Mπορεί το Λονδίνο στο οποίο μετακόμισε πρόσφατα -για να αναλάβει τη θέση της επιστημονικής συμβούλου σε εταιρεία ψηφιακής υγείας- να της είναι γνώριμο, αφού ζούσε και στο παρελθόν εκεί για μία τετραετία, αλλά το όνειρό της είναι να επιστρέψει μόνιμα στην Ελλάδα και στους κοντινούς ανθρώπους της. Αλλωστε είναι αυτό που επιδιώκει και τώρα, τουλάχιστον μία φορά το μήνα, για να βρίσκεται κοντά στην οικογένεια και τους φίλους της.
Μετά τις σπουδές Βιολογίας στο Imperial College και την πρακτική της στο Iδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ), το μεταπτυχιακό στη Βιοϊατρική Ερευνα, με υποτροφία ξανά στο ίδιο πανεπιστήμιο του Λονδίνου και το διδακτορικό της στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας (ΙΜΒΒ) του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Ερευνας (ΙΤΕ) στην Ιατρική του Πανεπιστημίου Κρήτης, η Μαργαρίτα Παπανδρέου, κόρη του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου και της Αντας Παπανδρέου, χάραξε τη δική της επαγγελματική πορεία ως ερευνήτρια, με πρόσφατο επιτυχημένο εγχείρημα την ανακάλυψη ενός νέου μοριακού μηχανισμού που ρυθμίζει τη γήρανση και την αναπαραγωγή.
Η ομάδα του βραβευμένου βιολόγου Νεκτάριου Ταβερναράκη, μέλος της οποίας υπήρξε και η ίδια, έχει πολλές παγκόσμιες πρωτιές στο ερευνητικό πεδίο, ανταγωνίζεται τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά επιστημονικά κέντρα και άλλαξε τα δεδομένα στον τομέα της επιστήμης για τη χώρα μας διεθνώς.
Αφήνοντας πίσω την ακαδημαϊκή καριέρα, η Μαργαρίτα Παπανδρέου κάνει νέα σχέδια – πάντα στον τομέα της επιστήμης της. Και μπορεί η πολιτική να είναι πολύ μακριά από εκείνη, όμως δεν παύω να διακρίνω στο βλέμμα της όσο συζητάμε πως η άποψή της γι’ αυτήν σαν να μετατοπίζεται μια ιδέα όταν περιγράφει ιστορίες με τον πατέρα της από τη διαδρομή του στα κοινά.
Με τι έχει να κάνει η τελευταία έρευνα με την οποία ασχοληθήκατε; Εξακολουθούν να γίνονται ανάλογες έρευνες;
Τώρα έχω φύγει από τον ακαδημαϊκό χώρο, οπότε δεν ασχολούμαι με τη βασική έρευνα, αλλά οι συγκεκριμένες έρευνες σίγουρα συνεχίζονται και γενικότερα δεν σταματάνε ποτέ. Αυτό που ανακαλύψαμε στο Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας (ΙΤΕ) είναι ένας φυσιολογικός μηχανισμός ο οποίος ανακυκλώνει και κατ’ επέκταση αναζωογονεί συστατικά του πυρήνα των κυττάρων μας. Οταν αυτός ο μηχανισμός δεν λειτουργεί σωστά, γερνάμε πρόωρα, δημιουργείται υπογονιμότητα και είδαμε -σε πειραματικό στάδιο βέβαια (σε ποντίκια)- ότι προκαλείται και καρκίνος των ωοθηκών.
Θα μπορούσαμε με κάποιον τρόπο δηλαδή να κρατάμε αυτόν το μηχανισμό ενεργό;
Θα μπορούσαμε, ναι. Δεν κάναμε το συγκεκριμένο πείραμα, αλλά θα έλεγα ότι είναι το επόμενο βήμα που θα έπρεπε να δοκιμαστεί. Δηλαδή να δούμε αν ενεργοποιώντας το μηχανισμό ή αυξάνοντας τη λειτουργία του θα μειώσουμε τον ρυθμό της γήρανσης αλλά και την υπογονιμότητα/στειρότητα.
Θα πρόκειται όντως για ιατρική επανάσταση. Θα μπορούσαμε να συζητάμε για την αύξηση του προσδόκιμου ζωής;
Τα κύτταρά μας έχουν πολλούς μηχανισμούς, οι οποίοι λειτουργούν παράλληλα, ταυτόχρονα και συμπληρωματικά. Αν λείπει ένας, λειτουργεί κάποιος άλλος και έρχεται η ισορροπία. Οπότε δεν μιλάμε μόνο για έναν μηχανισμό που ρυθμίζει τη γήρανση, αλλά για πολλούς που λειτουργούν παράλληλα.
Εχουμε δει να γίνονται πολλά βήματα στον τομέα της Ιατρικής. Θα δούμε σύντομα κάτι ακόμη πιο επαναστατικό;
Ναι, νομίζω ότι θα δούμε στις ασθένειες που είναι άμεσα συνδεδεμένες με τον τομέα της γήρανσης, όπως είναι οι νευροεκφυλιστικές. Για παράδειγμα, η νόσος Parkinson, η νόσος Alzheimer. Εχουν επικεντρωθεί και πολύ μεγάλες εταιρείες στις έρευνες, όπως είναι η Google, οπότε θα δούμε να γίνονται σιγά-σιγά σπουδαίες ανακαλύψεις. Δεν πιστεύω, όμως, ότι θα καταφέρουμε να «γυρίσουμε το ρολόι» και να γίνουμε πιο νέοι. Το προσδόκιμο ζωής θα αυξηθεί, αλλά το θέμα είναι να έχουμε και την ανάλογη ποιότητα ζωής. Αν είναι να φτάνουμε τα 120 έτη και από τα 90 να μην είμαστε λειτουργικοί κι ευτυχισμένοι, δεν έχει νόημα.
Πώς είναι η ζωή μιας βιολόγου ερευνήτριας και τι επιδιώκει το ΙΤΕ;
Η εργασία του βιολόγου γενικά είναι πειραματική στο επίπεδο του μεταπτυχιακού, του διαδακτορικού και του μεταδιδακτορικού, οπότε πρέπει να είμαι παρούσα στο εργαστήριο. Η πιο δύσκολη διαδικασία συνήθως είναι το διδακτορικό. Η δική μου έρευνα έληξε παραγωγικά και με σημαντικά αποτελέσματα, αλλά τις περισσότερες φορές η έρευνα δεν σου δίνει την ηθική ικανοποίηση γιατί τα πειράματα αποτυγχάνουν. Η Κρήτη βοήθησε πολύ σε αυτή τη δύσκολη διαδικασία. Το ΙΤΕ είναι το μεγαλύτερο ερευνητικό κέντρο στην Ελλάδα, υπάρχουν πολλά τμήματα, όπως Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας (ΙΜΒΒ) που ήμουν και εγώ, Πληροφορικής, Ηλεκτρονικής Δομής και Λέιζερ.
Στο τμήμα της ΙΜΒΒ γίνεται ως επί το πλείστον βασική και όχι εφαρμοσμένη έρευνα, που σημαίνει ότι προσπαθούμε να ανακαλύψουμε και στη συνέχεια να κατανοήσουμε τους φυσιολογικούς μηχανισμούς με τους οποίους λειτουργούν τα κύτταρά μας, το σώμα μας. Επειτα αυτή η έρευνα μπορεί να αξιοποιηθεί στη φαρμακοβιομηχανία. Γίνονται πάρα πολλές έρευνες παράλληλα και λίγες είναι αυτές που καταλήγουν να γίνουν κλινικές μελέτες στη φαρμακοβιομηχανία και ακόμα πιο λίγες θα καταλήξουν στην αγορά ως φάρμακα. Πολλές φορές δεν υπάρχει ο μηχανισμός για να συνδεθεί η βασική έρευνα/τα ερευνητικά κέντρα με τη φαρμακοβιομηχανία και την αγορά ώστε να προκύψει ένα φάρμακο. Αυτό το πρόβλημα συμβαίνει παγκοσμίως, αλλά στην Ελλάδα είναι ακόμη πιο έντονο αυτό το κενό, παρόλο που υπάρχουν πολύ καλοί επιστήμονες στη χώρα μας. Υπάρχει βελτίωση, αλλά με αργούς ρυθμούς.
Από πού προήλθε η κλίση στη συγκεκριμένη επιστήμη;
Στο σχολείο διάβαζα πολύ και ήμουν καλή σε όλα τα μαθήματα, δεν είχα κάποια κλίση. Μου άρεσαν λίγο περισσότερο οι θετικές επιστήμες και μπορώ να πω πως στο Λύκειο είχα έναν καθηγητή, τον Αλέκο Αλεβίζο, που με επηρέασε αρκετά. Ο μόνος από την οικογένεια που ήταν επιστήμονας στις βιοϊατρικές επιστήμες ήταν ο προπάππος μου, που ήταν παιδίατρος από την πλευρά της μητέρας μου. Εγώ ασχολήθηκα με τη Βιολογία και αυτό που μου άρεσε πολύ, ήταν η δυνατότητα να πειραματίζεσαι, να μπορείς να ανακαλύπτεις συνέχεια καινούρια πράγματα, να αναλύεις και να μη σταματάς να σκέφτεσαι, να κατανοείς πώς λειτουργεί ο ανθρώπινος οργανισμός.
Με τι ασχολείσαι στη νέα σου θέση στο Λονδίνο;
Εργάζομαι σε μια εταιρεία ψηφιακής υγείας η οποία κάνει πολλά πρωτοποριακά πράγματα. Συνδέει στην ουσία τούς ασθενείς με τα νοσοκομεία και μπορεί και μετράει συγκεκριμένους δείκτες υγείας, τους λεγόμενους βιοδείκτες. Προσπαθούμε να βρίσκουμε νέους δείκτες μέσα από αλγορίθμους που αναπτύσσουμε μέσω Τεχνητής Νοημοσύνης (AI) ώστε να μπορούμε να προλαμβάνουμε την κακή εξέλιξη της πορείας ασθενών κυρίως σε καρδιαγγειακές, μυοσκελετικές και μεταβολικές διαταραχές. Για παράδειγμα, να υπάρχουν δείκτες που προλαμβάνουν μια καρδιακή προσβολή. Υπάρχουν αλγόριθμοι που δείχνουν πότε ξεπερνάμε τα όρια και πρέπει να πάμε στο νοσοκομείο επειδή κινδυνεύουμε.
Χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος αυτή κατά τη διάρκεια της πανδημίας, στο Εθνικό Σύστημα Υγείας της Αγγλίας, καθώς απαγορευόταν η επίσκεψη στο νοσοκομείο. Παρακολουθούσαν τους δείκτες τους, συγκεκριμένα για την καρδιά, κι αν υπήρχαν κλινικά σημαντικές αλλαγές είχαν προτεραιότητα στη λίστα χειρουργείων ή έμπαιναν στη ΜΕΘ. Αυτό εφαρμόζεται για απλούς δείκτες και γίνεται έρευνα για πολύπλοκους δείκτες, που θα είναι συνδυαστικοί και για διάφορες άλλες ασθένειες.
Είναι καλύτερο το βρετανικό σύστημα υγείας;
Δεν γνωρίζω. Εγώ πάντως για ιατρικά θέματα έρχομαι στην Ελλάδα. Το εμπιστεύομαι το σύστημά μας.
Τι σου λείπει από τη ζωή στην Κρήτη;
Από τότε που έφυγα από το Ηράκλειο το έχω επισκεφθεί ήδη μία φορά. Αν και είναι σχετικά μικρό το διάστημα από τότε που μετακόμισα, μου λείπουν πολύ ο καιρός, το φαγητό και το να βλέπεις βουνό και θάλασσα κάθε μέρα. Κυρίως η ζεστασιά των ανθρώπων της.
Πώς χαλαρώνεις;
Ακούω πολλή μουσική! Φτιάχνω τις δικές μου λίστες και ακούω αρκετά ραδιόφωνο. Επίσης μου αρέσει αρκετά η γυμναστική και κυρίως το τρέξιμο. Οπου κι αν βρίσκομαι, τρέχω. Στα πάρκα του Λονδίνου, στα νησιά που μπορεί να βρεθώ για τις διακοπές μου, στην καθημερινότητά μου. Δοκιμάζω όλων των ειδών τις γυμναστικές. Είτε εργάζομαι είτε όχι, είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου. Μ’ αρέσει να δοκιμάζω και διάφορες κουζίνες όμως ή να απολαμβάνω ένα ποτήρι κρασί με καλή παρέα, κατά προτίμηση ελληνικό – έχουμε πολλά διαφορετικά και ποιοτικά κρασιά.
Με τον αδελφό σου ξεφύγατε από την οικογενειακή πολιτική παράδοση. Μεγαλώνοντας σε ένα τέτοιο περιβάλλον δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό σου να ασχοληθείς κι εσύ με την πολιτική;
Νομίζω πως σοβαρά δεν πέρασε ποτέ. Εχω ξαναπεί ότι έχω ζήσει την καλή αλλά και την αρνητική πλευρά της πολιτικής και θεωρώ ότι θυσιάζεις μεγάλο μέρος του προσωπικού σου χώρου, της προσωπικής ζωής και της ψυχικής σου υγείας, αν θες να είσαι έντιμος και προσηλωμένος σε αυτό που κάνεις. Σίγουρα έχει πολύ ενδιαφέρον να ασχολείσαι με τα κοινά, αλλά ζώντας αυτό το κομμάτι από μικρή σε διάφορες εκφάνσεις, το απέφυγα.
Ποια είναι η αρνητική πλευρά; Φαντάζομαι αναφέρεσαι και στον χρόνο που περνούσες με τον πατέρα σου.
Ναι, μπορεί να ήμουν τυχερή που πήγαινα κάποια ταξίδια μαζί του, αλλά γενικά τον έβλεπα πολύ λιγότερο απ’ όσο ήθελα. Επίσης κάποιες προεκλογικές εκστρατείες ήταν μεν ενδιαφέρουσες αλλά πολύ έντονες εμπειρίες για εμένα. Το σπίτι ήταν πάντα γεμάτο από κόσμο, ταξιδεύαμε συνέχεια, ακούγαμε διάφορες κριτικές… Δημιουργούσε φοβερό στρες όλο αυτό. Εζησα και πολλές εκστρατείες, γεννήθηκα σε εκλογές άλλωστε.
Η θετική πλευρά ποια μπορεί να είναι;
Νομίζω όπως οποιασδήποτε εργασίας. Να νιώθεις ότι προσφέρεις και ότι κάνεις κάτι παραγωγικό το οποίο θα μείνει.
Η μοναδική φορά που είδαμε να εμπλέκεσαι -ας πούμε- με την πολιτική ήταν το 2020, όταν συμμετείχες σε διαδικτυακή εκδήλωση που διοργανώθηκε από μέλη του ΚΙΝ.ΑΛ. με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών και μίλησες για την ανισότητα των φύλων στους χώρους της ανώτατης εκπαίδευσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σε τι αναφέρθηκες συγκεκριμένα και ποια είναι η προσωπική σου εμπειρία;
Ενα κομμάτι που θυμάμαι ότι είχα αναπτύξει και που έχω δει κι εγώ να γίνεται στον τομέα μου έχει να κάνει με τις χρηματοδοτήσεις στις έρευνες. Εχει φανεί ότι υπάρχει μια υποσυνείδητη προκατάληψη ως προς τις γυναίκες ερευνήτριες στις αξιολογήσεις επιχορηγήσεων όταν φαίνεται το όνομα του ερευνητή και κατ’ επέκταση το φύλο, σε αντίθεση με το όταν η αξιολόγηση είναι «τυφλή».
Γενικότερα έχεις βιώσει άλλες έμφυλες ανισότητες;
Τα επαγγέλματα που προκύπτουν από τις θετικές επιστήμες γενικά είναι ανδροκρατούμενα, αλλά η Βιολογία και η Ιατρική όχι τόσο. Υπάρχει ισορροπία θα έλεγα, αν και στις υψηλόβαθμες θέσεις πάλι είναι ανδροκρατούμενες.
Μέχρι πρότινος σε διάφορες ιατρικές μελέτες οι επιστήμονες έπαιρναν ως δεδομένο το αρσενικό φύλο και καταλήγαμε να εκπροσωπούν την ανθρωπότητα μόνο άνδρες. Σήμερα πώς είναι τα πράγματα;
Δεν το έχω συναντήσει αυτό σε μεγάλο βαθμό, βλέπω μια ισορροπία φύλων στις έρευνες. Υπάρχει όμως μια δυσκολία σχετικά με τις γυναίκες που έχει να κάνει με τις ορμόνες, όπως γίνεται και με τα ποντίκια αντίστοιχα, με τα οποία δουλεύαμε τη δική μας έρευνα. Εμείς δουλεύαμε μόνο με αρσενικά, μέχρι που μελετήσαμε και τον καρκίνο των ωοθηκών ή θέματα αναπαραγωγής. Οταν υπάρχουν επιπλέον μεταβλητές γίνεται ξεχωριστή πειραματική έρευνα.
Είσαι αρκετά «οχυρωμένη» στα θέματα ισότητας φαντάζομαι από τη γιαγιά σου Μαργαρίτα, που είχε έντονη φεμινιστική δράση και συνέβαλε στην αλλαγή του οικογενειακού δικαίου. Σου μιλούσε για τις αξίες και τις αρχές της;
Πάντα στα οικογενειακά τραπέζια, τα Χριστούγεννα, την Ημέρα των Ευχαριστιών, που είναι και η αγαπημένη της, ή παλαιότερα στις κοινές οικογενειακές διακοπές, οι συζητήσεις μας ήταν κοινωνικοπολιτικές. Την είχα ρωτήσει πρόσφατα με αφορμή το κίνημα #MeToo για τα δεδομένα στα προηγούμενα χρόνια. Μου είπε πως αυτές που αντιστέκονταν στην απελευθέρωση της γυναίκας περισσότερο ήταν οι μεγαλύτερες γυναίκες. Ηταν πολύ συντηρητικές, ένιωθαν πιο ασφαλείς με το γνώριμο, δεν ξέρω… Σε όποιες αλλαγές προσπαθούσε να φέρει, ένιωθε ότι οι ίδιες οι γυναίκες έβαζαν εμπόδιο στον εαυτό τους. Η ίδια μου λέει πάντα πως οι γυναίκες πρέπει να αλληλοστηριζόμαστε.
Σε συμβουλεύει ακόμη;
Ναι, με ρωτάει πάντα για τη δουλειά και την ενδιαφέρει να μαθαίνει αν είμαι χαρούμενη.
Το #MeToo έκλεισε πέντε χρόνια και στην Ελλάδα δύο. Πιστεύεις ότι έχουμε καταφέρει κάτι ουσιαστικό;
Σίγουρα έχουμε καταφέρει πράγματα. Το να μπορεί μια γυναίκα να μιλήσει για την ψυχολογική ή τη σωματική βία που έχει βιώσει και να μην ντρέπεται ή να μη νιώθει υπεύθυνη γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό.
Στην Ελλάδα επικρατεί η πατριαρχική κουλτούρα. Πιστεύεις ότι μπορεί να μεταφέρεται και στους εργασιακούς χώρους;
Πιστεύω ότι είμαστε σε διαδικασία αλλαγής. Και στο κομμάτι της καριέρας. Οι γυναίκες κυνηγούν πια τα όνειρά τους σε επίπεδο εργασίας αλλά και προσωπικής ανάπτυξης. Και στο σπίτι πιστεύω πως η γυναίκα είναι η ήρεμη δύναμη που με τον τρόπο της κινεί τα νήματα.
Στη δική σας οικογένεια ποιος τα κινούσε;
Ηταν θέμα χαρακτήρων. Η γιαγιά και ο παππούς αλληλοσυμπληρώνονταν, αλλά με τόσες ευθύνες που είχε εκείνος τον στήριζε πάντα και φαινόταν σαν να τον ακολουθούσε. Δεν μπορούσε να είναι μπροστά, αν και της άρεσε πολύ η πολιτική. Και η μητέρα μου ήταν μηχανικός αεροσκαφών κι εργαζόταν στον Καναδά, στην Canadair, αλλά άφησε την καριέρα της εκεί κι επέστρεψε στην Ελλάδα για να είναι με τον πατέρα μου.
Το να στηρίζεις το σύντροφό σου δεν έρχεται σε κόντρα με το φεμινισμό.
Ναι. Πιστεύω και στη φύση της γυναίκας. Βιολογικά δεν είμαστε ίδιοι. Το ότι γινόμαστε μητέρες, για παράδειγμα, μας κάνει πολύ διαφορετικές. Το ότι είμαστε ίσοι δεν σημαίνει ότι είμαστε ίδιοι.
Από τον παππού σου τον Ανδρέα τι θυμάσαι;
Ημουν μικρή, δεν έχω συγκρατήσει πολλά, αλλά θυμάμαι πολύ έντονα την εικόνα του μία ημέρα πριν πεθάνει, που τον επισκεφθήκαμε με τον πατέρα μου. Μέναμε κοντά και πήγαμε να τον δούμε όπως συνηθίζαμε. Εχω αναμνήσεις, αλλά επειδή αυτή ήταν η τελευταία, μάλλον αυτές τις εικόνες τις θυμάμαι πολύ πιο έντονα.
Είναι ξεκάθαρο πως ως τώρα δεν υπήρχε φιλοδοξία για πολιτική καριέρα. Το αποκλείεις και για το μέλλον;
Νομίζω πως ναι, αλλά δεν θέλω να είμαι απόλυτη. Ποτέ μη λες ποτέ.
Δίνεις συμβουλές στον πατέρα σου;
Γενικότερα του λέω πάντα την άποψή μου. Σε κάτι πολύ ειδικό που δεν γνωρίζω δεν θα μιλήσω, αλλά πάντα συζητούσαμε. Γενικά είμαστε μια οικογένεια που συζητάμε τις απόψεις μας και που οι γονείς θα μας τις ζητήσουν κιόλας. Τώρα αν στο τέλος θα τις ενστερνιστούν είναι άλλο θέμα. Ο πατέρας μου ακόμη και τώρα θέλει να ακούει από μεγάλη ποικιλία ανθρώπων γνώμες, είναι πολύ ανοιχτός σε νέες και διαφορετικές ιδέες. Γι’ αυτό ήταν και μπροστά. Ακουγε πράγματα που φαίνονταν πολύ προχωρημένα για την εποχή τους και που πολλοί πίστευαν πως ήταν ακατόρθωτα. Ηθελε να τα ακούει, να τα καταλαβαίνει και κάποιες φορές να τα εφαρμόζει.
Σχολιάζετε την πολιτική επικαιρότητα στο σπίτι;
Λίγο. Οταν έχεις ζήσει τόσο πολύ μέσα στην πολιτική, θέλεις και να ξεφεύγεις κάπως.
Ποια στοιχεία των χαρακτήρων των γονιών σου πιστεύεις ότι έχεις κληρονομήσει;
Η σεμνότητα και η απλότητα και των δύο με έκανε, νομίζω, προσγειωμένη. Ηταν κουλ γονείς δίχως «μη», «όχι» και συντηρητικές νοοτροπίες και επειδή μου έδωσαν αρκετά μεγάλη ελευθερία σκέψης, επιλογής και λάθους εξέλιξα μόνη μου την αυτοπειθαρχία, την εργατικότητα, τον πειραματισμό (στο κομμάτι της έρευνας) και τη φαντασία. Από τον πατέρα μου κληρονόμησα την ηρεμία, την εσωστρέφεια, την ανάγκη για καινοτομία και την αγάπη για τη γυμναστική/μουσική, ενώ από τη μητέρα μου τη ζωντάνια, το καυστικό χιούμορ και το να είμαι επικοινωνιακή.
Εχεις στενοχωρηθεί ποτέ για κάποιο δημοσίευμα που αφορούσε την οικογένειά σου; Τα διαβάζεις;
Αν περάσει κάτι από μπροστά μου θα το διαβάσω, δεν θα το αποφύγω. Σίγουρα αν ακούσεις κάτι κακό θα σε στενοχωρήσει, το θέμα είναι να μην το «πάρεις» μέσα σου.
Σε βοηθά το ότι ζεις εκτός Αθηνών τα τελευταία χρόνια;
Οχι ιδιαίτερα, αλλά το 2010 με τους «Αγανακτισμένους» έπαιξε τον ρόλο του. Ημουν στο Λονδίνο, τα πράγματα είχαν αγριέψει αρκετά και προσέχαμε πολύ. Ο πατέρας μου δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει άνετα. Θυμάμαι να ανοίγω το Facebook και να βλέπω ακόμη και φίλους μου να γράφουν διάφορα άσχημα. Ηταν ακραίο και άδικο, γιατί δεν μπορούσε να φταίει μόνον ένας άνθρωπος για ένα σύνολο πραγμάτων που έγιναν μέσα στα χρόνια, αλλά είναι και ανθρώπινη ανάγκη να προσωποποιούμε τα προβλήματα για να ξεσπάμε κάπου. Αυτό που παίζει σπουδαίο ρόλο στην αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων είναι η παιδεία και το διάβασμα, που μας κάνουν να είμαστε λίγο πιο ανοιχτόμυαλοι δίχως να κρίνουμε.
Είναι αισιόδοξος ο πατέρας σου για το μέλλον της χώρας;
Πάντα είναι αισιόδοξος.
Ποια είναι τα σχέδιά σου; Θέλεις να επιστρέψεις κάποια στιγμή στην Αθήνα;
Το μόνο σίγουρο είναι ότι κάποια στιγμή θα επιστρέψω μόνιμα στην Ελλάδα. Είναι καλό να έχεις την εμπειρία του εξωτερικού. Συγκεκριμένα η Αγγλία μάλιστα έχει πολλά καλά. Εκτίθεσαι στους διαφορετικούς πολιτισμούς και στις καινοτομίες πολύ περισσότερο. Θέλω όμως αυτά που μαθαίνω να έρθω να τα εφαρμόσω εδώ. Εχω μάθει να εργάζομαι πολύ κι έτσι με φαντάζομαι, έχοντας κοντά την οικογένειά μου, τους φίλους μου και τη θάλασσα.
Φωτογράφος: Yiorgos Kaplanidis (This Is Not Another Agency)