ημέρες πριν τον πολυαγαπημένο της πατέρα, τον άνθρωπο που θυσίασε την καριέρα του για την οικογένειά του, αλλά που δεν επέτρεψε στην κόρη του να θυσιάσει το χάρισμά της μόνο και μόνο επειδή η ζωή ενός λυρικού καλλιτέχνη είναι δύσκολη. Αντιθέτως, αναγνωρίζοντας το σπουδαίο ταλέντο της, τη στήριξε σε όλη της την πορεία ώστε να φτάσει στο σημείο που είναι σήμερα, στην κορυφή του κόσμου της όπερας. «Είναι η πρώτη φορά που θα τραγουδήσω στην Ελλάδα. Είχα έρθει πριν από χρόνια να δω μια φίλη που τραγουδούσε στην όπερα “Η Αριάδνη στη Νάξο”. Αλλά αυτή τη φορά τραγουδώ εγώ. Έρχομαι μαζί με τη μητέρα μου. Ανυπομονούμε να βρεθούμε στην Αθήνα», μου λέει η υψίφωνος, που περνά τους περισσότερους μήνες του χρόνου κυριολεκτικά με μια βαλίτσα στο χέρι.
Γεννηθήκατε στη Βρετανία, αλλά μεγαλώσατε στην Αυστραλία. Πού νιώθετε ότι είναι το σπίτι σας;
Στην Πιέτρα, στη Φλωρεντία. Νιώθω σπίτι μου την Ευρώπη γενικά, και ειδικότερα την Ιταλία. Νομίζω ότι σπίτι είναι ο (σ.σ.: Ιταλός) σύζυγός μου. Φυσικά, ταξιδεύει πολύ συχνά μαζί μου. Η αλήθεια είναι ότι κάπως έτσι ήταν η ζωή μου από τότε που ήμουν παιδί. Μετακομίσαμε από την Αγγλία στην Αυστραλία κι εκεί μετακομίζαμε σε διάφορες πόλεις, πήγα σε πέντε διαφορετικά σχολεία. Πάντα ζούσα μια ζωή συνεχώς σε κίνηση. Τώρα, όμως, ζω στο ίδιο σπίτι εδώ και δέκα χρόνια – κάτι πρωτόγνωρο για μένα. Νιώθω ότι εδώ βρίσκομαι στο σπίτι μου. Σπίτι είναι εκεί όπου έχω φυτέψει δέντρα και τα είδα να μεγαλώνουν, εκεί όπου βρίσκονται οι τέσσερις γάτες και τα τρία σκυλιά μας. Σπίτι είναι εκεί όπου έχω μια αίσθηση ηρεμίας.
Πώς θα ήταν μια γυναίκα που δεν υποτάσσεται στη θέληση των ανδρών; Την απάντηση δίνει το λιμπρέτο της Λουτσία ντι Λαμμερμούρ: μια ανισόρροπη γυναίκα που φτάνει ακόμη και στο φόνο.
Θεωρείτε τον εαυτό σας «πολιτιστικό νομάδα»;
Υποθέτω πως ναι. Ταξιδεύω συνεχώς, 11 μήνες τον χρόνο. Κάποιες φορές λείπω από το σπίτι πέντε συνεχόμενους μήνες, επιστρέφω για δύο ημέρες, μετά φεύγω ξανά για τρεις μήνες και μετά επιστρέφω για μία ημέρα. Ουσιαστικά, έχω μόνο έναν μήνα ελεύθερο τον χρόνο. Κι έτσι, όταν με ρωτάνε «πού θα πας διακοπές;», η απάντησή μου είναι «θα πάω σπίτι». Για μένα, το σπίτι είναι κάπου όπου βρίσκομαι μέσα στη φύση. Είναι το αντίθετο από τη δουλειά μου. Γιατί, βλέπετε, εργάζομαι σε όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα, σε μεγαλουπόλεις του κόσμου, και μετά γυρίζω σπίτι και κάθομαι στον κήπο μου περιτριγυρισμένη από δέντρα. Έχουμε ελιές και μου αρέσει να φτιάχνω το δικό μας ελαιόλαδο! Ο άνδρας μου με κοροϊδεύει, γιατί το πρώτο πράγμα που κάνω όταν επιστρέφω σπίτι είναι να πάω στο σούπερ μάρκετ. Λατρεύω τα ιταλικά σούπερ μάρκετ.
Μία ντίβα στο σούπερ μάρκετ, δελεαστικός τίτλος για τη συνέντευξή μας.
Έχετε το θαυμασμό χιλιάδων ανθρώπων, κοινού και καλλιτεχνών, σε ολόκληρο τον κόσμο. Εσείς ποιον θαυμάζετε;
Θα έλεγα τον πατέρα μου, γιατί ήταν τενόρος και με δίδασκε σε όλη μου τη ζωή. Μέχρι και σήμερα με διδάσκει, κι ας τον έχασα πρόσφατα. Ήταν πολύ δυνατός και αποφασιστικός άνθρωπος, εργατικός, αισιόδοξος. Επέμενε ότι δεν έπρεπε να έχω εναλλακτική καριέρα. Επειδή εκείνος είχε μια εναλλακτική καριέρα, τη διδασκαλία της μουσικής, που τον οδήγησε να εγκαταλείψει το τραγούδι. Βλέπετε, η μητέρα μου ήταν έγκυος σε μένα και εκείνος ένιωσε ότι αυτή ήταν η πιο ασφαλής επιλογή για έναν άνθρωπο με παιδιά. Καθώς μεγάλωνα, δεν έπαψε να επιμένει ότι εγώ δεν έπρεπε να κάνω το ίδιο. Όταν ξεκίνησα να σπουδάζω Ψυχολογία, μου είπε: «Όχι, δεν μπορείς να έχεις εναλλακτικό πλάνο. Γιατί αν έχεις εναλλακτική, αυτή η δουλειά είναι τόσο δύσκολη, που θα σε αναγκάσει να επιλέξεις την εναλλακτική. Πρέπει να δώσεις το 100% του εαυτού σου, όλη σου την ενέργεια. Αν αποτύχεις, πήγαινε να κάνεις μια άλλη καριέρα. Αλλά μην προγραμματίζεις την αποτυχία». Και άλλοι άνθρωποι με επηρέασαν στην πορεία, με δίδαξαν. Η Λέλα Κάμπερλι, μια εξαιρετική κολορατούρα σοπράνο, που είναι σαν δεύτερη μητέρα για μένα, η Μαριέλα Ντεβία, μια άλλη σοπράνο κολορατούρα που θαυμάζω πάρα πολύ, και η Ρενάτα Σκόττο, μία σπουδαία δασκάλα.

Η Λουτσία ντι Λαμμερμούρ ήταν το ντεμπούτο σας στην όπερα το 2007. Πώς προσεγγίζετε ξανά έναν τόσο σημαντικό ρόλο;
Είναι σαν να επιστρέφω σε κάτι πολύ δικό μου, οικείο. Είναι η όπερα που τραγουδάω πιο συχνά. Ερμηνεύω τον ρόλο της Λουτσία δύο ή τρεις φορές κάθε χρόνο εδώ και σχεδόν 20 χρόνια. Αυτή τη σεζόν έχω τρεις παραστάσεις ως Λουτσία: στην Μπολόνια, στην ΕΛΣ στην Αθήνα και την Τεργέστη. Κάθε φορά είναι διαφορετική, γιατί υπάρχει πάντα άλλο καστ, ο μαέστρος μπορεί να επιλέξει διαφορετικές στιγμές για να κάνει παύση και βέβαια όλα εξαρτώνται από τον τρόπο που ο σκηνοθέτης θέλει να παρουσιάσει το έργο. Κάθε φορά προσπαθώ να καθαρίσω την παρτιτούρα από το προηγούμενο ανέβασμα, να την επαναφέρω στα βασικά και μετά να μπω στο έργο με ανοιχτό μυαλό.
Τι έχει περισσότερο ενδιαφέρον, να υποδύεστε έναν βασανισμένο χαρακτήρα, ή έναν ξέγνοιαστο, μια ρομαντική ηρωίδα με καλό τέλος;
Είναι πιο περίπλοκο να γίνει σωστά μια κωμωδία. Η τραγωδία είναι σχετικά απλή, αλλά η κωμωδία μπορεί να είναι πολύ δύσκολη, γιατί μπορεί να κολλήσεις στην επιθυμία να κάνεις το κοινό να γελάσει και να χάσεις το ρυθμό. Ο δραματικός ρόλος σε αρπάζει. Όταν ξεκίνησα να ερμηνεύω τη Λουτσία, είχα κάθε φορά φριχτούς πόνους, κράμπες στο στομάχι τη στιγμή που την αναγκάζουν να παντρευτεί έναν άνδρα που δεν θέλει. Την πρώτη βραδιά που συνέβη, σκέφτηκα ότι θα λιποθυμήσω. Το σώμα μου ήταν σφιγμένο από την ένταση των συναισθημάτων. Μου πήρε τρεις ή τέσσερις παραγωγές για να φτάσω σε αυτό το σημείο χωρίς να νιώθω πόνο. Είναι ένας πολύ απαιτητικός ρόλος σωματικά και συναισθηματικά. Όταν ερμηνεύω τη Λουτσία, την επόμενη μέρα είμαι εξαντλημένη. Ένας κωμικός ρόλος είναι εντελώς διαφορετικός – την επομένη της παράστασης νιώθω υπέροχα.

Είναι η Λουτσία μια άλλη Ιουλιέτα;
Μα, βέβαια. Δύο εραστές από οικογένειες που είναι θανάσιμοι εχθροί, δύο άνθρωποι που δεν θα έπρεπε ποτέ να αγαπηθούν, συναντιούνται και ερωτεύονται. Το άλλο συναρπαστικό με τη Λουτσία είναι ότι η δύναμή της είναι αυτή που την καταστρέφει. Ζει σε μια πατριαρχική κοινωνία, δεν έχει κανέναν έλεγχο της ζωής της, αλλά είναι ανεξάρτητο πνεύμα, θέλει να έχει τον έλεγχο, να αποφασίσει η ίδια ποιον θα παντρευτεί. Η Λουτσία δεν μπορεί να λυγίσει στην πίεση του αδελφού της και να παντρευτεί τον Αρτούρο. Δεν το αντέχει. Και είναι ένας από τους πρώτους χαρακτήρες της όπερας που διαφοροποιείται από το κλισέ που θέλει τις γυναίκες ηρωίδες να χάνουν το μυαλό τους όταν χάνουν τον άνδρα που αγαπούν, για να συνέλθουν μόλις εκείνος επιστρέψει. Αυτοί ήταν πολύ δημοφιλείς χαρακτήρες στις δεκαετίες του 1830 και του 1840. Αδύναμες γυναίκες που έχαναν τα λογικά τους για να τα ξαναβρούν στο τέλος της παράστασης, μόλις ο εραστής τους κάνει ξανά την εμφάνισή του: η Νίνα στη «Nina, o sia La Pazza per amore», η Eλβίρα στους «Πουριτανούς», η Αμίνα στην «Υπνοβάτιδα». Αντιθέτως, η Λουτσία τρελαίνεται χωρίς επιστροφή. Είναι η πρώτη ηρωίδα όπερας που ξεφεύγει από το καλούπι που θέλει τις γυναίκες να μην επιβιώνουν αν δεν βρίσκονται υπό τον έλεγχο των ανδρών. Κι αυτό συμβαίνει σε μια χρονική στιγμή που ανθεί το κίνημα των σουφραζετών και οι γυναίκες ζητούν την ανεξαρτησία τους, να πάρουν τον έλεγχο της ζωής τους στην κοινωνία. Νομίζω ότι με αυτή την αφορμή οι καλλιτέχνες άρχισαν να αναρωτιούνται πώς θα ήταν μια γυναίκα που δεν υποτάσσεται στη θέληση των ανδρών. Και η απάντηση, από έναν άνδρα που υπογράφει το λιμπρέτο μιας όπερας που συνθέτει ένας άνδρας, είναι μια ανισόρροπη γυναίκα που φτάνει ακόμη και στο φόνο.
Για μένα, σπίτι σημαίνει να βρίσκομαι στη φύση… Γυρίζω στο σπίτι μετά από τις περιοδείες, και απλώς κάθομαι στον κήπο μου περιτριγυρισμένη από δέντρα. Έχουμε ελιές και μου αρέσει να φτιάχνω το δικό μας ελαιόλαδο!
Ελάχιστες ηρωίδες όπερας γίνονται φόνισσες (Μήδεια, Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ). Είναι επικίνδυνες οι δυναμικές γυναίκες στον οπερατικό κόσμο;
Ακριβώς. Μια ανυπάκουη γυναίκα θα είναι πάντα επικίνδυνη για τους άνδρες. Κάπως έτσι η Λουτσία, από το πάθος της για ανεξαρτησία, γίνεται η κακιά της υπόθεσης.
Η σκηνή της τρέλας στη Λουτσία ντι Λαμερμούρ θεωρείται από τις πιο δύσκολες. Σας συναρπάζει και σας φοβίζει;
Όχι, δεν με φοβίζει καθόλου. Την αγαπώ αυτή τη σκηνή. Αν κάτι με φοβίζει, αυτό είναι οι ευκολίες. Όταν κάτι είναι πολύπλοκο, βάζω το μυαλό μου να δουλέψει, συγκεντρώνομαι. Ερμηνεύω πολλά χρόνια αυτό το ρόλο. Η Λουτσία απαιτεί μεγάλη προετοιμασία, προσοχή στην τεχνική. Έπειτα, απαιτεί νοητική διεργασία και ένταξη της ερμηνείας στο εκάστοτε σκηνικό ανέβασμα. Για μένα, έχει τεράστια σημασία να είμαι αυθεντική πάνω στη σκηνή, να είμαι όσο περισσότερο αληθινή και παρούσα γίνεται. Η Λουτσία δεν είναι η καρικατούρα μιας τρελής γυναίκας· όσα βλέπει στη σκηνή της τρέλας, είναι στο δικό της μυαλό πέρα για πέρα αληθινά.
Η Jessica Pratt ερμηνεύει τη Λουτσία στις παραστάσεις στις 6 και 8 Απριλίου 2025. Τις υπόλοιπες ημέρες (10, 12, 23, 27, 29/4 & 4, 11/5) τη Λουτσία ερμηνεύει η Βασιλική Καραγιάννη.
Ενρίκο ο Διονύσης Σούρμπης. Εντγκάρντο ο Ισμαέλ Τζόρντι (6, 8, 10/4) και ο Γιάννης Χριστόπουλος (12, 23, 27, 29/4 & 4, 11/5). Αρτούρο ο Γιάννης Καλύβας.
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο τεύχος 429, Απρίλιος 2025.